Το πρώτο έργο του αρχιτέκτονα μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο του Πειραιά και αφορά τη μετατροπή ενός κτιρίου γραφείων σε πολυτελές ξενοδοχείο 20 διαμερισμάτων - δωματίων.
Η υπάρχουσα όψη αποτέλεσε το κύριο σημείο ενδιαφέροντος κατά τη μελέτη, οδηγώντας σε μια νέα κατασκευή για την επένδυση της όψης, περιτυλίγοντας την με μια έμπνευση φιλοπεριβαντολογικη, προσομοιάζοντας με δέντρο που απλώνεται και τυλίγεται γύρω από το κτίριο, αναδεικνύοντας το. Με αυτόν τον τρόπο καθιερώνεται μια αρμονική συνύπαρξη του παρελθόντος με το μέλλον.
Το υπάρχον κτίριο υπήρξε επί σειρά ετών ένα επταώροφο κτίριο γραφείων. Οι ιδιοκτήτες θέλησαν να επενδύσουν στον τουριστικό κλάδο και οδηγήθηκαν στην απόφαση από κοινού με το αρχιτεκτονικό γραφείο, στη δημιουργία ενός boutique hotel - διαμερισμάτων με φουτουριστική σχεδίαση. Το μέγεθος των διαμερισμάτων κυμαίνεται από 40 έως 60 m2, ενώ είναι πλήρως εξοπλισμένα, με κουζίνα, μπάνιο, χώρο καθιστικού και υπνοδωμάτιο. Στο δώμα δημιουργήθηκε ένας χώρος δροσιάς και πρασίνου, με μικρή πισίνα-τζακούζι.
Αυτή την περίοδο ολοκληρώνεται ο σχεδιασμός, ενώ στο προσεχές διάστημα πρόκειται να γίνει η έκδοση των οικοδομικών αδειών. Το ξενοδοχείο βρίσκεται επί της Βασιλέως Γεωργίου σε απόσταση 700 μέτρων από τον Πύργο του Πειραιά. Η συνολική επιφάνεια του κτιρίου είναι 1.000 m2 σε οικόπεδο 230 m2. Η ολοκλήρωση του έργου αναμένεται να διαρκέσει περίπου ένα έτος.

Κατά την ανακαίνιση του εσωτερικού του ισόγειου χώρου σε αυτήν τη μονοκατοικία στο Πανόραμα, σχεδιάστηκαν νέες ψευδοροφές, οι οποίες προσδίδουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον πολυχώρο, ενώ παράλληλα παρέχουν τη δυνατότητα επιλογής και ένταξης σε αυτές κατάλληλων φωτιστικών σωμάτων led, ώστε να επιτυγχάνεται ομοιόμορφη κατανομή φωτός καλύπτοντας τις ανάγκες των χρηστών της μονοκατοικίας για τεχνητό φωτισμό. Πέρα από τον λειτουργικό φωτισμό, μέγιστη σημασία δόθηκε και στον ατμοσφαιρικό φωτισμό με τη χρήση γραμμικών led φωτιστικών σωμάτων τόσο σε οροφές (κρυφοί φωτισμοί), όσο και σε ξύλινες ιδιοκατασκευές (custom made) δημιουργώντας ποικίλα φωτιστικά σενάρια, κατά τη διάρκεια των νυχτερινών ωρών.
Φωτογραφίες: Kim Powell Photography

Ο οικισμός βρίσκεται στην οροσειρά του Πάρνωνα, σε υψόμετρο 800 m, όπου οι οικοδομικές παρεμβάσεις της εποχής 1960 - 1980 –συνήθως χωρίς αξιόλογα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά– αποτελούν τη λειτουργική και μορφολογική συνέχεια των παλαιών λιθόκτιστων κτισμάτων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, μία επέκταση κατοικίας θεωρήθηκε αναγκαίο να διαφοροποιηθεί σημαντικά μορφολογικά, δίνοντας το στίγμα της εποχής που κατασκευάζεται και σεβόμενη παράλληλα το περιβάλλον, στο οποίο βρίσκεται.
Η στασιμότητα του συνθετικού λεξιλογίου τόσο των νέων, όσο και των πρόσθετων κατασκευών σε οικισμούς παρόμοιους με τα Βρέσθενα ανά την επικράτεια προκάλεσε την ανάγκη για μία αρχιτεκτονική δήλωση, που αφορά στην ενσωμάτωση νέων αρχιτεκτονικών παραδειγμάτων μέσα στο σώμα αυτών των οικισμών χωρίς μιμητική διάθεση.
Αξιοποιώντας αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του υφιστάμενου κτιρίου (λιθόκτιστη κατασκευή), αλλά και του οικισμού (την αμφιθεατρική ανάπτυξή του, πυκνή βλάστηση κ.ά.), διαμορφώθηκε μία μεταλλική προσθήκη με γυαλί, προκειμένου να φιλοξενήσει τις πιο εξωστρεφείς δραστηριότητες (φαγητό και διημέρευση).
