Το παλιό ξενοδοχείο "Ξενία" της Καστοριάς πρόκειται να μετατραπεί σε μουσειακό χώρο για να καλύψει τις ανάγκες του Βυζαντινού Μουσείου της ακριτικής πόλης, το οποίο φιλοξενεί σπάνιες φορητές εικόνες από τον 12ο έως τον 18ο αιώνα. Το ακίνητο παραχωρείται στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού με διάρκεια μίσθωσης τα 40 χρόνια, ενώ σε διάστημα πέντε ετών θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες αποκατάστασής του.
Αυτό το εγχείρημα πρόκειται να αναβαθμίσει την περιοχή, ενώ η απόδοση χώρων 1.600 m2 θα εξυπηρετήσει τις αυξημένες ανάγκες του μουσείου. Οι χώροι του πρώην ξενοδοχείου αποτελούνται από υπόγεια, ισόγειο και έναν όροφο και με τις κατάλληλες μετατροπές θα μπορούσαν να μετατραπούν σε αποθηκευτικούς χώρους της μόνιμης συλλογής του μουσείου και να φιλοξενήσουν περιοδικές εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα ή συνεδριακές εκδηλώσεις.
Το "Ξενία" βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο της πόλης, ήταν ένα από τα πρώτα που κατασκευάστηκαν στην Ελλάδα το 1953 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Χαράλαμπου Σφαέλλου και σε συνεργασία με τη Μαρίκα Ζαγορησίου.
Τα τελευταία 30 χρόνια το ακίνητο είχε αφεθεί στην τύχη του και δεν ήταν λίγες οι φορές που βανδαλίστηκε. Κατά καιρούς είχαν γίνει διάφορες απόπειρες αξιοποίησής του αλλά καμία δεν ευοδώθηκε, ενώ είχε χαρακτηριστεί μνημείο της νεότερης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτόνων (AIA) ανακοίνωσε τους Angela Brooks and Lawrence Scarpa ως νικητές του χρυσού μεταλλίου για το 2022, της υψηλότερης ετήσιας διάκρισης που δίνει το AIA. Η διάκριση δίνεται σε έναν άνθρωπο ή ομάδα ανθρώπων, των οποίων το έργο είχε σημαντική και διαρκή επιρροή στην πρόοδο της αρχιτεκτονικής.
Οι δύο αρχιτέκτονες, έχοντας κοινό υπόβαθρο από μικρές επαρχιακές πόλεις, γνωρίστηκαν στο πανεπιστήμιο της Φλόριντα, έγιναν ζευγάρι και ίδρυσαν έπειτα από χρόνια συνεργασίας το γραφείο τους Pugh + Scarpa το 1991, ένα μικρό γραφείο τριών ατόμων. Η εταιρεία αναπτύχθηκε γρήγορα, τραβώντας την προσοχή για το προσεγμένο, υψηλής αισθητικής έργο και μετονομάστηκε αργότερα στη σημερινή ονομασία Brooks + Scarpa. Μαζί έχουν ιδρύσει σημαντικούς οργανισμούς όπως το "Livable Places", το μουσείο "A+D" στο Λος Άντζελες και το "Affordable Housing Design Leadership Institute".
Εδώ και τρεις δεκαετίες, το έργο τους έχει αναγνωριστεί διεθνώς, με την κοινωνική προσέγγισή τους στη σχεδιαστική αριστεία να οδηγεί στη λήψη του εθνικού αρχιτεκτονικού βραβείου "Smithsonian Cooper Hewitt" το 2014. Η διάκριση επαίνεσε την ικανότητά τους να προσφέρουν οικονομικά προσιτή στέγαση και βιώσιμη αρχιτεκτονική, προς όφελος της κοινωνίας, ανεξάρτητα από τον προϋπολογισμό, το μέγεθος ή το υπόβαθρο.
