Σε αυτό το διαμέρισμα - εργαστήριο, διαβίωσης και καλλιτεχνικής δημιουργίας των ιδιοκτητών, τα διαχωριστικά τοιχώματα έντονης φθορίζουσας βαφής είναι κατασκευασμένα από κόντρα πλακέ και έχουν τοποθετηθεί έτσι ώστε να ορίζουν κάθε φορά και διαφορετικούς χώρους για διαφορετικές χρήσεις.
Φωτογραφίες: Takumi Ota

 

Η 1η διεθνής έκθεση για την κυκλική οικονομία, την ενέργεια και τη δόμηση, θα πραγματοποιηθεί από 31 Μαρτίου έως 2 Απριλίου 2023, στο Διεθνές Εκθεσιακό Κέντρο Θεσσαλονίκης. Η έκθεση και το συνέδριο "Forward Green" είναι μία πρωτοβουλία της ΔΕΘ HELEXPO, που έχει ως στόχο να συμβάλλει στην εφαρμογή μιας νέας επιχειρηματικής αντίληψης για τη χώρα, βασισμένης στην κυκλική οικονομία, στην πράσινη ανάπτυξη και στον μετασχημα¬τισμό των επιχειρηματικών μοντέλων για την εξοικονόμηση των φυσικών πόρων και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η έκθεση απευθύνεται σε εταιρείες, φορείς, οργανισμούς και κυβερνητικούς παράγοντες που υιοθετούν σύγχρονες πρακτικές αξιοποίησης πρώτων υλών, δομι¬κών υλικών, τεχνολογιών, ενέργειας, ανακύκλωσης και συσκευασίας, οι οποίες μέσα από καινοτόμους λύσεις και έξυπνες συνεργασίες, θα έχουν θετικό αντίκτυπο στη μείωση της ρύπανσης του περι¬βάλλοντος, στην αύξηση της βιωσιμότητας των προϊόντων και των υπηρεσιών, δημιουργώντας παράλληλα, νέες επιχειρηματικές ευκαι¬ρίες. Οι θεματικές της έκθεσης είναι: συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας, βιοκλιματικός σχεδιασμός, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ανακύκλωση και διαχείριση αποβλήτων, σύγχρονα δομικά υλικά, επεξεργασία νερού, σχεδιασμός προϊόντων, ηλεκτρικά οχήματα, αυτοδιοικητικοί φορείς κ.ά.
Η έκθεση περιλαμβάνει πρόγραμμα παράλληλων εκδηλώσεων, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν το συνέδριο για την κυκλική οικονομία και το φεστιβάλ κυκλικής οικονομίας. Το πρόγραμμα του φεστιβάλ περιλαμβάνει ποικίλης μορφής παράλληλες εκδηλώσεις, όπως ημερίδες, παρουσίαση συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης απορριμμάτων, θεματικά και δημιουργικά εργαστήρια, εκθέσεις κ.ά.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΥΛΙΚΑ ΔΙΝΟΥΝ ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΙΣ ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ
Στην Ελλάδα, το σκυρόδεμα συνιστά μέχρι και σήμερα το κύριο οικοδομικό υλικό για την κατασκευή του φέροντος οργανισμού κτιρίων. Η ανάπτυξη των καλουπιών κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα υπήρξε παράλληλη με την ανάπτυξη των κατασκευών από σκυρόδεμα.
Σκοπός του σχεδιασμού και της κατασκευής καλουπιών είναι η χύτευση του νωπού σκυροδέματος στη μορφή και στις διαστάσεις που απαιτεί η μελέτη του εκάστοτε έργου. Τα καλούπια φέρουν με ασφάλεια το σύνολο των φορτίων, μέχρι το σκυρόδεμα να στερεοποιηθεί και να αποκτήσει επαρκή αντοχή.
Το καλούπι είναι μια προσωρινή κατασκευή, που αποτυπώνεται μόνιμα στο σκυρόδεμα. Δημιουργείται γρήγορα, δέχεται μεγάλα φορτία για λίγες ώρες κατά τη σκυροδέτηση, και εντός ενός χρονικού διαστήματος λίγων ημερών αφαιρείται για μελλοντική χρήση σε άλλο έργο. Χαρακτηριστικό της προσωρινής φύσης της εν λόγω κατασκευής είναι οι ενώσεις, τα στηρίγματα και οι προσαρμογές, που χρειάζονται, για να συγκρατηθούν τα διάφορα τμήματα μεταξύ τους. Τα καλούπια χρησιμοποιούνται ξανά και ξανά, πολλές φορές καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής τους. Τα κύρια μέρη ενός καλουπιού είναι:
• το πέτσωμα, που είναι η επιφάνεια του καλουπιού που έρχεται σε άμεση επαφή με το σκυρόδεμα (δίνει το σχήμα και τις διαστάσεις του δομικού στοιχείου και διαμορφώνει τη μορφή της τελικής επιφάνειας του σκυροδέματος),
• οι ενώσεις και τα στηρίγματα του πετσώματος,
• τα στηρίγματα του καλουπιού, ώστε τα φορτία να μεταφέρονται μέσω αυτών είτε στο έδαφος είτε στα ικριώματα.

