Το "Pratic 2.0" αποτελεί επέκταση του χώρου παραγωγής του βιομηχανικού κτιρίου μιας εταιρείας κατασκευής συστημάτων ηλιοπροστασίας. Με το εμβαδό του διπλασίασε το συνολικό χώρο παραγωγής και με την αρχιτεκτονική του, είχε ως σκοπό να συμβάλει στην αισθητική του τοπίου, ώστε να ενισχύσει την ταυτότητα της εταιρείας.
Το συγκρότημα κτίστηκε σε δύο φάσεις: η πρώτη το 2011 και η δεύτερη -η επέκταση- το 2018. Το κτιριολογικό πρόγραμμα της πρώτης φάσης περιελάμβανε λειτουργίες όπως: χώρους γραφείων, εκθετήριο, εργαστήρια έρευνας και καινοτομίας, χώρους παραγωγής, βαφής και αποθήκευσης, χώρο ευεξίας για τους εργαζόμενους και χώρο στάθμευσης.
Λίγα χρόνια αργότερα, δημιουργήθηκε η ανάγκη για επέκταση. Οι ίδιοι αρχιτέκτονες ακολουθούν και πάλι την ίδια φιλοσοφία: απλότητα και αποτελεσματικότητα. Η νέα κατασκευή είναι ένας καθαρά ορθογώνιος όγκος, 9.000 m², που εφάπτεται στη μια μακριά πλευρά του στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις, αφήνοντας ελεύθερες τις άλλες τρεις πλευρές.
Ακολουθείται σχεδόν ίδιο κτιριολογικό πρόγραμμα με το πρώτο και όλες οι λειτουργίες συνδέονται με τον υπαίθριο χώρο αφιερωμένο στη χαλάρωση, τη συνάντηση και τη θέαση του τοπίου.
Δυο στοιχεία χρησιμοποιούνται για να συνθέσουν το νέο κτίριο, ο επαναλαμβανόμενος ρυθμός των ανοιγμάτων, δίνοντας μια συνέχεια στην υπάρχουσα πρόσοψη και το ανακλαστικό κέλυφος, το οποίο "διαλύει" τον όγκο του κτιρίου στον ουρανό. Έτσι, από τη μία είναι η μεταβλητότητα και ελαφρότητα, που προσδίδει η ανακλαστική και ιριδίζουσα επιφάνεια του νέου κτιρίου, αντανακλώντας τις συνεχώς ποικίλες εικόνες του τοπίου ανάλογα με την ώρα της ημέρας και τις καιρικές συνθήκες και από την άλλη το ανάγλυφο μαύρο σκυρόδεμα του υφιστάμενου κτιρίου, που δημιουργεί μια οπτική βαρύτητα και μονιμότητα.
Για την επένδυση της πρόσοψης χρησιμοποιήθηκαν πολυκαρβονικά πετάσματα, πάχους 4 εκατοστών και ύψους περίπου 10 μέτρων, τοποθετημένα σε προκατασκευασμένα πλαίσια σκυροδέματος. Κάθε πέτασμα αποτελείται από δύο διαφορετικούς τύπους πολυκαρβονικών που συνδυάζονται μεταξύ τους, μια αδιαφανή στρώση στην πίσω πλευρά, που εμποδίζει την είσοδο του φωτός, ενώ το εμπρόσθιο τμήμα έχει μια στρώση με την ιδιότητα του καθρέπτη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι, από απόσταση, το Pratic 2.0 αντικατοπτρίζει τον ουρανό και εμφανίζεται καλυμμένο από τεράστιες γυάλινες πλάκες, ενώ από κοντά φαίνεται πιο ανοιχτό, λιγότερο φωτεινό. Η συνεχώς χρωματική εναλλαγή των όψεων του κτιρίου ποικίλει και ανάλογα με την ώρα της ημέρας και την ένταση του φωτός μπορεί να φαίνεται μαύρο, χρυσό, μεταλλικό ή γυαλιστερό.
