Η Στέγη παρουσιάζει μια έκθεση για τα δεδομένα και τις ανθρώπινες κοινότητες από τα 60s έως σήμερα, με τίτλο «Κωνσταντίνος Δοξιάδης και Πληροφοριακός Μοντερνισμός – Η μηχανή στην καρδιά του ανθρώπου».
Πόλεις, υπολογιστές και κοινότητες σε μια έκθεση σε δύο επεισόδια. Με υλικό από το Αρχείο Κωνσταντίνου Α. Δοξιάδη αλλά και με νέα έρευνα στη σύγχρονη Αθήνα, η έκθεση αναδεικνύει το πώς συνδέονται η μεταπολεμική περίοδος με τη σύγχρονή μας εποχή, μέσα από ιδέες σχετικά με τη συλλογή δεδομένων, τον αστικό χώρο και τους ανθρώπους.
Αν οι πόλεις μας είναι το άθροισμα των επιθυμιών μας, τι έχουν να μας πουν οι μηχανές για αυτό; Συμπερίληψη και αποκλεισμός. Ερωτηματολόγια και μηχανισμοί παρακολούθησης. Ευτοπίες και δυστοπίες. Η έκθεση, που θα παρουσιάζεται έως τις 26 Φεβρουαρίου 2023, εξετάζει μια από τις πιο αποφασιστικής σημασίας κοινωνικές συνθήκες των τελευταίων πενήντα ετών: τη σύμπτυξη πόλεων, ανθρώπων, πληροφοριών και υπολογισμών, σε δύο επεισόδια.
Πληροφορίες:
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, Συγγρού 107 | Στέγη -1
28 Ιανουαρίου – 26 Φεβρουαρίου 2023
Τετάρτη – Κυριακή 18:00 - 23:00
Είσοδος δωρεάν με δελτία εισόδου
Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφτείτε την ιστοσελίδα: https://www.onassis.org/.

Το αρχιτεκτονικό γραφείο MAST με έδρα την Κοπεγχάγη ανέπτυξε το σύστημα "Land on Water" για την κατασκευή πλωτών κτιρίων, το οποίο στοχεύει να είναι πιο ευέλικτο και βιώσιμο από τα υπάρχοντα παραδοσιακά συστήματα πλωτών κατασκευών. Το σύστημα είναι αρκετά προσαρμόσιμο και ανθεκτικό στις κλιματικές αλλαγές. Η στρατηγική σχεδιασμού αναπτύχθηκε με την υποστήριξη του Hubert Rhomberg και της εταιρείας FRAGILE. Η ομάδα σχεδιασμού σημειώνει ότι αυτό το σύστημα, το οποίο χρησιμοποιεί ανακυκλωμένο πλαστικό, μπορεί να εφαρμοστεί σχεδόν για κάθε είδους κατασκευή στο νερό. Η ιδέα του "Land on Water" αναπτύχθηκε αρχικά ως απάντηση στη σταδιακή άνοδο της στάθμης της θάλασσας και στην επακόλουθη αύξηση του φαινομένου των αστικών πλημμυρών –συνθήκες που οδήγησαν σε αυξημένο ενδιαφέρον για την ανοικοδόμηση στο νερό. Ωστόσο, οι παραδοσιακές μέθοδοι κατασκευής τέτοιων χώρων περιλαμβάνουν λύσεις, δύσκολες στη μεταφορά και εξαιρετικά μη βιώσιμες, με τα τυπικά συστήματα της αγοράς να περιλαμβάνουν πλαστικούς και χαλύβδινους πλωτήρες, καθώς και θεμέλια από σκυρόδεμα γεμάτα με πολυστυρένιο. Το σύστημα έχει αναπτυχθεί από τη σύνθεση μιας σειράς μεμονωμένων μονάδων - δομών (modules), κατασκευασμένων από ενισχυμένο ανακυκλωμένο πλαστικό, διαμορφώνοντας ασφαλείς, στιβαρές και χαμηλού κόστους βάσεις. Αυτές οι δομές έχουν σκοπό να μπορούν να μεταφέρονται και να συναρμολογούνται με ευκολία, ενώ αντλούν έμπνευση από τα γκαμπιόνια (gabions) της κατασκευαστικής βιομηχανίας, μία ογκομετρική κατασκευή, η οποία αποτελείται από ένα κυψελοειδές πλαίσιο. Ακόμη, το "Land on Water" έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τη βιοποικιλότητα, καθώς οι κυψέλες του μπορούν να λειτουργήσουν σαν "βιοκαλύβες" κάτω από το νερό, ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη μαλάκιων και φυκιών. Όπως περιγράφουν και οι αρχιτέκτονες, οι δυνατότητες αυτού του συστήματος θα ενισχύσουν την ανάπτυξη βιώσιμων, πλωτών κοινοτήτων, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος.

