Η κατασκευή του διατηρητέου κτιρίου -έργου τέχνης για την αρχιτεκτονική της Πάτρας- έχει γίνει σε τρεις φάσεις. Η πρώτη τοποθετείται στα τέλη του 1800, η δεύτερη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και η τελευταία φάση, που αφορά και στον μεγαλύτερο όγκο του κτιρίου, έγινε στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Η ολοκλήρωση της τρίτης φάσης απέδωσε στο κτίριο την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του.
Το διατηρητέο ξεχωρίζει για τη θέση του στην πόλη, τη χωροθέτησή του στον ιδιωτικό του κήπο, την υποχώρηση του ως προς την οικοδομική γραμμή στον β´ όροφο για τη δημιουργία βεράντας, τη νότιου προσανατολισμού ταράτσα του και φυσικά την αριστοκρατική του κάτοψη. Ο ισχυρός του χαρακτήρας του κελύφους του δεσπόζει στην πλατεία Αγίου.
Η μετατροπή του σε ξενοδοχείο 5 αστέρων ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να συμβεί, έτσι ώστε αυτό το χαρακτηρισμένο ως έργο τέχνης οικοδόμημα να διατηρηθεί σωστά για τις μελλοντικές γενιές.
Η επέμβαση σε όλο της το εύρος σεβάστηκε το χαρακτήρα του κτιρίου και κύριο σκοπό είχε την αποκατάσταση και όχι την αντικατάσταση των επί μέρους στοιχείων του. Με επιμέλεια και ειδικές τεχνικές αποκαταστάθηκαν όλα τα υπάρχοντα δάπεδα, τα εσωτερικά και εξωτερικά ξύλινα κουφώματα, ο περίτεχνος γύψινος διάκοσμος, οι τοιχογραφίες και η στέγη του. Ο περιβάλλοντας χώρος του κτιρίου διατηρήθηκε ανέπαφος και οι όψεις του αποκαταστάθηκαν με ειδική τεχνική.
Πρόκειται για ένα κέλυφος το οποίο επιτρέπει στο χρήστη να διαβιώσει άνετα σε αυτό χωρίς να κάνει απαραίτητα χρήση του μηχανολογικού του εξοπλισμού. Ειδικότερα, η μορφολογία των εξωτερικών κουφωμάτων με τον ανοιγόμενο φεγγίτη, το πάχος και η πυκνότητα της εξωτερικής λιθοδομής, η κεραμοσκεπή που αναπτύσσεται σε ξεχωριστό επίπεδο και η ογκομετρία του κτιρίου προσφέρουν την απαραίτητη θερμική άνεση, έτσι ώστε ο μηχανολογικός εξοπλισμός να έχει τοποθετηθεί επικουρικά στο κτίριο για να προσφέρει άνεση στο χρήστη τις μέρες με ακραίες διαφορές στη θερμοκρασία.
Όλες οι επεμβάσεις για την επαναφορά του κτιρίου στην αρχική του αίγλη καταγράφηκαν λεπτομερώς και εγκρίθηκαν μια προς μια από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Μεγάλο στοίχημα, το οποίο κερδήθηκε, ήταν η εφαρμογή μιας κεντρικής ιδέας, η οποία θέλει τον επισκέπτη να έχει σαφή εντύπωση των ορίων του παλαιού και του νέου, τόσο σε οικοδομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο χρήσης.
