Η μελέτη χωροθετείται σε οικόπεδο 800 m2 στη νότια Πελοπόννησο, στο παραλιακό μέτωπο της πόλης της Καλαμάτας. Έχει νότιο προσανατολισμό και το ζητούμενο ήταν ο επανασχεδιασμός των υφιστάμενων κτιρίων και η διαμόρφωση των υπαίθρων χώρων, ώστε να δημιουργηθεί ένας καλοκαιρινός χώρος αναψυχής για όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Η βασική σχεδιαστική χειρονομία υπήρξε η χάραξη των κινήσεων κάθετα στην κύρια είσοδο και στον παραλιακό δρόμο, οργανώνοντας την κάτοψη και τις λειτουργίες, ενώ ταυτόχρονα ορίζει και ενοποιεί τις διαφορετικές χρήσεις (bar, restaurant, lounge), διατηρώντας αυτές προσβάσιμες σε ΑΜΕΑ. Παράλληλα, τα περιμετρικά όρια του οικοπέδου καθορίζονται με χαμηλές κατασκευές και φυτεύσεις. Στην κύρια όψη σχεδιάζονται κατασκευές μεγαλύτερου ύψους δημιουργώντας ένα "all day lounge" καθιστικό που λειτουργεί ως φίλτρο προς το δρόμο -ένα διευρυμένο κατώφλι μετάβασης από το δημόσιο χώρο στη σκηνοθετημένη ατμόσφαιρα του υπαίθριου χώρου αναψυχής.
Οι εκάστοτε χρήσεις σχεδιάζονται με διαφορετικές ποιότητες, ανάλογα με τον τεχνητό φωτισμό, τη διαφοροποίηση των επιπέδων, τις φυτεύσεις και τις επιμέρους υλικότητες, που επιλέγονται για κάθε χώρο.
Η καλαμωτή από μπαμπού αποτελεί ένα συνθετικό εργαλείο που χρησιμοποιείται εκτεταμένα.Πετυχαίνει, αφενός να ενοποιήσει όλες τις επιμέρους χρήσεις και αφετέρου να δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες διαβίωσης μέσω σκιάστρων και φίλτρων, προστατεύοντας τους χρήστες.
Οι βασικές υλικότητες, πέραν του μπαμπού είναι ο αδρός σοβάς, το εμφανές βιομηχανικό δάπεδο από σκυρόδεμα, οι ξύλινες κατασκευές και τα κεραμικά κλωστρά.
Τα μεγάλα γηγενή υπάρχοντα δέντρα του οικοπέδου, όπως οι χαρουπιές, διατηρήθηκαν και αποτέλεσαν τους βασικούς πυρήνες ανάπτυξης των χρήσεων. Ταυτόχρονα, μικρές θαμνώδεις φυτεύσεις τοποθετήθηκαν ως φίλτρα στα περιμετρικά γειτονικά όρια.
Το όλο σκηνικό ενισχύεται και συμπληρώνεται από γεωμετρικά μοτίβα από "stencil" στο δάπεδο, φωτιστικά από διάφορες πλέξεις μπαμπού, εξωτικές φυτεύσεις από πλατύφυλλα δέντρα, καθώς και υφάσματα σε αποχρώσεις της άμμου που προσφέρουν με τον άνεμο κίνηση και παλμό στην όλη ατμόσφαιρα.
Η μελέτη επιθυμεί να δημιουργήσει μια φιλόξενη καλοκαιρινή ατμόσφαιρα, που υποδέχεται τον χρήστη, κάνοντας τον μέτοχο της μεσογειακής κουλτούρας του τόπου.
Το έργο έχει λάβει διάφορες διακρίσεις σε διαγωνισμούς, όπως στα βραβεία "Big See Awards", όπου έλαβε το "Interior Design Award", το "Wood Design Award" και το "Tourism Design Award", στα βραβεία "Interior Awards 2021", όπου έλαβε το "Gold Award" στην κατηγορία "HoReCa", ενώ προκρίθηκε στα τέσσερα επικρατέστερα στα βραβεία "Restaurant & Bar Design Awards 2021" στην κατηγορία "Alfresco & Biophilic Design / Europe".