Το μικρό νησί του Άγιου Ευστράτιου στο βόρειο Αιγαίο, με λίγο περισσότερους από 200 μόνιμους κατοίκους, αναμένεται να γίνει το πρώτο ολοκληρωτικά "πράσινο" ελληνικό νησί, το οποίο θα καταναλώνει ηλεκτρική και θερμική ενέργεια, που θα προέρχεται αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές. Το μικρό υβριδικό έργο, που δρομολογείται στο νησί, θα αποτελέσει οδηγό για μεγαλύτερα έργα. Βάσει σχεδίου αναμένεται να πάψει εντελώς τη λειτουργία του ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Δ.Ε.Η., ο οποίος λειτουργεί με ντίζελ. Στόχος είναι το νησί να καταστεί ενεργειακά αυτόνομο, δείχνοντας τον δρόμο και τον τρόπο για αντίστοιχα έργα και σε μεγαλύτερες περιοχές.
Με απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας χορηγείται ενιαία άδεια στον Δήμο Αγίου Ευστρατίου για εγκατάσταση υβριδικού σταθμού για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό και φωτοβολταϊκό σταθμό και για την αποθήκευσή της με χρήση συσσωρευτών. Ακόμη, η άδεια προβλέπει και την εγκατάσταση σταθμού για την παραγωγή θερμικής ενέργειας, καθώς και
δικτύου διανομής και προμήθειάς της. Ανάδοχος του έργου είναι η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η οποία καλείται να φέρει εις πέρας το έργο, του οποίου ο προϋπολογισμός φτάνει τα 4,5 εκατ. ευρώ. Η σύμβαση προβλέπει εργασίες κατασκευής με διάρκεια 25 μηνών και λειτουργία και συντήρηση του έργου για 12 χρόνια.

Η ενίσχυση επιτυγχάνεται με αύξηση της διατομής του υποστυλώματος με νέες στρώσεις σκυροδέματος και νέους οπλισμούς (νέους διαμήκεις και εγκάρσιους οπλισμούς περιμετρικά), κατασκευάζοντας ένα μανδύα γύρω από το αρχικό στοιχείο.

Είδη μανδυών
Ανάλογα με το υλικό σκυροδέτησης, οι μανδύες διακρίνονται σε:
• μανδύες από έγχυτο σκυρόδεμα, για την κατασκευή μανδυών μεγάλου πάχους (μεγαλύτερο από 8 cm),
• μανδύες από εκτοξευόμενο σκυρόδεμα, για την κατασκευή μανδυών μικρού πάχους (5 - 10 cm),
• μανδύες από σκυροτσιμεντόπηγμα, για την απρόσκοπτη σκυροδέτηση, ακόμη και παρουσία πυκνών οπλισμών,
• μανδύες από ειδικά σκυροδέματα ή τσιμεντοκονιάματα για την κατασκευή μανδυών εξαιρετικά μικρού πάχους, αλλά υψηλού κόστους.
Ανάλογα με την έκταση της βλάβης και τους πιθανούς αρχιτεκτονικούς περιορισμούς, οι μανδύες διακρίνονται σε:
• ολικούς μανδύες,
• τοπικούς μανδύες,
• ολόπλευρους ή κλειστούς μανδύες,
• ανοικτούς μανδύες (τρίπλευρους ή δίπλευρους).

Διαδικασία εφαρμογής
Η εκτέλεση των εργασιών ακολουθεί τα παρακάτω βήματα:
1. Αφαίρεση του σκυροδέματος που έχει υποστεί βλάβες με χρήση κατάλληλων εργαλείων (π.χ. ελαφρές αερόσφυρες και σφυροκάλεμα) και αποκάλυψη των παλαιών ράβδων οπλισμού σε ορισμένα κατάλληλα σημεία, ώστε να είναι δυνατή η συγκόλλησή τους με νέες ράβδους (εφόσον προβλέπεται η χρήση παρεμβλημάτων).
2. Διάτρηση οπών με χρήση τρυπανιών περιστροφικού τύπου για την αγκύρωση των νέων ράβδων οπλισμού και για την τοποθέτηση των συνδετήρων και των βλήτρων (εφόσον προβλέπεται η χρήση βλήτρων).
3. Υδροαμμοβολή (ή τριβή με μηχανικό εξοπλισμό) της επιφάνειας του σκυροδέματος (σε βάθος περίπου 6 mm) με σκοπό την αφαίρεση της εξωτερικής στρώσης τσιμεντοπολτού και την εμφάνιση των αδρανών.
4. Καθαρισμός του εσωτερικού των οπών (με αναρρόφηση) και της επιφάνειας του σκυροδέματος (με αέρα υπό πίεση).
5. Αγκύρωση των βλήτρων (εφόσον προβλέπεται η χρήση βλήτρων) και των άκρων των νέων διαμήκων ράβδων οπλισμού με εισαγωγή εποξειδικής ρητίνης στ εσωτερικό κατάλληλων οπών που διανοίχθηκαν στο 2ο βήμα.
6. Ηλεκτροσυγκόλληση των νέων και των παλαιών ράβδων οπλισμού

