Οι κατασκηνωτικές εγκαταστάσεις “Piedras Bayas Beachcamp” στην παράκτια ζώνη της έρημου Ατακάμα της βόρεια Χιλής αποτελούν πρότυπο βιώσιμης τουριστικής μονάδας. Η στρατηγική των ελαφρών, ευέλικτων κατασκευών σε συνδυασμό με την ενσωμάτωση τοπικών υλικών, μη μολυσματικών συστημάτων υγιεινής και "πράσινης" ενέργειας, συντελούν στο χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα των εγκαταστάσεων και στη διατήρηση του παρθένου τοπίου.
Η παράκτια ζώνη της ερημικής τοποθεσίας, όπου τοποθετήθηκαν οι τουριστικές εγκαταστάσεις αποτελεί ένα φυσικό οικοσύστημα που έχει επηρεαστεί ελάχιστα από την ανθρώπινη παρέμβαση. Η περιοχή προσελκύει συνεχώς επισκέπτες χάρη στον ορυκτό της πλούτο και στη δυνατότητα για αστρονομική παρατήρηση λόγω του υψόμετρου και των ευνοϊκών καιρικών συνθήκων που επικρατούν.
Σεβόμενη τις ιδιαιτερότητες της τοποθεσίας, η ομάδα μελέτης αποφάσισε να μην ανεγείρει ένα μεγάλο κτιριακό όγκο που θα διατάρασσε την ισορροπία του οικοσυστήματος, αλλά μικρές κατασκευές, συνδεδεμένες μεταξύ τους με ξύλινα μονοπάτια. Κατασκευαστήκαν έτσι τρεις ανεξάρτητες μονάδες δωμάτιων και μια κεντρική εγκατάσταση με κοινόχρηστες χρήσεις.
Η κεντρικός μονάδα φιλοξενεί εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης των ενοίκων, όπως καθιστικό, κουζίνα, γραφείο, αλλά και χώρους διαμονής για το προσωπικό, βοηθητικούς χώρους και μπάνια. Οι εγκαταστάσεις ολοκληρώνονται με μια εξωτερική κοινόχρηστη τραπεζαρία με θέα στη θάλασσα, ενώ πλησίον δημιουργήθηκε και ένας χώρος στάθμευσης οχημάτων.
Τα δωμάτια έχουν τη μορφή γεωδαιτικών θόλων από PVC και κατασκευάστηκαν επάνω σε ανυψωμένες ξύλινες πλατφόρμες. Είναι πλήρως εξοπλισμένα, διαθέτουν ιδιωτικό μπάνιο και έχουν απεριόριστη θέα προς τον ωκεανό. Προκειμένου να διατηρηθεί η ιδιωτικότητα, οι θόλοι τοποθετήθηκαν σε απόσταση 50 μέτρων μεταξύ τους, κάτι που επιτρέπει παράλληλα και την πιο ομαλή ενσωμάτωση των κατασκευών στο τοπίο.
Η κατασκευή των κτιρίων είναι εμπνευσμένη από την τοπική αρχιτεκτονική κοντινών οικισμών, η οποία βασίζεται στη χρήση ενός ξύλινου σκελετού ντυμένου με δέρμα ή με ένα είδος καλαμωτής για προστασία και σκίαση. Έτσι, οι αρχιτέκτονες χρησιμοποιήσαν για αυτά τα οικολογικά τουριστικά καταλύματα τοπικά και φυσικά υλικά, όπως ξύλο, ύφασμα και δύο είδη ενδημικών θάμνων, που χάρη στη μεγάλη τους αντοχή, είναι κατάλληλα για την εξωτερική επένδυση των κτιρίων ως ηλιοπροστασία.
Για τη θεμελίωση των κτισμάτων, που έγινε χωρίς τη χρήση τσιμέντου, τοποθετήθηκαν ξύλινα υποστυλώματα σε βάθος ένα μέτρο κάτω από την άμμο και συμπιέστηκαν με θαλασσινό νερό για να σταθεροποιηθούν. Χάρη στον τρόπο κατασκευής, που περιορίστηκε στην ελάχιστη δυνατή παρέμβαση, οι κτιριακές μονάδες μπορούν να απομακρυνθούν, αποκαθιστώντας πλήρως το φυσικό τοπίο.