Τα σύνθετα υλικά (ινοπλισμένα πολυμερή - FRP) ή τα μεταλλικά ελάσματα (χαλύβδινα ελάσματα πάχους 1,0 - 1,5 mm) επικολλώνται επάνω στην επιφάνεια του σκυροδέματος με το χέρι σε μία ή περισσότερες στρώσεις σε συνεχή σύνδεση. Χρησιμοποιείται ειδική κόλλα, συνήθως εποξειδική ρητίνη. Η τοποθέτηση αγκυρώσεων (κοχλιών ή επιπλέον στρώσεων) στα άκρα των λωρίδων χάλυβα ή FRP μπορεί να αποτρέψει την πρόωρη αποκόλλησή τους. Τα ινοπλισμένα πολυμερή είναι δύσκαμπτα ελάσματα (πάχους 1 mm) ή εύκαμπτα υφάσματα (πάχους 0,1 - 0,4 mm) και αποτελούνται από ίνες (άνθρακα, αραμιδίου ή γυαλιού), σε πολυμερική μήτρα και κόλλα εφαρμογής. Είναι δυνατόν να είναι προκατασκευασμένα ή μπορεί να κατασκευάζονται επί τόπου στο έργο.
Εναλλακτικά, αντί για επικόλληση των φύλλων μπορεί να επιλεγεί τοποθέτησή τους σε αυλάκια, δηλαδή εγκοπές της επιφάνειας του σκυροδέματος. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται καλύτερη συνάφεια μεταξύ της ενίσχυσης και του σκυροδέματος και προστασία έναντι της διάβρωσης, εάν πρόκειται για μεταλλικά ελάσματα. Για τη συγκόλληση του οπλισμού στις εγκοπές, όπως επίσης και για την αγκύρωσή του, χρησιμοποιείται ρητίνη ή κονίαμα.
Αυτή η τεχνική χρησιμοποιείται συνήθως σε βλάβες υποστυλωμάτων (π.χ. αστοχία σε διάτμηση και σε θλίψη ή ανεπαρκής μάτιση οπλισμού), πλακών και δοκών. Στην περίπτωση υποστυλώματος είναι δυνατή η περιτύλιξη σύνθετων υλικών περιμετρικά της διατομής με ειδική συσκευή ρομπότ.