Βασικό ζήτημα επίσης όλης της πρότασης ήταν το πώς να δημιουργηθεί ένα σύνολο, που να γίνεται αντιληπτό πέρα από το άθροισμα των μεμονωμένων συστατικών του.
Η επιτυχία από τη πλευρά του αρχιτέκτονα οφείλεται στο σεβασμό στο υπάρχον ιστορικό κέλυφος και στην ομαλή ενσωμάτωση της νέας χρήσης. Από τη πλευρά του επιχειρηματία στη γενική φιλοσοφία της λειτουργιάς.
Η επίπλωση περιλαμβάνει έπιπλα εξαιρετικής ποιότητας, που σχεδιάστηκαν ξεχωριστά για το κάθε δωμάτιο και επώνυμα φωτιστικά πολύ γνωστών οίκων. Η ιδέα πίσω από το σχεδιασμό των επίπλων και την επιλογή των φωτιστικών έχει αναφορές στην προηγουμένη χρήση του κτιρίου ως κατοικίας. Από το φωτογραφικό υλικό, το οποίο συνέλεξαν οι μελετητές από το αρχείο της Υπηρεσίας Νεότερων Μνημείων στα χρόνια που το κτίριο κατοικούνταν, η επίπλωση είχε αναφορές στις δεκαετίες '30 –'50. Έτσι προέκυψε ο σχεδιασμός της επίπλωσης, με αντικείμενα σχεδιασμένα με επιρροές από το Δανέζικο στυλ, με ζεστούς τόνους ξύλου καρυδιάς και λεπτές καμπύλες, ενώ ο φωτισμός έχει αναφορές σε αντικείμενα του Bauhaus.
Ο σχεδιασμός των λουτρών είναι πρωτότυπος και ακολουθεί χρωματικά τα δωμάτια.
Η επέμβαση έχει σκοπό να διατηρήσει τα στοιχεία "μνήμης" μέσα στο κτίριο. Το υπάρχον ιστορικό κέλυφος, στα σημεία όπου δεν γίνονται παρεμβάσεις, διατηρεί το αρχικό του χρώμα αυτό της μανόλιας, το οποίο επιλέχθηκε μετά από μελέτη ενός τεράστιου φωτογραφικού αρχείου των αρχικών ιδιοκτητών, ενώ οι νέες κατασκευαστικές παρεμβάσεις, όπως για παράδειγμα τα λουτρά, τα νέα χωρίσματα, οι ταμπλάδες, που έχουν χρήση πλάτης για τα κρεβάτια αλλά και οι νέες θύρες, επισημαίνονται με τρία διαφορετικά χρώματα, ένα για κάθε όροφο. Το κριτήριο επιλογής των τριών χρωμάτων συνδέθηκε με το κτίριο και το σημαντικό περιβάλλον του:
"Brick red" για το αρχαίο ρωμαϊκό θέατρο.
"Leaf green" για τον υπέροχο κήπο.
"Dark blue "για την ανάμνηση.
Ιδιαίτερα σημεία του κτιρίου, πέρα από τα συναρπαστικά του νέα δωμάτια και τα υπέροχα διατηρητέα στοιχεία του, αποτελούν το επισκέψιμο πια "roof garden" με θέα σε όλη την πόλη και στο ρωμαϊκό αρχαίο θέατρο, η αίθουσα του πρωινού και ο μεγαλοπρεπής κρυφός του κήπος στο βάθος.