Βασικό ζητούμενο αποτέλεσε ο επαναπροσδιορισμός τόσο της λειτουργικής δομής, όσο και της αισθητικής των χώρων, με στόχο το σχεδιασμό ενός συνόλου ικανού να καλύψει τις ανάγκες του νέου χρήστη.
Αναφορικά με τη λειτουργικότητα, η χωρική οργάνωση των χρήσεων επαναπροσδιορίζεται με ενοποίηση του βασικού χώρου εργασίας (openspace) και τη χρήση κλειστών χώρων αποκλειστικά για τα στελέχη της εταιρείας. Στο νέο σχεδιασμό τοποθετούνται διαδοχικά η υποδοχή και έπειτα ο χώρος εργασίας, ενώ περιμετρικά αναπτύσσονται τα διευθυντικά γραφεία, τα γραφεία στελεχών και οι χώροι συναντήσεων - συνεδριάσεων.
Πρωτεύων στόχος κατά το σχεδιασμό ήταν η δημιουργία χώρων με υψηλή αισθητική και ποιότητα, που να αυξάνουν την παραγωγικότητα και να βελτιώνουν την παραμονή του χρήστη σε αυτούς. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα υλικά και στο φωτισμό. Για το χώρο της υποδοχής σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε ένα μεγάλο έπιπλο, που "καδράρεται" από μία ξύλινη επένδυση στην πλάτη του, η οποία φέρει το λογότυπο της εταιρείας. Επιπλέον το πράσινο στοιχείο τονίστηκε με τη χρήση του polar moss, που συνάδει με τις οικολογικές ανησυχίες και τη φιλοσοφία "wealthy living" της εταιρείας. To δάπεδο, το οποίο παίζει πρωτεύοντα ρόλο στο σχεδιασμό επενδύεται με βινυλικά πλακίδια και αναπτύσσεται με χρωματικές διαβαθμίσεις. Στο χώρο εργασίας η αλλαγή στο χρώμα του δαπέδου μαζί με χαμηλά διαχωριστικά βαμμένα σε παλέτα χρωμάτων της εταιρείας θέτουν τα όρια κίνησης και εργασίας. Έπιπλα σε λιτές γεωμετρίες, πράσινα στοιχεία και κρεμαστές ηχο-απορροφητικές κατασκευές συνθέτουν ένα ροϊκό σύνολο και ταυτόχρονα επιμερισμένες ενότητες ανάλογα με τις απαιτήσεις των χρηστών. Στους χώρους συνεδριάσεων και στα κλειστά γραφεία, δάπεδα σε απόδοση ξύλου σηματοδοτούν τη βαρύτητα του χώρου.
Ηχοαπορροφητικές κατασκευές, μικρότερα και μεγαλύτερα τραπέζια συναντήσεων και επενδύσεις στους τοίχους διαμορφώνουν κάθε φορά μία διαφορετική εικόνα. Κρυστάλλινα διαχωριστικά τοποθετούνται στις εσωτερικές όψεις όλων των περιμετρικών γραφείων, προσφέροντας φυσικό φωτισμό στα γραφεία, που είναι τοποθετημένα κεντρικά.
Στο χώρο της τραπεζαρίας κυριαρχεί μία σπιτική αίσθηση με σκοπό την ξεκούραση των εργαζομένων κατά το διάλλειμά τους.
Καθαρές φόρμες, ποιοτικός φωτισμός, υλικά υψηλής αισθητικής και έξυπνες ηλεκτρομηχανολογικές παροχές συνθέτουν το περιβάλλον ενός πολυτελούς χώρου εργασίας, όπως ήταν το ζητούμενο και από τον ιδιοκτήτη εξαρχής.
