Τα προτεινόμενα έργα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού της "Μαρίνας Βουλιαγμένης" περιλαμβάνουν την ανακατασκευή και αναδιάταξη των υφιστάμενων λιμενικών έργων και τη διαμόρφωση νέας χερσαίας ζώνης. Διαμορφώνονται νέες αναπτύξεις συνολικής δόμησης 4.800 m² με χρήσεις τουρισμού - αναψυχής και διοίκησης και λειτουργίας της μαρίνας, καθώς και υπαίθριες διαμορφώσεις. Ενταγμένα στο περιβάλλον που δημιουργούν τα πολυάριθμα σκάφη, που ελλιμενίζονται στη μαρίνα και τα οποία αποτελούν την πλέον εντυπωσιακή συλλογή γιοτ που μπορεί να συναντήσει κανείς στη χώρα, τα νέα κτίρια ακολουθούν μορφολογία που εμπνέεται από το ναυπηγικό σχεδιασμό τους. Μιλώντας τη γλώσσα τους, οι όψεις των κτιρίων χαρακτηρίζονται από καμπύλα πτυχωτά, κεκλιμένα ή μη αναπτύγματα εξωτερικών τοίχων, από λευκό λείο εμφανές σκυρόδεμα, τα οποία προσδίδουν την αίσθηση της κίνησης και της ενέργειας. Το λευκό λείο εμφανές σκυρόδεμα των όψεων, που περιλαμβάνει τόσο φέροντα, όσο και μη φέροντα στοιχεία του στατικού οργανισμού, σκυροδετείται ταυτόχρονα με αυτό του εσωτερικού σκελετού, ο οποίος κατασκευάζεται από απλό σκυρόδεμα. Τα καμπύλα τμήματα προβλέπεται να κατασκευαστούν με ειδικούς μεταλλότυπους.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: ΑΕΤΕR ARCHITECTS / ΧΑΡΡΥ Κ. ΜΠΟΥΓΑΔΕΛΛΗΣ, ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΑΡΙΑ ΡΙΖΟΥ
ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΕΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ: BATIS 3D DESIGN STUDIO
02 3D 03

Όμορφη αρχή:
"Σχεδιάζοντας ένα πολυτελές ξενοδοχείο στην καρδιά των Δολομιτών!.
Όταν ακούσαμε γι’ αυτό το έργο, όλοι ενθουσιαστήκαμε με την ευκαιρία που μας δόθηκε να επανασχεδιάσουμε το εσωτερικό αυτού του ιστορικού ξενοδοχείου."

Στόχος ήταν η δημιουργία ενός ξενοδοχείου με ισχυρή και "φρέσκια" ταυτότητα, που να αποτελεί από μόνο του προορισμό.
Για να εκσυγχρονιστεί ένα ιστορικό κτίριο των αρχών του 20ου αιώνα, χρειαζόταν μια ισχυρή ιδέα, η οποία να μην είναι αποτέλεσμα "διακοσμητικών" κριτηρίων, αλλά να βασίζεται στο "genius loci" της περιοχής και του κτιρίου. Η νέα αισθητική θα έπρεπε να αντικατοπτρίζει ξεκάθαρα το προφίλ των νέων επισκεπτών του.
Η γαλήνια ορεινή ομορφιά, οι ειδυλλιακές χιονισμένες πλαγιές και η χαρακτηριστική κουλτούρα της περιοχής επηρέασαν τη διαμόρφωση της ιδέας του εσωτερικού σχεδιασμού. Δημιουργήθηκε έτσι ένα άνετο, κομψό και "ζεστό" καταφύγιο μετά από μια κουραστική μέρα σκι ή περπατήματος, συνδυάζοντας το ρουστίκ στυλ με μια κομψή, πολυτελή αλλά και σύγχρονη πινελιά.
Οι κοινόχρηστοι χώροι
Ο σχεδιασμός της υποδοχής δημιουργεί την πρώτη αίσθηση δέους, όταν ο επισκέπτης μπαίνει στο κτίριο. Εμπνευσμένη από τα βράχια του βουνού, η ρεσεψιόν τραβάει τα βλέμματα και το σκηνικό ολοκληρώνεται με τα κρεμαστά φωτιστικά και τη δημιουργία ενός εγγενούς γεωμετρικού μοτίβου φωτός.
Η χρωματική παλέτα του χώρου υποδοχής περιλαμβάνει γήινους τόνους όπως μαύρο, σκούρο πράσινο, μπεζ και κόκκινο τόνους, που συνδυάζονται αρμονικά με τη σκούρα καφέ ξύλινη επένδυση. Τα έργα τέχνης τραβούν τα βλέμματα και το τζάκι γίνεται η καρδιά του λόμπι ενισχύοντας τη νέα ζεστή και μοντέρνα ατμόσφαιρα. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες προσθήκες στη γωνία του τζακιού είναι ο τοίχος καθρέφτη, που επενδύθηκε με διαφορετικά σχήματα και χρώματα καθρεφτών, οι οποίοι δεν αντανακλούν μόνο το φως από το εξωτερικό, αλλά αντανακλούν και όλες τις δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στο "Grand Salon".
Οι βεράντες ήταν ένα σημαντικό στοιχείο στον σχεδιασμό των κοινόχρηστων χώρων, επειδή παραπέμπουν στο ένδοξο παρελθόν του ξενοδοχείου, όταν χρησιμοποιήθηκαν εντατικά. Τα τεράστια παράθυρα κάνουν τους εξωτερικούς χώρους να αποτελούν συνέχεια του εσωτερικού χώρου διαβίωσης. Εκεί τοποθετήθηκαν διαφορετικοί τύποι ομάδων καθιστικών με τουίντ υφάσματα και γούνες, ώστε να δημιουργούνται σημεία ανάπαυσης και απόλαυσης της υπέροχης θέας προς το βουνό.
Το bar lounge με το δέρμα, τις πέτρινες επιφάνειες των τραπεζιών και τα φωτιστικά υψηλής ποιότητας δημιουργούν μια εκλεκτικιστική, κομψή ατμόσφαιρα. Ο εντυπωσιακός υπάρχων πολυέλαιος από γυαλί Murano, ένα από τα παλαιότερα αντικείμενα, που χρονολογείται σχεδόν έναν αιώνα πριν, τοποθετείται σε μια πορτοκαλί προθήκη από πλεξιγκλάς, δημιουργώντας μια ξεχωριστή εικόνα, που ενώνει το παρελθόν με το μέλλον.
Στο σπα γίνεται μια ενδιαφέρουσα μετάβαση ανάμεσα στους χώρους, στους οποίους το χρώμα, ο ήχος, οι υφές, τα υλικά και οι μυρωδιές καθηλώνουν τις αισθήσεις. Κύρια αναφορά είναι η φύση, το τοπίο των δέντρων στους τοίχους και τα διαχωριστικά. Στοιχεία καθρέφτη, μπλε χρώματα και κρυφός φωτισμός ολοκληρώνουν την εμφάνιση.
Το ολοήμερο εστιατόριο είναι κομψό, αλλά χαλαρό. Φιλόξενο στοιχείο αποτελεί το ηλεκτρικό τζάκι και ο κρυφός φωτισμός, σε συνδυασμό με κορμούς δέντρων. Τα γεωμετρικά διάτρητα ξύλινα χωρίσματα οργανώνουν τον χώρο και μαζί με την οθόνη κρασιού τον κάνουν πιο ενδιαφέροντα.
Τα δωμάτια
Η αίσθηση του βουνού επηρεάζει βαθιά όχι μόνο τις επιλογές υλικών στα δωμάτια, όπως το ξύλο, αλλά και τη γήινη και ανοιχτόχρωμη παλέτα των εσωτερικών χώρων. Ανοιχτό πράσινο, σκούρο γκρι, μόκα και καφέ αναμειγνύονται αρμονικά μέσα από τη σωστή ποικιλία διαφορετικών υφών. Ασπρόμαυρα κομμάτια τέχνης ολοκληρώνουν την εμφάνιση.
Τα ξύλινα δοκάρια ενοποιούν όλα τα επί μέρους στοιχεία δημιουργώντας συνεχή γραμμή από τον τοίχο μέχρι την οροφή, συνδέοντας τις διαφορετικές πλευρές. Η πλευρά του κρεβατιού, με σημείο εστίασης ένα τεράστιο έργο τέχνης επάνω από το κρεβάτι, ολοκληρώνεται με τη συμμετρική χρήση των φωτιστικών τοίχου και ανάγνωσης. Το πλαϊνό μέρος της τηλεόρασης, του γραφείου και του πάγκου περιλαμβάνει τζάκι και στρογγυλό καθρέφτη με κρυφές λεπτομέρειες φωτισμού. Οριζόντια στοιχεία συνδέουν τα ανοιχτά ράφια και τις ντουλάπες, με τα καλύμματα του καλοριφέρ με ειδικές διάτρητες λεπτομέρειες σε σχήμα νιφάδας χιονιού.

