Σε μια θεαματική τοποθεσία με θέα στον Ευβοϊκό Κόλπο, ένα μείγμα από ακατέργαστα και εκλεπτυσμένα υλικά συνδυάζονται για να δημιουργήσουν μια μοναδική καλοκαιρινή κατοικία, που ανοίγεται στο τοπίο προς όλες τις κατευθύνσεις. Δύο μεγάλα ρηχά τόξα από σκυρόδεμα προσανατολίζουν τους κύριους χώρους διαβίωσης προς τη θάλασσα. Διαπερνώντας κάθετα αυτό το βασικό άξονα, μια μονώροφη γραμμική πτέρυγα με περισσότερους ιδιωτικούς χώρους υπνοδωματίων εισέρχεται στην υπάρχουσα κλίση του τοπίου. Προσεγγίζοντάς το από το δρόμο, το σπίτι σχεδόν χάνεται μέσα στους ελαιώνες και το άγριο πευκοδάσος, αλλά ανοίγεται σε δύο επίπεδα προς την κατεύθυνση της θάλασσας για να εκμεταλλευτεί τη θέα. Οι εκτεταμένες βεράντες γύρω από το σπίτι δημιουργούν ένα δίκτυο εξωτερικών σαλονιών πολλαπλών επιπέδων.
Η υφιστάμενη κατοικία, σχεδιασμένη από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Νίκο Χατζημιχάλη τη δεκαετία του 1970, ανακαινίστηκε εκτενώς, διαμορφώθηκε και επεκτάθηκε. Ενώ το αρχικό σπίτι ήταν πρωτίστως στραμμένο προς τη θάλασσα, τα νέα ανοίγματα στη δομή του κτιρίου και οι πρόσθετοι εξωτερικοί χώροι επαναπροσδιορίζουν τον προσανατολισμό και αναδεικνύουν την ποικιλομορφία του τοπίου ―δάσος, ελαιώνας, γρασίδι, θάλασσα. Δίπλα στις πρωτότυπες μοντερνιστικές λεπτομέρειες, που εκσυγχρονίστηκαν και αναπαράχθηκαν, προστέθηκαν νέες ευφάνταστες εκδοχές. Το σπίτι είναι εσκεμμένα διφορούμενο στη μεταχείριση του παλιού και του νέου, χωρίς να δίνεται βαρύνουσα αξία στην ακεραιότητα του υφιστάμενου κτίσματος: άλλοτε αποκαλύπτονται και αναδεικνύονται τα ίχνη των τομών πάνω στο πρωτότυπο κτίριο, άλλοτε συνδυάζεται το νέο με το παλιό, συγχέοντας παρελθόν και παρόν. Το εμφανές σκυρόδεμα των φερόντων τοίχων και της οροφής συμπληρώνεται με εμφανή τούβλα, ξύλινα παράθυρα, μωσαϊκά δάπεδα, διάτρητα ντουλάπια από αλουμίνιο και χτιστά έπιπλα στα δύο επίπεδα.
Στον όροφο, ένα ελεύθερο τζάκι στη μέση του σαλονιού οργανώνει δύο καθιστικά διαφορετικού χαρακτήρα γύρω από αυτό. Στη μία του πλευρά ένας χτιστός ξύλινος καναπές συνολικού μήκους 6,5 μέτρων αγκαλιάζει περιμετρικά το χώρο. Στο ισόγειο η ζωή διαδραματίζεται τόσο μέσα όσο και έξω από το σπίτι, με την κυρίως τραπεζαρία και το σαλόνι να βρίσκονται εκτός της περιμέτρου του κτιρίου. Δύο ξύλινες πέργκολες, μία σε κάθε όροφο, αποτελούνται από ξύλινα δοκάρια τοποθετημένα παράλληλα το ένα με το άλλο και σε απόσταση μεταξύ τους, δημιουργώντας έτσι ένα παιχνίδι σκιών, καθώς ο ήλιος αλλάζει θέση κατά τη διάρκεια της ημέρας. Στο δάπεδο, μικρές αλλαγές στην υφή του μωσαϊκού και στα μεγέθη των αδρανή υλικών διαφοροποιούν ελαφρώς τους χώρους του σπιτιού.