Το "Kanel" είναι ένα σουηδικό καφέ - ζαχαροπλαστείο, που άνοιξε στη Θεσσαλονίκη το Φεβρουάριο του 2020. Η οικογένεια της ιδιοκτήτριας έζησε για πολλά χρόνια στη Σουηδία και εκτός από τη νοοτροπία ζωής, έφερε μαζί της και τη συνταγή του αυθεντικού ρολού κανέλας, ή αλλιώς "kanelbullar", ενός διάσημου γλυκού συνοδευτικού του καφέ σχεδόν σε όλα τα ζαχαροπλαστεία (konditori) της Σουηδίας.
Ο χώρος του "Κanel" χωρίζεται σε δύο μέρη, το θερμό και το ψυχρό. Το θερμό μέρος βάφτηκε στο χρώμα της καμένης γης (terracotta), κάνοντας αναφορά στα ζεστά ρολά κανέλλας, που ψήνονται καθημερινά και δημιουργεί μία οπτική "φωλιά", μέσα στην οποία εμπερικλείεται το μπαρ και ο χώρος παρασκευής. Η χρωματική συνέχεια της "φωλιάς" και η κατασκευαστική ενότητα των όγκων, επιτυγχάνεται με τη χρήση πατητής τσιμεντοκονίας. Το μπαρ καλύφθηκε με πλακίδια μωσαϊκού, επιλεγμένα στην ίδια τονικότητα με την τσιμεντοκονία.
Το ψυχρό μέρος είναι o χώρος των καθήμενων και λειτουργεί σαν φωτεινός διάδρομος, που οδηγεί στη "φωλιά". Η στενή πρόσοψη του μαγαζιού από γυαλί είναι η μοναδική πηγή φυσικού φωτός και γι’ αυτό επιλέχθηκε ο χώρος αυτός να παραμείνει ανοικτόχρωμος. Η επιλογή ενός σύγχρονου πλακιδίου με αναφορές στα βενετσιάνικα μωσαϊκά, τονίζει την αντίθεση μεταξύ των δύο μερών και μέσω της αντανάκλασης διαχέει το φυσικό φως και στο υπόλοιπο μαγαζί.
H μεγάλου μεγέθους γραφιστική απεικόνιση στον τοίχο σε γήινους τόνους, με τις διαφορετικές γεωμετρικές φόρμες, είχε στόχο να λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους δύο χώρους.
Οι επιγραφές από νέον στους τοίχους οπτικοποιούν τη φιλοσοφία του καφέ και σε συνδυασμό με τους καμπύλους μορφοσωλήνες των φωτιστικών σωμάτων δημιουργούν ένα ελκυστικό περιβάλλον.
Το συγκρότημα επτά πολυτελών σουιτών, εδράζεται σε οικόπεδο οχτώ στρεμμάτων, μόλις έντεκα λεπτά από την πόλη της Πρέβεζας. Το "Meraviglia Slow Living" είναι η μετουσίωση της εκλεπτυσμένης απλότητας και μινιμαλιστικής αρχιτεκτονικής, εναρμονισμένης με το περιβάλλον.
Οι χώροι των δωματίων διαρθρώνονται σε δύο επίπεδα. Κάθε δωμάτιο βρίσκεται υπερυψωμένο με ένα άνοιγμα μπροστά, το οποίο λειτουργεί ως θεωρείο με ανεμπόδιστη θέα στη φύση. Στο χαμηλότερο επίπεδο, στο ύψος της πισίνας, βρίσκεται το σαλόνι της κάθε σουίτας.
Το "sense of place" αποδίδεται με μία μίξη σκανδιναβικού design και ελληνικών χειροποίητων επίπλων. Τα δάπεδα στην κρεβατοκάμαρα και τα μπάνια έχουν επενδυθεί με χειροποίητο μωσαϊκό, συγκεκριμένης κοκκομετρίας για απόλυτη συμμετρία, ενώ η αναλογία των χρωμάτων είναι τέτοια που ζεσταίνει το κυρίαρχο γκρι και το εναρμονίζει με το έφορο κοκκινόχωμα της γης.
Μασίφ ξύλο teak, suar και iroko κυριαρχεί στις πέργκολες αλλά και σε όλα τα έπιπλα των εξωτερικών χώρων ενώ παράλληλα επενδύεται η οροφή αλλά και το δάπεδο του παρακείμενου καθιστικού, για ανενδοίαστο "barefoot living" από την πισίνα στο δωμάτιο.