 

Το κτίριο βρίσκεται στην Παλιά Πόλη του Ρεθύμνου, επί των οδών Μίνωος 13 και Τσίχλη 9, δίπλα στα μνημεία των δημόσιων τούρκικων χαμάμ. Αρχικά δεν αποτελούσε ενιαίο κτίριο αλλά δύο διακριτές οικίες διαχωρισμένες με τοίχο περίφραξης. Μέρος της διαδικασίας αναπαλαίωσης ήταν η αρμονική συνένωση των δύο όμορων διώροφων κτιρίων με ένα άνοιγμα στην αυλή των δύο ιδιοκτησιών κι ενοποίηση των δύο μικρών ακάλυπτων χώρων.
Το κτίριο χρονολογείται από την ενετική κατοχή της Κρήτης το 16ο αιώνα και γι’ αυτό φέρει την ιδιάζουσα βενετσιάνικη αρχιτεκτονική της Παλιάς Πόλης του Ρεθύμνου. Οι εργασίες ήταν σε άμεση συμφωνία με τις οδηγίες τις αρχαιολογίας, ώστε να διατηρηθεί ο παραδοσιακός αρχοντικός χαρακτήρας του οικήματος. Η εξωτερική αυθεντική πρόσοψη από ποζολανικό επισκευαστικό επίχρισμα με υδράβεστο χωρίς τσιμέντο σε γήινη απόχρωση και τα εξωτερικά ενεργειακά ξύλινα κουφώματα από ιρόκο σε εκρού χρώμα δημιουργούν μια σύγχρονη συνέχεια στην ιστορία. Στα κτίρια έχουν πραγματοποιηθεί ολοκληρωτικές εργασίες συντήρησης, αποκατάστασης και εσωτερικής διαρρύθμισης, που ακολουθούν αυστηρά τις προδιαγραφές του οικισμού της Παλιάς Πόλης. Ταυτόχρονα, έγιναν παρεμβάσεις ώστε η οικία να προσφέρει όλες τις σύγχρονες παροχές για μια άνετη και πολυτελή διαμονή.
Στο κτίριο επί της οδού Μίνωος η είσοδος κοσμείται από ένα τοξωτό λίθινο θύρωμα, ενώ στο εσωτερικό του κτιρίου υπάρχει άνοιγμα, το οποίο διαμορφώνεται με μεγάλο οξυκόρυφο τόξο. Το θύρωμα αποκαταστάθηκε, καθώς η παλιά μπαλκονόπορτα έγινε παράθυρο. Εκεί τοποθετήθηκε παραδοσιακό κάγκελο κι όχι εξώστης, δείχνοντας σεβασμό στην αρχική μορφή που είχε το κτίριο. Εσωτερικά, το λευκό πατητό τσιμεντοκονίαμα με σμυριδόπετρα στο δάπεδο, οι πετρόχτιστες τοξωτές καμάρες και οι ξύλινες δοκοί προσδίδουν ιδιαίτερη αισθητική αξία και αποκαλύπτουν ένα μεγαλειώδες σκηνικό εκλεπτυσμένης απλότητας.
Η μεταγενέστερη ξύλινη στέγη με επικάλυψη ελλενίτ των δύο δωματίων του ορόφου αποξηλώθηκε και δημιουργήθηκε νέα, επίπεδη, από οπλισμένο σκυρόδεμα, λαμβάνοντας υπόψη ότι έτσι ήταν η κατοικία όταν πρωτοχτίστηκε το 16ο αιώνα. Παράλληλα, κατά τη μερική αντικατάσταση - επισκευή της ξύλινης στέγης, έγινε αντικατάσταση των ζευκτών με νέα ίδιου τύπου και στις ίδιες θέσεις. Επίσης έγινε αποξήλωση και αποκατάσταση των κεραμιδιών της στέγης με άλλα όμοια, αφού πρώτα πραγματοποιήθηκε υγρομόνωση με πισόπανο και τοποθετήθηκε θερμομόνωση 5 cm επάνω σε ξύλινο πέτσωμα. Στο ξύλινο δάπεδο του ορόφου, που επίσης είχε γίνει με τα χρόνια σαθρό, τοποθετήθηκαν νέα δοκάρια και σανίδια.
Η πρόσβαση στον όροφο πραγματοποιείται από εσωτερική σκάλα, κατασκευασμένη από ξύλο δρυός και γυαλί. Εκεί υπάρχει ένα τοξωτό τζάκι και παραδοσιακός φούρνος, ενώ στα ανατολικά του νότιου τοίχου ένα χαμηλό θύρωμα οδηγεί σε λίθινο βαθμιδωτό πρόβολο. Αυτός ο πρόβολος, που ήταν κατασκευασμένος από σκυρόδεμα, κατεδαφίστηκε, και στη θέση του μπήκε μια ελαφριά μαύρη μεταλλική κατασκευή με δάπεδο από γυαλί για την είσοδο στα υπνοδωμάτια του ορόφου. Στα υπνοδωμάτια του άνω ορόφου έγινε ένας καλύτερος διαχωρισμός. Κατασκευάστηκαν επιπλέον δύο μπάνια και μία αποθήκη στο ισόγειο, ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες περισσότερων φιλοξενούμενων στην οικία. Ιδιαίτερο στοιχείο του αρχοντικού είναι το μικρό εσωτερικό πηγάδι, στο οποίο τοποθετήθηκε εσωτερικός φωτισμός και τζάμι στο στόμιό του, ώστε να αναδειχθεί η φυσικότητα και το παραδοσιακό του χώρου.
Το κτίριο επί της οδού Τσίχλη φέρει παράθυρο με εξέχουσες κορνίζες, λίθινες και με κύματα, ίδιον της ύστερης ενετικής περιόδου. Σ’ αυτό το κομμάτι του αρχοντικού έγινε αντικατάσταση της στέγης, αποκαθιστώντας τα μεγάλα προβλήματα στατικότητας και στεγανοποίησης που είχε το κτίριο. Τόσο η εσωτερική σκάλα όσο και το ξύλινο δάπεδο και οι δοκοί αποξηλώθηκαν και αντικαταστάθηκαν. Τα υπνοδωμάτια διαχωρίστηκαν εκ νέου και προστέθηκε ένας επιπλέον χώρος υγιεινής.
Και στα δύο κτίρια, τα εξωτερικά κουφώματα αντικαταστάθηκαν με νέα ξύλινα ταμπλαδωτά κουφώματα, στις ίδιες διαστάσεις του αρχικού κτιρίου. Τα εξωτερικά επιχρίσματα, επίσης, έγιναν σε γήινη απόχρωση κουρασάνι, πάντα σύμφωνα με τις υποδείξεις της αρχαιολογίας. Τοποθετήθηκαν νέες υδραυλικές και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις, και φτιάχτηκαν εκ νέου όλες οι υδρορρόες, ώστε να λυθεί το πρόβλημα της υγρασίας που επί χρόνια κατέτρωγε το αρχοντικό.
Ιδιαίτερη πινελιά ήταν η κατασκευή μιας μικρής πισίνας στον εξωτερικό ακάλυπτο χώρο του κτιρίου. Η λιτή κατασκευή με όψη γρανίτη βυθίζεται στο δάπεδο του ακάλυπτου από λευκό πατητό τσιμεντοκονίαμα και ενσωματώνει ειδικά διαμορφωμένο χώρο για χαμάμ. Για την κατασκευή της πραγματοποιήθηκε μικρή εκσκαφή, κατά την οποία έγινε πρώτα στήριξη των όμορων ιδιοκτησιών με οπλισμένο εκτοξευόμενο σκυρόδεμα 10 cm και στη συνέχεια η κατασκευή τοιχίων με υγρομόνωση.
Τα δύο κτίρια, πλέον αρμονικά συνδεδεμένα, αποτελούν εντυπωσιακό θέρετρο ιστορικής σημασίας, που κάθε γωνιά του έχει φιλοτεχνηθεί με σεβασμό στην πολιτισμική κληρονομιά και έχει αναδειχθεί μέσα από τη διατήρηση της μνήμης και τη στοργική αναπαλαίωση χρηστικών αντικείμενων της κρητικής παράδοσης.