Φωτογραφίες: BrooksScarpa - FAIA
Η έκθεση των φετινών Ευρωπαϊκών Βραβείων Αρχιτεκτονικής "Mies van der Rohe" άνοιξε τις πόρτες της στο καλλιτεχνικό εργαστήριο "Espai Serrahima - Esklandestino" στη Βαρκελώνη στις 1 Μαΐου με ελεύθερη είσοδο. Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή μέχρι τις 12 Μαΐου, ημέρα της τελετής απονομής των βραβείων, με τα 40 έργα που επιλέχθηκαν, καθώς και με μία περίληψη όλων των 532 υποψηφίων. Την τελευταία μέρα η έκθεση θα είναι ανοιχτή από τις 11:30 έως τις 00:00, ενώ στις 19:30 θα πραγματοποιηθεί εορταστική εκδήλωση.
Τα βραβεία EUmies έχουν ως κύρια αποστολή να αποτελούν μία ανοιχτή πλατφόρμα για συζήτηση, με τη συμμετοχή και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Περισσότερες πληροφορίες μπορεί να βρει κανείς στο: https://miesbcn.com/.
Φωτογραφία: Αριστερά: Town House © Ed Reeve; Δεξιά: La Borda © Lluc Miralles
Πρόκειται για ανακαίνιση κτιρίου γραφείων στην περιοχή του δήμου Θέρμης στη Θεσσαλονίκη. Το κτίριο αποτελείται από δύο επίπεδα και έχει συνολικό εμβαδόν περίπου 300 m2.
Το ισόγειο περιλαμβάνει χώρο υποδοχής, γραφείο γραμματείας, λογιστήριο και χώρους εργασίας, εκθετήριο δειγματισμού προϊόντων της εταιρείας, συνεδριακό χώρο, χώρο αρχείου, κουζίνα και βοηθητικούς χώρους. Το δεύτερο επίπεδο περιλαμβάνει χώρους γραφείων διευθυντών και βοηθητικούς χώρους.
Σκοπός του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού υπήρξε η αισθητική και λειτουργική αναβάθμιση των κτιριακών χώρων σε συνδυασμό με τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών και τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.
Υφές ξύλου, μπετόν και μετάλλου συνθέτουν εναλλαγές όψεων και υλικών. Οι χώροι εργασίας διαχωρίζονται με πετάσματα από γυαλί, προσφέροντας καθαρότητα και ενότητα στο χώρο. Επιπροσθέτως, εξασφαλίζεται οπτική επαφή μεταξύ των εργαζομένων και φως στους κοινόχρηστους διαδρόμους κυκλοφορίας με παράλληλη επιλογή συσκότισης με κατακόρυφες περσίδες. Επιπλέον, χώροι πρασίνου εντάσσονται στο σχεδιασμό, ως επεμβάσεις που εισάγουν στοιχεία της φύσης και βελτιώνουν τις καθημερινές συνθήκες εργασίας. Ο σχεδιασμός της επίπλωσης είναι εξατομικευμένος. Εναλλακτικές πηγές φωτισμού προσφέρουν τον κατάλληλο φωτισμό εργασίας και φωταγωγοί ελαστικής οροφής διευκολύνουν το φωτισμό στους σκοτεινούς χώρους.
Στο κτίριο έχει τοποθετηθεί σύστημα αυτοματισμού KNX, μέσω του οποίου ελέγχεται ο φωτισμός, η θέρμανση - ψύξη, οι ρολοκουρτίνες, ο αερισμός και τα συστήματα ασφαλείας. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ο βέλτιστος έλεγχος της κατανάλωσης ενέργειας και διευκολύνεται η καθημερινή χρήση των συστημάτων.
Οι εξωτερικές όψεις του κτιρίου επενδύονται με σύνθετα πετάσματα αλουμινίου και πλακίδια μεγάλων διαστάσεων. Η περίφραξη του τεμαχίου κατασκευάζεται με εμφανές μπετόν και πετάσματα αλουμινίου σε ειδικό σχεδιασμό.
Το έργο έλαβε το βραβείο German Design Award 2021 στην κατηγορία "Excellent Architecture - Interior Architecture".