Οι σουίτες περιζώνονται από έναν κατάφυτο κήπο από αρωματικά φυτά δεντρολίβανου και λεβάντας.
Τα δώματα των σουιτών φυτεύονται προκειμένου να επιτευχθεί η παθητική τεχνική εξοικονόμηση ενέργειας.
Για την εσωτερική και εξωτερική τοιχοποιία, χρησιμοποιήθηκε χειροποίητο χαρμάνι με φυσική άμμο μεταβλητής κοκκομετρίας. Με παρόμοια τεχνοτροπία πατητής τσιμεντοκονίας έχουν επενδυθεί τα δάπεδα στις εξωτερικές αυλές, ενώ χειροποίητη είναι και η επένδυση των τοίχων (stucco veneziano) στο χώρο του spa.
Στην εξωτερική αυλή κάτω από την τεράστια ξύλινη πέργκολα με επένδυση μπαμπού, απλώνεται ανάμεσα στους κήπους το παραδοσιακό δάπεδο από παλαιωμένους κυβόλιθους. Το οικόπεδο αγκαλιάζει ένα πέτρινο χειροποίητο τοιχίο με τεχνοτροπία ξερολιθιάς από πετρώματα της περιοχής.
Το café-wine bar "Lampadina" βρίσκεται στο παλιό λιμάνι της Κέρκυρας, στην περιοχή Σπηλιά, στο ισόγειο ενός χαρακτηριστικού δείγματος πολυωρόφου κτιρίου του 19ου αιώνα, που απαντάται κατά κόρον στο κτιριακό απόθεμα της παλιάς πόλης.
Οι απαραίτητες καθαιρέσεις και η αποξήλωση των υφιστάμενων τοίχων & οροφών ξηράς δόμησης αποκάλυψαν την αναμενόμενη "ειλικρίνεια" της κατασκευής. Περιμετρικά οι τοίχοι από οπτοπλινθοδομή, τα χαρακτηριστικά τούβλινα "βόλτα" πάνω από τα ανοίγματα, όπως και οι σχεδόν ακανόνιστες ξύλινες δοκοί της οροφής αποφασίστηκε να διατηρηθούν και να συντηρηθούν. Το ίδιο το κτίριο άρχισε να "ξετυλίγει" το νήμα της αρχιτεκτονικής σύνθεσης.
Την παλέτα των υφών και των χρωμάτων, ήρθε να εμπλουτίσει το concept γύρω από τον λαμπτήρα και την χαρακτηριστική κερκυραϊκή λέξη "λαμπαδίνα". Φως, το ξεχασμένο υλικό της αρχιτεκτονικής. Αυτή η προσθήκη στην παλέτα έδωσε την αφορμή για τη χρήση της βιεννέζικης ψάθας. Ως στοιχείο διαχρονικό, η βιεννέζικη ψάθα αποτέλεσε το συνδετικό στοιχείο που απαντάται σε διάφορα σημεία μέσα στο χώρο. Παίζει με το φως στα διάτρητα πλαίσια των επίτοιχων φωτιστικών , ντύνε την όψη του μπαρ ενώ αγκαλιάζει τα καθιστικά της σάλας.
Στις όψεις του καταστήματος, επιλέχθηκε όπως και στο εσωτερικό του, η όσο το δυνατόν μικρότερη επέμβαση. Στην κύρια όψη διατηρήθηκε η συμμετρική οργάνωση της, ενώ στην πίσω όψη, αναδείχθηκαν προϋπάρχοντα αρχιτεκτονικά στοιχεία της όψης, όπως τα πλαίσια από παλιότερα ανοίγματα, μάρτυρες του παλίμψηστου της διαχρονικής ζωής των κτιρίων της παλιάς πόλης.