 

 

Η επενδυτική εταιρία "SouthBridge Advisors", θέλησε να στεγάσει τα νέα της γραφεία στον όροφο ενός κτιρίου της δεκαετίας του 1920, επί της Λεωφ. Βασιλίσσης Σοφίας, στο ύψος του "Χίλτον".
Το έργο αφορά την πλήρη ανακαίνιση και αποκατάσταση του οροφοδιαμερίσματος των 350 περίπου m2. Εξαιτίας των διαρκών προσαρμογών στις εκάστοτε χρήσεις, το διαμέρισμα στην αρχική του κατάσταση πριν από την ανακαίνιση, ήταν απογυμνωμένο από οποιοδήποτε αυθεντικό μορφολογικό στοιχείο. Βασική πρόθεση στο σχεδιασμό ήταν συνεπώς, η ανάδειξη της διαχρονικής και εκλεπτυσμένης αισθητικής που διέπει το συγκεκριμένο χώρο, μέσα από ένα σύγχρονο λεξιλόγιο, που θα δημιουργούσε ένα ευχάριστο και ευέλικτο περιβάλλον εργασίας, με ιδιαίτερο εταιρικό χαρακτήρα.
Ο σχεδιασμός ακολουθεί σε μεγάλο βαθμό την αρχική χωρική διάταξη, όπως επίσης και το κέλυφος παραμένει σχεδόν ανεπηρέαστο. Το μεγάλο ύψος, περίπου 3.50 m, διατηρείται στους χώρους, ενώ επιλέγεται η τοποθέτηση δρύινου "chevron" πατώματος σε όλη την έκταση, πέραν των χώρων των μπάνιων. Έμφαση δίνεται στον ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό, κυρίως στο χώρο της υποδοχής, καθώς και στο συνδυασμό των υλικών. Επιλέγονται καθαρές γεωμετρικές γραμμές και φόρμες σε έπιπλα και φωτιστικά, ενώ η χρωματική παλέτα ακολουθεί κυρίως το δίπολο του άσπρου-μαύρου, συμβαδίζοντας με την εταιρική ταυτότητα και αναδεικνύοντας τα μεγάλα έργα τέχνης με τα έντονα χρώματα, κάποια από τα οποία ανήκουν στη μικρή κόρη της ιδιοκτήτριας.
Επιπλέον, ξεχωριστό χαρακτήρα προσδίδουν τα ανακλαστικά γυαλιά στις πόρτες των κλειστών γραφείων, όπως επίσης και ο φιμέ καθρέφτης στο έπιπλο της ρεσεψιόν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται η ζητούμενη απομόνωση, χωρίς ωστόσο να αποκόπτεται κανείς από το εξωτερικό περιβάλλον, ενώ από την άλλη δημιουργείται ένα εφέ οπτικής συνέχειας του χώρου.