 

Η ιδιοκτησία βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα το νησιού, που βλέπει τη Νάξο. Το αγροτεμάχιο είναι ένας ελαιώνας με μεγάλη κλίση. Ξερολιθιές, που διατρέχουν κατά μήκος σαν νήματα το οικόπεδο, συγκρατούν το έδαφος. Η ιδέα είναι η ύφανση μέσα στο υπάρχον τοπίο. Η σύνθεση δημιουργεί φράγμα στους βίαιους βοριάδες και στο μικρόκλιμα. Το κτίριο εκτείνεται περιελισσόμενο ανάμεσα στις ελιές. Τα πολλά κατώφλια του αντιστοιχούν σε αυλές σε διαφορετικές στάθμες. Η ζωή οργανώνεται ανάμεσα σε τρείς υπάρχουσες ελιές, που αποκτούν ιδιαίτερη σημασία και σπουδαιότητα. Το σπίτι γίνεται ένας καμβάς που συνδιαλέγεται με το τοπίο.
Το συγκρότημα αποτελείται από τρείς διακριτούς όγκους. Το κεντρικό σπίτι, με την κουζίνα, το καθημερινό και τα τρία υπνοδωμάτια με τα μπάνια τους, αναπτύσσεται κλιμακωτά προς το νότο. Δύο ανεξάρτητοι όγκοι με χρήση ξενώνα αναπτύσσονται κλιμακωτά προς την ανατολή. Στη συμβολή τους με το κεντρικό κτίριο οργανώνεται η υπαίθρια κουζίνα με τη τραπεζαρία της, χρήσεις προστατευμένες από το βοριά με μια πέργκολα και έναν τοίχο ξερολιθιάς.
Τα υλικά κατασκευής είναι απλά, μια διαλεκτική σχέση αναπτύσσεται μεταξύ των πέτρινων αδρών τοίχων ξερολιθιάς, που δημιουργούν τους αναβαθμούς των αυλών, και του λευκού χρώματος του επιχρίσματος των κτισμάτων. Οι πέτρινες διαμορφώσεις έρχονται σαν ένα ενδιάμεσο μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στις αυστηρές ακμές της σύνθεσης και την τυχαιότητα και πολυπλοκότητα της φύσης.
Η πολυγωνική σύνθεση σε κάτοψη δημιουργεί μικρές προστατευμένες αυλές που εισχωρούν στη μάζα του κτιρίου σε μια λογική δαντέλας. Μακρόστενες σχισμές δημιουργούν φυγές από τους εσωτερικούς χώρους σε δέντρα που φυτεύονται εκεί.
Το σπίτι είναι βιοκλιματικό. Το βρόχινο νερό συλλέγεται, φιλτράρεται και επαναχρησιμοποιείται. Όλοι οι χώροι έχουν διαμπερή ανοίγματα για τον αερισμό τους. Η πέτρα της εκσκαφής επαναχρησιμοποιείται.
Το "μαλακό" σύστημα των παλιών ξερολιθιών, απλωμένο σαν κλωστές πάνω στο έδαφος, αποκτάει κανονικότητα στο σημείο της επέμβασης. Οι ορθογωνικές αυλές, οι σκηνές της καθημερινότητας, μια τρισδιάστατη κουρελού υφασμένη με το τοπίο.

 