Οι αρχιτέκτονες μέσα από το σχεδιασμό τους προσπάθησαν να διαμορφώσουν έναν smart casual χώρο. Μια σύνθεση που τα υλικά της, έντονα γήινα και φυσικά, αφήνουν τον επισκέπτη να απολαύσει το χώρο και τις παροχές του. Οι λιτές γραμμές σχεδιασμού αποσκοπούν στην διαμόρφωση ενός χώρου elegant και ταυτόχρονα οικείου. Μια σύνθεση σύγχρονων χωρικών εμπειριών εναρμονισμένων με αναφορές στο παρελθόν. Η "Lampadina" αποσκοπεί να αποτελέσει μια υψηλής αισθητικής και διαχρονική επιλογή στην πόλη της Κέρκυρας.
Η επιθυμία του πελάτη αφορούσε τη δημιουργία ενός ιδιαίτερου χώρου έκθεσης προϊόντων ένδυσης με κύρια μεταβλητή το "μη συμβατικό σενάριο πώλησης". Τα χαρακτηριστικά του υπάρχοντος χώρου -η σχεδόν τετράγωνη αναλογία του και η μη ορθοκανονική γεωμετρία των ορίων του -επηρέασαν άμεσα τις βασικές αρχές σχεδιασμού. Επιλέχθηκε ως βασική κατεύθυνση η οργάνωση του χώρου και του σεναρίου αγοράς - πώλησης γύρω από έναν κεντρικό πυρήνα. Η βασική αυτή απόφαση εκφράζεται χωρικά μέσω της τοποθέτησης ενός έπιπλου - ταμείου στο γεωμετρικό κέντρο της σύνθεσης. Το έπιπλο αυτό αποτελεί σημείο αναφοράς της λύσης καθώς ορίζει την κυκλοφορία, την οργάνωση της υπόλοιπης έκθεσης γύρω από αυτό, ενώ παράλληλα "αποκρύπτει" τη βασική του λειτουργία αποκτώντας πολλαπλό ρόλο ως ο εξισορροπιστής του συνολικού σχεδιασμού. Η οργάνωση της έκθεσης χωρίστηκε σε επί μέρους ενότητες με σκοπό τη δημιουργία ενός "περιπάτου-catwalk" γύρω από το ταμείο με πολλαπλά ερεθίσματα, στοιχείο που επιμηκύνει την παραμονή του επισκέπτη και συντελεί ώστε ο χώρος να μοιάζει μεγαλύτερος. Επιλέχθηκαν ως βασικά υλικά το πτυχωτό λευκό κεραμικό πλακίδιο, το μέταλλο σε βαφή χρυσού, το πλακίδιο απομίμησης μωσαϊκού σε δύο χρωματισμούς και το μαύρο επισμαλτωμένο καρέ πλακίδιο. Το έπιπλο - ταμείο υλοποιήθηκε από κόντρα πλακέ θαλάσσης σε βαφή κόκκινης λάκας.
Καθώς ο επισκέπτης εισέρχεται στο showroom αντικρίζει τον έντονο κόκκινο όγκο της σύνθεσης του ταμείου. Το ταμείο αποτελείται από δύο επί μέρους στοιχεία που συνδιαλέγονται δομικά, καθώς το ένα στηρίζει το άλλο διατηρώντας μια αίσθηση αιώρησης. Από την άλλη αντιδιαλέγονται γεωμετρικά, καθώς η βάση χρησιμοποιεί ένα ανάλαφρο λεξιλόγιο με βάση τις ραδινές και καμπύλες μεταλλικές διατομές ενώ ο κορμός ακολουθεί μια αυστηρή ορθοκανονικότητα. Η βάση του επίπλου λειτουργεί ως καθιστικό ενώ το συμπαγές πρίσμα συγκεντρώνει στα "σωθικά" του τις ταμειακές λειτουργίες. Μία κεντρική μεταλλική κολώνα αναδύεται μέσα από τον ταμειακό όγκο και ενδυναμώνει ακόμα περισσότερο την αίσθηση της πυρηνικότητας του νέου χώρου. Επί της κορυφής αυτής και ακολουθώντας τις χαράξεις των βασικών διαγωνίων της κάτοψης τοποθετούνται δύο μεταλλικές δοκοί που φέρουν