 

Το πρότυπο εστιατόριο της εταιρείας McDonald's στη Φλόριντα στοχεύει να γίνει το πρώτο "Net Zero Energy" εστιατόριο γρήγορης εξυπηρέτησης, δηλαδή με μηδενική ενεργειακή κατανάλωση, μέσω της πρωτοβουλίας βιωσιμότητας (Scale for Good) της εταιρείας. Το εμβληματικό εστιατόριο βρίσκεται στο θέρετρο "Walt Disney World", για πάνω από 20 χρόνια. Ο σχεδιασμός του πρώτου κτιρίου από τον αρχιτέκτονα Venturi Scott Brown εμπνέει τη μοντέρνα αναδιαμόρφωση χωρίς να την εγκλωβίζει στο παρελθόν.
Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός
Το κτίριο βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του οικοπέδου, αφήνοντας τη μεγαλύτερη επιφάνεια του αδόμητη. Αυτή η επιφάνεια αφιερώνεται στο αυτοκίνητο, έχοντας πορείες περιμετρικά του κτιρίου, σημείο παραλαβής παραγγελίας με αυτοκίνητο και αρκετούς χώρους στάθμευσης ,τόσο στην πρόσοψη, όσο και στο πίσω μέρος του.
Σε γενικές γραμμές, η αρχιτεκτονική σύνθεση του εστιατορίου χαρακτηρίζεται από απλά διακριτικά στοιχεία.Αυτή η λογική ακολουθείται από τον κατασκευαστικό σχεδιασμό μέχρι και τη διακόσμηση.
Αναλυτικότερα, η μεταλλική κατασκευή, που στηρίζει το κτίριο, αποτελείται από κυλινδρικές κολόνες, οι οποίες οργανώνονται γραμμικά αφήνοντας μεγάλη απόσταση μεταξύ τους. Μ' αυτόν τον τρόπο όχι μόνο αποδίδονται ευρείς χώροι, αλλά συνδυαστικά με το ανοιχτό γκρι χρώμα του σκελετού εντείνεται η οπτική διαπερατότητα και δημιουργείται η αίσθηση ανεπιτήδευτης ελαφρότητας, παρά το γεγονός ότι το κτίριο είναι στην πραγματικότητα αρκετά ογκώδες. Αυτή η αίσθηση συμπληρώνεται από τη λεπτή στέγη, αλλά και την αντιδιαμετρική κλίση των δύο βασικών στεγασμάτων. Η πλήρωση υλοποιείται με βασικό υλικό το γυαλί. Τα μεγάλα υαλοστάσια αναιρούν τα όρια μεταξύ του κλειστού και του ανοιχτού χώρου επιτρέποντας στο φυσικό φως να διεισδύσει στο εσωτερικό, αλλά και βοηθώντας στο φυσικό εξαερισμό του. Η κατασκευή συμπληρώνεται από τις ξύλινες περσίδες που βρίσκονται στα κενά του περιμετρικού μεταλλικού σκελετού και ως εξωτερική επικάλυψη των βόρειων υαλοστασίων, πρωταγωνιστώντας σε κάθε όψη του κτιρίου.
Συγχρόνως, η λιτότητα των ψυχρών και ανοιχτών γκρι αποχρώσεων του φέροντα οργανισμού, των δαπέδων, των σταθερών στοιχείων της επίπλωσης, αλλά και των ξύλινων επενδύσεων δρουν ως μια ενιαία χρωματική βάση, η οποία αναδεικνύει τα επιμέρους στοιχεία των έντονων αποχρώσεων του κόκκινου, του μαύρου, αλλά και του κίτρινου, που είναι το χαρακτηριστικό χρώμα της εταιρείας.
Συνολικά, όλα αυτά τα στοιχεία υλοποιούν έναν από τους βασικότερους στόχους του έργου: την εκπαίδευση μέσω της αρχιτεκτονικής. Το ίδιο το κτίριο γίνεται ένα εργαλείο αφήγησης, το οποίο χάρη στο σχεδιασμό του υποστηρίζει γραφικά, διαδραστικά βίντεο και μοναδικά παιχνίδια, διδάσκοντας τους επισκέπτες όλων των ηλικιών τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος.
Ενεργειακός Σχεδιασμός
Οι δύο βασικοί άξονες της μελέτης του ενεργειακού σχεδιασμού του κτιρίου είναι η το τοπικό κλίμα και η τοπική αρχιτεκτονική. Έπειτα από μελέτες διαπιστώθηκε ότι η διαβίωση σε σκιά είναι άνετη το 65% της διάρκειας του έτους, με βάση τη θερμοκρασία, την υγρασία και τη ροή αέρα στην περιοχή. Οι αρχιτέκτονες έλαβαν υπόψη τα στοιχεία αυτών των μελετών, ενώ εμπνεόμενοι από τη "lanais", δηλαδή τη στεγασμένη βεράντα των παραδοσιακών κατοικιών της περιοχής, εισήγαγαν ένα μεγάλο ημιυπαίθριο χώρο εστίασης. Η στέγαση του γίνεται από μία λεπτή οροφή ηλιακών πάνελ, ενώ περικλείεται από ξύλινες οριζόντιες περσίδες, οι οποίες αφήνουν μεγάλο ύψος διέλευσης και έχουν αρκετό διάκενο ώστε να ελέγχονται επιτυχημένα ο φυσικός φωτισμός και ο αερισμός, αλλά και να δημιουργούνται οπτικές φυγές προς το φυσικό τοπίο. Το αποτέλεσμα είναι ένας φωτεινός, ευχάριστος και φιλόξενος χώρος, που ελκύει τους επισκέπτες να απολαύσουν σε αυτόν το γεύμα τους, αποτελώντας παράλληλα μια υγιή και βιώσιμη "απάντηση" στο υποτροπικό κλίμα της Φλόριντα.
Ανάλογα, το μεγάλο ύψος του εσωτερικού χώρου και τα υαλοστάσια που τον διαχωρίζουν από τον εξωτερικό επιτρέπουν τη γενναιόδωρη είσοδο του φωτός και ευνοούν το φυσικό του αερισμό το 65% της διάρκειας του έτους. Ειδικότερα, στο κάτω μέρος των υαλοστασίων υπάρχουν περσιδωτά παράθυρα, τα οποία είναι ανοιχτά τις περισσότερες ώρες της ημέρας και λειτουργούν βάσει αισθητήρων θερμοκρασίας και υγρασίας. Έτσι, όταν απαιτείται τεχνητός κλιματισμός, κλείνουν αυτόματα.
Επιπλέον, όπου δεν υπάρχουν τζαμαρίες ή περσίδες υπάρχουν φυτεμένοι τοίχοι. Μάλιστα, 167 m2 της συνολικής επιφάνειας των όψεων επενδύεται με φυτά της περιοχής. Η κατασκευή αυτή συμβάλλει τόσο στη θερμομόνωση των εσωτερικών χώρων, όσο και στη βελτίωση της ποιότητα του μικροκλίματος. Η πολυχρωμία της αποτελεί μια ιδιαίτερη εικαστική πινελιά στις όψεις, η οποία σε συνδυασμό με τις περσίδες, δίνει την αίσθηση ότι το κτίριο αναδύεται μέσα από τον υδροβιότοπο που το περιβάλλει. Όσον αφορά στον περιβάλλοντα χώρο, το 38% της συνολικής έκτασης είναι φυτεμένο ή υδατοπερατό, ώστε τα όμβρια ύδατα να οδηγούνται ανεμπόδιστα στο φυσικό περιβάλλον.
Εξοικονόμηση Ενέργειας
Ακολουθώντας την πορεία προς τη μηδενική κατανάλωση ενέργειας, προβλέπεται για το νέο κτίριο ενεργειακή κατανάλωση EUI 283 kBtu / τετρ. πόδια / έτος, δηλαδή 35% λιγότερη από τα υπόλοιπα καταστήματα της εταιρείας. Αυτή η κατανάλωση αντισταθμίζεται στη συνέχεια από επιτόπιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όπως τα 1.740 m2 φωτοβολταϊκών πλαισίων, τα 447 m2 πετάσματα φωτοβολταϊκών ενσωματωμένα στα τζάμια οροφής (BiPV, και τα 25 φώτα υπαίθριου φωτισμού με ηλιακά πάνελ. Ως εκ τούτου, παράγεται περισσότερη ενέργεια από ό, τι χρησιμοποιείται από το εστιατόριο.
Πέρα από το ηλιακό φως επιστρατεύεται και η ανθρώπινη δραστηριότητα στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Δίπλα στον ημιυπαίθριο χώρο έχουν εγκατασταθεί σταθερά ποδήλατα, στα οποία μπορεί να παραχθεί ηλεκτρική ενέργεια. Μέσω της άσκησης λοιπόν, οι επισκέπτες μπορούν να διαλέξουν να μάθουν τον αντίκτυπο της ανθρώπινης δραστηριότητας με γραφική αναπαράσταση ή να φορτίσουν με εναλλακτικό τρόπο τα κινητά τους.