Με θέα το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, μία νέα ανάπτυξη φιλοξενίας τοποθετημένη στο ανέγγιχτο Κατώδιο της Καρπάθου, σχεδιασμένη και κατασκευασμένη από την A&M είναι πλέον έτοιμη να υποδεχθεί τους επισκέπτες της. Εφαρμόζοντας ένα brand identity που φέρνει γλαφυρές αναμνήσεις του τόπου για τους ιδιοκτήτες, το νέο ξενοδοχείο παίρνει το όνομα "Aposperia" (Αποσπερία) θυμίζοντας οικογενειακές στιγμές που έχουν τις ρίζες τους στην καρπάθικη παράδοση, ενώ συμβολίζει ένα από τα πιο οικεία τελετουργικά της καθημερινότητας του ακριτικού νησιού, τις βραδινές συγκεντρώσεις με οικογένεια και φίλους.
Στην τραχιά τοπογραφία του Κατωδίου, οι 3 βίλες σχεδιάζονται σε αμφιθεατρικό περιβάλλον, ακολουθώντας το φυσικό τοπίο, με στόχο να προσφέρουν πανοραμική θέα στη θάλασσα. Χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή αρχιτεκτονική κλίμακα του τόπου, ο σχεδιασμός επιτρέπει την ανάπτυξη ανοιχτών χώρων ανάμεσα στους όγκους, διασφαλίζοντας παράλληλα την ιδιωτικότητα κάθε βίλας. Οι όγκοι είναι λεπτομερώς ντυμένοι σε σκούρες και ασβεστωμένες επιφάνειες για να αναμειγνύονται ομαλά με το φυσικό τοπίο. Κάθε βίλα έχει τη δική της πισίνα με άμεση πρόσβαση από το σαλόνι καθώς και τη δική της ιδιωτική αυλή, εμπλουτισμένη με αρωματικά βότανα για να ολοκληρώνουν μια αυθεντική Καρπάθικη εμπειρία. Τα μεγάλα ανοίγματα συγχωνεύουν τους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους, ενώ οι επισκέπτες απολαμβάνουν τη διαμονή τους μέσα στη φύση.
Η δωρικότητα του ακριτικού νησιού αποτέλεσε έμπνευση για τον λιτό σχεδιασμό τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά των κατοικιών, ενώ η άγρια ακατέργαστη ομορφιά του τοπίου παίζει το δικό της ρόλο στην επιλογή της χρωματικής παλέτας, με τις αποχρώσεις της γης και της πέτρας να αποκτούν κυρίαρχο ρόλο. Οι μοντέρνες αντιθέσεις σε υλικότητα και σχεδιασμό, εναρμονίζονται σε ένα minimal μοντέρνο σκηνικό που απαρτίζεται από φυσικά υλικά σε όλες τις διακυμάνσεις του γκρι από το μαύρο στο λευκό. Καθώς η χρήση του φυσικού ακατέργαστου ξύλου σε έπιπλα και λεπτομέρειες μαζί με φυσικές υφές και αποχρώσεις υφασμάτων δημιουργεί ένα ισορροπημένο ανακάτεμα παραδοσιακού και νέου, τίποτα δε φαντάζει περιττό ως προς το design με όλα τα στοιχεία και τις υλικότητες να εναρμονίζονται πλήρως.

 

 

Η απαίτηση δημιουργίας ενός προσωρινού οικοδομήματος σε συνδυασμό με την ανάγκη επαναχρησιμοποίησης τμημάτων αυτού σε άλλες χρήσεις, κατηύθυνε την αρχιτεκτονική ομάδα στη σχεδιαστική λύση ενός πολυμορφικού κτιρίου από δομικά στοιχεία, τα οποία δύνανται να συναρμολογούνται, να αποσυναρμολογούνται και να επανασυναρμολογούνται.
Παράλληλα, η χρήση ανακυκλώσιμων υλικών κατά την κατασκευή συνέβαλε στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του κτιρίου, αυξάνοντας την ενεργειακή του απόδοση και κατ’ επέκταση την οικονομική του αξία.
Η πρόσοψη του κτιρίου χαρακτηρίζεται από καθαρές και αυστηρές γραμμές, οι οποίες είναι ενδεικνυόμενες για τη συγκεκριμένη χρήση. Μεγάλο ποσοστό της επιφάνειας της πρόσοψης καταλαμβάνουν οι σειρές παραθύρων, που αναπτύσσονται περιμετρικά του και οι οποίες εναλλάσσονται με την επενδυμένη σκουρόχρωμη επιφάνεια από συνθετικό ύφασμα. Ο βασικός σκελετός της πρόσοψης αποτελείται από ξύλινο πλαίσιο, το οποίο δεν συνιστά μέρος του μεταλλικού φέροντος οργανισμού αλλά αναρτάται από αυτόν με ειδικές μηχανικές συνδέσεις.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: ARCHITECTENBUREAU CEPEZED

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: JANNES LINDERS

1 cepezed

Η ανάλαφρη πέργκολα με θέα στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Η εξωτερική περιοχή τραπεζαρίας και καθιστικού είναι προστατευμένη από τον αέρα και τον ήλιο.
Φωτογραφίες: Erieta Attali

 

Στο εσωτερικό χρησιμοποιούνται τοπικά πετρώματα και ελληνικά μάρμαρα, όπως και δάπεδα από μωσαϊκό και παραδοσιακό κονίαμα.
Φωτογραφίες: Erieta Attali

 

Έντονα αρχιτεκτονικά στοιχεία ενσωματώνονται στο εσωτερικό του κτιρίου.
Φωτογραφία: Γιώργος Μεσσαριτάκης