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΡΟΣΒΑΣΙΜΟΥ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΥ ΜΠΑΝΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΤΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΗ ΔΙΑΒΙΩΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΡΗΣΤΩΝ

Ο "καθολικός σχεδιασμός" ή "σχεδιασμός για όλους" είναι μια σχετικά νέα φιλοσοφία, που προωθεί τον σχεδιασμό των προϊόντων του δομημένου περιβάλλοντος με τρόπο που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλους τους ανθρώπους, χωρίς ανάγκη προσαρμογής ή εξειδικευμένου σχεδιασμού στη μεγαλύτερη δυνατή έκταση. Σύμφωνα μ’ αυτήν τη λογική όλα τα κτίρια και οι επί μέρους χώροι τους πρέπει να είναι προσβάσιμοι για το σύνολο των χρηστών, να μπορούν δηλαδή να χρησιμοποιηθούν με αυτονομία, ασφάλεια και άνεση από άτομα μειωμένης κινητικότητας, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία (ΑμεΑ) και των "εμποδιζόμενων" ατόμων, όπως των ηλικιωμένων.

Το έργο αφορά στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου οδοντιατρείου δύο εδρών, στο υπερυψωμένο ισόγειο ενός διατηρητέου κτιρίου του 1930, στο Κολωνάκι. Οι επεμβάσεις έγιναν με απόλυτο σεβασμό στο χαρακτήρα και στην ιστορία του κτιρίου. Η τοποθέτηση των επί μέρους κύριων χρήσεων ανά δωμάτιο ακολούθησε τη διάρθρωση της υφιστάμενης κάτοψης αναδεικνύοντας την αξονική διάταξη της νεοκλασικής φάσης του κτιρίου, ενώ οι δευτερεύοντες χώροι τοποθετήθηκαν στο πίσω τμήμα, που αφορά σε μετέπειτα οικοδομική φάση.
Βασικός σκοπός της μελέτης ήταν η δημιουργία ενός οικείου και ήρεμου περιβάλλοντος για τους ασθενείς. Η χρωματική παλέτα, τα έπιπλα, τα υλικά και ο φωτισμός είναι προσεκτικά επιλεγμένα, ώστε να δημιουργούν αυτήν την οικειότητα, αλλά παράλληλα να διασφαλίζουν τη μέγιστη λειτουργικότητα.
Στο χώρο της έδρας το βαθύ σκούρο μπλε της οροφής και η παρουσία του πολύ μεγάλου κυκλικού φωτιστικού, διαμέτρου 2 m βοηθούν τον ασθενή να χαλαρώσει χωρίς οπτική ενόχληση κατά την εξέταση. Οι μοντέρνες έδρες πλαισιώνονται από πάγκους εργασίας πολυτελούς ειδικής κατασκευής, ενώ στο πίσω μέρος υπάρχει πλήρως εξοπλισμένο φωτογραφικό στούντιο.
Ο επιμήκης χώρος της υποδοχής με τη χαρακτηριστική καμπύλη και το φιλιστρίνι αποτελεί κεντροβαρικό σημείο, καθώς επιτρέπει τον έλεγχο και την οργάνωση της κίνησης. Το εντυπωσιακό, ειδικά σχεδιασμένο γραμμικό φωτιστικό και η έγχρωμη ταινία του τοίχου έρχονται να αναδείξουν αυτή την καμπύλη. Αντίθετα, η πρισματική κατασκευή της υποδοχής έρχεται να διαλλαχθεί μαζί της μέσω αντίθεσης, αποδίδοντας νέους όγκους και φυγές, δημιουργώντας παράλληλα ζωτικούς αποθηκευτικούς χώρους.
Κάθε δωμάτιο έχει το δικό του χαρακτήρα και δημιουργεί έναν δικό του μικρόκοσμο. Ο μακρύς στενός διάδρομος οδηγεί προς το WC ασθενών και τους χώρους προσωπικού. Είναι στρωμένος με αυθεντικά τσιμεντένια πλακίδια, ενώ ο κρυφός φωτισμός με λευκό γυαλί στην οροφή δίνει την αίσθηση ότι περπατά κανείς σε υπαίθριο χώρο κάτω από μια ελαφριά πέργκολα.
Στο χώρο προσωπικού κυριαρχεί το βαθύ μπορντό, που προκύπτει από τα αντίστοιχα τσιμεντένια αυθεντικά πλακίδια. Τα λευκά έπιπλα και οι πάγκοι από μασίφ βακελίτη εντείνουν την αίσθηση "καθαριότητας", ενώ οι μαύρες λεπτομέρειες υπογραμμίζουν τις μορφές. Ο κρυφός φωτισμός στη βάση των επίπλων προσδίδει μια αίσθηση αιώρησης, αλλά παράλληλα φωτίζει και αναδεικνύει τα πλακάκια του δαπέδου.
Η γενικότερη μορφή της κάτοψης του διαμερίσματος σε διάταξη "Π" προσφέρει οπτική επαφή από άκρη σε άκρη. Επιπρόσθετα, εξυπηρετεί την τοποθέτηση των ηλεκτρομηχανολογικών συστημάτων, αφού συνοψίζονται στο κέντρο της κάτοψης σε ίση ακτίνα από όλα τα επί μέρους δωμάτια.