Το υφιστάμενο κτίριο, αποτελούμενο από δύο ορθογώνιους όγκους δύο επιπέδων, ένα λιθόκτιστο των αρχών του 1900 και ένα δεύτερο, μικρότερο σε έκταση, κατασκευασμένο τη δεκαετία του 1970, ήταν ένα τυπικό εξοχικό σπίτι για χρήση μερικές ημέρες το χρόνο, ενώ το ισόγειο ήταν αδιαμόρφωτο. Η αρχική απαίτηση ήταν η δημιουργία μόνο ενός κλιμακοστασίου που να ενώνει τα δύο επίπεδα, οι ποιότητες όμως του περιβάλλοντος χώρου απαιτούσαν μία πολύ πιο άμεση σχέση εσωτερικού και εξωτερικού χώρου στο ισόγειο. Το κτιριολογικό πρόγραμμα μεταβλήθηκε με τη μεταφορά των κύριων χρήσεων στο επίπεδο του ισογείου, με τμήμα του υφιστάμενου κτιρίου να συνενώνεται με την επέκταση, δημιουργώντας έναν ενιαίο χώρο.
Στόχος ήταν το μέταλλο της επέκτασης να καθιστά ξεκάθαρα διακριτή τη σύγχρονη προσθήκη από το υφιστάμενο κτίριο στο εξωτερικό, όμως εσωτερικά να εμπλέκεται με τα στοιχεία της προσθήκης του 1970 (υποστυλώματα και δοκάρια από σκυρόδεμα). O κάνναβος που δημιουργεί η νέα κατασκευή σταδιακά μειώνεται σε ύψος, αφήνοντας το γυαλί να προσφέρει τη διαφάνεια προς τον οικισμό και τον περιβάλλοντα χώρο και διαμορφώνοντας ταυτόχρονα ένα δώμα για τον όροφο.
Ο βορινός προσανατολισμός και οι χαμηλές θερμοκρασίες που
επικρατούν στον ορεινό οικισμό, αποτέλεσαν την ευκαιρία να δημιουργηθεί μία μεταλλική προσθήκη, τα ανοίγματα της οποίας θα αποτελούνται κατ’ αποκλειστικότητα από υαλοπίνακες, σταθερούς και επάλληλα ανοιγόμενους. Η συγκεκριμένη αρχιτεκτονική πρόταση, στα περισσότερα σημεία της Ελλάδας θα απαιτούσε σημαντική ενέργεια για ψύξη κατά τους θερινούς μήνες, όμως με τις συνθήκες προσανατολισμού και κλίματος στη συγκεκριμένο σημείο, οι απαιτήσεις ψύξης ήταν ελάχιστες. Οι μεγάλες επιφάνειες υαλοπινάκων όρισαν τη χρήση ενδοδαπέδιας θέρμανσης για ομοιόμορφη κατανομή της θερμότητας και για την αποφυγή συμπυκνώσεων στους υαλοπίνακες. Λόγω της ανακαίνισης σημαντικού ποσοστού του υφιστάμενου εξωτερικού κελύφους, υπήρχε απαίτηση η συνολική ενεργειακή κλάση μετά τις παρεμβάσεις να είναι Β+. Λόγω των μεγάλων ανοιγμάτων το τελικό διάκενο των υαλοπινάκων αυξήθηκε από 12 mm σε 15 mm, διαμορφώνοντας την τελική δομή των κουφωμάτων αλουμινίου με θερμοδιακοπή και τρίπλεξ υαλοπίνακες 4+4 - 15 - 4 με επίστρωση χαμηλής εκπομπής (low-e), βελτιώνοντας τις ελάχιστα απαιτούμενες θερμομονωτικές ιδιότητες παλαιού και νέου κτιρίου. Αν και υπάρχει υποδομή για τοποθέτηση εσωτερικών υφασμάτινων ρολών για σκίαση και ιδιωτικότητα, οι ιδιοκτήτες επιθυμούσαν το πλαίσιο της θέας να παραμείνει όσο το δυνατόν πιο λιτό με τη μεταλλική κατασκευή να είναι εντελώς εμφανής και από το εσωτερικό.
Η θερμομόνωση της μεταλλικής κατασκευής ήταν επίσης μία μεγάλη πρόκληση. Τα εσωτερικά μεταλλικά στοιχεία έπρεπε να μην έχουν καμία επαφή με τα εξωτερικά, τόσο στις κατακόρυφες, όσο και στις οριζόντιες επιφάνειες. Το τελικό ύψος της άνω στάθμης της νέας κατασκευής, λόγω της χρήσης της ως εξώστη του υφιστάμενου ορόφου, περιόριζε σημαντικά τις διαθέσιμες λύσεις, ενώ η απαίτηση για στατική υποστήριξη της πέργκολας του δώματος από την ισόγεια μεταλλική κατασκευή, χωρίς να στηρίζεται στο υφιστάμενο κτίριο, δημιουργούσε στατικά ζητήματα και θερμογέφυρες σε πολλά σημεία.