Ο μικρός αυτός ξενώνας αποτελεί το πρώτο πραγματοποιημένο κτιριακό έργο της Άνκας Αρβανιτίδη, μέλους της αρχιτεκτονικής ομάδας ecual. Αποτελείται από 4 σπίτια (2 δίχωρα και 2 στούντιο), 1 ημιυπόγειο πλυσταριό και την υποχρεωτική από τον ΕΟΤ ρεσεψιόν, η οποία στη συνέχεια μεταμορφώθηκε σε εργαστήρι αργαλειού. Μια από της πιο δύσκολες προκλήσεις του σχεδιασμού ήταν η επιθυμία του ιδιοκτήτη να χωρέσουν τα παραπάνω σε 100-150 m2. Τελικά το συνολικό εμβαδό του ακινήτου μετρά μόλις 135 m2 χωρίς να χάνει σε λειτουργικότητα και ποιότητα.
Ο ξενώνας βρίσκεται στο Σταυρό, το μεγαλύτερο οικισμό και ταυτόχρονα το λιμάνι της μικρής Δονούσας. Η τουριστική ανάπτυξη στο νησί ήταν ραγδαία με δεκάδες "ενοικιαζόμενα" να έχουν χτιστεί, ειδικά στο Σταυρό. Τα νέα κτίρια έχουν κατά πολύ ξεπεράσει σε αριθμό τα παλιά, αλλοιώνοντας αναπόφευκτα το αυθεντικό κυκλαδίτικο τοπίο. Έτσι, το βασικό άξονα της εν λόγω αρχιτεκτονικής μελέτης αποτέλεσαν χειρισμοί για μια διακριτική αναβίωση της μνήμης ενός κυκλαδίτικου οικισμού. Με άλλα λόγια το κύριο αρχιτεκτονικό μέλημα ήταν να δημιουργηθεί ένα σύνολο που να μη μοιάζει με τυπικό τουριστικό συγκρότημα αλλά να αποτελεί οργανικό μέρος του ευρύτερου τοπίου που στην προκειμένη είναι ένας οικισμός. Αυτό συμβάδιζε με την επιθυμία του ιδιοκτήτη για δημιουργία κτιρίων με παραδοσιακό ύφος, που θα έχουν περισσότερο την ατμόσφαιρα της κατοικίας παρά χώρου προσωρινής φιλοξενίας, ώστε ο κάθε επισκέπτης να νοιώθει σαν στο σπίτι του και να έχει τις αντίστοιχες ανέσεις.
Το πρώτο βήμα της προμελέτης αποτέλεσε η έρευνα της υπό εξαφάνιση λαϊκής Δονουσιώτικης αρχιτεκτονικής, ώστε να σχεδιαστούν χώροι που συνδυάζουν τις παραδοσιακές με τις σύγχρονες αρχές δόμησης μιας κατοικίας. Για παράδειγμα έπρεπε να βρεθεί χρυσή τομή ανάμεσα στα πλέον χαρακτηριστικά για τις Κυκλάδες μικρά ανοίγματα με την ανάγκη για ένα ηλιόλουστο εσωτερικό χώρο που επιπλέον να προσφέρει θέα. Αυτό το αρχιτεκτονικό παιχνίδι με την παράδοση γίνεται και προς αποφυγή σκέτης μίμησης.
Καθοριστική για την τελική εξωτερική μορφή του συγκροτήματος ήταν η παρατήρηση ότι τα παλιά σπίτια του τόπου αποτελούνται αποκλειστικά από μονώροφους όγκους, οι οποίοι σχηματίζουν ένα ανθρωπογενές τοπίο όπου κυριαρχούν οριζόντιες γραμμές. Οι όγκοι συνδέονται ακανόνιστα μεταξύ τους αφού χτίζονταν προοδευτικά ακολουθώντας τις ανάγκες και τις δυνατότητες της οικογένειας. Το χαμηλό ύψος του νέου κτιρίου θεωρήθηκε επίσης απαραίτητο ώστε να μην κλείσει η θέα του γείτονα.
Άλλο μορφολογικό παραδοσιακό στοιχείο που επηρέασε την εξωτερική όψη του νέου κτιρίου είναι η συμμετρική πρόσοψη με την είσοδο στη μέση και δυο παράθυρα εκατέρωθεν. Το έντονο πράσινο χρώμα στα κουφώματα υπήρξε επίσης τυπικό για το νησί, καθώς και η "κουτσομπόλα" - η έξυπνη πόρτα εισόδου η οποία μπορεί να ανοίγει από τη μέση και πάνω λειτουργώντας και ως παράθυρο. Λεπτομέρειες της εσωτερικής διαμόρφωσης, όπως οι πατητές τσιμεντοκονίες, τα υπερυψωμένα χτιστά κρεβάτια και χτιστές κουζίνες με μαρμάρινους πάγκους και κουρτίνες αντί για ντουλάπια, μεταφέρουν την παραδοσιακή ατμόσφαιρα και μέσα. Η εσωτερική διαρρύθμιση των χώρων όμως δεν ακολουθεί τον παραδοσιακό κανόνα με τη σάλα στην πρόσοψη, αλλά δόθηκε προτεραιότητα στη λειτουργικότητα και σε υπνοδωμάτια με θέα. Όλα τα μπάνια έχουν επίσης χτιστούς νιπτήρες και ντουζιέρες και είναι εξολοκλήρου επιχρισμένα με λουλακί τσιμεντοκονία, χρώμα χαρακτηριστικό στην κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική. Τη διακόσμηση και την επίπλωση επιμελήθηκε με μεγάλη ευαισθησία η υπεύθυνη του ξενώνα και υφάντρα, Πλουμίτσα Φαρατζή. Στην μικρή ρεσεψιόν βρέθηκε χώρος για τον αργαλειό της, ο οποίος έδωσε και το όνομα στον ξενώνα. Τα υπόλοιπα (όχι χτιστά) έπιπλα, είναι ως επί το πλείστον παλιά ξύλινα, τα οποία έχουν σωθεί από "θάνατο" στα σκουπίδια και αναπαλαιώθηκαν. Συνοδεύονται από διακοσμητικά δημιουργήματα από το "Μistake Worksop" το οποίο παλαιότερα είχε την έδρα του στη Δονούσα (λεγόταν τότε "Μέλι").
Η θερμική άνεση στο εσωτερικό επιτυγχάνεται με απλές (παθητικές) μεθόδους όπως πέργκολες από κορμούς καστανιάς στη νότια όψη και μικρά ανοίγματα στη βόρεια όψη, τα οποία ρυθμίζουν το φυσικό δροσισμό των χώρων. Κλιματιστικά δεν υπάρχουν, τόσο για αισθητικούς όσο και για περιβαλλοντικούς λόγους και ο επιπλέον δροσισμός γίνεται με τη βοήθεια ανεμιστήρων οροφής. Για τη θέρμανση το χειμώνα στα δίχωρα σπιτάκια έχουν τοποθετηθεί ξυλόσομπες. Ωστόσο ο νότιος προσανατολισμός σε συνδυασμό με τα βορεινά ανοίγματα, τη σκίαση και τη μόνωση μειώνουν αισθητά τις ενεργειακές ανάγκες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Έμφαση δόθηκε στη διαμόρφωση εξωτερικών χώρων. Οι μεγάλες βεράντες λειτουργούν ως προέκταση του κάθε σπιτιού, ως ένα υπαίθριο σαλόνι με απρόσκοπτη θέα προς το πέλαγος στο οποίο μπορούν να χωρέσουν μεγάλες παρέες. Η κεντρική εξωτερική σκάλα που διασχίζει διαγώνια το συγκρότημα αποτελεί ωστόσο το βασικό στοιχείο που δίνει τον επιθυμητό χαρακτήρα ενός κυκλαδίτικου οικισμού στο συγκρότημα. Έχει σχεδιαστεί ώστε να θυμίζει ένα σοκάκι. Αποτελεί έναν ημι-ιδιωτικό άξονα που αναζωογονεί το ρυμοτομικό ιστό του οικισμού, συνδέοντας δύο αποκομμένους δρόμους και παράλληλα συμβάλλοντας στην ένταξη του όγκου στον ιστό αυτό, οπτικά και πολεοδομικά. Κατά μήκος του σχεδιάστηκαν μικροσκοπικές πλατείες και πάγκοι που προσκαλούν τον περαστικό για μια στάση. Η σκάλα-σοκάκι αποτελεί στοιχείο αρχιτεκτονικής εξωστρέφειας του συνόλου, ενώ οι μεγάλες βεράντες εξασφαλίζουν την ιδιωτικότητα στους εκάστοτε επισκέπτες. Έτσι ο "Αργαλειός" προσφέρει πολλαπλές ποιότητες υπαίθριων και ημιυπαίθριων χώρων ανάλογα με την κοινωνική διάθεση του καθενός.
Η μελέτη εφαρμογής, ειδικά στην τελική φάση της κατασκευής, έγινε σε μεγάλο βαθμό με σχέδια ή σκίτσα στο χέρι καθώς και με επιτόπιες αποφάσεις, πράγμα το οποίο αποτυπώνεται στον "χειροποίητο" χαρακτήρα του συνόλου, γιατί είναι πιο κοντά στον τρόπο που χτίζονταν τα παλιά κυκλαδίτικα σπίτια.