 

Το Η77 είναι μια ιδιωτική κατοικία στους πρόποδες του Υμηττού στη Βούλα, ένα από τα νότια προάστια της Αττικής. Η έντονη τοπογραφία, σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο σχήμα και τη στρατηγική θέση του οικοπέδου, οδήγησαν σε μία εναλλακτική μορφολογικά αρχιτεκτονική, που προκαλεί τα όρια μεταξύ αντίθεσης και προσαρμογής στο τοπίο.
Η αγάπη του αρχιτέκτονα για την ιαπωνική τέχνη αναδίπλωσης χαρτιού origami έδωσε τις βάσεις για την κεντρική ιδέα σχεδιασμού. Έτσι, ως αποτέλεσμα, στη σύνθεση κυριαρχούν αναδιπλούμενες επιφάνειες και αυστηρές ακμές, οι οποίες αλληλεπιδρούν με το βραχώδη περιβάλλοντα χώρο και τη φυσική τοπική βλάστηση. Ο τελικός όγκος δίνει την εντύπωση διαμαντιού, που προσγειώνεται στο φυσικό βράχο. Αν και με την πρώτη ματιά φαίνεται να αντιτίθεται στο τοπίο, το διαμάντι και ο βράχος αλληλοσυμπληρώνονται, χωρίς όμως το ένα να υπερισχύει και να προσβάλλει το άλλο. Ειδικότερα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις το ανάγλυφο υποχωρεί και διαμορφώνεται σε πλάτωμα για να χρησιμοποιηθεί ως υπαίθριος χώρος της κατοικίας, σε άλλες εισχωρεί στο εσωτερικό και μετατρέπεται αβίαστα σε μέρος του κτιρίου και της δομής του.
Επιπλέον, η στέγη ξεχωρίζει στη σύνθεση, καθώς το πρισματικό της σχήμα, χάρη στις αναδιπλώσεις origami, επιτρέπει την εμφάνιση απρόσμενων γεωμετριών στο εσωτερικό της κατοικίας. Σημαντική είναι και η συμμετρία που είναι ιδιαίτερα εμφανής στο εξωτερικό της κατοικίας, η οποία στο πιο "ήπιό" της άκρο βιώνεται όπως μία "αναστροφή" στον όγκο, προσκαλώντας έτσι τους χρήστες να περιηγηθούν και να εξερευνήσουν την κατοικία από διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Η κατοικία προσαρμόζεται στο ανάγλυφο και οργανώνεται σε τέσσερις ορόφους. Το ανώτερο επίπεδο βρίσκεται εντός της στέγης και αποτελεί τη κυρίως υπνοδωμάτιο. Στα δύο ενδιάμεσα επίπεδα βρίσκονται χώροι διημέρευσης και βοηθητικά υπνοδωμάτια, ενώ στο κατώτερο επίπεδο βοηθητικοί χώροι και το πάρκινγκ. Η είσοδος στην κατοικία γίνεται από το δεύτερο επίπεδο.
Βασικός στόχος του γραφείου ήταν ο σχεδιασμός μιας εξωστρεφούς κατοικίας, της οποίας οι χρήστες θα μπορούν να έχουν συνεχώς θεάσεις του Σαρωνικού κόλπου και του Υμηττού. Μιας και το κλίμα της περιοχής είναι αρκετά ευνοϊκό, σχεδιάστηκαν μεγάλα ανοίγματα περιμετρικά της σύνθεσης. Αυτά ολοκληρώνουν τις λευκές αναδιπλούμενες επιφάνειες του διαμαντιού-origami, και προστατεύονται από σύστημα με κινητές αλουμινένιες κουρτίνες ενισχύοντας έτσι το βιοκλιματικό χαρακτήρα του κτιρίου. Οι κουρτίνες αυτές προγραμματίζονται μέσω ενός αυτοματισμού ώστε να επιτρέπουν το σωστό ηλιασμό και παράλληλα την απαραίτητη σκίαση κατά τη διάρκεια της ημέρας, πάντα σύμφωνα με την ώρα και την εποχή του χρόνου.
Σκάλες έχουν τοποθετηθεί σε αρκετά σημεία της κατοικίας έτσι ώστε να εξασφαλιστεί πως όλα τα επίπεδα και οι υπαίθριοι χώροι είναι προσβάσιμοι και συνδεόμενοι. Μια εξωτερική πισίνα βρίσκεται στην πίσω αυλή, όπου υπάρχει η περισσότερη ιδιωτικότητα. Φυτά χαμηλά κι ανθεκτικά, που αντέχουν το τοπικό κλίμα και δένουν με την υφιστάμενη βλάστηση έχουν φυτευτεί περιμετρικά της κατοικίας, ενισχύοντας έτσι τη φυσική χλωρίδα της περιοχής.

 

Στον όγκο του ανελκυστήρα, οριζόντιες και κατακόρυφες χαράξεις με μεταλλικά προφίλ συνθέτουν ένα λιτό γεωμετρικό μοτίβο.
Φωτογραφία: Αθήνα Σούλη

Με αναφορές στο μοντέρνο κίνημα, η είσοδος διαμορφώνεται σε εσοχή, συνδυάζοντας μεταλλικά στοιχεία και μαρμάρινες επενδύσεις.
Φωτογραφία: Αθήνα Σούλη

Οι γωνίες του κτιρίου δημιουργούν διαμπερείς υπαίθριους χώρους κατάλληλους για ολόχρονη χρήση.
Φωτογραφία: Michael Geo Photography

Συστήματα σκίασης με περιστρεφόμενες περσίδες δημιουργούν ένα μεταβαλλόμενο παιχνίδι σκιών.
Φωτογραφίες: Michael Geo Photography

 

Η βεράντα δωματίου στον 8ο όροφο του ONOMA Ηotel με μεταλλικό σκίαστρο και στηθαίο από τζάμι για άπλετη θέα.
Φωτογραφία: Κώστας Ευαγγελίδης