Το έργο βρίσκεται στην περιοχή της Καλαμαριάς στη Θεσσαλονίκη και αφορά στην προσθήκη τριών ορόφων σε υφιστάμενο κτίριο. Η αρχική κατασκευή της δεκαετίας του ’90 αποτελούνταν από πυλωτή και δυο ορόφους, στους οποίους αναπτυσσόταν μία κατοικία.
Για την καθ’ ύψος επέκταση απαιτήθηκαν εργασίες ενίσχυσης που περιλάμβαναν νέα θεμελίωση και κατασκευή τοιχίων εμφάτνωσης από οπλισμένο σκυρόδεμα. Η προσθήκη των τριών νέων επιπέδων έγινε με μεταλλικό φέροντα οργανισμό και τα δάπεδα κατασκευάστηκαν από τραπεζοειδή λαμαρίνα και επικάλυψη με ελαφρά οπλισμένο σκυρόδεμα. Τόσο ο φέρων οργανισμός όσο και οι τελικές επενδύσεις οριζόντιων και κατακόρυφων επιφανειών πρόσθεσαν στην υφιστάμενη κατασκευή το λιγότερο δυνατό βάρος.
Οι εκτεταμένες στατικές επεμβάσεις οδήγησαν στον πλήρη επανασχεδιασμό της όψης του κτιρίου, προκειμένου να εκσυγχρονιστεί και να αποτελέσει ένα ενιαίο σύνολο αισθητικά. Στα δυο πρώτα επίπεδα οι εξώστες επενδύθηκαν με πετάσματα φυσικού καπλαμά, κατάλληλου για χρήση σε εξωτερικό χώρο, ενώ το στηθαίο είναι από ενισχυμένο διαυγές κρύσταλλο. Το άνω μέρος διαφοροποιείται καθώς οι εξώστες οργανώνονται με πλαίσια αλουμινίου σε γκρι απόχρωση.
Το σύστημα εξωτερικής θερμομόνωσης και η χρήση κατακόρυφων σκιαδιών ηλιοπροστασίας συνέβαλαν στην ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου.
Η νέα κατοικία οργανώνεται σε τρία επίπεδα, που συνδέονται τόσο εσωτερικά όσο και με το κοινόχρηστο κλιμακοστάσιο. Στο πρώτο επίπεδο, που βρίσκεται στον τρίτο όροφο, βρίσκονται οι ιδιωτικοί χώροι της οικογένειας με τα υπνοδωμάτια και τους χώρους υγιεινής.
Στο δεύτερο επίπεδο βρίσκεται η κεντρική είσοδος της κατοικίας. Εκεί οι χώροι είναι ανοιχτοί επιτρέποντας την οπτική επικοινωνία και την ανεμπόδιστη είσοδο φυσικού φωτός. Η επιλογή έγινε προκειμένου να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή θέα και ταυτόχρονα η εκμετάλλευση του διπλού ύψους στον κυρίως χώρο του καθιστικού. Το τρίτο επίπεδο, με μικρότερη επιφάνεια, φιλοξενεί τους επισκέπτες της οικογένειας.
Κεντρικό θέμα αποτελεί η ελεύθερη κλίμακα, που συνδέει το καθιστικό με τον ξενώνα. Τα σκαλοπάτια αναρτώνται από την οροφή και επενδύονται με ξύλο καρυδιάς στο σύνολό τους. Οι κατακόρυφες αναρτήσεις από ανοξείδωτο χάλυβα εντείνουν το παιχνίδι φωτός και σκιάς, δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση κίνησης και αιώρησης.
Η απέναντι πλευρά οργανώνεται από το σκουρόχρωμα όγκο φυσικού σχιστόλιθου, στον οποίο ενσωματώνονται αποθηκευτικοί χώροι, η τηλεόραση και το τζάκι φυσικού αερίου.
Η κεκλιμένη οροφή επενδύεται με πετάσματα ελαφροσκυροδέματος, η υφή των οποίων αναδεικνύεται τόσο από το φυσικό φως, όσο και από τις γραμμικές ανοξείδωτες λάμες που φέρουν φωτισμό LED.
Η παλέτα των υλικών κινείται σε σκούρες αποχρώσεις με κυρίαρχη την αμερικάνικη καρυδιά που καλύπτει το δάπεδο και επενδύει τις κατακόρυφες επιφάνειες. Το γκρι τσιμεντοκονίαμα στο δάπεδο της κουζίνας συμπληρώνει το λεξιλόγιο και ενδυναμώνει την παρουσία των λευκών επιφανειών από κεραμικό πλακίδιο. Οι χώροι υγιεινής ακολουθούν ένα ξεχωριστό λεξιλόγιο, στο οποίο κυριαρχεί το χρώμα και η χρήση γραφιστικών μοτίβων.
Ο αρχιτεκτονικός φωτισμός στο εσωτερικό είναι διακριτικός, ενώ η χρήση συγκεκριμένων διακοσμητικών φωτιστικών σωμάτων ενδυναμώνει τη γεωμετρία του χώρου.

Τα νέα κεντρικά γραφεία του ομίλου BEEAH Group εγκαινιάστηκαν στην πόλη Σάρτζα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο νέος χώρος των κεντρικών γραφείων της εταιρείας είναι εξοπλισμένος με τεχνολογίες επόμενης γενιάς για λειτουργία στο πλαίσιο του προτύπου LEED Platinum και με τροφοδότηση ηλιακής ενέργειας. Έχει σχεδιαστεί από τους Zaha Hadid Architects (ZHA) για την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα, ενώ θα αποτελεί το κέντρο διαχείρισης και διοίκησης του ομίλου, δημιουργώντας ένα νέο σημείο αναφοράς για μελλοντικούς χώρους εργασίας.
Με μια διπλή στρατηγική, βιωσιμότητας και ψηφιοποίησης, ο όμιλος BEEAH κινείται και εργάζεται σε έξι βασικούς κλάδους που περιλαμβάνουν τη διαχείριση και ανακύκλωση απορριμμάτων, την καθαρή ενέργεια, την περιβαλλοντική συμβουλευτική, την εκπαίδευση και την πράσινη κινητικότητα.
Τα κεντρικά γραφεία είναι το τελευταίο ορόσημο για τον όμιλο, καθώς συνεχίζει να πρωτοπορεί στις καινοτομίες για την Σάρτζα και σε ολόκληρο τον κόσμο, δημιουργώντας μια βάση δραστηριοτήτων για τον όμιλο ώστε να διαφοροποιηθεί σε νέες, κρίσιμες για το μέλλον, βιομηχανίες. Με τη νέα της έδρα, η BEEAH δείχνει πώς η τεχνολογία μπορεί να μετριάσει τον αντίκτυπο στη βιωσιμότητα, και τελικά να χρησιμεύσει ως στρατηγικό σχέδιο για τις έξυπνες, βιώσιμες πόλεις του αύριο.
Ενσωματώνοντας αυτές τις αρχές, ο σχεδιασμός των κεντρικών γραφείων ανταποκρίνεται στο περιβάλλον του ως μια σειρά διασυνδεόμενων "αμμόλοφων" προσανατολισμένων και διαμορφωμένων για τη βελτιστοποίηση των τοπικών κλιματικών συνθηκών. Τοποθετημένο στην έρημο Al Sajaa της Σάρτζα, το κτίριο ενσωματώνεται στο γύρω τοπίο, το οποίο διαμορφώνεται από τους επικρατούντες ανέμους, σε κοίλους αμμόλοφους και κορυφογραμμές, οι οποίες γίνονται κυρτές όταν τέμνονται.
Εξασφαλίζοντας ότι όλοι οι εσωτερικοί χώροι πλημμυρίζονται με άφθονο φως και διαθέτουν απεριόριστη θέα, περιορίζοντας παράλληλα την ποσότητα των υαλοπινάκων που εκτίθενται στον δριμύ ήλιο, οι δύο κύριοι "αμμόλοφοι" στεγάζουν τα δημόσια και διοικητικά τμήματα μαζί με τη διοικητική ζώνη των κεντρικών γραφείων της εταιρείας, συνδεόμενοι μέσω μιας κεντρικής αυλής, ορίζοντας μια περιοχή "όασης" μέσα στο κτίριο, στοιχείο που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της στρατηγικής του φυσικού αερισμού.
Οι επισκέπτες εισέρχονται κάτω από τον τρούλο ύψους 15 μέτρων, που ενισχύει περαιτέρω τον φυσικό αερισμό και επιτρέπει στο παθητικό φως της ημέρας να εισέλθει στο κτίριο. Εκτός από την κεντρική αυλή και τον open-plan σχεδιασμό των γραφείων, τα κεντρικά γραφεία ενσωματώνουν έξυπνες αίθουσες συσκέψεων, ένα καθηλωτικό κέντρο επισκεπτών και ένα αμφιθέατρο.
Η έδρα της BEEAH, έκτασης 9.000 m2, έχει στον πυρήνα της τις αρχές της βιωσιμότητας, με υψηλό ποσοστό χρήσης τοπικών υλικών και είναι εξοπλισμένη με τεχνολογίες, που επιτρέπουν λειτουργίες σύμφωνα με το πρότυπο LEED Platinum, με καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα και ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας.
Η επιτόπια επεξεργασία νερού φιλτράρει τα λύματα για να ελαχιστοποιήσει την κατανάλωση, ενώ το ηλιακό αγρόκτημα που διαθέτει, φορτίζει τις μπαταρίες Tesla για να καλύψει την ενεργειακή ζήτηση του κτιρίου καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας.