 

Στο "House for a Musician" μετατρέψαμε ένα διαμέρισμα στη Νέα Σμύρνη σε χώρο κατοικίας και μελέτης για έναν μουσικό και την κόρη του.
Προτεραιότητα στο σχεδιασμό ήταν η μεγιστοποίηση του φυσικού φωτός που εισέρχεται στο χώρο με σκοπό τη δημιουργία ενός πιο διαμπερούς εσωτερικού.
Στη θέση των παλιών διαδρόμων (χολ) και των σκοτεινών δωματίων, φανταστήκαμε έναν ενιαίο ανοιχτό και φωτεινό χώρο με ανεξάρτητες λειτουργικές υποενότητες διαφορετικής χρήσης η καθεμία.
Το φως έγινε έτσι οδηγός και βασικό στοιχείο διαμόρφωσης των κινήσεων και της οργάνωσης του χώρου.
Στην είσοδο του διαμερίσματος δημιουργείται αρχικά ένας νέος διαγώνιος άξονας, όπου το φως σε καθοδηγεί στο εσωτερικό.
Το δωμάτιο μουσικής, η κουζίνα, η τραπεζαρία και το καθιστικό αναφέρονται με τη σειρά τους σε αυτόν τον φωτεινό διαγώνιο άξονα.
Πρώτα συναντάμε το δωμάτιο μουσικής, ένα νέο ημιδιάφανο δωμάτιο με κουρτίνες στο εσωτερικό, η μορφή του οποίου δύναται να προσαρμοστεί ανάλογα με τις ανάγκες του χρήστη.
Το φως διαπερνά το δωμάτιο και φτάνει μέχρι την είσοδο του σπιτιού, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν υπάρχει δωμάτιο, ενώ, όταν κλείσουν οι κουρτίνες, δημιουργείται ένας προστατευμένος ιδιωτικός χώρος κατάλληλος για μελέτη μουσικής.
Προχωρώντας συναντάμε την κουζίνα, έναν προστατευμένο μεν, ανοιχτό δε χώρο που στρέφεται πλέον προς το εσωτερικό του σπιτιού και συνδέεται με τους χώρους διημέρευσής του.
Με την διάνοιξη ενός νέου παραθύρου (στην ίδια θέση στην οποία αποτυπώνονταν στα σχέδια της οικοδομικής άδειας αλλά δεν κατασκευάστηκε για οικονομικούς λόγους) ολοκληρώνεται η εργαλειοθήκη με την οποία επιτυγχάνεται η διαπερατότητα και ενοποίηση του χώρου.
Επιπλέον, η μονοχρωματική παλέτα και η μινιμαλιστκή αισθητική δημιουργούν ένα ευχάριστο και ήρεμο περιβάλλον διαβίωσης και μελέτης.
Παρατηρώντας τέλος τα επιμέρους στοιχεία που είναι η κουζίνα με τη μονόχρωμη γκρίζα υφή, το μουσικό δωμάτιο με τους ημιδιάφανους, κυματοειδούς μορφής υαλοπίνακες, τις ξύλινες λεπτομέρειες και τη μπλε κουρτίνα, όσο και το τολμηρά σκούρο μπλε απόχρωσης λουτρό, γίνεται αντιληπτή η δημιουργία διαφορετικών κόσμων, ενώ παράλληλα οι λευκοί τοίχοι και οροφές σε συνδυασμό με το ανοιχτό γκρίζο χρώμα του εποξειδικού δαπέδου ενοποιούν το χώρο σε μια ισορροπημένη σύνθεση.