Στην περιοχή του Ευόσμου Θεσσαλονίκης, το κτίριο ενός παλαιού κινηματογράφου μετατρέπεται σε κατάστημα ρούχων και υποδημάτων. Πρόκειται για ένα κτίριο του 1966, το οποίο αποτελείται από ισόγειο και εσωτερικό εξώστη, με συνολικό εμβαδό 925 m2.
Σκοπός του σχεδιασμού ήταν να αναδείξει τα υφιστάμενα στοιχεία του χώρου δίνοντας έμφαση στα δομικά μέλη του οργανισμού, τα οποία λόγω κατασκευής αναγνωριστήκαν ως ένα βασικό χαρακτηριστικό του κτιρίου. Το εμφανές σκυρόδεμα αυτών των στοιχείων με τη χαρακτηριστική τραχιά μορφή του, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις νέες, λείες κατασκευές λευκού χρώματος, δημιουργώντας έναν διάλογο ανάμεσα στο παλιό και στο νέο.
Το ισόγειο τμήμα του κτιρίου χωρίζεται σε δυο κλιμακωτά επίπεδα. Λόγω της λειτουργίας του χώρου ως κινηματογράφου, το δάπεδο ήταν αρχικά κεκλιμένο και ήταν αναγκαία η επιπεδοποίησή του, έτσι ώστε να μετατραπεί σε λειτουργικό, εμπορικό χώρο.
Το πρώτο επίπεδο του ισογείου φιλοξενεί την υποδοχή - ταμείο, καθώς και τις προβολές κάποιων ενδεικτικών προϊόντων, ενώ ο κύριος εκθεσιακός χώρος βρίσκεται στο αμέσως επόμενο, χαμηλότερο επίπεδο.
Χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου τμήματος του κτιρίου είναι η ανοιχτή κάτοψη χωρίς την παρουσία κάθετων δομικών στοιχείων στο κέντρο του χώρου, καθώς και το μεγάλο εσωτερικό ύψος. Στο δάπεδο η επιλογή του ψυχρού γκρι με πλακάκια μεγάλων διαστάσεων σε συνδυασμό με τις μεγάλες λευκές επιφάνειες και τα μαύρα στοιχεία, δημιουργούν έναν σχετικά ήρεμο καμβά χωρίς έντονα χρώματα, προβάλλοντας έτσι σε πρώτο φόντο τα πολύχρωμα εμπορεύματα του καταστήματος.
Στις δυο πλαϊνές πλευρές του χώρου, στη στάθμη του εσωτερικού εξώστη, μεταξύ της οροφής και του δαπέδου, τοποθετούνται δυο λευκοί όγκοι που κρύβουν στο εσωτερικό τους τον αποθηκευτικό χώρο του καταστήματος. Αυτοί οι λευκοί όγκοι αλλάζουν μορφή και δίνουν τη θέση τους σε μια σειρά από καμάρες οι οποίες καλύπτουν το άνω τμήμα των κάθετων δομικών στοιχείων, δημιουργώντας διαδοχικές εσοχές, που λειτουργούν ως χώροι προβολής των εμπορευμάτων.
Ο χώρος που περιβάλλεται από τις καμάρες και τις εσοχές απόκτα χαρακτηριστικά μιας πλατείας. Διάσπαρτες στο χώρο, τοποθετούνται μεταλλικές κατασκευές προβολής με διαφορετικά ύψη και διαστάσεις, καθώς και παγκάκια με φύτευση, δημιουργώντας την αίσθηση της "ανοιχτής" αγοράς.
Στη χρωματισμένη, λευκή οροφή διατηρούνται όλες οι ατέλειες και οι φθορές του αρχικού επιχρίσματος, αποκαλύπτοντας το πέρασμα του χρόνου. Η λευκή επιφάνεια διακόπτεται από τα δοκάρια του φέροντα οργανισμού, από τα οποία έχει αφαιρεθεί το επίχρισμα, αποκαλύπτοντας το κύριο δομικό υλικό τους. Κάθε δοκάρι από εμφανές σκυρόδεμα φωτίζεται με ένα λεπτό γραμμικό φωτιστικό στοιχείο, το οποίο τονίζει την υλική του υπόσταση.
Ο εσωτερικός εξώστης αναπτύσσεται και αυτός σε δυο επίπεδα, καθώς στην αρχική του μορφή φιλοξενούσε το κεκλιμένο θεωρείο και την αίθουσα, που ήταν τοποθετημένες οι μηχανές προβολής του κινηματογράφου. Τα δυο επίπεδα διατρέχει ένα διάδρομος, ο οποίος συνδέει τα δυο κλιμακοστάσια.
Μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου επιπέδου και κατά μήκος του διαδρόμου, τοποθετείται ξύλινη κατασκευή λευκού χρώματος, η οποία αποτελείται από τομές τοποθετημένες διαδοχικά η μια μετά την άλλη με κενό ανάμεσα τους δημιουργώντας ένα "ημιδιαπερατό" χώρισμα, επιτρέποντας μόνο την οπτική σύνδεση μεταξύ των δυο χώρων. Η κατασκευή "αναπτύσσεται" κατακόρυφα προς τα επάνω, από το δάπεδο προς την οροφή, έπειτα καμπυλώνει και καταλήγει οριζόντια, καλύπτοντας τμήμα της οροφής. Τα κατακόρυφα τμήματα της κατασκευής διακόπτονται προσωρινά σε κάποιο σημείο τους και συνεχίζουν μόνο στην οροφή, δημιουργώντας έτσι μια δίοδο προς τον εκθεσιακό χώρο.
Οι υπόλοιπες κατασκευές προβολής είναι λιτές, μεταλλικές, μαύρου χρώματος και είναι κρεμασμένες από την οροφή, δίνοντας την αίσθηση ότι τα εμπορεύματα αιωρούνται.
Εξωτερικά, η κύρια όψη του κτιρίου είναι λιτή και κυριαρχεί το λευκό χρώμα των κάθετων επιφανειών και του στεγάστρου. Η όψη πλαισιώνεται αριστερά και δεξιά από δυο διαφανείς κατασκευές των κλιμακοστάσιων με μεταλλικό μαύρο σκελετό.
Η μορφή των δυο κλιμακοστασίων με την καμπύλη οροφή μεταφέρεται ως αρνητικό αποτύπωμα στην νέα όψη, δημιουργώντας μια σειρά από εσοχές μεγάλου ύψους, που καταλήγουν σε διαδοχικές καμάρες.
Η σχεδιαστική προσέγγιση με βάση την ανανεωμένη χρήση του κτιρίου ως κατάστημα, σκοπό είχε την αναβίωση της οντότητας του, αναδεικνύοντας το ως ένα νέο σημείο της πόλης, συνδέοντας παράλληλα το παρελθόν με το παρόν.