Στην περιοχή "Κολωνάκι Λουτρακίου" και πιο συγκεκριμένα μπροστά από το παραλιακό πάρκο και σε οπτική συνέχεια με τον Κορινθιακό Κόλπο, βρίσκεται το "Kolonaki Bar & Resto". Η περιοχή χαρακτηρίζεται από κτίρια του ‘60 & του ‘70 που εκπέμπουν την αισθητική και την αίγλη του Λουτρακίου ως θέρετρο της τότε εποχής.
Η δυνατότητα αύξησης του εμβαδού της σάλας του εστιατορίου κατά 30 m², αλλά και ο στόχος ριζικής ανανέωσης ενός ήδη επιτυχημένου σχεδιαστικά και επιχειρηματικά χώρου, αποτέλεσαν το λόγο ανακαίνισης. Ο χώρος είχε ανακαινιστεί πάλι, από την DEZONE Archi+, το 2013, χρησιμοποιώντας κοινά δεδομένα, αλλά τελείως διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με τα υλικά.
Η σύνθεση της λύσης και η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε, ώστε να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα, απαιτούσε συνδυασμό πολλών υλικών και μεθόδων εφαρμογής. Η τεχνική παλαίωσης, τόσο στους κυρίως χώρους όσο και στους βοηθητικούς, με σύμμεικτα κονιάματα εφαρμοσμένα ελεύθερα και με τεχνική "στένσιλ", δημιούργησε την επιθυμητή μοναδικότητα και απέδωσε μία "vintage" ατμόσφαιρα στο χώρο. Υλικά επένδυσης, που αποδίδουν το μωσαϊκό σε δύο διαφορετικές κλίμακες και χρωματισμούς, στο δάπεδο και στους τοίχους, δημιούργησαν έκρηξη αντιθέσεων, αλλά εναρμονίστηκαν άψογα με τα υπόλοιπα στοιχεία του έργου.
Γραμμές, φόρμες, μοτίβα, τεχνικές και υλικά συνθέτουν ένα χώρο με πολλές αναφορές στο παρελθόν, αλλά με άμεση τοποθέτηση στο σήμερα και τελικό στόχο τη διαχρονικότητα, ένα concept σύνθετο, αφού η ισορροπία προκύπτει από ένα σύνολο με πολλές συνιστώσες.
Το κέλυφος, ως δεδομένο, τροποποιήθηκε κυρίως μέσω των νέων χρωματισμών και διατήρησε στοιχεία, όπως το διάτρητο κεραμικό που πλαισιώνει την πόρτα, στοιχείο ισχυρό που ακολουθεί κοινά δεδομένα επιλογής από την προηγούμενη ανακαίνιση.
Τα διακοσμητικά στοιχεία, τα έπιπλα και τα φωτιστικά παίζουν συμπληρωματικό ρόλο, με απλότητα στο σχεδιασμό, αλλά παράλληλα με αναφορές σε διαφορετικά στιλ.
Σε ένα αστικό περιβάλλον πλαισιωμένο από το βουνό και τη θάλασσα και με αναφορές σε διαφορετικές δεκαετίες, η σύνθεση πολλαπλών στοιχείων αποτελεί πρόκληση και η επιτυχία της προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση.
Το "Rusted Mill house" είναι ένα έργο, που γεννήθηκε από την περιπλάνηση και την αγάπη των ιδιοκτητών του για τη Μάνη και την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της. Το όνειρό τους ήταν να μετατρέψουν αυτό το ερειπωμένο αγροτικό συγκρότημα, που κατασκευάστηκε γύρω στο 1850, σε εξοχική κατοικία.
Το ακίνητο αποτελείται από τρεις ξεχωριστούς, παρακείμενους κτιριακούς όγκους, που βρίσκονται σε διαφορετικά επίπεδα. Η λειτουργική διάταξη των επιμέρους κτιρίων ακολουθεί την παραδοσιακή τυπολογία., με αποθηκευτικούς χώρους και καταφύγιο ζώων στο ισόγειο, το λεγόμενο "κατώι" και την κύρια κατοικία και τους χώρους διημέρευσης στον επάνω όροφο, το "ανώι" χωρίς εσωτερική σύνδεσή τους. Η μοναδική "ανακάλυψη" όμως βρίσκεται στην καρδιά του συγκροτήματος αυτού, όπου συναντάται χώρος παραδοσιακού ελαιοτριβείου με διατηρημένο insitu το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού του. Το "λιοτρίβι" γίνεται το επίκεντρο της συνένωσης των τριών κτιρίων, ενώ για την αποκατάσταση και τη προστασία των μεταλλικών μερών εφαρμόστηκαν οι υποδείξεις του τμήματος συντήρησης του μουσείου Μπενάκη.