Επιλέχθηκε να διαμορφωθούν δύο στατικά ανεξάρτητοι φορείς με ενδιάμεση θερμομόνωση, λύνοντας ταυτόχρονα και το ζήτημα της στατικής υποστήριξης και της θερμομόνωσης. Ως προς τους στατικούς φορείς, ο εξωτερικός υποστηρίζει τις πέργκολες του δώματος και ο εσωτερικός φέρει τη σύμμεικτη πλάκα. Η θερμομόνωση από εξηλασμένη πολυστερίνη έπρεπε να τοποθετηθεί επάνω από τη σύμμεικτη κατασκευή, να γίνει υγροπροστασία και έπειτα να τοποθετηθεί ο σκελετός για το deck, με τρόπο που να αντέχει τις έντονες συστολοδιαστολές. Ουσιαστικά το deck του δώματος μαζί με το σκελετό του αποτελούν πλωτά δάπεδα εξωτερικού χώρου, με διπλή στρώση υγρομόνωσης. Στις κατακόρυφες επιφάνειες μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού υποστυλώματος τοποθετήθηκε πετροβάμβακας.
Εκ του αποτελέσματος η χαμηλή κρέμαση που προσφέρει η μεταλλική κατασκευή ευνοεί την τοποθέτηση πολύ μεγάλων γυάλινων επιφανειών, ενώ οι σύγχρονες λύσεις κουφωμάτων και υαλοπινάκων μπορούν να διασφαλίσουν τις συνθήκες θερμικής άνεσης και την κάλυψη των απαιτούμενων ενεργειακών κλάσεων.

Το κέντρο προσχολικής αγωγής ''Μυστικό Κλειδί'' στην περιοχή Κάτω Νεοχωρόπουλο Ιωαννίνων εκτείνεται σε 5000 m2, από τα όποια τα 500 m2 είναι οι νεόδμητες κτιριακές εγκαταστάσεις με συνολικά 9 δημιουργικές αίθουσες απασχόλησης και τα υπόλοιπα είναι οι εξωτερικοί χώροι με τις παιδικές χαρές για βρέφη και νήπια, γήπεδα μπάσκετ και ποδοσφαίρου, λαχανόκηπος και 2 εξωτερικά κυκλικά θέατρα. Όλη η φιλοσοφία του στηρίζεται στο διεθνές αναγνωρισμένο σύστημα εκπαίδευσης ''Reggio Emilia'', το όποιο δημιουργεί μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα παιδιού, ικανού να συγκροτεί τις δικές του ικανότητες και σκέψεις μέσω της σύνθεσης όλων των εκφραστικών, επικοινωνιακών και γνωστικών ''γλωσσών''.
Concept και κατασκευή έργου
Η ιδέα ξεκίνησε με πρωταγωνιστή το παιδί, το οποίο από τη φύση του πρέπει να περάσει σταδιακά και ομαλά από διάφορες διαδρομές, οι όποιες εκδηλώνονται με τις πολύχρωμες θεματικές αίθουσες-atelier με πρώτο σταθμό τη γέφυρα των ευχών, όπου κάθε παιδί και γονιός αφήνει μια ευχή για την ατομική του εξέλιξη, αλλά και για την κοινωνία γενικώς.
Όλα τα atelier είναι προσεκτικά μελετημένα ανά ηλικία και ενότητα, όπου κάθε επιμέρους κομμάτι τους αποτελείται από ειδικές κατασκευές και συμπεριλαμβάνουν χρωματικές και ογκοπλαστικές λεπτομέρειες, με γνώμονα την ευαίσθητη και αθώα παιδική ψυχή. Κάθε atelier αποτελείται από 4 γωνιές δραστηριοτήτων, σχεδιασμένες εργονομικά, με την πιό χαρακτηριστική από αυτές, τη γωνιά του βιβλίου και της μουσικής, που σε όλα τα atelier ξεχωρίζει με το δέντρο της (διαφορετικό σε κάθε αίθουσα), γύρω και κάτω από το οποίο μαζεύονται τα παιδιά και για πρώτη φορά αφουγκράζονται με το λόγο και τις νότες της μουσικής, αλλά και της φύσης – μια που οι γωνιές αυτές βρίσκονται σε άμεση επαφή με τα μεγάλα ανοίγματα, τα οποία ενοποιούν το εξωτερικό περιβάλλον με τις παιδικές χαρές και τα δέντρα, με το εσωτερικό χώρο και το φυσικό φως ρέει άφθονο όλες τις ώρες της ημέρας. Οι 4 μικροί φεγγίτες πάνω από τα μεγάλα ανοίγματα είναι καλυμμένοι με ειδική διαφώτιστη μεμβράνη στα βασικά χρώματα, οι οποίοι δημιουργούν παραμυθένιες αντανακλάσεις μέσα στο εσωτερικό των atelier και ερεθίζουν τη φαντασία των παιδιών μέσω του παιχνιδιού <σκιάς – φωτός> και ταυτόχρονα διεγείρουν την ικανότητα του παιδιού να αντιλαμβάνεται από πολύ μικρή ηλικία τους όγκους και τις τρεις διαστάσεις των αντικειμένων στον χώρο που το περιβάλλει.