Έξω από τα Λιβάδια Κισσάμου, σε ένα άνυδρο και άγριο τοπίο, όπου ο αέρας και η θάλασσα έχουν στρογγυλέψει βράχους και μεγάλες κροκάλες, κατασκευάστηκε μία κατοικία στη θέση ενός υπάρχοντος κτίσματος - ερειπίου, που υπήρχε από το 1900.
Στόχος ήταν η ένταξη της κατοικίας στο φυσικό τοπίο και η υιοθέτηση τρόπων κατασκευής των παλαιών κτισμάτων της περιοχής, ώστε να διαμορφωθεί ένα κατάλυμα πλήρως ενσωματωμένο στον περιβάλλοντα χώρο, σαν να "φύτρωσε" από τη γη.
Η φέρουσα τοιχοποιία συντίθεται από πέτρες της περιοχής, ενώ τα πρέκια και τα κουφώματα είναι από μασίφ ξύλο ιρόκο. Ο ημικυκλικός πέτρινος τοίχος με τον ενσωματωμένο φούρνο και την υπαίθρια κουζίνα, προστατεύει από το συνήθη βόρειο άνεμο της περιοχής. Οι διαμορφώσεις, η φύτευση, τα χτιστά παγκάκια, τα έπιπλα και οι μάντρες συμπληρώνουν τη φυσική συνέχεια του ευρύτερου χώρου.
Τα παραδοσιακά στοιχεία συνδυάστηκαν με φυσικά υλικά σε γήινους τόνους: τοπική πέτρα, άβαφο μέταλλο, ακατέργαστα ξύλα, κουρασάνι, τσιμέντο στο χρώμα του χώματος, λυγαριά στα παραθυρόφυλλα, στις πέργκολες και στη μάντρα, πλακάκια από ψημένο πηλό, ξύλινα μαδέρια στα δάπεδα. Το δάπεδο περιμετρικά της κατοικίας έχει ακανόνιστο τελείωμα, όπως ορίζουν οι σχίνοι, ενώ το χρώμα του χώματος λειτουργεί ως μία φυσική προέκταση με το τοπίο. Με τον ίδιο τρόπο, τα βότσαλα που τοποθετήθηκαν στο δώμα και στην αυλή λειτουργούν ως συνέχεια της παραλίας.
Το κατάλυμα παίρνει τη μορφή μιας σύγχρονης καλύβας, χωροθετημένης σε μια ερημιά, όπου ακούγεται μόνο ο ήχος της θάλασσας, του αέρα και των πουλιών.