Το σύστημα επένδυσης των προσόψεων κρύβει εντελώς τον φέροντα οργανισμό, ενώ η καθετότητα που προκύπτει από τη χρήση των πετασμάτων, αποκτά έναν ενδιαφέροντα διάλογο με τα μαύρα πάνελ σκυροδέματος του αρχικού κτιρίου.
Εκτός από το σχεδιασμό των δύο κύριων κτιρίων της Pratic, το τοπίο, το φως και ο περιβάλλων χώρος αποτελούν επίσης βασικά στοιχεία για το σχεδιασμό του συγκροτήματος. Οι δημιουργοί του ήθελαν να εξασφαλίσουν τον εξωραϊσμό του χώρου, μια γενικά επίπεδη περιοχή που οριοθετείται από "τροποποιημένα πρανή" κατά μήκος της εθνικής οδού. Η διαμόρφωση με λεπτές διακυμάνσεις των κλίσεων του εδάφους, σε σχέση με την εθνική οδό και τους δρόμους πρόσβασης εντάσσει το έργο με σαφή τρόπο στο έδαφος και σημεία σχεδιασμένα για χαλάρωση, πεζοδρόμια και χώροι στάθμευσης προκύπτουν από τη διαμόρφωση αυτή.
Το κτίριο έχει γίνει ένα άνετο και λειτουργικό ορόσημο. Σχετίζεται με το τοπίο χωρίς να το μιμείται και ο σχεδιασμός των χώρων καθιερώνει ένα διαρκή διάλογο μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού χώρου.
"Η βιομηχανική αρχιτεκτονική, όχι μόνο μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των χώρων εργασίας, αλλά μπορεί να προσθέσει αξία στο τοπίο και το έργο αυτό το αποδεικνύει" σύμφωνα με τους δημιουργούς του. Η βιομηχανική αρχιτεκτονική στα καλύτερα της.
Το έργο χωροθετείται στο Cruquius Eiland, μια βιομηχανική ζώνη στο ανατολικό λιμάνι του Άμστερνταμ και χωρίζεται σε δύο βασικούς χώρους, στον ανοιχτής διάταξης χώρο των γραφείων, μέσα στον οποίο υπάρχει επίσης ένας εσωτερικός εξώστης και στο Skyroom, έναν επισκέψιμο χώρο με μεγάλες αίθουσες για συνεδριάσεις και συσκέψεις. Εξωτερικά, ο μεταλλικός σκελετός φέρει τα ευμεγέθη υαλοστάσια, τα οποία καταλαμβάνουν το σύνολο σχεδόν των όψεων. Παράλληλα, δύο εμφανείς κολόνες σε σχήμα κλαδιού διαπερνούν τους εσωτερικούς χώρους, στηρίζοντας την οροφή.
Η είσοδος στο κτίριο γίνεται μέσω του ανελκυστήρα, ο οποίος λειτουργεί ταυτοχρόνως ως χώρος αναμονής, διακοσμημένος με έπιπλα, φυτά και έργα τέχνης. Ο επισκέπτης μέσω του ανελκυστήρα μεταφέρεται στην υποδοχή από το υπόγειο χώρο στάθμευσης, ή από το ισόγειο, απολαμβάνοντας τη θέα του λιμανιού.
Η ελεύθερη κάτοψη στους εσωτερικούς χώρους ευνοεί την αλληλεπίδραση και την επικοινωνία μεταξύ των εργαζομένων. Τα γραφεία τοποθετούνται περιμετρικά δίπλα στα υαλοστάσια διπλού ύψους, ώστε το φυσικό φως να εισέρχεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, ενισχύοντας την παραγωγικότητα και τη δημιουργικότητα των εργαζομένων. Αντίθετα, το κλιμακοστάσιο και η σκάλα εκτάκτου ανάγκης έχουν κατασκευαστεί στο κέντρο της κάτοψης, δημιουργώντας ένα σύνθετο σύστημα κατακόρυφης κίνησης, εύκολα προσβάσιμο από όλα τα σημεία του κτιρίου. Για λόγους πυρασφάλειας, τα κλιμακοστάσια διαχωρίζονται μεταξύ τους με πυράντοχο τζάμι, το οποίο πλαισιώνεται από μεταλλικά στοιχεία. Επίσης, όλοι οι χώροι κοινωνικών δραστηριοτήτων έχουν τοποθετηθεί κεντρικά, με σκοπό τη δημιουργία μιας ζώνης συνάντησης, προσιτής και ορατής από όλα τα γραφεία.