 

 

 

Το έργο αφορά στην ανακαίνιση ενός διαμερίσματος 36 m2, σε πολυκατοικία του 1970 στην περιοχή της Βουλιαγμένης. Ο εξαιρετικά περιορισμένος χώρος αποτέλεσε αφορμή για ριζική αναδιοργάνωση της κάτοψης, προκειμένου να εξυπηρετεί τις ανάγκες του χρήστη, αλλά παράλληλα να αποφευχθεί η δημιουργία ενός τυπικού διαμερίσματος σε σμίκρυνση.
Η παραπάνω προσέγγιση υποστηρίχθηκε μέσω μιας μεθοδολογίας, η οποία επαναπροσδιορίζει το ρόλο του επίπλου, προσδίδοντάς του χαρακτηριστικά παραγωγής χώρου. Έτσι, το έπιπλο δύναται να "εργαλειοποιηθεί" για διαφορετικές ερμηνείες του εσωτερικού. Αυτή η αντίληψη του "επίπλου ως αρχιτεκτονική" κρίνεται καθοριστικής σημασίας για την ανακαίνιση υφιστάμενων χώρων κατοίκησης, ιδίως για τα εγχώρια δεδομένα, όπου αποτελεί πλέον μια από τις βασικές ενασχολήσεις του κλάδου. Συνεπώς, το έργο πέρα από μία συγκεκριμένη λύση, υποδεικνύει και μια πρόταση αρχετυπικής φύσεως, ένα παράδειγμα που θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε ανάλογες περιπτώσεις ανακαίνισης μικρών χώρων.
Στην παρούσα εκδοχή υλοποίησης, δεδομένου ότι υπήρχε μόνο μια όψη με ανοίγματα, δημιουργήθηκαν δυο βασικές παράλληλες ζώνες, που οργανώνουν τις λειτουργίες ανάλογα με την ανάγκη τους για φυσικό φωτισμό. Η πρώτη "σκοτεινή" ζώνη υλοποιείται με τη δημιουργία ενός κουτιού από έγχρωμο και εμποτισμένο MDF, ένα υπερμέγεθες έπιπλο, όπου εμπεριέχονται οι χώροι ύπνου, μπάνιου, καθώς και αποθήκευσης. Έτσι, επιχειρείται ένα είδος εγκιβωτισμού, όχι μόνο οικιακών συσκευών ή αντικειμένων, αλλά και χώρων και κατ’ επέκταση υποκειμένων. Τίθεται λοιπόν ένα σχεδιαστικό ζήτημα σχετικά με τη διαστασιολόγηση, τη διάταξη και γενικότερα τον επαναπροσδιορισμό τέτοιων χώρων κατοίκησης.
Η συγχώνευση των παραπάνω λειτουργιών εντός αυτού του "κατοικήσιμου τοίχου" επιτρέπει την οριοθέτηση αλλά και τη μεγιστοποίηση του ελεύθερου χώρου εκτός του. Συνεπώς, η δεύτερη, φωτεινή ζώνη, αποτελείται από έναν ανοιχτό, ανεμπόδιστο και ενιαίο χώρο διημέρευσης, προς οικειοποίηση κατά βούληση. Τέλος, μέσα από συρόμενα πετάσματα, ο σχεδιασμός επιτρέπει την υποδιαίρεση αυτής της ζώνης σε επί μέρους χώρους, παρέχοντας έτσι διαφορετικούς βαθμούς ιδιωτικότητας.