Στο νέο μουσείο του ιδρύματος Β. & Ε. Γουλανδρή προβλέφθηκε μια πρωτοποριακή τεχνική στεγανολεκάνης πολλαπλών στρώσεων. Λόγω των πέντε υπογείων, τα τρία εκ των οποίων προορίζονται για κύρια χρήση, του μεγάλου βάθους εκσκαφής και του υψηλού υδροφόρου ορίζοντα (μόλις στα 2 m) επιλέχθηκε ένα σύστημα με περισσότερες της μιας γραμμής άμυνας. Το συγκεκριμένο σύστημα θα έπρεπε να αποτελεί αξιόπιστη στεγανοποιητική στρώση, να συνιστά αποδοτική ζώνη θερμομόνωσης με μικρό πάχος και να είναι ανθεκτικό στις κρούσεις των συνεργείων σκυροδέτησης, που θα ακολουθούσαν. Το σύστημα περιλάμβανε αποστραγγιστικά φύλλα, μπεντονιτική μεμβράνη και ψεκαστή πολυουρία, ανάμεσα σε δύο στρώσεις ειδικού αφρού πολυουρεθάνης υψηλής πυκνότητας. Μ' αυτόν τον τρόπο, αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία τα δύσκολα σημεία της προσωρινής αντιστήριξης του νεοκλασικού κτίσματος με χαλύβδινο φορέα, ο οποίος μπορούσε να αποξηλωθεί μόνο μετά την κατασκευή του φέροντος οργανισμού από οπλισμένο σκυρόδεμα.

Αρχιτεκτονική μελέτη: Ι. & Α. ΒΙΚΕΛΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Φωτογραφία: ΙΔΡΥΜΑ Β. & Ε. ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ / Χ. ΔΟΥΛΓΕΡΗΣ

IMG 3554 CROPPED

 

ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΕ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ


Η καλή θερμομονωτική ικανότητα του ξύλου, η ποικιλία των διατομών και οι ιδιαίτεροι φυσικοί χρωματισμοί του συνιστούν ένα υλικό υψηλής ποιότητας και αισθητικής τόσο για παραδοσιακές, όσο και για πιο μοντέρνες κατασκευές.