Όλες οι αίθουσες και οι δραστηριότητες καταλήγουν σε μια κεντρική πλατεία στο κέντρο του κτιρίου, η οποία γίνεται αντιληπτή αμέσως μόλις μπει κανείς στο εσωτερικό του. Η λεγόμενη Piazza ''Mandala'' αντιπροσωπεύει τον μικρόκοσμο, στον οποίον πρώτα κοινωνικοποιείται το κάθε παιδί με χαρακτηριστικό της στοιχείο το ειδικά σχεδιασμένο μεγάλο κυκλικό mandala, ένα κράμα από πολύχρωμα γεωμετρικά σχήματα, τα οποία ισορροπούν άψογα μεταξύ τους και εμπνέουν τα παιδιά για πολλά παιχνίδια και συλλογικές συζητήσεις. Η Piazza ''Mandala'' φωτίζεται από μια μεγάλη γυάλινη πυραμίδα, σχηματίζοντας ένα ευρύχωρο αίθριο, όπου η διείσδυση του ουρανού μέσα στο κτίριο είναι έντονη και το φως του ηλίου παίζει ανεπανάληπτα παιχνίδια σε όλη την εσωτερική δομή του. Αυτή η κυρίαρχη επίδραση του έσω και του έξω προσφέρει στα παιδιά τη δυνατότητα από πολύ μικρά να καταλάβουν ότι είναι μέρος ενός κόσμου που αποτελείται από άλλοτε μικρά και άλλοτε πιο μεγάλα σύνολα και η σχέση ''άνθρωπος – φύση'' είναι η βάση για την εξέλιξή τους γενικώς. Ο άξονας αυτός ήταν και η φιλοσοφία της αρχιτεκτονικής άποψης, βάσει της οποίας σχεδιάστηκε και μελετήθηκε το έργο.
Οι όψεις του κτιρίου αποτελούνται από μάσκες με το πλέον οικείο για τα παιδιά σχήμα, του σπιτιού. Κατασκευάστηκαν από μεταλλικές δοκούς σε πυκνά διαστήματα, βαμμένες με διαφορετική γκάμα χρωμάτων, επιτυγχάνοντας έτσι την αίθηση ένος μόνιμου ουράνιου τόξου, σύμβολο της ευτυχίας και της ενέργειας του οράματος. Παρ’όλη την στιβαρότητα της κατασκευής, το αποτέλεσμα είναι τόσο ανάλαφρο, σχεδόν λεπτεπίλεπτο και η διαφορετικότητα των σκιών που ρίχνει κατα την διάρκεια της ημέρας στον περιβάλλοντα χώρο, θυμίζει έργο τέχνης, άλλοτε κυβιστικό και άλλοτε φουτουριστικό.

Μεταλλικές πόρτες
Οι χαλύβδινες πόρτες αποτελούν την πιο διαδεδομένη και αποδοτική επιλογή αεροστεγών θυρών. Συνήθως κατασκευάζονται από ανθεκτικά φύλλα χάλυβα, πλήρωση ηχομονωτικού υλικού και υψηλής ποιότητας σφράγιση.
Στο εμπόριο διατίθενται ολοκληρωμένα συστήματα με ικανοποιητική απόδοση (STC 32 - 38) και υψηλή απόδοση (STC 39 - 48), ενώ για ειδικές περιπτώσεις μπορούν να κατασκευαστούν κατόπιν παραγγελίας ακόμη πιο αποδοτικά συστήματα. Πολλά μοντέλα διαθέτουν προεγκατεστημένους υαλοπίνακες, που επιτρέπουν τη θέαση, χωρίς να μειώνεται η ηχητική απόδοση, ενώ ικανοποιούν και τις προδιαγραφές πυρασφάλειας. Από αισθητική άποψη υπάρχει δυνατότητα επιλογής βαφής και τελικής υφής, όπως και στις κοινές μεταλλικές πόρτες, προσφέροντας μεγάλη σχεδιαστική ελευθερία.
Ξύλινες πόρτες
Οι ηχοπροστετευτικές ξύλινες πόρτες συντίθενται από φύλλα ξύλου (καπλαμά) με ενσωματωμένη μόνωση και χαλύβδινο πλαίσιο επενδυμένο με ξύλο ίδιας εμφάνισης. Ο δείκτης STC κυμαίνεται από 32 έως 45. Από άποψη πυρασφάλειας υπάρχουν συστήματα που μπορούν να καθυστερήσουν την πυρκαγιά έως και 90 λεπτά. Από άποψη αισθητικής οι καπλαμάδες προσφέρονται σχεδόν σε κάθε είδος ξύλου, ενώ διατίθενται και μοντέλα με προεγκατεστημένους υαλοπίνακες.