 

Για τους αρχιτέκτονες της κατοικίας στην Πολιτεία η κατασκευαστική επίλυση ενός σπιτιού είναι το μέσο για ένα συγκεκριμένο σκοπό. Και πράγματι σε μερικά από τα πρόσφατα έργα τους αυτός ο σκοπός γίνεται η δημιουργία της εικόνας ενός εναέριου τοπίου. Η εικόνα ενός πανοράματος σε αιώρηση ―πιθανότατα ανάμνηση και αναφορά στη θέα από την Καλντέρα της Σαντορίνης― είναι κάτι που συναντάται στην κατοικία της Σαρωνίδας, στην ανακαίνιση του διαμερίσματος στο Λυκαβηττό και, εν προκειμένω, στην κατοικία στην Πολιτεία. Καθώς κανείς σκηνοθετεί μια τέτοια αιωρούμενη εικόνα του τοπίου, την ίδια στιγμή επιχειρεί να αποσυρθεί η αρχιτεκτονική σε μία αθέατη θέση, πέρα από το πεδίο του ορατού, πέρα από την περιφερειακή όραση. Στην κατοικία της Πολιτείας πράγματι, από τη στιγμή της εισόδου, η κατασκευαστική επίλυση των τοίχων και της οροφής τα διατηρεί σε τέτοια απόσταση, ώστε να παραμένουν αόρατα. Όπως στον κινηματογράφο, όπου η περίμετρος της αίθουσας αποσύρεται στο σκοτάδι και κυριαρχεί η κινούμενη φωτεινή εικόνα. Όσο λοιπόν ο οπτικός κώνος παρατηρεί με ακρίβεια στις 10°, στις 30° αναγνωρίζει σχήματα, ενώ στις 60° απλά επισημαίνει χρώματα, σ’ αυτήν την κατοικία η οργάνωση των στοιχείων του φέροντα οργανισμού διασφαλίζει γεωμετρικά ότι κατά την είσοδο ο κώνος των 60° καδράρει το πανόραμα του τοπίου, απερίσπαστος από οποιοδήποτε υποστύλωμα. Έτσι, η αρχιτεκτονική οργανώνει αυτό το οποίο είναι εφικτό να παρατηρηθεί και αυτό που παραμένει απαρατήρητο. Για να περάσει, όμως, η κατασκευή στην περιοχή του απαρατήρητου, επιλέχθηκε μια σύμμεικτη κατασκευή: για το άνοιγμα των 16 m, που καδράρει τη θεά, ένα σύστημα μεταλλικών δοκών γεφυρώνουν το άνοιγμα από τα πλευρικά τοιχία σκυροδέματος ―μεταλλικά στοιχεία που παραμένουν εντελώς αόρατα επάνω από την ψευδοροφή. Όσο μάλιστα αυτά ήσαν ορατά κατά τη διάρκεια της κατασκευής, δημιούργησαν θαυμασμό και προσδοκίες ενός ακόμα πιο ψηλοτάβανου χώρου ―ενός χώρου που τελικά ήταν ανέφικτος, μιας και κάτω από τις μεταλλικές αυτές δοκούς θα περνούσαν κανάλια κλιματισμού.
Στο ολοκληρωμένο έργο η απόσυρση των μεταλλικών δοκαριών, η έλλειψη οποιουδήποτε ορατού φέροντος στοιχείου δημιουργεί απροσδόκητα μια εικόνα του ανοίκειου. Γιατί το μάτι έχει εκπαιδευτεί να αποζητά φέροντα στοιχεία και εδώ η αναζήτησή τους δεν φέρνει αποτελέσματα: οι δύο γυάλινες προσόψεις, της εισόδου από την Ανατολή και της πίσω όψης προς τη Δύση δεν διαθέτουν το οποιοδήποτε υποστύλωμα. Ακόμα και ο κεντρικός κόμβος κίνησης που περικλείει τον ανελκυστήρα αποδεικνύεται να είναι μη φέρων, ένα απλό κουβούκλιο, το οποίο ακουμπάει στην οροφή. Αυτή η κατασκευαστική λογική είναι παρεμφερής με την επίλυση του "Crown Hall" (1956) του Mies Van Der Rohe στο Σικάγο: εκεί από τις μεγάλες ορατές μεταλλικές δοκούς αναρτώνται εγκάρσιες μικρότερες μεταλλικές διατομές, επάνω στις οποίες τοποθετείται η πτυχωτή λαμαρίνα της στέγασης. Αποτελεί, έτσι, μια πιο σύνθετη αλλά και εντελώς ορατή κατασκευαστική επίλυση σε ένα έργο πολύ μεγαλύτερης κλίμακας. Επιστρέφοντας στην οικιακή κλίμακα, η πανοραμική θέα συναντάται ξανά, αυτή τη φορά σε επίπεδο έδαφος, στη γνωστή κατοικία του Νίκου Βαλσαμάκη, σχεδιασμένη το 1961 στη Φιλοθέη. Παρατηρώντας τη σχέση ανάμεσα στα δύο σπίτια, διαπιστώθηκε ότι και τα δύο γεφυρώνουν ένα άνοιγμα 16 m, μόνο που στη Φιλοθέη η πλάκα σκυροδέματος εδράζεται σε πολύ λεπτές στρογγυλές μεταλλικές κολώνες, που χωρίζουν το συνολικό άνοιγμα σε τρία μέρη (ένα από αυτά με τούβλινη επένδυση φιλοξενεί τα κουφώματα όταν αυτά αποσύρονται). Τυπολογικά, στην κλίμακα του συνολικού εσωτερικού ανοίγματος, στη διάταξη της τραπεζαρίας με την πισίνα, οι ομοιότητες διατηρούνται, συνιστώντας φόρο τιμής σε ένα από τα σημαντικότερα έργα της ελληνικής αρχιτεκτονικής.