το γενικό φωτισμό. Η χειρονομία αυτή "σπάει" τον κανόνα του κέντρου ενώ παράλληλα -παίζοντας με την προοπτική- τονίζει τις βασικές πορείες του επισκέπτη. Οι περιμετρικοί τοίχοι αποκτούν το ρόλο του passive - aggressive background που ενώ χαρακτηρίζεται από ένα ανάγλυφο ενδιαφέρον παραμένει ένας σχεδόν σιωπηλός και ουδέτερος χρωματικά καμβάς προς ανάδειξη του προϊόντος. Η κρέμαση των ρούχων αποτελεί ιδιοκατασκευή και μοιάζει να αναρτάται από τη στέψη της ορθομαρμάρωσης των τοίχων. Η όψη του showroom επιλέχθηκε να μην επιβαρυνθεί σημαντικά με οπτικά εμπόδια προκειμένου να αυξηθεί η διαπερατότητα του βλέμματος του περαστικού στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Το στοιχείο που κυριαρχεί στην όψη είναι μια "αιωρούμενη" μεταλλική κρεμάστρα με γεωμετρικό και δομικό ενδιαφέρον. Η αγκύρωσή της από ένα μοναδικό σημείο καθώς και η καμπύλη απόληξή της, της προσδίδουν μια δυναμική κινητικότητα ενώ παράλληλα την καθιστούν "έκθεμα" τόσο για το εσωτερικό όσο και για την όψη. Η έννοια της συμβατικής κρεμάστρας αναιρείται καθώς χάνει τη "στατικότητα" της και αναβαθμίζει το ίδιο το προϊόν μέσω της αισθητικής της ιδιαιτερότητας.
Τα εναπομείναντα όρια του χώρου ορίζονται μέσα από μεταλλικές "βιβλιοθήκες" έκθεσης παπουτσιών και τσαντών. Αυτές υλοποιούνται μέσω ενός κανάβου από μεταλλικές "φέτες" ελάχιστου πάχους και διαφανείς τζαμένιες βάσεις με απώτερο στόχο και πάλι το ελάχιστο υλικό αποτύπωμα που οδηγεί στη μεγιστοποίηση της διαπερατότητας των βλεμμάτων εντός του εσωτερικού. Η βασική βιβλιοθήκη έκθεσης παπουτσιών αποτελεί και το κύριο "θεματικό" κάδρο που αντικρίζει ο επισκέπτης όταν εισέρχεται. Διαμορφώνει ένα σαφές αλλά οπτικά διαπερατό όριο-οδηγό για την κίνηση του επισκέπτη έως το βάθος του χώρου. Οι μεταλλικές φέτες σε κατακόρυφη τοποθέτηση εκτείνονται μέχρι ύψος στηθαίου για το πατάρι και με αυτόν τον τρόπο δίνουν μια αίσθηση ανάτασης και τονίζουν το διαθέσιμο ύψος. Πίσω από αυτές διαμορφώνεται ένας γραμμικός υπο-χώρος-διάδρομος στη λογική της πασαρέλας δοκιμής ρούχων. Οι καθρέπτες δημιουργούν την ψευδαίσθηση επέκτασης του χώρου ενώ παράλληλα "αποκρύπτουν" τη λειτουργική ανάγκη των δοκιμαστηρίων.
Το πατάρι επιλέχθηκε να επικοινωνεί οπτικά με τον ισόγειο χώρο και να λειτουργεί ως υποστηρικτική έκθεση ρούχου αλλά και ως παρατηρητήριο του «θεάματος» της πώλησης. Η εναλλαγή των διάφορων μοτίβων στη δαπεδόστρωση αντανακλά τη λειτουργική οργάνωση του εμπορικού χώρου σε γωνιές, μικρο-πορείες και στάσεις ακολουθώντας τη λογική του form follows function. Η διαφοροποίηση στο μέγεθος των μοτίβων και σε χρώμα έρχεται να ολοκληρώσει μια συνολική αισθητική πρόταση - άποψη που βασίζεται στην οπτική και χρωματική ποικιλία.