Το διαμέρισμα των 84 m2 βρίσκεται στο κέντρο της πόλης των Σερρών. Μοναδικό ζητούμενο του νεαρού ιδιοκτήτη προς την αρχιτεκτονική ομάδα ήταν οι σκουρόχρωμες αποχρώσεις σε ένα βιομηχανικού τύπου εργένικο διαμέρισμα.
Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι νέες ανάγκες, το αρχιτεκτονικό γραφείο προχώρησε σε ολική ανακαίνιση του διαμερίσματος με αφαίρεση της αρχικής τοιχοποιίας και επανασχεδιασμό των χώρων.
Κεντρικό άξονα του σπιτιού αποτελεί πλέον ένα ξύλινο κουτί, γύρω από το οποίο αναπτύσσονται οι χώροι. Το καθιστικό και η open plan κουζίνα επανατοποθετήθηκαν δίπλα στα μπροστινά μεγάλα ανοίγματα, ενώ οι ιδιωτικοί χώροι βρίσκονται στο πίσω τμήμα του διαμερίσματος. Η αποθήκη και το κοινόχρηστο μπάνιο "κρύφτηκαν" μέσα στο ξύλινο κουτί.
Το διαμέρισμα έχει ένα κεντρικό υπνοδωμάτιο, το οποίο επικοινωνεί με την γκαρνταρόμπα και το ensuite μπάνιο μέσω μία μεταλλικής συρόμενης πόρτας.
Η μαύρη μελαμίνη είναι το βασικό υλικό για τις ξυλεπενδύσεις και την επίπλωση, ενώ οι υπόλοιποι τοίχοι, που έμειναν ελεύθεροι επενδύθηκαν με κονίαμα Κουρασανίτ.
Η νησίδα της κουζίνας είναι μία ειδική κατασκευή από ανοξείδωτα φύλλα λαμαρίνας, τα οποία προσδίδουν ένα πιο βιομηχανικό ύφος στο χώρο.
Τα μπάνια ακολουθούν την ίδια σχεδιαστική λογική, με φιμέ καθρέφτες, μεταλλικές μαύρες λεπτομέρειες και πλακάκια στις αποχρώσεις του γκρι και του μαύρου.

 

 

 

Στην ήσυχη συνοικία Seefeld, στον πυρήνα του αστικού ιστού της Ζυρίχης και πολύ κοντά στην ομώνυμη λίμνη, το γραφείο Manuel Herz Architekten ανέλαβε την κατασκευή συγκροτήματος πέντε διαμερισμάτων, αφού προηγήθηκε η βράβευση της μελέτης σε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Το κτίριο έχει σχήμα κύβου με τρεις στάθμες και υπόγειο, καθώς και βατό κοινόχρηστο δώμα. Το οικόπεδο βρίσκεται εντός κατάφυτου πάρκου με πλούσια και σπάνια βλάστηση και γειτνιάζει με ιστορική πολυτελή κατοικία. Το δομημένο περιβάλλον του συγκροτήματος διαμορφώνουν επίσης οι τυπικές πολυκατοικίες του κέντρου της πόλης και το μουσείο Heidi Weber, έργο του Le Corbusier.

Ένταξη στο περιβάλλον και συνιστώσες του σχεδιασμού
Κατευθυντήριο άξονα για το σχεδιασμό του κτιρίου αποτέλεσε η διερεύνηση της σχέσης του με το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον του, λόγω της ξεχωριστής του θέσης. Το συγκρότημα Ballet Mecanique ανεγείρεται μέσα σε έναν καταπράσινο κήπο με άγρια βλάστηση, με δέντρα που μοιάζουν με γλυπτά, λόγω της αναδίπλωσης του κορμού και των κλαδιών τους, εγκαταστάσεις τέχνης και δίκτυα μονοπατιών. Σε αυτό το κάλεσμα του περιβάλλοντός του, το κτίριο ανταποκρίνεται, εντείνοντας το αίσθημα της έκπληξης, καθώς προβάλλει στον περαστικό σταδιακά, ανάμεσα από τα πυκνά δέντρα, και με τις κινητές πολύχρωμες περσίδες του ανοίγει σαν άνθος μέσα στον κήπο. Η σύνδεσή του με την κεντρική αρτηρία της πόλης πραγματοποιείται μέσω μίας ξύλινη διαδρομή που είναι συμβατή με τα μονοπάτια που διατρέχουν το πάρκο.
Μια παράλληλη πηγή έμπνευσης για το συγκρότημα υπήρξε το μουσείο Heidi Weber, με το οποίο γειτνιάζει, και το έργο του Le Corbusier συνολικά. Τα έντονα χρώματα των περσίδων, ο καθαρός πρισματικός όγκος του κτιρίου, η επαφή του με το έδαφος μέσω βάθρου, αλλά και η μεταλλική κατασκευή της όψης του αποτελούν αναφορές σε αυτή την κατεύθυνση και εγκαθιδρύουν μια ενδιαφέρουσα σχέση ανάμεσα στα δύο κτίρια. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, στη συνοικία Seefeld, τα κτίρια κατοικίας ακολουθούν μια καθορισμένη τυπολογία, με τη γειτονική ιστορική βίλλα του πάρκου να μην αποτελεί εξαίρεση. Το Ballet Mecanique εντάσσεται στον αστικό ιστό, ακολουθώντας το ισχύον μοτίβο ως προς τον προσανατολισμό, την κλίμακα, τον αυστηρό γεωμετρικό όγκο και τον τρόπο οργάνωσης των χώρων στο εσωτερικό.