Στην κατοικία της Πολιτείας, σε μια αρχιτεκτονική της απόλυτης διαφάνειας, όπου το ίδιο το εσωτερικό του σπιτιού γίνεται θέα καθώς κανείς διασχίζει το προκήπιο, η φέρουσα δομή του σπιτιού εξαφανίζεται. Το τοπίο που αναδεικνύεται ως πρωταγωνιστής δεν είναι εκείνο της μακρινής θάλασσας, όπως στη Σαρωνίδα, ούτε το ιστορικά φορτισμένο της ανακαίνισης στον Λυκαβηττό. Σε ένα αστικό τοπίο που εκτείνεται μέχρι τη μακρινή Πάρνηθα, η Κηφισιά, οι Αχαρνές, οι Θρακομακεδόνες και το Τατόι συνθέτουν μια "πεδιάδα" ―τα μικρά της φωτάκια το βράδυ εκτείνονται σαν το Λος Άντζελες, το οποίο είναι ορατό από τους περιμετρικούς λόφους του. Αυτό το τοπίο ανακλάται στις γυαλιστερές επιφάνειες του εσωτερικού, οι οποίες –σαν σε ακολουθία των αντανακλάσεων του νερού στην είσοδο και στην πισίνα– επιδίδονται σε μια συνεχή μίμηση του γυαλιού. Πέρα από το στιλπνό μαύρο μάρμαρο στο εσωτερικό της νότιας όψης, εισάγεται ένα πράσινο ανοικτό χρώμα και στις ξύλινες επιφάνειες από γυαλιστερή λάκα και στη μεταλλική πόρτα εισόδου. Μονή οπτική παρεμβολή, μόνη "καθυστέρηση" στην κατανόηση και αποτύπωση του εσωτερικού χώρου, αφού διανύσει κανείς το προκήπιο, αποτελεί ένα μεταλλικό φίλτρο. Κατασκευασμένο από διαγώνιες λεπίδες, αναρτημένες από κατακόρυφα συρματόσχοινα, αυτό το φίλτρο είναι μια επίπεδη και αφαιρετική φύση, που συμμετέχει στο παιχνίδι των αντανακλάσεων. Τμήμα του αντιστοιχεί στην επιφάνεια του διακοσμητικού νερού, που τοποθετείται στην ανατολική πλευρά σε περασιά με την πισίνα, που αναπτύσσεται στο δυτικό τμήμα της κατοικίας. Αυτό το φίλτρο με τα συρματόσχοινά του εισάγει την έννοια της ανάρτησης, η οποία συναντάται ξανά στο εσωτερικό της κατοικίας, στο φανάρι του κλιμακοστασίου. Άλλο ένα στοιχείο "βροχής", μόνο που στην τελευταία περίπτωση δεν διαθέτει την όποια στατική λειτουργία, μιας και τα σκαλιά στηρίζονται αφανώς (εν είδει προβόλου) στους εκατέρωθεν τοίχους.
Ο στόχος της δημιουργίας ενός εναέριου τοπίου πέρα από την κατασκευαστική επίλυση της οροφής και το άνοιγμα των 16 m, πέρα από την επιλογή των τζαμαριών στις δύο πλευρές της κατοικίας, ξανασυναντάται στην πισίνα του ισογείου. Μια πισίνα, η οποία επεκτείνεται παράδοξα στο κενό, δίνοντας κατά την κολύμβηση την αίσθηση σε κάποιον πως όχι μόνο κατευθύνεται σε μια infinity view αλλά και ότι, στο τελευταίο τμήμα της πισίνας, αιωρείται στο κενό, επάνω από τον επικλινή κήπο.
Όλη η κατοικία μένει αφανής κάτω από αυτό το ισόγειο, μιας και το περίγραμμά της υποχωρεί σταδιακά σε τομή, μια αντιστροφή δηλαδή από τη γνωστή "σκαλοπατιαστή" δομή της πλειοψηφίας των κτιρίων στην πόλη. Με αυτόν τον τρόπο, η πιο ιδιωτική έκταση της κατοικίας ξεφεύγει εντελώς από την παρατήρηση κατά την ισόγεια είσοδο, τόσο τα υπνοδωμάτια της στάθμης -1 όσο και οι βοηθητικοί χώροι της στάθμης -2. Στη στάθμη των υπνοδωματίων ο κεντρικός πλατύς διάδρομος, που τα συνδέει με τη σκάλα, εξέρχεται συνεπίπεδα στο περιμετρικό έδαφος και έτσι δημιουργεί τοπικά συνθήκες ισογείου. Στη στάθμη -2, όπου λόγω κατηφορικής κλίσης του οικοπέδου υπήρχε η δυνατότητα σχηματισμού ενός ψηλοτάβανου χώρου, δημιουργήθηκε ένας χώρος παιχνιδιού με μπιλιάρδο και ―ψηλότερα― ένα εναέριο δεντρόσπιτο, αφαιρετικά φτιαγμένο με τριγωνικές οπές και απότομη σκάλα ανόδου. Μια στάθμη πιο πάνω, ένα από τα παιδικά δωμάτια διαθέτει πατάρι, στο οποίο οδηγεί μια σκάλα από τριγωνικά πατήματα με κόκκινες απολήξεις. Αυτές οι ορατές δοκιμές στους ιδιωτικούς χώρους επεκτείνουν σε πιο κυριολεκτικό επίπεδο όσα στο ισόγειο είχαν ήδη επιχειρηθεί, τον ίλιγγο της θέας και τη μίμηση των υλικών, υπογραμμίζοντας τα δύο από τα τέσσερα βασικά είδη παιχνιδιού διαχρονικά, έτσι όπως τα ανέπτυξε διεξοδικά ο γάλλος ανθρωπολόγος και κοινωνιολόγος Roger Caillois.