Βασική επιδίωξη της αποκατάστασης ήταν να διατηρηθεί μια ισορροπία μεταξύ του αυθεντικού του παρελθόντος και της αντιστοιχίας του με το παρόν για τη δημιουργία μιας συνεκτικής σύνθεσης.
Η κύρια είσοδος ορίζεται στον επάνω όροφο μέσω της εξωτερικής σκάλας. Ο κύριος χώρος διαβίωσης διατηρείται παραδοσιακά στον άνω όροφο και συνδέεται με το ισόγειο μέσω μιας πρόσθετης σκάλας, που οδηγεί στο ελαιοτριβείο.
Όλα τα τοιχώματα αποκαταστάθηκαν στην αρχική τους μορφή, αφαιρώντας στρεβλές επισκευές σκυροδέματος και μεταγενέστερες προσθήκες και χρησιμοποιώντας παραδοσιακά υλικά και τεχνικές αρμολογήματος. Εσωτερικά, χρησιμοποιούνται φυσικά υλικά επιχρισμάτων που ενισχύουν την πλαστικότητα των παραδοσιακών τοίχων, ενώ για την ανακατασκευή της στέγης επαναχρησιμοποιήθηκαν τα πρωτότυπα κεραμίδια.
Για την εξυπηρέτηση των νέων λειτουργικών αναγκών επιλέχτηκαν περιορισμένες και λιτές επεκτάσεις επενδυμένων με οξειδωμένο χάλυβα Cor-Ten, ένα σύγχρονο υλικό που συνεχίζει να "μεγαλώνει" με τη πάροδο του χρόνου, κάνοντας σαφή τη προσαρμογή στο σύγχρονο τρόπο ζωής. Η χρήση χαλύβδινων και γυάλινων επιφανειών διακρίνει τον νέο όγκο από το αρχικό κτίριο, τονίζοντας τις διαφορετικές φάσεις κατασκευής, αλλά και τη συνέχεια στην ανάπτυξη της κατοικίας με την πάροδο του χρόνου.
Η αντιμετώπιση του περιβάλλοντος χώρου βασίστηκε στην ανάδειξη των χαρακτηριστικών μανιάτικων βράχων με φύτευση λουλουδιών και βοτάνων στις φυσικές ρωγμές τους και γραμμικές κλίμακες από πελεκητό σκυρόδεμα ενδιάμεσά τους.
Το έργο τιμήθηκε με ειδική μνεία στα "German Design Award 2021".
Ένα φιλόδοξο νέο έργο με την ονομασία "Hot Heart" και επικεφαλής την αρχιτεκτονική εταιρεία Carlo Ratti Associati (CRA) έχει σκοπό να προσφέρει στο Ελσίνκι μια βιώσιμη πηγή θερμότητας, αποτελώντας ταυτόχρονα και μια ελκυστική τοποθεσία για τους Φινλανδούς, που θέλουν να ξεφύγουν από το σκληρό σκανδιναβικό χειμώνα. Τα σχέδια προβλέπουν μια σειρά από τεχνητά νησιά, που θα αποθηκεύουν θερμική ενέργεια και θα χρησιμοποιούν μέρος αυτής για να δημιουργήσουν έναν τροπικό παράδεισο.