Το κέλυφος: ένα πολύχρωμο κινητό γλυπτό
Η ευθύνη για το σχεδιασμό μιας σύγχρονης σύνθετης κατοικίας, που συνδιαλέγεται με το περιβάλλον της, συνδυάστηκε με την επιθυμία της ιδιοκτήτριας για τη μετουσίωση της φιλοσοφίας της κινητικής τέχνης στην αρχιτεκτονική σύνθεση και μάλιστα στο πλαίσιο μιας βιοκλιματικής κατασκευής που σέβεται το περιβάλλον όχι μόνο κατ΄ εικόνα, αλλά και μέσω του ενεργειακού της αποτυπώματος. Οι αρχιτέκτονες ανταποκρίθηκαν σε αυτήν την πρόκληση, σχεδιάζοντας ένα κτίριο με κινητή όψη. Το κέλυφος του κτιρίου διαμορφώνεται από μεταλλική κατασκευή, η οποία εμφανίζεται στις όψεις με οριζόντια και κατακόρυφα στοιχεία, ως πλέγμα. Κάθε άνοιγμα αυτού του μεταλλικού κανάβου πληρούται με μια τετράδα περσίδων από ανοδιωμένο αλουμίνιο, οι οποίες έχουν σχήμα τριγώνου με στρογγυλεμένες γωνίες και συναντιούνται κατά μήκος των διαγωνίων του ανοίγματος. Στηρίζονται περιμετρικά στη μεταλλική κατασκευή και η ίδια η θέση στήριξής τους συνιστά και τον άξονα περιστροφής τους, εκτελώντας τροχιά 90 μοιρών. Η κίνηση πραγματοποιείται με υδραυλικά συστήματα. Κατά τόπους, το ίδιο το κτίριο ξεδιπλώνεται και αγκαλιάζει τον κήπο. Όταν οι περσίδες είναι κλειστές, λειτουργούν σαν σκίαστρα, αποκλείοντας το φως από το εσωτερικό, ενώ συγχρόνως προσφέρουν ασφάλεια και ιδιωτικότητα στους κατοίκους. Στο άνοιγμά τους αποκαλύπτουν παράθυρα εκτεινόμενα σε όλο το ύψος του χώρου ή ακόμα και βατούς εξώστες. Με αυτόν τον τρόπο ρυθμίζεται η επαφή εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, ο φυσικός φωτισμός και αερισμός και μάλιστα με την ελάχιστη δαπάνη ενέργειας, εφόσον ο ρόλος των συστημάτων θέρμανσης και κλιματισμού περιορίζεται. Το κέλυφος συμπεριφέρεται ως "βιοκλιματικός φάκελος". Το άνοιγμα των περσίδων επιτρέπει την απρόσκοπτη θέα στο πάρκο και την πόλη, αποδυναμώνοντας τα όρια ανάμεσα στο "μέσα" και στο "έξω".
Η ευελιξία του κελύφους και η δυνατότητα κάθε χρήστη να προσαρμόζει τη λειτουργία των περσίδων στις ανάγκες του συνεπάγονται μια διαρκώς μεταλλασσόμενη εικόνα του κτιρίου από σημείο σε σημείο, αλλά και στη διάρκεια της ημέρας και του έτους. Η όψη μετασχηματίζεται, εκφράζοντας τη ζωή στο εσωτερικό του κτιρίου, κι έτσι το κτίριο "αναπνέει" και ζει μαζί με τους κατοίκους του. Οι ερμητικά κλειστές περσίδες την νύχτα δίνουν έναν εσωστρεφή χαρακτήρα στο συγκρότημα, ενώ την ημέρα το κτίριο είναι εξωστρεφές και ανοιχτό στο πάρκο και στην πόλη. Ανάλογα με τη θέση τους στο κτίριο και τον εσωτερικό χώρο με τον οποίο συνδέονται, διακρίνονται τέσσερις τύποι περσίδων. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνες που, ανοίγοντας, σχηματίζουν ένα βατό εξώστη τριγωνικής κάτοψης με συμμετρική στέγαση. Ένα χειροκίνητο μεταλλικό κιγκλίδωμα με πλέγμα μετατρέπεται σε στηθαίο ασφαλείας για τους χρήστες. Στη δεύτερη κατηγορία, οι περσίδες ανοίγουν και πάλι, αποκαλύπτοντας ένα σταθερό παράθυρο από το δάπεδο μέχρι την οροφή. Ο τρίτος τύπος περιλαμβάνει σταθερά ανοιχτές τετράδες περσίδων, ενώ ο τέταρτος σταθερά κλειστές περσίδες. Πρόκειται για τις θέσεις που εσωτερικά υπάρχει τοιχοποιία και οι περσίδες τοποθετούνται για τη ρυθμική συνέχεια της όψης. Αναφορικά με τη χρωματική παλέτα, σημειώνεται ότι εξωτερικά το κτίριο έχει ένα ενιαίο χρώμα στην απόχρωση της σαμπάνιας, συμβατό με τα γειτονικά του και με διακριτική παρουσία στο πάρκο. Τόσο η μεταλλική κατασκευή όσο και οι περσίδες έχουν ακριβώς το ίδιο χρώμα, για την αποκατάσταση της εικόνας του κτιρίου ως ενός "κύβου κατοίκησης". Το χρώμα είναι ελαφρώς γυαλιστερό, εκφράζοντας την υλικότητα της μεταλλικής δομής. Εσωτερικά, οι περσίδες βάφονται σε 20 διαφορετικές αποχρώσεις στο φάσμα κόκκινου – μπλε, με μεγάλη ποικιλία συνδυασμών, που είναι ορατοί μόνο όταν ανοίγουν. Η αντίστιξη ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό των περσίδων εντείνει την εντύπωση που προκαλεί η κίνησή τους. Η καθαρή γεωμετρία του κτιρίου εναλλάσσεται με μία δυναμική γλυπτική σύνθεση και αυτή ακριβώς είναι η ισορροπία που πέτυχαν οι αρχιτέκτονες ανάμεσα στη "μηχανή κατοίκησης" του Le Corbusier και στην κινητική τέχνη.