 

H κτιστή μέσα στον τοίχο σκάλα οδηγεί στο δώμα με θέα τη θάλασσα πέρα από τον ελαιώνα.
Φωτογραφία: Γιώργης Γερόλυμπος

 

Το οικόπεδο βρίσκεται στη θέση Λάγγερη, στην Πάρο. Έχει βορεινό προσανατολισμό με θέα προς τη θάλασσα.
Η κατοικία τοποθετείται, κατά μήκος, στη νότια πλευρά του οικοπέδου "εποπτεύοντας" την παραλία. Οι όγκοι παρατάσσονται προς τη θέα και δημιουργούνται αυλές προστατευμένες, καθώς και αυλές προς τη θάλασσα.
Οι αυλές διαμορφώνονται δίπλα στους χώρους διημέρευσης και σε εξάρτηση με τη φυσική κλίση του εδάφους. Οι είσοδοι βρίσκονται στη νότια πλευρά του οικοπέδου και στο υψηλότερο σημείο. Η κλειστή αυλή στη νότια πλευρά , είναι σε άμεση σχέση με το διαμορφωμένο περιβάλλον και συνδέεται άμεσα με το χώρο της κουζίνας.
Ένα δεύτερο κτιριακό συγκρότημα φιλοξενεί τους ξενώνες και συνδέεται αρχιτεκτονικά με το κυρίως κτίριο.
Η πίσω φυτεμένη αυλή δημιουργεί ένα πυρήνα σε άμεση αναφορά με τους χώρους καθημερινού και το περίκλειστο "μπλε" καθιστικό - αίθριο.
Το κτίριο δημιουργεί θεάσεις προς τη θάλασσα, διαμέσου διαμπερών ανοιγμάτων και ενοποιεί οπτικά και λειτουργικά την πίσω αυλή, την κατοικία και τις βεράντες στη βόρεια πλευρά.
Στο εσωτερικό κυριαρχούν υλικά και χρώματα, που εντείνουν τα στοιχεία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και ενισχύουν την ενοποίηση του εξωτερικού χώρου με τον εσωτερικό. Τα χρώματα και οι μαρμάρινες επενδύσεις δημιουργούν θεματικές ενότητες, που ορίζουν λειτουργίες και χώρους.
Χρησιμοποιώντας τα στοιχεία ανάλογων κτισμάτων της κυκλαδικής αρχιτεκτονικής, υλοποιήθηκε μία κατοικία που προσαρμόζεται στο άνυδρο τοπίο, με σκοπό το μικρότερο αποτύπωμα της επέμβασης στο περιβάλλον, καθώς βρίσκεται κοντά στην προστατευόμενη περιοχή της Λάγγερης.
Η κατοικία αναπτύσσεται κατά τα παραδοσιακά πρότυπα των "κατοικιών" με περίκλειστες αυλές με διαμπερείς οπτικές στο κόλπο. Έχει δοθεί μεγάλη έμφαση αρχιτεκτονικά, στην " πέμπτη" όψη, με στόχο να αξιοποιηθεί η ιδιαίτερη γεωμορφολογία της περιοχής ώστε τα κτίσματα να εναρμονιστούν και ν' αφομοιωθούν στο φυσικό περιβάλλον.
Η αρχιτεκτονική του τοπίου ενσωματώνεται στο έργο καλύπτοντας το μεγαλύτερο τμήμα του περιβάλλοντος χώρου του κτιρίου με βλάστηση, αφήνοντας ανέπαφο σημαντικό κομμάτι του οικοπέδου που διατηρεί την αρχική του μορφή.
Η κατοικία προσπαθεί να "ριζώσει" στο τοπίο προσαρμόζοντας όλα της τα αρχιτεκτονικά και λειτουργικά στοιχεία ανάλογα. Το κτίριο περιβάλλεται με ενδημική βλάστηση, οι όγκοι διασπώνται , η κολυμβητική δεξαμενή προσομοιάζει σε στέρνα νερού. Έντονα αρχιτεκτονικά στοιχεία ενσωματώνονται στο εσωτερικό του κτιρίου και λειτουργίες ακουμπούν στο κατώφλι των χώρων ακροβατώντας πότε εντός και πότε εκτός. ΟΙ θεάσεις εντείνονται προς τη θάλασσα και το κτίριο λειτουργεί σαν μηχανή παρατήρησης , αντίστοιχα η δομή και η διάταξη του κτιρίου αφήνει τη δυνατότητα να γίνει το ίδιο αντικείμενο παρατήρησης , αν και προφυλαγμένο, από τα γύρω σημεία.
Ο μετασχηματισμός των μορφολογικών στοιχείων της κυκλαδικής αρχιτεκτονικής με στόχο τη δημιουργία μιας μοντέρνας αρχιτεκτονικής γλώσσας αποτελεί, μαζί με την ένταξη στο φυσικό τοπίο, την κατευθυντήρια αρχή σχεδιασμού.