Το κτίριο επί της οδού Γκούρα στην Πλάκα, μερικά μέτρα από την Πύλη του Αδριανού, στεγάζει το "ARCH", έναν ανεξάρτητο, μη κερδοσκοπικό χώρο τέχνης. Πρόκειται για νέα κατασκευή με ισόγειο χώρο και δύο άνωθεν επίπεδα. Το "ARCH" λειτουργεί ως χώρος έκθεσης και, ταυτόχρονα, ως χώρος διαμονής, ακολουθώντας το concept του "residency": βραχύχρονη διαμονή του καλλιτέχνη στο χώρο, η οποία ολοκληρώνεται με την έκθεση των έργων, που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκειά της. Στο ισόγειο υπάρχει εκθεσιακός χώρος διπλού ύψους και μικρός χώρος πωλητηρίου με πρόσβαση στην πίσω αυλή. Στον α’ όροφο βρίσκεται ο χώρος σεμιναρίων με την ανοιχτή στο κοινό βιβλιοθήκη, WC κοινού και χώρος γραφείου. Στον β’ όροφο βρίσκεται ο χώρος διαμονής και εργαστηρίου και η βεράντα με θέα προς το βράχο της Ακρόπολης.
Στο ίδιο σημείο, υπήρχε ένα μη διατηρητέο κτίριο βιοτεχνίας, το οποίο κρίθηκε κατεδαφιστέο από τη μελετητική ομάδα, καθώς είχε υποστεί πολλαπλές φθορές και παρεμβάσεις που είχαν αλλοιώσει τον χαρακτήρα του. Από το παλαιό κτίριο διατηρήθηκε και επανεγκαταστάθηκε στο ίδιο σημείο το σφυρήλατο μεταλλικό κιγκλίδωμα του μικρού εξώστη, που βρίσκεται στον πρώτο όροφο, το οποίο αποτέλεσε αφετηρία σύνθεσης των στοιχείων της νέας πρόσοψης.
Το κτίριο σχεδιάστηκε λαμβάνοντας υπόψιν αφενός τους ρυμοτομικούς περιορισμούς και, αφετέρου, την ομαλή ένταξη του στο αρχιτεκτονικό περιβάλλον της περιοχής της Πλάκας. Με δεδομένο ότι το οικόπεδο, εμβαδού 340 m2, ήταν ελεύθερο μόνο από την οδό Γκούρα, πλάτους 6 m, και ότι έπρεπε να διασφαλιστούν οι κατάλληλες αποστάσεις από τα περιμετρικά κτίρια, το κτίριο σχεδιάστηκε με ενιαία πρόσοψη και πίσω αυλή. Ακολουθώντας τις υποχρεωτικές αποστάσεις, η κάτοψη διαμορφώθηκε σε σχήμα ανάποδου "Τ", σε όλα τα επίπεδα. Το ύψος του κτιρίου είναι το μέγιστο επιτρεπόμενο - 10 m - και συμβάλλει στη διατήρηση του ενιαίου κτιριακού μετώπου του δρόμου, ενώνοντας το "ARCH" με τα γειτονικά του κτίρια. Σε όλες τις ελεύθερες όψεις προβλέφθηκαν μεγάλα ανοίγματα, ώστε το φυσικό φως να εισέρχεται σε όλους τους χώρους, παρά το στενό πλάτος του δρόμου και τον περιορισμένο χώρο της πίσω αυλής.
Επιχειρώντας τη διατήρηση του παρελθόντος της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής και, ταυτόχρονα, την προβολή του στη σύγχρονη πραγματικότητα, στο κτίριο συναντώνται νεοκλασικά και art deco στοιχεία. Εξωτερικά, οι τοίχοι είναι σε μπεζ απόχρωση, ενώ στο εσωτερικό γίνεται εκτεταμένη χρήση διαχρονικών υλικών, όπως μάρμαρο, μωσαϊκό και ξύλο. Βασικοί στόχοι υπήρξαν η συνεχής επικοινωνία του εσωτερικού με το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον της συνοικίας της Πλάκας, σε κατακόρυφο και οριζόντιο επίπεδο, καθώς και η απρόσκοπτη επικοινωνία μεταξύ των εσωτερικών χώρων. Κατακόρυφα παράθυρα και παράλληλα ανοίγματα σε όλο το ύψος του κτιρίου δημιουργούν έναν συνεχή διάλογο και οπτικές φυγές των επί μέρους χώρων και τον περιφερειακών κτιρίων.
Η συμμετρική κύρια όψη, μήκους 22 m, χαρακτηρίζεται από την τετράφυλλη μεταλλική εξώθυρα, η οποία βρίσκεται σε εσοχή, επενδυμένη με μάρμαρο -χαρακτηριστικό που συναντάται σε κτίρια του μοντέρνου κινήματος. Τα δύο κατακόρυφα ανοίγματα στις δύο άκρες διατρέχουν το ισόγειο και τον α’ όροφο. Στον α’ όροφο υπάρχουν ακόμη 5 ανοίγματα, τα τρία εκ των οποίων δίνουν πρόσβαση στον εξώστη. Σε όλα τα ανοίγματα τοποθετήθηκαν μεταλλικά μαύρα κουφώματα με κατακόρυφα και οριζόντια καϊτια ειδικής σχεδίασης, σχηματίζοντας ένα επαναλαμβανόμενο λιτό γεωμετρικό μοτίβο. Ο β’ όροφος βρίσκεται σε εσοχή και δεν διακρίνεται από το δρόμο.