Το κτίριο διακρίνεται για τους έξυπνους, προσαρμόσιμους εσωτερικούς χώρους. Όσον αφορά στα δάπεδα, έχει χρησιμοποιηθεί ξύλο από ανακυκλωμένη δρυ σε σχηματισμό ψαροκόκκαλου. Τα ξύλα αντί για κόλλα, φέρουν μια στρώση μαγνήτη, με σκοπό την εύκολη συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγησή τους για τυχόν επανάχρηση. Σε πολλά σημεία των δαπέδων έχουν τοποθετηθεί γκρι μοκέτες, η υφή των οποίων παραπέμπει στην τσιμεντένια δομή του εργοστασίου που προϋπήρχε στη θέση των γραφείων.
Τα πάνελ της ψευδοροφής κρύβουν το σύστημα κλιματισμού και έχουν ηχοαπορροφητικές ικανότητες, προσφέροντας την κατάλληλη ακουστική στους χώρους. Επίσης τα ερμάρια μετακινούνται και χρησιμοποιούνται ως ηχοαπορροφητικά διαχωριστικά. Τα ερμάρια έχουν κατασκευαστεί από χαλκό και έχουν πατιναριστεί με όξινα υγρά, προκειμένου οι όψεις τους να αποκτήσουν περίτεχνες λεπτομέρειες. Στο Skyroom, μέσω αυτοματοποιημένου συστήματος, τα πάνελ της ψευδοροφής, αποσπώνται από αυτή και αναρτώνται με τη βοήθεια συρματόσχοινων, δημιουργώντας επιπλέον καθίσματα και τραπέζια στις αίθουσες συνεδριάσεων.
Η ιδιωτική κατοικία βρίσκεται στο Παλαιό Ψυχικό σε ένα οικόπεδο 785 m². Καταλαμβάνει συνολικά 540 m² και αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα. Στο υπερυψωμένο επίπεδο του ισογείου βρίσκονται οι χώροι του καθιστικού και της κουζίνας, ενώ στο πρώτο επίπεδο βρίσκονται τα υπνοδωμάτια και το γραφείο. Στο κατώτερο επίπεδο φιλοξενούνται χρήσεις playroom και ξενώνα.
Το έργο αποτελεί επέκταση και ανακατασκευή παλαιότερης ισόγειας κατοικίας, η οποία βρισκόταν στο οικόπεδο. Απαίτηση των ιδιοκτητών ήταν να διατηρήσουν τη θέση και το περίγραμμα του παλαιότερου κτίσματος, αλλά ταυτοχρόνως να δημιουργήσουν μια σύγχρονη κατοικία, που θα ανταποκρίνεται σε σύγχρονες λειτουργικές απαιτήσεις και αισθητική. Έτσι, διατηρήθηκε το ίχνος της προ-υπάρχουσας κατοικίας και τμήμα της εξωτερικής πέτρινης τοιχοποιίας της, το οποίο ενισχύθηκε με εκτοξευόμενο σκυρόδεμα. Το μεγάλο πάχος των εξωτερικών τοίχων είναι το μόνο στοιχείο που "προδίδει" την ύπαρξη του παλαιότερου κτίσματος.