 

Πρόκειται για το πρώτο κατάστημα της εταιρείας αρτοποιίας "mon kooloor" μετά το rebranding, που έχει ως στόχο να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του πελάτη με το χώρο της εστίασης.
Η κεντρική ιδέα του σχεδιασμού βασίστηκε στην επαναλαμβανόμενη, σχεδόν εμμονική χρήση του κύκλου, ως μια αφαιρετική παραπομπή στο σχήμα του κουλουριού, το οποίο και αποτελεί το βασικό προϊόν πώλησης του καταστήματος.
Έτσι, ο κύκλος συναντάται στο σχεδιασμό των επίπλων, στο γύψινο γλυπτικό φωτιστικό, στα γραφιστικά "πουά" στοιχεία της πρόσοψης και στο κυκλικό άνοιγμα του παρασκευαστηρίου, μέσα από το οποίο ο πελάτης παρατηρεί τη διαδικασία ζυμώματος και προετοιμασίας του κουλουριού.
Επιπρόσθετα στοιχεία της σύνθεσης αποτελούν τα καφέ πλακίδια μωσαϊκού, με τα οποία επενδύονται τα δάπεδα και οι τοίχοι του καταστήματος ενοποιώντας το χώρο. Η λευκή κυματοειδής λαμαρίνα στον πάγκο εξυπηρέτησης, καθώς και ο ροζ φωτισμός neon στις σημάνσεις προσδίδουν μια σύγχρονη οπτική στο κατάστημα.
Τα πτυσσόμενα κουφώματα μαζεύονται κατά τη διάρκεια λειτουργίας του καταστήματος, κάνοντάς το εξωστρεφές και άμεσα προσβάσιμο από το πεζοδρόμιο.
Τέλος, το έντονο κίτρινο χρώμα του που συναντάται στη χαρακτηριστική πουά πρόσοψη και εσωτερικά του καταστήματος, παραπέμπει στα χρώματα ενός ηλιόλουστου πρωινού, που πάντα βελτιώνει τη διάθεση.