Νέα σταθερά χωρίσματα
Για την καλύτερη ηχομόνωση μεταξύ εσωτερικών χώρων συνιστάται η χρήση πολυκέλυφων χωρισμάτων, που επιτυγχάνουν πολύ υψηλότερα επίπεδα ηχοπροστασίας σε σχέση με τα μονά. Στις περισσότερες περιπτώσεις αποτελούνται από δύο ή και περισσότερα κελύφη, μη στερεά συνδεδεμένα μεταξύ τους, διαχωρισμένα από μονωτικά υλικά ή/και στρώμα αέρα.
Η γυψοσανίδα αποτελεί το πιο συνηθισμένο υλικό για το διαχωρισμό ενιαίων χώρων. Για να καλυφθούν οι ανάγκες ηχομόνωσης, κυκλοφορούν στο εμπόριο προηγμένα συστήματα γυψοσανίδων, που παρουσιάζουν πολύ βελτιωμένα χαρακτηριστικά σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα, ενώ χάρη στην τυποποίησή τους διευκολύνουν την εγκατάσταση και μειώνουν τις περιπτώσεις αστοχίας.
Πρόκειται για συστήματα δόμησης που αποτελούνται από διπλή γυψοσανίδα με ενδιάμεσο αντικραδασμικό ηχομονωτικό φύλλο και στις δύο όψεις και πλήρωση του διακένου με ηχοαπορροφητικό υλικό.
Η εγκατάστασή τους γίνεται σε ελαστικά κανάλια, ενώ στα σημεία ένωσης μεταξύ των στρωτήρων, των ακραίων ορθοστατών και των περιμετρικών δομικών στοιχείων παρεμβάλλεται αυτοκόλλητη αντικραδασμική λωρίδα. Περιμετρικά κάθε στρώσης γυψοσανίδας διαμορφώνεται αρμός ο οποίος σφραγίζεται με ειδική ηχομονωτική ελαστοπλαστική μαστίχη, ενώ το στοκάρισμα όλων των σημείων της γυψοσανίδας πρέπει να γίνεται με μεγάλη επιμέλεια.
Τα προηγμένα συστήματα ηχομονωτικών γυψοσανίδων είναι δυνατό να ικανοποιήσουν τις ηχητικές απαιτήσεις ακόμη και χώρων με πολύ υψηλές προδιαγραφές, όπως αιθουσών ηχογράφησης, θεάτρων κτλ. Παράλληλα, πρέπει να καλύπτουν τους κανονισμούς θερμομόνωσης και πυρασφάλειας. Στην αγορά κυκλοφορούν προϊόντα, που, πέραν αυτών, ικανοποιούν ειδικές απαιτήσεις σε υγρασία και μηχανικές καταπονήσεις.
Υφιστάμενα σταθερά χωρίσματα
Η βελτίωση της ηχομόνωσης υφιστάμενων χωρισμάτων από οπτοπλινθοδομές συνήθως επιτυγχάνεται με την εφαρμογή δύο στρώσεων γυψοσανίδων, σε απόσταση από το κέλυφος. Συγκεκριμένα, στο υφιστάμενο χώρισμα κατασκευάζεται σύστημα σκελετών με στρωτήρα στο δάπεδο, εδρασμένο σε ελαστική λωρίδα και κατακόρυφο ορθοστάτη, επάνω στον οποίο βιδώνονται δύο φύλλα γυψοσανίδας. Στο διάκενο τοποθετείται ηχομονωτικό υλικό, που αποτρέπει το συντονισμό μεταξύ των δύο κελυφών και αυξάνει την απώλεια της ηχητικής ενέργειας.
Κατά την εγκατάσταση, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται και στη σύνδεση των δύο κελυφών. Η ελαστική σύνδεση επιδρά σημαντικά στην αύξηση της τελικής ηχομονωτικής απόδοσης του χωρίσματος και στην αποφυγή ηχογέφυρας. Αυτό επιτυγχάνεται με ειδικά αντικραδασμικά στηρίγματα, κατασκευασμένα από ελαστικά υλικά σε συνδυασμό με μεταλλικά στοιχεία ή με τη στήριξη των νέων κελυφών με χωριστούς σκελετούς, απομονωμένους από την υφιστάμενη τοιχοποιία. Το κέρδος που προκύπτει από την προσθήκη της νέας επένδυσης είναι της τάξεως των 13 - 15 dB. Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα προϋποθέτει έλεγχο για τη συνεισφορά μετάδοσης του θορύβου και από τα υπόλοιπα δομικά στοιχεία του κτιρίου.