Βασικός παράγοντας της αρχιτεκτονικής μελέτης ήταν η διαχείριση της κύριας όψης του κτιρίου προς το δρόμο, η οποία είχε ανόμοια και μη στοιχισμένα ανοίγματα. Για τη διαχείρισή τους, σχεδιάστηκε ένας κάνναβος, ο οποίος στόχευε στην πλαισίωση και ενσωμάτωσή τους. Τα πλαίσια σχεδιάστηκαν με κεκλιμένες πλευρές προς το εσωτερικό του κτιρίου, με σκοπό τη σκιαγράφηση των ανοιγμάτων, ενώ κατασκευάστηκαν από ινοσανίδες με εξωτερική θερμομόνωση και μεταλλική υποδομή, επάνω σε συμβατικό τοίχο. Καθώς τα παράθυρα και η κύρια είσοδος διαφέρουν σε διαστάσεις και θέσεις, τα πρίσματα που δημιουργούνται προσδίδουν στην όψη μια γλυπτική μορφή. Είναι όλα σε λευκή απόχρωση, έτσι ώστε να εντείνεται η διαφοροποίηση των σκιών από το φυσικό φωτισμό.
Άλλο βασικό στοιχείο του σχεδιασμού ήταν η σχέση του εσωτερικού με τον εσωτερικό κήπο στην πίσω πλευρά του οικοπέδου. Εκεί, μία υπερυψωμένη βεράντα έρχεται σε συνέχεια του εσωτερικού χώρου του καθιστικού. Στην πίσω όψη δεσπόζει το μεγάλο άνοιγμα του ισογείου, το οποίο επιτρέπει στους δύο χώρους, εσωτερικό και εξωτερικό, να λειτουργούν ενιαία. Αυτή η αίσθηση μεγιστοποιείται με το διπλό ύψος στο κέντρο της κατοικίας, το οποίο καταλήγει σε ένα άνοιγμα στην οροφή.
Το μεγάλο καθιστικό στο ισόγειο έχει τετράγωνο περίγραμμα. Εκεί, συνυπάρχουν τέσσερα σημεία ενδιαφέροντος: το τζάκι, το καθιστικό της τηλεόρασης, η τραπεζαρία και το καθιστικό με θέα στον κήπο. Αυτά ενοποιήθηκαν με το σχεδιασμό των επίπλων και κυρίως με το σχεδιασμό του καθιστικού, όπου ένας καναπές με διπλή όψη οριοθετεί το χώρο. Το τζάκι και το έπιπλο της τηλεόρασης επενδύθηκαν με ξύλο, το οποίο προεκτείνεται στην επιφάνεια της οροφής και στο διπλό ύψος. Αυτά τα στοιχεία προσδίδουν στο χώρο δυνατές μορφολογίες, που εντείνουν την αίσθηση του ύψους.
Τα δωμάτια στον όροφο σχεδιάστηκαν με μία μινιμαλιστική προσέγγιση. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχουν εντοιχισμένα έπιπλα με φυσικό ξύλο σε συνδυασμό με λευκές επιφάνειες, τα οποία προσδιορίζουν το χαρακτήρα των χώρων.
Όλο το έργο χαρακτηρίζεται από τη μετατροπή ενός υπάρχοντος κελύφους σε μια σύγχρονη κατοικία για μια νέα οικογένεια.
Σκοπός της παρούσας σύνθεσης ήταν η επανάχρηση και προσθήκη σε υφιστάμενο κέλυφος μιας κατοικίας, αλλά και η διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου, με ζητούμενο τη δημιουργία ενός αμπελώνα. Το υπάρχον κτίσμα βρίσκεται στο κέντρο ενός οικοπέδου με ελαιόδεντρα, στο νησί της Πάρου.
Βασικό στόχο του σχεδιασμού αποτέλεσε η διατήρηση του χαρακτήρα του υπάρχοντος κτίσματος και η ενοποίησή του με τον περιβάλλοντα χώρο. Ο εσωτερικός χώρος σχεδιάστηκε εκ νέου, επαναπροσδιορίζοντας τη λειτουργικότητα του οικοδομήματος, εντός του χώρου που όριζε ο υφιστάμενος φορέας. Οι χώροι διημέρευσης στράφηκαν προς τη θέα, τις οπτικές φυγές και το τοπίο που περιβάλλει το κτίσμα. Έτσι, η συνεχής οπτική επαφή με το τοπίο ενισχύει την αλληλεπίδραση μεταξύ του κτίσματος και του περιβάλλοντός του.