Το κτίριο λατρείας της θρησκείας "Μπαχάι Πίστη", στη Νότια Αμερική, αποτελεί το πιο πρόσφατο από τα οκτώ αντίστοιχα θρησκευτικά κτίρια, που έχουν ανεγερθεί ανά τον κόσμο. Βρίσκεται έξω από την πόλη του Σαντιάγο της Χιλής, στους πρόποδες της οροσειράς των Άνδεων, σε ένα σημείο με έντονη τοπογραφία, που χαρακτηρίζεται από τη γειτνίαση με το ορεινό ανάγλυφο προς τα ανατολικά και την πανοραμική θέα προς την πρωτεύουσα της Χιλής στα δυτικά. Ο σχεδιασμός του κτιρίου προέκυψε έπειτα από ανοιχτό αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, ο οποίος είχε ως ζητούμενο το σχεδιασμό ενός κτιρίου με κυκλική αίθουσα, εννέα πλευρές, εννέα εισόδους και εννέα διαδρομές προς αυτόν, καθώς ο αριθμός εννέα συμβολίζει την ολοκλήρωση και την τελειότητα στην "Μπαχάι Πίστη".
Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός επιδίωξε την αλληλεπίδραση διπόλων, όπως: στατικότητα και κίνηση, απλότητα και πολυπλοκότητα, οικειότητα και μνημειακότητα, συνθέτοντας ένα θολωτό κτίριο, που αλληλεπιδρά με το φως, μέσα από το ιδιαίτερης γεωμετρίας ημιδιάφανο κέλυφός του. Το εσωτερικό του κτιρίου αποτελείται από έναν ενιαίο ισόγειο χώρο λατρείας, χωρητικότητας 600 ατόμων, και από ένα υπερυψωμένο επίπεδο, ανοιχτό προς τον υποκείμενο χώρο, για περισσότερη ιδιωτικότητα και ησυχία.
Το κέλυφος του κτιρίου αποτελείται από εννέα "πτερύγια" σύνθετης γεωμετρίας, τα οποία μοιάζουν να στρέφονται επικαλύπτοντας το ένα το άλλο. Στα κενά μεταξύ τους διαμορφώνονται οι εννέα είσοδοι και, στο σημείο που ενώνονται στην κορυφή του θόλου, υπάρχει κυκλικό άνοιγμα. Η διαδικασία σχεδιασμού ξεκίνησε με σκίτσα, εξελίχθηκε σε μακέτες και η τελική φόρμα αναπτύχθηκε με τη βοήθεια ψηφιακής τεχνολογίας και ειδικών προγραμμάτων παραμετρικού σχεδιασμού.

Υλικά και τρόπος κατασκευής κελύφους

Η επιλογή των υλικών κατασκευής του κελύφους αποτέλεσε αντικείμενο εντατικής έρευνας και αναζήτησης, ώστε το κτίριο να "ενσωματώνει" το φως όπως το είχαν οραματιστεί οι αρχιτέκτονες. Το αποτέλεσμα ήταν η επιλογή δύο υλικών που συνθέτουν δύο διαφορετικές στρώσεις: ένα εξωτερικό κέλυφος από πετάσματα χυτού γυαλιού και μια εσωτερική στρώση από ημιδιάφανο μάρμαρο Πορτογαλίας Estremoz. Η έρευνα και η ανάπτυξη της εξωτερική επένδυσης από χυτό γυαλί διήρκεσε τέσσερα χρόνια με συνεχείς πειραματισμούς, σε συνεργασία με το εργαστήριο του γνωστού καλλιτέχνη γυαλιού Jeff Goodman, με έδρα στο Τορόντο του Καναδά. Κάθε ένα από τα εννέα "πτερύγια" του κελύφους αποτελείται από 1.120 μοναδικά στοιχεία από χυτό γυαλί. Για το εσωτερικό κέλυφος επιλέχθηκε το συγκεκριμένο μάρμαρο, λόγω της καθαρότητάς του και της κομψότητας των νερών του. Κάθε "πτερύγιο" αποτελείται από 870 μοναδικά κομμάτια μαρμάρου, τα οποία κόπηκαν στο επιθυμητό σχήμα με υδροκοπή, βάσει του ψηφιακού μοντέλου. Η συναρμολόγηση των κομματιών και των δύο κελυφών έγινε στη Γερμανία και τα ολοκληρωμένα πετάσματα στάλθηκαν στο Σαντιάγο για την τελική συναρμολόγηση.
Μεγάλη πρόκληση, τόσο κατά το σχεδιασμό όσο και κατά την κατασκευή, ήταν εκτός από την επιλογή των υλικών και ο τρόπος στήριξης της εξωτερικής στρώσης από χυτό γυαλί και της εσωτερικής από μάρμαρο, καθώς και η μεταξύ τους συναρμογή. Ο βαθμός δυσκολίας ήταν ακόμα μεγαλύτερος, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Χιλή βρίσκεται σε μια σεισμικά ενεργή ζώνη και συχνά εκδηλώνονται μεγάλοι σεισμοί στην περιοχή. Συνεπώς, ο ρόλος του σκελετού του κτιρίου ήταν διπλός, από τη μία να στηρίζει την πολύπλοκη κατασκευή του κελύφους και από την άλλη να αντέχει τις έντονες δονήσεις ενός σεισμού. Γι’ αυτό το λόγο στη θεμελίωση του κτιρίου πακτώθηκαν δέκα υποστυλώματα από σκυρόδεμα και στην κορυφή τους εφαρμόστηκαν τριπλά εφέδρανα εκκρεμούς ολίσθησης, τα οποία προστατεύουν το κτίριο από τις κινήσεις του υποκείμενου εδάφους σε περίπτωση σεισμού.
Επάνω από τη βάση σκυροδέματος του κτιρίου αναπτύχθηκε ένας πολύπλοκος μεταλλικός σκελετός, ο οποίος αποτελείται από περισσότερα από 1.000 προκατασκευασμένα μοναδικά χαλύβδινα στοιχεία, πάνω στα οποία αναρτήθηκαν τα πετάσματα από γυαλί και μάρμαρο. Η συναρμολόγηση του κελύφους ξεκίνησε από το μεταλλικό σκελετό του εσωτερικού και εξωτερικού κελύφους και, στη συνέχεια, αναρτήθηκαν τα μαρμάρινα και τα γυάλινα πετάσματα, τα οποία διέθεταν πλαίσια αλουμινίου για την εφαρμογή τους στο μεταλλικό σκελετό. Αρχικά, τοποθετήθηκαν τα εσωτερικά μαρμάρινα πετάσματα με τη χρήση γερανού και έπειτα αναρτήθηκαν τα εξωτερικά γυάλινα πετάσματα. Τέλος, προσαρμόστηκαν επάνω στο μεταλλικό σκελετό και τα στοιχεία της εσωτερικής διαμόρφωσης του κτιρίου, όπως τα δάπεδα, οι επενδύσεις και τα καθίσματα από ξύλο καρυδιάς, οι πόρτες και τα κιγκλιδώματα από πατιναρισμένο μπρούτζο και τα γυάλινα πετάσματα στις εσοχές με μεταλλικό πλαίσιο.

Διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου

Η διαφάνεια και η "ανοιχτωσιά" υπήρξαν βασικά κριτήρια σχεδιασμού, τόσο για το κτίριο όσο και για τον περιβάλλοντα χώρο του. Το κτίριο είναι προσβάσιμο από εννέα εισόδους, συμμετρικά, κατανεμημένων περιμετρικά του κτιρίου, στις οποίες οι επισκέπτες καθοδηγούνται από μονοπάτια, που διασχίζουν το επικλινές ανάγλυφο της περιοχής. Φτάνοντας στο επίπεδο του κτιρίου, ο επισκέπτης αντικρίζει δεξαμενές νερού σε ποικιλία μεγεθών και σχημάτων, στις οποίες καθρεφτίζεται το κτίριο και το τοπίο. Ο περιβάλλον χώρος, ο οποίος ήταν ένα εγκαταλελειμμένο γήπεδο γκολφ, μεταμορφώθηκε σε ένα κατάφυτο τοπίο με φύτευση από τοπικές και ανθεκτικές στην ξηρασία ποικιλίες φυτών.

Το κτίριο έχει λάβει πολυάριθμα βραβεία με πιο πρόσφατο το "Διεθνές Βραβείο 2019" του Βασιλικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής του Καναδά (RAIC).