 

Το διώροφο συγκρότημα των τεσσάρων διαμερισμάτων με χώρο υποδοχής συνολικής επιφάνειας 220 m² είναι το πρώτο που κατασκευάστηκε εξ’ ολοκλήρου ύστερα από 100 χρόνια στην Καλή Στράτα η οποία αποτελεί τηνκύρια πλακόστρωτη οδό οποία συνδέει το λιμάνι (Γυαλό) με το χωριό στην Σύμη. Χωροθετημένο στην καρδιά του παραδοσιακού οικισμού, σε ένα οικόπεδο επιφάνειας 324 m² με έντονη κλίση και βόρειο προσανατολισμό οι 2 διώροφοι όγκοι ενοποιούνται μέσω ενός ισογείου τμήματος που παρεμβάλλεται μεταξύ τους, αφομοιώνοντας πλήρως το ύφος και την αρχιτεκτονική που αποτελεί ταυτότητα του νησιού.
Ο συνδυασμός των δύο κέδρων μπροστά στη κύρια όψη και της μαγευτικής θέας στην καταγάλανη θάλασσα προς το λιμάνι της Σύμης ενέπνευσε τους ιδιοκτήτες να ονομάσουν τα καταλύματα CedrusBlue. Τα κτίρια διαμορφώνονται σε δύο αυτόνομους ορόφους με 4 ξεχωριστά διαμερίσματα που ατενίζουν το αιγαίο πέλαγος.
Κάθε διαμέρισμα αποτελείται από σαλόνι με ανοιχτή κουζίνα, υπνοδωμάτιο και μπάνιο. Tα δυο διαμερίσματα του Α’ ορόφου έχουν επιπλέον σοφίτα κατασκευασμένη από ξυλεία στην οποία βρίσκεται ένα αυτόνομο υπνοδωμάτιο με ιδιωτικό μπάνιο. Τα φυσικά υλικά πρωταγωνιστούν αφού τα ταβάνια, τα πατώματα των υπνοδωματίων είναι επενδυμένα με ξύλο και κάποιοι κύριοι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από τοπική πέτρα.
Οι στέγες είναι δίριχτες με το χαρακτηριστικό παραδοσιακό κυκλικό άνοιγμα. Οι εξώστες του πρώτου ορόφου καθώς και το βατό δώμα στην οροφή του κεντρικού ισογείου κτίσματος έχουν ανεμπόδιστη θέα στο λιμάνι και στη Καλή Στράτα.
Οι εξωτερικές επιφάνειες είναι κατασκευασμένες από παραδοσιακό έγχρωμο σοβά σε αποχρώσεις γήινες, ώχρα, κόκκινο(τερακότα) ενώ σε μπλε(λουλακί) έχουν βαφτεί ταξύλινα κουφώματα.
Οι συνδυασμοί των χρωμάτων, η καλαίσθητη επίπλωση και οι χαρούμενοι πίνακες ζωγραφικής που απεικονίζουν χαρακτηριστικά τοπία του νησιού και διακοσμούν το εσωτερικό των διαμερισμάτων, δημιουργούν την αίσθηση γαλήνης στον επισκέπτη και τον προδιαθέτουν για ξέγνοιαστες διακοπές.