Η επίλυση του περιβάλλοντα χώρου αποτέλεσε κεντρικό σχεδιαστικό προβληματισμό. Το κτίσμα της κατοικίας αποτελεί τον πυρήνα της εσωτερικής ζωής έτσι, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την ανάπτυξη ενός πυρήνα τοπίου, ο οποίος θα είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον πυρήνα της κατοικίας, μέσω ενός κεντρικού άξονα κίνησης. Προκειμένου να διαφοροποιηθεί το λεξιλόγιο των δύο αυτών πυρήνων ο κάνναβος της κατοικίας στρέφεται κατά 45 μοίρες ώστε οι συναρμογές των διαφορετικών αξόνων να δημιουργήσουν καταστάσεις ενδιαφέροντος και να ενισχύσουν την αλληλοσυσχέτιση των συστημάτων.
Ταυτόχρονα, σημαντική πτυχή του σχεδιασμού αποτέλεσε η φυσική διαδρομή του τοπίου η οποία μπορεί να διατρέξει ολόκληρο τον περιβάλλοντα χώρο ενώ πάνω της τοποθετούνται διαφορετικές καταστάσεις έτσι ώστε ο κάθε χρήστης να έχει τη δυνατότητα να βιώσει το τοπίο με τον τρόπο που επιθυμεί κάθε φορά. Η διαμόρφωση επιπέδων σε διαφορετικές στάθμες στόχο έχει στην επίλυση των υψομετρικών διαφορών αλλά και την επίτευξη της ομαλής περιήγησης σε ολόκληρο το οικόπεδο.
Τα υλικά που προτείνονται προωθούν την ομαλή σχέση μεταξύ του κτίσματος και του νησιού, της κατοικίας και του τοπίου. Επιλέγεται ως υλικό ο λευκός σοβάς και τα ξύλινα κουφώματα για το κτίσμα, ενώ στο τοπίο επιλέγονται κόκκινος κυβόλιθος, χαλίκι και πατημένο χώμα.
Στόχος του σχεδιασμού της κατοικίας είναι η ενίσχυση του βιώματος της φύσης και η συνομιλία μεταξύ τεχνιτών και τοπιακών στοιχείων ώστε η ζωή στο χώρο να ακολουθεί τη φυσική ροή της καθημερινότητας και των επιθυμιών.
Ο Δήμος Αθηναίων στο πλαίσιο αναμόρφωσης των γειτονιών της πρωτεύουσας και μέσα από μία σειρά παρεμβάσεων έκτασης δύο στρεμμάτων προχώρησε στην ανακατασκευή της ιστορικής πλατεί¬ας του Θησείου στην καρδιά της πόλης, στο αρχαιολογικό κέντρο.
Η πλατεία Θησείου, μία από τις σημαντικότερες και πιο πολυσύ¬χναστες πλατείες, αλλάζει πλέον όψη. Αποτελεί μία ξεχωριστή αθηναϊκή διαδρομή, καθώς χάρη στην έντονη κλίση του χώρου προσφέρει εξαιρετική θέα στη γύρω περιοχή. Ο χώρος της πλα¬τείας οργανώθηκε σε τρία επίπεδα, αξιοποιώντας τη φυσική κλίση του εδάφους σ' εκείνο το σημείο.
Με έμφαση στην εναρμόνιση με το περιβάλλον, ο σχεδιασμός βασίστηκε στα απλά σχήματα και στα φυσικά υλικά αλλά και στην επανάχρηση παλαιών πολύτιμων υλικών, όπως τα μαρμάρινα κρά¬σπεδα. Ταυτόχρονα, δημιουργήθηκε κήπος αποτελούμενος από μεσογειακά φυτά και εγκαταστάθηκε νέος φωτισμός.