Το "UKIYO Listening Bar" βρίσκεται στο κέντρο της Λευκωσίας, στην περιοχή που φημίζεται για τη νυχτερινή της ζωή. Το έργο αφορά μετατροπές και νέα διαρρύθμιση εσωτερικού και εξωτερικού χώρου σε υφιστάμενο κτίριο με πρόσοψη από τυπικά για την κυπριακή αρχιτεκτονική υλικά.
Χαρακτηριστικό του "UKIYO", που το κάνει να διαφέρει από τα υπόλοιπα μπαρ της περιοχής, είναι η λειτουργία του ως "listening bar". Τα "listening bars" πρωτοεμφανίστηκαν τη δεκαετία του ‘50 στην Ιαπωνία ως χώροι εξοπλισμένοι με ειδικά συστήματα για ήχο υψηλής ποιότητας, όπου η μουσική παίζεται με προσεγμένους και ποιοτικούς δίσκους βινυλίου, δίνοντας στους χρήστες τη δυνατότητα να απολαύσουν τα αγαπημένα τους τραγούδια. Η πρόκληση για τους αρχιτέκτονες ήταν πώς θα κατάφερναν να προσαρμόσουν τις ανάγκες του μπαρ, έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργήσει ως "listening bar" με ειδικό χώρο για τον DJ, αλλά και σαν εστιατόριο, διατηρώντας μια ενιαία αρχιτεκτονική ταυτότητα.
Ο θεματικός σχεδιασμός του "UKIYO" βασίζεται στις αρχές της προέλευσης του "listening bar" δίνοντας στο χώρο ιαπωνική αρχιτεκτονική ταυτότητα και χρησιμοποιώντας στοιχεία από τις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60. Ταυτόχρονα, δόθηκε έμφαση στη δημιουργία μιας αρμονικής και φιλόξενης ατμόσφαιρας.
Επιπρόσθετα, βασικός στόχος των αρχιτεκτόνων ήταν να προσφέρουν στο χρήστη την απόλαυση ήχου υψηλής ποιότητας, χρησιμοποιώντας υλικά που να αποτρέπουν τα ηχητικά κύματα να διαπερνούν το χώρο. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στον εσωτερικό χώρο για τις κατασκευές σταθερών / μετακινούμενων επίπλων και της οροφής είναι κυρίως ξύλο και τρυπητή μοριοσανίδα με επένδυση φύλλου καπλαμά λευκής δρυός, σε χρωματισμούς φυσικού ξύλου και μαύρου. Ο εξωτερικός χώρος αποτελείται κυρίως από μεταλλικές κατασκευές σε μαύρο χρωματισμό, οι οποίες συνδέονται αρμονικά με τις μαύρες επιφάνειες του εσωτερικού χώρου.
Το εσωτερικό του μπαρ χαρακτηρίζεται από την επιβλητική συνέχεια του ξύλινου μοτίβου της οροφής και στον τοίχο, δημιουργώντας το έπιπλο του μπαρ και του χώρου των βινυλίων πίσω από το "DJ box". Στο κέντρο του επίπλου έχει τοποθετηθεί η θύρα που οδηγεί στην κουζίνα έχοντας το ίδιο μοτίβο ώστε να "χάνεται" και να δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας συνεχόμενης επιφάνειας.
Στην πρόσοψη του μαγαζιού προτείνεται ένα συνεχόμενο έπιπλο μπαρ διπλής όψης, το οποίο ξεδιπλώνεται σαν συνέχεια από τον εσωτερικό στον εξωτερικό χώρο. Μ’ αυτόν τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα της χρήσης του και από τις δύο πλευρές. Όλα τα παράθυρα ανοίγουν με πτυσσόμενο τρόπο, ώστε να γίνεται πλήρης ενοποίηση και χρήση του εξωτερικού και εσωτερικού χώρου του εστιατορίου / bar, αξιοποιώντας το χώρο στο μέγιστο.

 