Στη νότια Κρήτη, απέναντι από τον Ψηλορείτη με θέα στα Μάταλα και στο Λιβυκό Πέλαγος, βρίσκεται το χωριό Λίσταρος. Σ’ αυτό το μοναδικό σημείο του νομού Ηρακλείου, σε σημείο υψηλότερο από το χωριό, ένα πολυτελές μικρό ξενοδοχείο, που συνδυάζεται με το δραματικό τοπίο και τη θέα στη θάλασσα, είναι ένα γαλήνιο καταφύγιο με εμβληματικό σχεδιασμό.
Από την πρώτη επίσκεψη στο οικόπεδο, στόχος των μελετητών ήταν να αναδείξουν και να εστιάσουν την προσοχή τους στη σχέση που ήθελαν να δημιουργηθεί ανάμεσα στους νέους αναδυόμενους όγκους, στη μορφολογία του τοπιού, στη θέα και στην κρητική αρχιτεκτονική, που με εξαίρεση τον Λίσταρο, στα διπλανά χωριά και κωμοπόλεις έχει χαθεί. Η βασική θέα από το οικόπεδο ανοίγεται από τα νησιά Παξιμάδια στα δυτικά έως τον Ψηλορείτη στο Βορρά. Τους καλοκαιρινούς μήνες ο ήλιος δύει στη θάλασσα ανάμεσα στα νησιά Παξιμάδια και στην ακτή του Αγίου Παύλου και αυτό ήταν κάτι που οι μελετητές ήθελαν να το απολαμβάνει ο επισκέπτης απ’ όπου και αν βρίσκεται στο χώρο.
Καθώς ήταν σχετικά μικρό το οικόπεδο και αρκετά πλούσια η προγραμματική χρήση, ο σχεδιασμός στόχευε εξ αρχής να συνδυάσει τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς χώρους σε ένα αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα, που αφενός να παρέχει καταφύγιο και ιδιωτικότητα, αφετέρου να εκμεταλλεύεται κάθε χώρο φέρνοντας ζωή στο τοπίο.
Το αρχιτεκτονικό σύνολο διασπάται σε δυο επί μέρους όγκους. Οι δύο όγκοι είναι διώροφοι και εξωτερικά φαίνονται ως ένα ενιαίο σύνολο με ένα καλντερίμι να τους χωρίζει. Στον έναν όγκο δεσπόζει μια βυθισμένη ταράτσα, ιδανική για να απολαύσει κάποιος την πανοραμική θέα στη δύση του ηλίου, ενώ στον άλλο όγκο, ο οποίος επαφίεται στο βράχο, δημιουργείται μια εσωτερική αυλή, παρόμοια με αυτές που συναντώνται στα παραδοσιακά κρητικά σπίτια. Η μεγάλη τοξωτή είσοδος με τα γιγάντια πελέκια, που οδηγεί στην εσωτερική αυλή, αναβιώνει τις μνήμες των Ενετών, που άφησαν το αποτύπωμά τους στο νησί.
Η καθαρότητα των γραμμών, οι σύγχρονες μέθοδοι κατασκευής με τοπικά υλικά (η παραδοσιακή ώχρα αναμειγνύεται με επίχρισμα), με προσεγμένες λεπτομέρειες (σύγχρονα ξύλινα κουφώματα, τοξωτές είσοδοι με πελέκια και μεταλλικές λεπτομέρειες, κρυφό σύστημα υδρορροής κ.ά.) ρυθμίζουν τον τόνο του εξωτερικού και του εσωτερικού του σπιτιού.
Εσωτερικά, δημιουργήθηκε ένα μίνιμαλ αποτέλεσμα με προφανή την κρητική επιρροή, φτιαγμένο απλά και ανεπιτήδευτα σχεδόν εξ ολοκλήρου από ντόπιο πληθυσμό. Δεν έλειψαν, όμως, κάποια στοιχεία που πρόσθεσαν επιπλέον αξία στις κατοικίες, όπως τα χειροποίητα terracotta πλακίδια στις κουζίνες, τα γαλλικού τύπου παντζούρια στα δυτικά υπνοδωμάτια που προστατεύουν από την έντονη ηλιοφάνεια το απόγευμα, οι vintage λευκές συσκευές και τα χτιστά έπιπλα με τα αυθεντικά κρητικά υφάσματα και μαξιλάρια.

Βαθιά στον κόλπο του Αγίου Δημητρίου στην Εύβοια, πνιγμένο σε αιωνόβιες ελιές, που φτάνουν στο όριο, αγναντεύει το ήρεμο νερό και "ταξιδεύει εν γαλήνη".
Δυο κατακόρυφα διώροφα πρίσματα τεσσάρων υπνοδωματίων και μια "αιώρα" σκιάς για την κουζίνα / καθιστικό συγκροτούν το χώρο κατοίκησης.
Η κατασκευή από εμφανές σκυρόδεμα χωνεύεται μέσα στο τοπίο του ελαιώνα κάνοντας το σπίτι "αόρατο". Το τοπίο και η αίσθηση νιρβάνας πρωτοστατούν. Η κατοικία απλά μεσολαβεί χωρογραφώντας τις αισθήσεις των κινουμένων σωμάτων, με στόχο την απόλαυση της μαγείας που επικρατεί. Στο καθιστικό το βλέμμα είναι διαμπερές (μπρος - πίσω), ενώ η θέα από τα υπνοδωμάτια εστιάζει στο νερό.
Ο χειρισμός του φωτός διαφέρει από το καθιστικό στα υπνοδωμάτια, δημιουργώντας αίσθηση υπαίθριας διαμονής στην κοινόχρηστη και προστατευμένη φωλιά στα υπνοδωμάτια.

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.