Στο υψηλότερο επίπεδο κεντρικό στοιχείο αποτελεί το γλυπτό του βασιλιά Θησέα, το οποίο φιλοτεχνήθηκε από τον Γεώργιο Βιτάλη το 1868 και επανατοποθετήθηκε στο σημείο το 2008. Στη βάση του διαμορφώνεται κυκλικός χώρος χαμηλής φύτευσης, ενώ η υπόλοιπη έκταση καλύπτεται από πατημένο χώμα, που λειτουργεί ως σημείο στάσης και περιπάτου. Σ' αυτό το επίπεδο, για την εύκολη πρόσβαση των Α.μεΑ. τοποθετήθηκε ράμπα, η οποία συνδέεται με την περίφραξη του αρχαιολογικού χώρου.
Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ολοκλήρωσε τη διαδικασία έγκρισης του συνόλου των μελετών για την κατασκευή του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης στον χώρο της ΧΥΜΟΦΙΞ.
Η αποκατάσταση του κτιρίου του παλαιού εργοστασίου και η αξιοποίησή του σε ένα σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο σε συνδυασμό με την ολική αναβάθμιση και επέκταση του υφιστάμενου μουσείου αναβαθμίζει τις πολιτιστικές υποδομές της Σπάρτης και αναδεικνύει με σύγχρονο τρόπο το εξαιρετικά σημαντικό πολιτιστικό απόθεμά της. Σύμφωνα και με την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, η αναθεώρηση της αρχικής αρχιτεκτονικής μελέτης, ορίζοντας χαμηλότερη στάθμη του υπογείου, κρίθηκε επιβεβλημένη, προκειμένου να καταστεί δυνατή η διατήρηση των αρχαιοτήτων, που αποκάλυψε η αρχαιολογική έρευνα εντός του περιγράμματος του υπογείου του νέου κτιρίου. Στην αρχιτεκτονική προσέγγιση δόθηκε έμφαση στη διατήρηση και ανάδειξη της κύριας όψης του κτιρίου ΧΥΜΟΦΙΞ, η οποία διασώζει τις αρχές του αρχικού σχεδιασμού του, αλλά και στη διατήρηση του εσωτερικού του διατηρητέου κτιρίου, ώστε να υπενθυμίζει τον βιομηχανικό χαρακτήρα του.
Η εγκεκριμένη μελέτη του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης ακολουθεί δύο άξονες: αφενός προβλέπει την αποκατάσταση του παλαιού κελύφους του βιομηχανικού κτιρίου, προκειμένου να συμπεριλάβει λειτουργίες του νέου μουσείου, αφετέρου την προσθήκη κατ’ επέκταση διώροφου κτιρίου με υπόγειο, ώστε το κτιριακό συγκρότημα να καλύπτει το σύνολο των λειτουργιών ενός σύγχρονου μουσείου, καθολικά προσβάσιμου.
Ως προς τη λειτουργική οργάνωση των χώρων, το υπόγειο αναπτύσσεται σε δύο στάθμες. Στην κατώτερη στάθμη διαμορφώνονται, μεταξύ άλλων, τρεις διακριτοί βασικοί χώροι αποθήκευσης κεραμικών, ψηφιδωτών και γλυπτών, μικρότεροι χώροι αποθήκευσης ανασκαφικών ευρημάτων, ένα θησαυροφυλάκιο, ο κεντρικός ανελκυστήρας. Στη δεύτερη στάθμη τοποθετείται το μηχανοστάσιο κλιματισμού, το κεντρικό κλιμακοστάσιο, χώροι υγιεινής, το γραφείο του φυλακτικού προσωπικού και ο θάλαμο ελέγχου.
Το ισόγειο αναπτύσσεται και αυτό σε δύο στάθμες. Στην κατώτερη στάθμη δημιουργούνται οι χώροι παράλληλων εκδηλώσεων και περιοδικών εκθέσεων, το Cafe, το πωλητήριο, χώροι εξυπηρέτησης του κοινού. Στην ανώτερη στάθμη του ισογείου αναπτύσσονται η κύρια αίθουσα εκθέσεων, χώροι μελέτης, εργαστήρια και χώροι υγιεινής, ενώ υπάρχει σύνδεση με τον εξωτερικό χώρο.