Το φως που αποτελεί πάντα πρωταγωνιστή στα έργα των ADD παρακολουθεί πιστά τις γεωμετρικές αρχές της πρότασης. Ο φωτισμός και η μελέτη του πραγματοποιημένη από τους ADD υποτάσσεται στις παραπάνω αρχές σχεδιασμού και τις ενισχύει καθώς εγκιβωτίζεται στις κρεμάσεις ως έμμεσος, ακολουθεί και αγκιστρώνεται ή αναρτάται στις μεταλλικές κατασκευές παρακολουθώντας τη γεωμετρία του χώρου και των κατασκευών. Η μελέτη φωτισμού βασίστηκε επίσης στη δημιουργία σεναρίων ημέρας - νύχτας καθώς ζητήθηκε να αποτελεί στοιχείο έλξης περαστικών τις ώρες μη λειτουργίας του μαγαζιού.
Το έργο αφορά στη ριζική ανακαίνιση ενός υφιστάμενου κτιρίου καταστημάτων, για να στεγάσει τα κεντρικά γραφεία και την έκθεση χονδρικής της εταιρείας Dash&Dot.
Στο ισόγειο χωροθετείται ο χώρος της χονδρικής έκθεσης, ένα μικρό κατάστημα λιανικής και η κύρια είσοδος. Τόσο για το χώρο έκθεσης όσο και για το μικρό κατάστημα τα έπιπλα είναι ειδικά σχεδιασμένα, ώστε να μπορούν να μεταβάλλονται και να προσαρμόζονται στις συνεχείς αλλαγές των προϊόντων που εκτίθενται.
Τα έπιπλα έχουν μεταλλικούς σκελετούς κομμένους σε laser και μπορούν να φέρουν μια σειρά από διαφορετικά ράφια, κουτιά και κρεμάσεις από ξύλο και μέταλλο. Στο χώρο της χονδρικής έκθεσης έχουν εγκατασταθεί επίσης κινητά πετάσματα, τα οποία δημιουργούν επί μέρους χώρους, ώστε να εξυπηρετούν ταυτόχρονα περισσότερους πελάτες. Παρόμοιες κατασκευές έχουν τοποθετηθεί πίσω από τις βιτρίνες ώστε να παρέχεται εύκολη πρόσβαση σ’ αυτές για αλλαγή των εκθεμάτων και συντήρηση. Τα πετάσματα είναι φτιαγμένα επίσης από μεταλλικό σκελετό με κατακόρυφες ξύλινες περσίδες, οι οποίες φιλτράρουν το φως του ήλιου, δημιουργώντας μια συνεχώς μεταβαλλόμενη ατμόσφαιρα στο χώρο.
Τα υλικά και τα χρώματα είναι αδρά και σκούρα, επιλεγμένα ώστε να ταιριάζουν με ένα πιο σύγχρονο και βιομηχανικό ύφος που συνάδει με το ύφος της εταιρείας.
Στον πρώτο όροφο χωροθετoύνται τα γραφεία της εταιρείας και κάποιοι επιπλέον υποστηρικτικοί χώροι.
Στη νέα οδοντιατρική κλινική στο κέντρο του Άμστερνταμ που σχεδιάστηκε από το αρχιτεκτονικό γραφείο i29 κυριαρχούν το ξύλο και το άφθονο πράσινο, ενώ η ανοιχτή διάταξη κάνει τους επισκέπτες να αισθάνονται άνετα.
Οι έντονες γραμμές και το καθαρό λευκό παραπέμπουν πρακτικά στον ιατρικό επαγγελματισμό, ενώ εναρμονίζονται πλήρως με τον κεντρικό κήπο και τα φώτα οροφής, τα οποία εκπέμπουν ένα φυσικό, ζεστό φως.
Στην καρδιά της κλινικής, ένας κρυφός κήπος στην αυλή προσφέρει πλούσια θέα στη φύση και στο φως της ημέρας, ενώ η πλούσια βλάστηση αποτελεί έναν καλαίσθητο τρόπο διαχωρισμού των επιμέρους χώρων και λειτουργιών.