Το “Roskilde Festival Folk High School” είναι ένα μοναδικό σχολείο σχεδιασμένο από τους MVRDV σε συνεργασία με το δανέζικο γραφείο COBE, σε μία πρώην βιομηχανική περιοχή στο Roskilde της Δανίας. Το σχολείο και οι νεόδμητες εστίες που το συνοδεύουν ολοκληρώνουν το γενικό σχέδιο ROCKmagneten, το οποίο εγκαινιάστηκε στην περιοχή το 2016 και συμπεριλαμβάνει επιπλέον ένα κτίριο κατοικίας για το προσωπικό και μια ζώνη μεταβλητών κατασκευών από ναυτιλιακά κοντέινερ, τα οποία προορίζονται για να φιλοξενούν καινοτόμες επιχειρήσεις (startups), σχετικές με τη μουσική και τη νεολαία.
Το “παραδοσιακό” σχολείο στεγάζεται σε ένα υφιστάμενο εργοστάσιο σκυροδέματος, χρησιμοποιώντας τον σκελετό του αρχικού κτιρίου και στο εσωτερικό τους χρωματιστούς όγκους που αρθρώνονται γύρω από έναν κεντρικό άξονα.
Το σχολείο συνδέεται στενά με το ομώνυμο φεστιβάλ που πραγματοποιείται στην πόλη ετησίως, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί παράδειγμα του δανέζικου συστήματος των παραδοσιακών σχολείων, τα οποία παρέχουν μια “άτυπη” εκπαίδευση ενηλίκων στα πλαίσια της έννοιας της δια βίου μάθησης. Φοιτητές και καθηγητές ζουν μαζί στο σχολείο για 4 έως 10 μήνες, για να επιτύχουν πλήρη εμβάθυνση στην εκπαίδευσή τους. Το σχολείο Roskilde είναι το πρώτο αυτού του τύπου στη Δανία εδώ και 50 χρόνια και έχει ως στόχο να προάγει τις αξίες του φεστιβάλ Roskilde μέσα από μαθήματα μουσικής, μέσων ενημέρωσης, πολιτικής, τέχνης, αρχιτεκτονικής και σχεδίου.
Το ίδιο το σχολείο στεγάζεται σε ένα πρώην εργοστάσιο παραγωγής σκυροδέματος, επαναχρησιμοποιώντας τους κίονες και την οροφή της αρχικής κατασκευής, αλλά αντικαθιστώντας τους τοίχους και το εσωτερικό. Ο σχεδιασμός βασίζεται στην ιδέα του κουτιού μέσα σε κουτί ("box-in-a-box"): πολύχρωμες μονάδες διατάσσονται γύρω από έναν άξονα που διατρέχει το βιομηχανικό κέλυφος του κεντρικού κτιρίου από τη μία πλευρά ως την άλλη. Παράλληλα σε αυτή τη διαδρομή υπάρχει μια ξύλινη κερκίδα που αποτελεί την καρδιά του σχολείου.
Τα κουτιά φιλοξενούν διαφορετικές λειτουργίες, μεταξύ των οποίων ένα αμφιθέατρο 150 ατόμων (η “πορτοκαλί σκηνή” ως παραλληλισμός στην κεντρική σκηνή του φεστιβάλ), ένα στούντιο μουσικής, ένα εργαστήριο και αίθουσες διδασκαλίας για χορό, τέχνες και αρχιτεκτονική. Αυτές οι λειτουργίες χωρίζονται σε τρεις ζώνες: ορισμένες φιλοξενούν αναζητήσεις του μυαλού, όπως το γράψιμο, η σκέψη και η ρητορική· άλλες εστιάζουν στη χρήση του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του χορού και της μουσικής, ενώ η τρίτη ζώνη φιλοξενεί δραστηριότητες επικεντρωμένες στη χρήση των χεριών, όπως οι εικαστικές τέχνες, η αρχιτεκτονική και ο σχεδιασμός.
Οι εγκαταστάσεις του σχολείου Roskilde είναι το αποκορύφωμα του γενικού σχεδίου ROCKMagneten, έκτασης 11.000 m², μιας περιοχής που σχεδιάστηκε για να δημιουργήσει ένα κέντρο για την άνθηση της νεανικής κουλτούρας της Δανίας και να αποτελέσει ένα άτυπο σημείο συνάντησης για τους νέους.

 

Το Monogram είναι ένα καφέ και πρατήριο μέσα στην Παλιά Πόλη των Χανίων. Φιλοσοφία του μαγαζιού είναι η παρασκευή και το κόψιμο του καφέ μπροστά στον πελάτη, ώστε να βιώνει όλη την εμπειρία.
Στο πνεύμα αυτό, σχεδιάστηκε μια διάταξη και επίπλωση που ευνοεί την αντίληψη των λειτουργιών από τον πελάτη, με ένα μινιμαλιστικό ύφος που δρα ως φόντο γι αυτές. Η κάτοψη οργανώνεται ώστε ο πάγκος παρασκευής να υποδέχεται τους πελάτες, ενώ στο βάθος του χώρου γίνεται το άλεσμα του καφέ, διαλέγοντας από μία βιτρίνα διαφορετικών ποικιλιών. Η τουαλέτα κρύβεται διακριτικά πίσω από ένα συρόμενο πέτασμα.
Οι πάγκοι εργασίας είναι χαμηλοί, από λευκό τεχνογρανίτη και επενδεδυμένοι με φυσική δρυ και ανοικτή γκρι τσιμεντοκονία. Ένα στοιχείο πρασίνου τοποθετείται στην άκρη του πάγκου παρασκευής, διαχωρίζοντάς τον από τα ψηλά καθίσματα των πελατών. Η βιτρίνα των καφέδων στηρίζεται σε μία πολύ διακριτική κατασκευή από λεπτή λαμαρίνα, πάνω στην οποία ενσωματώνονται τα κουτιά αποθήκευσης. Στο ίδιος ύφος έχουν σχεδιαστεί και μικρά τραπέζια στο εσωτερικό του καταστήματος με στήριξη στον τοίχο. Η τουαλέτα σχεδιάστηκε πάνω στις ίδιες γραμμές με λευκούς τόνους, τσιμεντοκονία και ξύλο. Στις όψεις τοποθετούνται κουφώματα γκιλοτίνες που ανοικτά λειτουργούν και ως πάγκοι σερβιρίσματος.

 

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.