Η ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΓΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ
O αρχιτεκτονικός σχεδιασμός των κτιριακών εγκαταστάσεων φιλοξενίας και η εσωτερική αρχιτεκτονική των χώρων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της εταιρικής ταυτότητας ενός ξενοδοχείου. Ο σχεδιασμός αποτελεί τη βάση για την παροχή υπηρεσιών των ξενοδοχείων και συμβάλλει στην απόδοση μιας σύγχρονης εικόνας με απώτερο στόχο την άρτια εξυπηρέτηση των αναγκών των θαμώνων και την αύξηση των πωλήσεων. Σημειώνεται ότι τα ξενοδοχεία ανήκουν σε έναν κλάδο της παγκόσμιας οικονομικής αγοράς, στην οποία τα δεδομένα προτάσσουν συχνές αναπροσαρμογές ως προς τη στρατηγική των πωλήσεων και την ανανέωση της εικόνας των εγκαταστάσεων. Επίσης η καθημερινή χρήση δημιουργεί καταπονήσεις και φθορά στις υποδομές, στην επίπλωση και στον εξοπλισμό. Τα ως άνω δεδομένα μεταφράζονται σε συχνές ανακαινίσεις, ριζικές ή μερικές ανά διαστήματα 5 - 10 ετών. Συνεπώς, η επιλογή των υλικών πραγματοποιείται και με τον όρο της βραχυπρόθεσμης κατά μέσο όρο εφαρμογής.
Το "Interlock", ένα πενταώροφο κτίριο μεικτής χρήσης, βρίσκεται σε μια οδό, η οποία φιλοξενεί μεγάλο εύρος αρχιτεκτονικών στιλ. Έτσι, απορροφά αυτήν την ιστορία και απαντά παίρνοντας τις αναλογίες του γειτονικού κτιρίου του 19ου αιώνα και αναδιαμορφώνοντας την πρόσοψη από τούβλα, για να δημιουργήσει ένα κτίριο αβέβαιης κληρονομιάς, το οποίο να είναι ταυτόχρονα ιστορικό και σύγχρονο, οικείο αλλά ξένο.
Εγκαταλείποντας τις παραδοσιακές διαστάσεις του τούβλου του Λονδίνου, αναπτύχθηκε μια συλλογή από 44 παραμορφωμένα και φαινομενικά ακατάστατα τούβλα. Τα μοτίβα που σχηματίζονται προκύπτουν εν μέρει από την αλληλεπίδραση μεταξύ των υλικών και της δομής του κτιρίου. Τα τούβλα μοιάζουν να αναδιπλώνονται δίπλα στα ανοίγματα, να διογκώνονται και να λυγίζουν ανάμεσα στους ορόφους και να δημιουργούν ένα πλαίσιο, που ορίζει την περίμετρο της πρόσοψης. Για τους περαστικούς μοιάζουν να μεταμορφώνονται και να στρίβουν σαν γρανάζια.
Το "Staffordshire Blue Clay" επιλέχθηκε ως αντίθεση προς τις υπάρχουσες τοιχοποιίες. Ο πηλός τοποθετήθηκε σε 14 χειροποίητα καλούπια από χάλυβα και ψήθηκε σε οξείδωση για να δημιουργηθεί το ματ μπλε τελείωμα. Μετά το ψήσιμο, αυτά τα 14 τούβλα χωρίστηκαν για να σχηματίσουν τους 30 "απογόνους". Η σύνθεση των 5.000 τεμαχίων ολοκληρώθηκε σε τρεις μήνες. Η ομάδα κατασκευής χρησιμοποίησε 188 τυπωμένα πρότυπα κλίμακας 1:1, που καθόρισαν τον αριθμό, την τυπολογία και τη θέση κάθε τούβλου.
Αρχιτεκτονική μελέτη: Bureau de Change Architects
Φωτογραφίες: Gilbert McCarragherS