 

 

Η κατοικία "Αυλάκια" βρίσκεται ανάμεσα σε δύο ρεματιές, σε ένα τοπίο με ιδιαίτερη βλάστηση, στο κυκλαδίτικο νησί της Αντιπάρου. Η τοποθεσία έχει δυτικό προσανατολισμό, ενώ παράλληλα εκτίθεται στους ισχυρότερους ανέμους του Βορρά. Έχει θέα 180° προς το αρχιπέλαγος του Αιγαίου και τα γειτονικά νησιά της Σίφνου και της Σερίφου.
Η μορφή της κατοικίας προσδιορίζεται από την πρόθεσή των μελετητών να διατηρήσουν την άμεση τοπογραφία και το ευρύτερο τοπίο του κυκλαδίτικου αρχιπελάγους. Οι αποφάσεις περί της αποκάλυψης ή μη χώρων (και κατ’ επέκταση όγκων) είναι μια πράξη εξισορρόπησης μεταξύ της ανθρώπινης εμπειρίας και της περιβαλλοντικής και πολιτιστικής βιωσιμότητας. Η κατοικία αποτελεί το υβρίδιο ενός κτιρίου και ενός κατασκευασμένου τοπίου, ενός χωματουργικού έργου.
Η επέμβαση αναδύεται από το τοπίο με τη μορφή ενός αναλημματικού πέτρινου τοίχου. Ένας λευκός όγκος με μνημειώδη παρουσία εδράζεται επάνω του. Η μνημειακότητα αυτή επιτυγχάνεται με μια σειρά μορφολογικών χειρισμών (κλίσεις, κλίμακα, αναλογίες, συμμετρία, επανάληψη ανοιγμάτων), που λαμβάνουν υπόψη τον προσανατολισμό της τοποθεσίας και μετατρέπουν ένα λευκό κύβο σε ένα γλυπτικό κτίριο, έναν σύγχρονο κυκλαδίτικο ναό. Ο "ναός" και ένας οργανικά διαμορφωμένος τοίχος αντιστήριξης, που ακολουθεί το ανάγλυφο, φιλοξενούν τους δημόσιους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους της κατοικίας. Οι υπόσκαφοι πέτρινοι όγκοι φιλοξενούν τα υπνοδωμάτια και αναπτύσσονται γύρω από μια αυλή, ενώ ταυτόχρονα ανοίγουν προς τη θέα. Το αμφιθέατρο επιτελεί ένα μοναδικό σκοπό, να αφουγκραστεί κανείς το τοπίο. Ο υπόσκαφος ξενώνας παίρνει τη μορφή ενός αναλημματικού πέτρινου τοίχου.
Η επέμβαση εμπνέεται από την τοπική οικοδομική παράδοση και οργανώνει τους χώρους σε νέες σύγχρονες μορφές. Έμφαση δίνεται έτσι ώστε η αρχιτεκτονική να συνδέεται με την τοπική οικονομία. Η προμήθεια τοπικών υλικών, η συνεργασία με τοπικά συνεργεία και η αναζωογόνηση παραδοσιακών τεχνικών (ρητή χρήση τοπικών πετρωμάτων και ελληνικών μαρμάρων, δάπεδα από μωσαϊκό και παραδοσιακό κονίαμα) συμβάλλουν στην πολιτιστική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα του τοπίου. Η φυσική σκίαση, ο διαμπερής αερισμός, η αποφυγή θερμικών γεφυρών και η μεγιστοποίηση της ηλιακής ενέργειας για νερό και θέρμανση μειώνουν επίσης τη συνολική κατανάλωση ενέργειας. Τα φυτεμένα δώματα και οι αυλές απαλλάσσουν τους χώρους από την ανάγκη για ισχυρά συστήματα ψύξης.

 

 

 

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.