 

 

Το κέλυφος του κτιρίου αποτελείται από ένα σύστημα υαλοστασίων, χαμηλού συντελεστή U, το οποίο αναρτάται εξωτερικά και σε επαφή με το φέροντα οργανισμό του κτιρίου. Σε απόσταση 80 cm βρίσκεται ένα πέτασμα σκίασης του υαλοστασίου, το οποίο διαχειρίζεται την πρόσπτωση των ηλιακών ακτίνων, χωρίς ταυτόχρονα να εμποδίζει τη θέαση του εξωτερικού περιβάλλοντος από το εσωτερικό.
Η κατασκευή του αποτελείται από μια μεταλλική υποδομή, που εξέχει με τη μορφή προβόλου από τον όγκο του κτιρίου. Αυτή η μεταλλική κατασκευή υποδέχεται έναν περιμετρικό διάδρομο επίσκεψης - συντήρησης από εσχάρα (γραδελάδα) και μια ζώνη από μεταλλικές ζαρντινιέρες, που έρχονται σε επαφή με το γυάλινο κέλυφος. Το επίπεδο που δημιουργούν η γραδελάδα και οι ζαρντινιέρες είναι το ίδιο με την τελική στάθμη του δαπέδου των γραφείων, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η αίσθηση συνέχειας και εντάσσοντας τη φύτευση στα στοιχεία εμπλουτισμού του εσωτερικού χώρου.
Μια σειρά κατακόρυφων, ειδικά σχεδιασμένων περσίδων από αλουμίνιο σκιάζουν το κτίριο σε επιλεγμένες περιοχές και το προστατεύουν από την ηλιακή ακτινοβολία τις πρωινές και απογευματινές ώρες. Αυτά τα στοιχεία αναπτύσσονται ως μια κυματιστή ακολουθία, που πυκνώνει και αραιώνει ανάλογα με τις ανάγκες σκίασης, που προκύπτουν από την πορεία του ήλιου, ανταποκρινόμενα στις συνθήκες του περιβάλλοντος.
Αρχιτεκτονική μελέτη: YAP Architects