Το κτιριολογικό πρόγραμμα και η υλική υπόσταση του κτιρίου
Το εσωτερικό του συγκροτήματος διέπεται από λιτές γραμμές, μινιμαλιστική αισθητική και περιορισμένη παλέτα υλικών, ενθαρρύνοντας την προσοχή να εστιαστεί στο κέλυφος. Τα δομικά στοιχεία της κατασκευής από χάλυβα και οπλισμένο σκυρόδεμα παραμένουν εμφανή. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν οι μη φέρουσες τοιχοποιίες, οι οποίες επενδύονται με ξύλο, και τα δάπεδα, που λαμβάνουν μια στιλπνή επίστρωση όψης σκυροδέματος. Πρόκειται για ένα υβριδικό σύστημα, που συνδυάζει ένα συμπαγή πυρήνα με κλιμακοστάσιο και φρεάτιο ανελκυστήρα από οπλισμένο σκυρόδεμα με πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος, μεγάλα ανοίγματα και μεταλλικά υποστυλώματα στις όψεις. Η επίδραση της αρχιτεκτονικής του Le Corbusier είναι και εδώ εμφανής. Η μοναδική έγχρωμη λεπτομέρεια στο χώρο είναι το χρώμα των περσίδων, όταν είναι κλειστές, ορατό χάρη στο λεπτό αρμό που αφήνουν μεταξύ τους. Μέσω του κεντρικού κλιμακοστασίου γίνεται η πρόσβαση στον κήπο και το βατό κοινόχρηστο δώμα, το οποίο χρησιμοποιείται ως χώρος τέχνης. Επιπλέον πραγματοποιείται η κατανομή στα διαμερίσματα. Στο συγκρότημα δεν υπάρχει "τυπικό διαμέρισμα", αλλά πέντε διαφορετικές μεταξύ τους κατοικίες, που προορίζονται για διαφορετικά προφίλ ενοίκων και τρόπους ζωής. Διατάσσονται σε τρεις στάθμες, εκ των οποίων η μία είναι σοφίτα, και εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία χώρων διημέρευσης και ανάπαυσης. Το κτίριο διαθέτει και υπόγειο, το οποίο φωτίζεται φυσικά μέσω cour anglaise και φιλοξενεί καλλιτεχνικό εργαστήριο, κελάρι και χώρο μηχανολογικών εγκαταστάσεων. Τέλος, για την κίνηση στον κήπο και τη σύνδεση με τη γειτονική κατοικία και τον κεντρικό δρόμο, έχει κατασκευαστεί μία ξύλινη, πλωτή και ελαφρώς υπερυψωμένη διαδρομή, σε μια προσπάθεια ελαχιστοποίησης της επέμβασης στο ιστορικό πάρκο.

 

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.