Σε αυτό το κτίριο γραφείων οι open space χώροι εργασίας και οι αίθουσες συσκέψεων διαφορετικών μεγεθών διαχωρίζονται μεταξύ τους από διαφανή χωρίσματα, ενώ ανάμεσά τους διαμορφώνονται και νησίδες τεχνητής φύτευσης – δωμάτια, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως χώρος χαλάρωσης ή ένας πιο ήσυχος, απομονωμένος χώρος ατομικής εργασίας. Τα διαφανή χωρίσματα και οι φυτεύσεις έχουν σκοπό να δημιουργούν θέα και φυγές διαπερατότητας ανάμεσα στους χώρους. Με αυτόν τον τρόπο, οι χώροι είναι διακριτοί αλλά και ταυτόχρονα συνδεδεμένοι σε μια ενιαία σύνθεση.
Φωτογραφίες: Μαριάνα Μπίστη

Το House of Shila δημιουργεί boutique χώρους και δημιουργικά "οικοσυστήματα" με απεριόριστη φαντασία. Το άνοιγμα του δεύτερου χώρου του "Mona" σηματοδοτεί τη συνεχή δέσμευσή του στην τέχνη του ζην. Του έργου ηγείται ο επιχειρηματίας Shai Antebi με έδρα τη Νέα Υόρκη, ο οποίος στην Ελλάδα ένωσε τις δυνάμεις του με τη φωτογράφο και creative director Ευτυχία Στεφανίδη.
Στην καρδιά του κέντρου της Αθήνας, στου Ψυρρή, το "Mona" αντιπροσωπεύει μια νέα εποχή για τα boutique ξενοδοχεία και τους πολυχώρους.
Τοποθετημένο σε ένα οκταώροφο εργοστάσιο της δεκαετίας του 1950 περιλαμβάνει 20 δωμάτια, ένα concept cafe & living room στο ισόγειο και μια αίθουσα στο υπόγειο, που λειτουργεί ως χώρος για μουσικες συγκεντρώσεις και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Στο δώμα αποκλειστικά για μέλη, οι επισκέπτες απολαμβάνουν την ατελείωτη έμπνευση του αθηναϊκού αστικού τοπίου και της Ακρόπολης.
Το "Mona" είναι μια μεγάλη "παιδική χαρά" για ταξιδιώτες, καλλιτέχνες, αναδυόμενες και καθιερωμένες μάρκες, παραγωγές φωτογραφιών και ταινιών και εκδηλώσεις όλων των οραμάτων. Πάνω απ’ όλα είναι ένα περιβάλλον που τρέφει την αφήγηση και το συναίσθημα.
Σχεδιάστηκε με μεγάλο σεβασμό για την αρχιτεκτονική του κτιρίου του '50. Η δομή παραμένει αμετάβλητη, αποκαλύπτοντας 70 χρόνια ιστορίας και δίνοντας έμφαση στη διατήρηση των αυθεντικών χαρακτηριστικών, όπως στην τολμηρή σιδερένια σκάλα, στα μωσαϊκά δάπεδα, στα αυθεντικά μεταλλικά παράθυρα και στη μαρμάρινη πρόσοψη.
Οι βιομηχανικοί και αστικοί τόνοι του πρώην εργοστασίου κλωστοϋφαντουργίας εξισορροπούν αρμονικά το παλαιό με το νέο. Το πέρασμα του χρόνου και η αλλαγή που φέρνει μαζί του είναι ορατά στις εκτεθειμένες στρώσεις των τοίχων, που μοιάζουν με έργα τέχνης. Πολλά από τα φωτιστικά και τα αντικείμενα που συναντά ο επισκέπτης είναι βιώσιμα και δημιουργήθηκαν με υλικά, που βρήκε η ομάδα όταν μπήκε για πρώτη φορά μέσα στο κτίριο. 20 ευρύχωρα δωμάτια ανοιχτής διάταξης προσκαλούν τον επισκέπτη σε έναν κόσμο ακατέργαστης πολυτέλειας. Με ένα άγγιγμα θεατρικότητας, το βιομηχανικό φόντο συνδυάζεται με αυθεντικά έργα τέχνης και ειδικά σχεδιασμένα έπιπλα.
Τα δωμάτια ποικίλλουν από ζεστά, σε αστικά (ορισμένα με αίθρια και μπαλκόνια) ή σε ολόκληρα lofts με ανάκλιντρα και γωνιές για εργασία, ξεκούραση ή ρομαντισμό.
Μια ισορροπία άνεσης και θεατρικότητας χαρακτηρίζει τα μπάνια. Μερικά ξεδιπλώνονται ως ολόκληρα σαλόνια με μαξιλάρια και τραπέζια, προσφέροντας μια αίσθηση ηρεμίας.