Εισερχόμενοι από την κύρια είσοδο, βρισκόμαστε στο χώρο υποδοχής, που μας οδηγεί στον εκθεσιακό χώρο, στο κλιμακοστάσιο και στο χώρο πωλητηρίου. Ο εκθεσιακός χώρος είναι διπλού ύψους και προσφέρει οπτικές φυγές στον α’ όροφο μέσω σταθερών υαλοστασίων. Οι τοίχοι είναι λευκοί και διακόπτονται μόνο από τα ανοίγματα, ώστε να υπάρχουν ελεύθερες κατακόρυφες επιφάνειες για την τοποθέτηση εικαστικών έργων. Χάρη στο διπλό ύψος, υπάρχει η δυνατότητα έκθεσης έργων μεγάλων διαστάσεων, με ελεύθερη τοποθέτηση στο χώρο ή σε ανάρτηση. Όλο το δάπεδο είναι λευκό μωσαϊκό, εκτός από το χώρο του ανελκυστήρα, στον οποίο υπάρχουν λευκά και μαύρα μαρμάρινα πλακίδια σε γεωμετρικό μοτίβο. Ο κατακόρυφος όγκος του ανελκυστήρα έχει επενδυθεί με ξύλινη επιφάνεια από δρυ η οποία διατρέχεται από μεταλλικά προφίλ διατομής "Π", δημιουργώντας ξανά ένα ορθογωνικό μοτίβο. Η κλίμακα έχει επενδυθεί με μαύρο μάρμαρο, το οποίο ορίζει και το μεταβατικό χώρο μεταξύ του κλιμακοστασίου και των υπολοίπων δωματίων στον α’ και β’ όροφο.
Το κτίριο αποφασίστηκε να ανεγερθεί με μεταλλικό σκελετό, καθώς -λόγω της ιδιαίτερης τοποθεσίας του- το επιτρεπόμενο βάθος εκσκαφής ήταν ιδιαίτερα χαμηλό. Ο σκελετός είναι εμφανής σε λίγα μόνο σημεία: στα κατακόρυφα ανοίγματα του κλιμακοστασίου και στις λεπτές κολώνες στρογγυλής διατομής στον β’ όροφο. Καθώς υπήρχε εξαρχής η ανάγκη σχεδιασμού ενός όσο το δυνατόν λιτότερου χώρου, αποτέλεσε πρόκληση η επιτυχής απόκρυψη όλων των μηχανολογικών εγκαταστάσεων εντός του μεταλλικού σκελετού.
Ο α’ όροφος φιλοξενεί την βιβλιοθήκη του "ARCΗ", σε χώρο που είναι ανοιχτός στο κοινό. Ο α’ όροφος διαφοροποιείται συνειδητά από τη λιτότητα του ισογείου, καθώς ακολουθήθηκε μια περισσότερο κλασική προσέγγιση. Το ξύλινο δάπεδο σε σχέδιο ψαροκόκαλου, τα ξύλινα λευκά εσωτερικά παντζούρια και τα ανοίγματα στην οροφή, που προσφέρουν φως από τη βεράντα του β’ ορόφου, προσθέτουν στο χώρο την αίσθηση οικειότητας. Η ξύλινη βιβλιοθήκη, καθώς και όλες οι εσωτερικές πόρτες, είναι ειδικής κατασκευής. Τα σταθερά υαλοστάσια δίνουν τη δυνατότητα θέασης προς το ισόγειο.
Το κτίριο του "ARCH" διαθέτει σύγχρονες μηχανολογικές εγκαταστάσεις (φωτισμός εκθεσιακού χώρου, ηλεκτροκίνητα ρολά ασφαλείας και ρολά συσκότισης, ενδοδαπέδια θέρμανση, σύστημα κλιματισμού, σύστημα συναγερμού) και, παράλληλα, χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς (ψηλό ξύλινο σοβατεπί, ειδικά σχεδιασμένα φωτιστικά και πόμολα, μεταλλικές λεπτομέρειες, μαρμάρινες επενδύσεις στα WC).
Η λιτότερη πίσω όψη είναι σύγχρονη και εναρμονισμένη με τη λειτουργία του κτιρίου. Μεγάλα κατακόρυφα ανοίγματα, με μεταλλικά μαύρα κουφώματα, διατρέχουν όλο το ύψος. Η αυλή έχει βιομηχανικό δάπεδο, στο οποίο υπάρχουν μικρές φυτεμένες οπές. Ο χτιστός καναπές είναι επενδυμένος με custom κεραμικά πλακάκια από τον εικαστικό Ανδρέα Μελά. Οι δράσεις του "ARCH" μεταφέρονται στον εξωτερικό του χώρο, ο οποίος ορίζεται από το ίδιο και τα γειτονικά του κτίρια.
Επικοινωνία, συμβίωση, αφαιρετικότητα, συγκερασμός, διαφορετικότητα: οι βασικές έννοιες πίσω από τον σχεδιασμό του κτιρίου του "ARCH" αντανακλούν την πολυδιάσταστη λειτουργία του.

 

 

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.