Η στρατηγική σχεδιασμού ήταν να συνδυαστεί ένα καθαρό, μοντέρνο ιατρικό περιβάλλον, προσφέροντας μία εμπειρία ευεξίας, η οποία προάγει την υγεία, ώστε οι ασθενείς να αισθάνονται άνετα. Το "Dentista" διαθέτει 8 ιατρικές αίθουσες, με τους χώρους να είναι πλήρως εξοπλισμένοι με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας.
Το νέο, σύγχρονο στούντιο αρχιτεκτονικής στην καρδιά της Αθήνας, δημιουργήθηκε από τους Block722 για να αποτελέσει τη νέα τους έδρα. Ο σχεδιασμός δεν ανταποκρίνεται μόνο στις καθημερινές ανάγκες, αλλά αντανακλά επίσης τις αξίες και το στιλ των Block722, προσφέροντας ένα γαλήνιο, ξεχωριστό, διαχρονικό περιβάλλον για τη στήριξη της δημιουργικότητας και της ευημερίας.
Το στούντιο έψαχνε για ένα νέο "σπίτι" που να ταιριάζει τόσο στο ήθος όσο και στον αυξανόμενο αριθμό συνεργατών του. Η αναζήτηση οδήγησε την ομάδα στη γειτονιά του Μετς και την Αθηναϊκή πολυκατοικία που χρονολογείται στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Το ευρύχωρο εσωτερικό, τα μεγάλα παράθυρα και η μαγευτική θέα προς το πράσινο και τα αρχαία ερείπια της πόλης, όπως ο ναός του Ολυμπίου Διός και η Ακρόπολη αποτέλεσαν την ιδανική επιλογή.
Τα αρχικά μικρά δωμάτια μετατράπηκαν σε μια ρέουσα ακολουθία από γενναιόδωρους, γεμάτους φως χώρους. Οι εσωτερικοί χώροι περιλαμβάνουν χώρο υποδοχής, χώρο σχεδιασμού, αίθουσες συσκέψεων, αλλά και τα ιδιωτικά γραφεία των συνιδρυτών του γραφείου, Κάτια Μαργαρίτογλου και Σωτήρη Τσέργα.
Η λειτουργικότητα ήταν υψίστης σημασίας και για αυτόν τον λόγο κάθε χώρος αξιοποιήθηκε στο έπακρο. Ένας από τους χώρους συσκέψεων χρησιμοποιείται και ως βιβλιοθήκη υλικών. Οι κοινόχρηστοι χώροι περιλαμβάνουν μια πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα για τα περίπου 30 μέλη της ομάδας -η κοινωνικοποίηση μέσω φαγητού είναι το κλειδί για τον μικρόκοσμο του στούντιο. Ένα μινιμαλιστικό, εκτεταμένο περβάζι παραθύρου παρέχει ένα σημείο ανάπαυσης για την ομάδα, κοιτάζοντας προς τα αρχαία ερείπια και το ευρύτερο αστικό τοπίο, χρησιμεύει όμως και ως επιφάνεια για την τοποθέτηση υλικών - δειγμάτων και τη σύνθεση τους κάτω από το φυσικό φως.
Η πλειονότητα των επίπλων σχεδιάστηκε από τους Block722. Οι εσωτερικοί χώροι περιλαμβάνουν επίσης μια επιμελημένη συλλογή έργων τέχνης και αντικειμένων, όπως το χάρτινο γλυπτό του σύγχρονου Έλληνα καλλιτέχνη Παντελή Χανδρή, την ειδικά σχεδιασμένη μαρμάρινη ρεσεψιόν από τον Σερπεντίνη, το υφαντό φιλοτεχνημένο από την Χρύσα Γεωργίου και τα ξύλινα γλυπτά του Γάλλου καλλιτέχνη Benoît Averly.
Τα υλικά και τα χρώματα -γκρίζα δάπεδα από γκρίζο τεράτσο, η ανοιχτόχρωμη ξυλεία και οι υπόλευκοι τοίχοι συνθέτουν μία χρωματική παλέτα που προσφέρει χαλάρωση και ηρεμία. Ταυτόχρονα, μια σειρά υφών προσθέτει πλούτο και ζεστασιά.