Όλα τα δωμάτια φωτίζονται από vintage ειδικά σχεδιασμένο φωτισμό και από τον φυσικό ήλιο. Πολυτελείς μπανιέρες, βαμβακερές κουρτίνες και βελούδινες ταπετσαρίες, εξισορροπούν αρμονικά τα βιομηχανικά μεταλλικά τελειώματα και το εκτεθειμένο σκυρόδεμα.

Κεντρική φωτογραφία: ©Eftihia Stefanidi

Βαδίζοντας προς μια νέα πραγματικότητα, πολλοί σύγχρονοι αρχιτεκτονικοί χώροι, από διδακτικές αίθουσες έως καταστήματα ρούχων εξοπλίζονται με ψηφιακές ευκολίες, που αναβαθμίζουν την εμπειρία των χρηστών και θολώνουν τα όρια μεταξύ ψηφιακού και φυσικού κόσμου.

Ο όρος "phygital" προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων physical και digital και δημιουργήθηκε για να περιγράψει περιβάλλοντα που συνδυάζουν ψηφιακές με φυσικές λειτουργίες. Η διαφήμιση και οι επικοινωνίες ήταν τα πρώτα πεδία, στα οποία εμφανίστηκε ο όρος, αλλά σήμερα η χρήση του έχει επεκταθεί και σε άλλα πεδία, όπως στην αρχιτεκτονική. Με τη δημιουργία "phygital" χώρων οι πραγματικές λειτουργίες εμπλουτίζονται και γίνονται πιο ελκυστικές χάρη στην εξάπλωση του "Διαδικτύου των Πραγμάτων", που επιτρέπει τη συνδεσιμότητα διαφορετικών τεχνολογιών και μεταμορφώνει τα καθημερινά αντικείμενα σε έξυπνες συσκευές. Στο πεδίο της εσωτερικής αρχιτεκτονικής, οι πρώτες εφαρμογές έγιναν σε καταστήματα λιανικής, στα οποία είχε παρατηρηθεί μια σταδιακή παρακμή λόγω του ηλεκτρονικού εμπορίου. Τα "phygital" καταστήματα συνδυάζουν τα θετικά της φυσικής παρουσίας, όπως τη δυνατότητα δοκιμής των προϊόντων και τη βοήθεια από το προσωπικό, με ψηφιακές εφαρμογές, όπως ευκολίες πληρωμής και ψηφιακή καθοδήγηση. Για παράδειγμα, πολλά σουπερμάρκετ προχωρούν στην πιλοτική χρήση ψηφιακών καροτσιών που σαρώνουν τα προϊόντα και επιτρέπουν την πληρωμή χωρίς αναμονή στο ταμείο, ενώ καταστήματα ενδυμάτων εξοπλίζονται με έξυπνους καθρέφτες, που δίνουν συμβουλές και προτείνουν συνδυασμούς. Ένας άλλος τομέας που επωφελείται από τη νέα πραγματικότητα είναι η εκπαίδευση. Οι τάξεις του μέλλοντος θα προωθούν την αλληλεπίδραση των μαθητών με τις ψηφιακές τεχνολογίες και θα επηρεάζουν κάθε πτυχή διδασκαλίας. Οι τοίχοι δεν θα διαχωρίζουν τις τάξεις, αλλά θα παρέχουν την κατάλληλη υποδομή για τη δημιουργία διαδραστικών επιφανειών, αντικαθιστώντας τους πίνακες. Τα θρανία θα εξελιχθούν επίσης σε έξυπνες συσκευές, που θα συνδέουν αμέσως μαθητές με δασκάλους, ενώ τα ολογράμματα θα πρωταγωνιστήσουν στη μετάδοση γνώσεων με πιο βιωματικό τρόπο.

Όλες αυτές οι εξελίξεις θα γεφυρώσουν σταδιακά το χάσμα ανάμεσα στο φυσικό και ψηφιακό κόσμο, προσφέροντας περιβάλλοντα έξυπνα, συνδεδεμένα και συνεπώς προσαρμόσιμα, που αυξάνουν την ικανοποίηση και εκπληρώνουν τις επιθυμίες των χρηστών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ενσωμάτωση των ψηφιακών ευκολιών πρέπει να γίνεται με μέτρο και σύνεση, ώστε να μη θεωρούνται παρεμβατικές ή ενοχλητικές από τους χρήστες.

Ο υπό μελέτη χώρος εντοπίζεται σε τυπικό κτίριο γραφείων, πλησίον της οδού Μιχαλακοπούλου στην περιοχή των Ιλισίων.