12 36

Τα φυσικά τεμάχια πέτρας δύναται να έχουν πάχος 10 - 25 cm, σε αντίθεση με τα κομμένα τεμάχια, τα οποία έχουν εύρος πάχους από 5 έως 12 cm. Επιπλέον, οι τοιχοποιίες μπορεί να επενδυθούν με φιλέτα πέτρας πάχους 3 - 5 cm. Οι πέτρες αναρτώνται σε υφιστάμενη τοιχοποιία οπτοπλινθοδομής και οπλισμένου σκυροδέματος, στην οποία μπορεί να έχει τοποθετηθεί θερμομόνωση εξωτερικά σε πάχος επιλογής. Η θερμομόνωση επενδύεται με ανοξείδωτο μεταλλικό πλέγμα ή υαλόπλεγμα, προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη συνάφεια με το συνδετικό κάλυμμα της επένδυσης με λιθοδομή. Η έναρξη της επένδυσης πραγματοποιείται από τις γωνίες της όψης. Η ανάρτηση επιτυγχάνεται με το συνδυασμό μεταλλικών αγκυριών στήριξης και κονιάματος, καθώς η πέτρα παρουσιάζει μεγάλο ίδιο βάρος. Τα μεταλλικά αγκύρια υπό τη μορφή ράβδων διατρέχουν κατά μήκος την επένδυση. Η επιλογή ενός καλού συγκολλητικού κονιάματος με την κατάλληλη προσθήκη νερού για τη σωστή πρόσφυση και συνοχή πέτρας και κονιάματος, εξασφαλίζει την αντοχή της επένδυσης. Η αρμολόγηση εφαρμόζεται σε πάχη 10 - 50 mm και προστατεύει από την υγρασία. Ο αρμός μπορεί να είναι συνεπίπεδος με τις ακμές της πέτρας ή να επικαλύπτει εν μέρει το πρόσωπο της πέτρας.

Το γραφείο DANILOF light + visual perception, στο οποίο ανατέθηκε η μελέτη φωτισμού του κτιρίου, εργάστηκε δημιουργικά σε συνεργασία με πολλές ομάδες και διαφορετικές ειδικότητες, από τα πρώτα στάδια του έργου έως τη μελέτης εφαρμογής, τη δημοπράτηση και την επίβλεψη της κατασκευής. H συνεργασία ξεκίνησε με τους project managers της Noval Property και τα δύο αρχιτεκτονικά γραφεία LC Architects & Vikelas Architects. Κατόπιν επεκτάθηκε σε όλη την ομάδα, στους Η/Μ μελετητές LDK Consultants, στους σύμβουλους βιωσιμότητας DCarbon και τους σχεδιαστές τοπίου Ecoscapes. Απώτερος στόχος αυτής της πολυεπίπεδης συνεργασίας ήταν η οργανική ένταξη του φωτισμού σε όλα τα επίπεδα του έργου πριν από την κατασκευή.

Το τζάκι, το οποίο κυριαρχεί στο χώρο του ισογείου, λειτουργεί ως διαχωριστικό στοιχείο, αφού υπαινίσσεται το όριο μεταξύ του καθημερινού καθιστικού, του προθάλαμου και της τραπεζαρίας. Η τριπλή όψη με γυαλί κάνει τη φλόγα εμφανή σε όλους τους ενιαίους χώρους.
Η βάση του τζακιού έχει επενδυθεί από κεραμικό υλικό, που μοιάζει με εμφανές σκυρόδεμα, το οποίο συναντάται επίσης στον τοίχο της τραπεζαρίας. Το υλικό δένει ομοιόμορφα με το κεραμικό του πατώματος, το οποίο μιμείται το μάρμαρο "calacatta".
Φωτογραφίες: Pantelis Hadjiminas Photography

 

Η ανάδειξη της αντίθεσης της ιστορικότητας των κελυφών σε σχέση με το σύγχρονο χαρακτήρα των νέων διαμορφώσεων αποτέλεσε βασική στρατηγική του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Η εμφανής ξύλινη στέγη, βαμμένη λευκή, δίνει ύψος και χαρακτήρα στο δωμάτιο.
Φωτογραφίες: Γιώργος Σφακιανάκης

 

Σε αυτήν την κατοικία στη Μάνη, βασική επιδίωξη ήταν να διατηρηθεί μια ισορροπία μεταξύ του αυθεντικού του παρελθόντος και της αντιστοιχίας του με το παρόν. Σύγχρονα λιτά έπιπλα και επενδύσεις ξύλου σε φυσικές αποχρώσεις διαμορφώνουν ένα άνετο οικείο περιβάλλον. Εσωτερικά, χρησιμοποιούνται φυσικά υλικά επιχρισμάτων που ενισχύουν την πλαστικότητα των παραδοσιακών τοίχων.
Φωτογραφίες: Yiorgis Yerolympos

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.