Βασικό ζητούμενο του πελάτη ήταν η πλήρης αναμόρφωση της λειτουργικής δομής, όσο και η αισθητικής αναβάθμιση του περιβάλλοντος με στόχο τον επανασχεδιασμό ενός συνόλου ικανού να τονώσει την συνεργατικότητα και να καλύψει τις ανάγκες σε δυναμικό της εταιρίας στα επόμενα χρόνια.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, επαναπροσδιορίστηκε η χωρική οργάνωση των χρήσεων – με στόχο την εξυπηρέτηση του νέου χαρακτήρα των γραφείων. Απόδοση των απαραίτητων μεγεθών σε κάθε ενότητα (περιοχές κίνησης, εργασίας, συναντήσεων, βοηθητικοί χώροι κτλ.), ενοποίηση χρήσεων με βάση τον χαρακτήρα της εταιρείας και βέλτιστη εκμετάλλευση των προσφερόμενων χώρων αποτέλεσαν τις βασικές γραμμές σχεδιασμού. Στον πρώτο όροφο, ο επισκέπτης καλωσορίζεται στον χώρο υποδοχής και αναμονής, οπού προσφέρεται meeting room συναντήσεων. Σε συνέχεια μία καθαρή διαδρομή εισάγει τους εργαζόμενους στον χώρο περνώντας μέσα από τον ανοιχτό χώρο εργασίας (open plan κάτοψη) και τον οδηγεί στους κλειστούς χώρους των executives, του κεντρικού χώρου συναντήσεων όπως και στους χώρους φαγητού και αποθήκευσης.Τα γραφεία σε μορφή open space προσφέρουν μεγαλύτερη αλληλεπίδραση, ανταλλαγή ιδεών και απόψεων, με αποτέλεσμα την προώθηση της συνεργασίας και της καινοτομίας και τη δημιουργία coworking ευκαιριών.
Στα ιδιωτικά γραφεία που χωρίζονται με τζάμια και στα meeting rooms, δεν υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω διαχωρισμού (στόρια ή κουρτίνες), ενισχύοντας κατά αυτόν τον τρόπο τη διαφάνεια και την αμεσότητα και ακολουθώντας την λογική της εταιρείας ότι κανένα meeting δεν γίνεται πίσω από κλειστές κουρτίνες. Έναν όροφο πιο πάνω τοποθετούνται το γραφείο του CEO που συνορεύει με το μεγάλο meeting room καθώς και το γραφείο του προέδρου της εταιρείας.
Με γνώμονα την αισθητική και ποιοτική αναβάθμιση του περιβάλλοντος εργασίας και τη δημιουργία ενός ευχάριστου συνόλου που βελτιώνει τη παραμονή του χρήστη, καλλιεργεί κλίμα ευφορίας και αυξάνει την παραγωγικότητα, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην υλικότητα, το φωτισμό και την επίπλωση.
Στον χώρο υποδοχής και εργασίας έπιπλα σε λιτές γραμμές, βινυλικά δάπεδα σε απόδοση φυσικού δρυός και πράσινα στοιχεία συνθέτουν εικόνες ηρεμίας. Διακοσμητικά στοιχεία – όπως ελαφριά διαχωριστικά (ξύλινες περσίδες), αυτοκόλλητες παραστάσεις, επιδαπέδιες ζαρντινιέρες με χαμηλή φύτευση – λειτουργούν αμφίσημα και δημιουργούν όμορφη ατμόσφαιρα, προβάλλουν την εταιρική ταυτότητα, υποδιαιρούν τις χρήσεις και προσφέρουν την απαραίτητη ηχοαπορρόφηση. Περιμετρικά ερμάρια αλλά και προσωπικά lockers λειτουργούν σαν σημεία αποθήκευσης μειώνοντας σημαντικά την οπτική όχληση στις επιφάνειες εργασίας.
Οι κλειστοί διευθυντικοί χώροι επενδύονται με διακοσμητικά στοιχεία στις κάθετες επιφάνειες (ξύλινα πηχάκια) και εξοπλίζονται με γραφεία συνεδριάσεων για τις καθημερινές συναντήσεις. Γυάλινα διαχωριστικά -semi ή fully transparent- τοποθετούνται ανάλογα με τις απαιτήσεις του κάθε στελέχους σε απομόνωση και ιδιωτικότητα.
Στους χώρους των συνελεύσεων η ένταση ανεβαίνει με την εμφάνιση χρωμάτων στα δάπεδα. Στις μοκέτες αναπτύσσονται ζωηρά κόκκινα και μπλε χρώματα δίνοντας τα ανάλογα ονόματα στο blue και το red meeting room.
Στον χώρο χαλάρωσης ένας επιμήκης πάγκος μπροστά από την πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα επιτρέπει στους εργαζόμενους να γευματίσουν και να συζητήσουν στο διάλλειμα τους. Απέναντι του ένας πράσινος τοίχος αποσκοπεί στην ηρεμία και στην ξεκούραση των παρευρισκόμενων στον χώρο κατά την παραμονή τους σε αυτόν. Ο φωτισμός αλλού έμμεσος και ατμοσφαιρικός (κρυφός γραμμικός) αλλού άμεσος (pl οροφής), σηματοδοτεί τον χώρο δίνοντας του ταυτότητα και επιτρέπει στον χρήστη να δημιουργεί ανά πάσα στιγμή το κλίμα που επιθυμεί.

 

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.