Το "Hot Heart" θα βρίσκεται στα ανοικτά του Ελσίνκι και θα αποτελείται από ένα αρχιπέλαγος 10 τεχνητών νησιών. Καθένα θα έχει διάμετρο 225 m και θα συγκρατεί έως και 10 εκατομμύρια κυβικά μέτρα (m³) νερού. Το σύστημα θα λειτουργεί σαν μια τεράστια "θερμική μπαταρία", έτσι ώστε η ανανεώσιμη ενέργεια χαμηλού ή αρνητικού κόστους να μετατρέπεται σε θερμότητα, να αποθηκεύεται στις δεξαμενές και να αποσύρεται στο κεντρικό δίκτυο κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Η CRA αναφέρει ότι το σύστημα θα λειτουργεί με υπάρχουσες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα προσαρμόζεται, καθώς ο αριθμός των ηλιακών συλλεκτών και των ανεμογεννητριών στη χώρα συνεχίζει να αυξάνεται. Άκρως εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι θα μπορούσε τελικά να παρέχει όλες τις ανάγκες θέρμανσης του Ελσίνκι. Επιπλέον, χάρη σε όλη τη θερμότητα που θα παράγεται, τέσσερα από τα νησιά θα είναι σε θέση να χρησιμεύσουν ως προορισμοί αναψυχής, με εγκατεστημένες πισίνες, τροπικά δάση και οικοσυστήματα από όλο τον κόσμο, προσφέροντας ένα νέο εκπαιδευτικό αξιοθέατο. Κατά το αρχικό σχέδιο θα περικλείονται με ένα διαφανή θόλο και φωτισμό φωτοδιόδων (LED).
Το έργο έχει κερδίσει το διαγωνισμό "Helsinki Energy Challenge" και στοχεύει στην ταχύτερη μετάβαση της φινλανδικής πρωτεύουσας προς την ουδετερότητα άνθρακα στη θέρμανση έως το 2030. Η ιδέα, βέβαια, δεν είναι καινούρια, καθώς στη Δανία υπάρχει ένα σχέδιο για την κατασκευή μιας σειράς νησιών, που θα παρέχουν χώρο αναψυχής και παραγωγή ενέργειας, ενώ το BIG στην Κοπεγχάγη είναι άλλο ένα παράδειγμα συνδυασμού της βιώσιμης παραγωγής ενέργειας με την αναψυχή.
Το έργο "Powered by Ulsteinvik" είναι ένα όραμα για το μέλλον της μικρής πόλης Ulsteinvik στη Νορβηγία. Το έργο, έχοντας ως κεντρική φιλοσοφία τη βιώσιμη ανάπτυξη, επιχειρεί να αξιο¬ποιήσει τους φυσικούς κύκλους της περιοχής και τις μορφές ενέργειας, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα ελκυστικό μέρος για να ζήσει και να εργαστεί κανείς. Το όραμα προτείνει ένα πιο συγκεντρωμένο κέντρο για να σχηματίσει μια σαφή αστική δομή και μια νέα πλατεία πολλαπλών χρήσεων, η οποία "ανοίγει" τον άξονα από τη θάλασσα προς το κτίριο πολιτιστικής κληρονομιάς "Bjørndals Minne", αναδεικνύοντας τις υπάρχουσες ιδιότητές του. Στον πυρήνα του έργου βρίσκεται ένα ενεργειακό και καθ' όλα αποδοτικό σύστημα έξυπνου δικτύου. Οι φωτοβολταϊκές μονάδες με την ονομασία "Smar tPERGOLA" δημιουργούν προστατευμέ¬νους χώρους συνάντησης και ταυτόχρονα παράγουν ενέργεια.
Συγκεκριμένα, η πρόσοψη του νέου κτιρίου του δημαρχείου στον πολυλειτουργικό χώρο "Smar tHUB" αποτελείται από ένα εξωτερικό σύστημα ηλιοπροστασίας από αυτά τα φωτοβολταϊκά πετάσματα, παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια για το τοπικό δίκτυο. Aυτός ο χώρος περιέχει ακόμη έναν επιχειρηματικό κόμβο, μία καφετέρια, καθώς και ένα εργαστήριο καινοτομίας, το οποίο λειτουργεί 24 ώρες το 24-ωρο και είναι διαθέσιμο για ολόκληρη την πόλη.
Στο έργο περιλαμβάνεται και ο εξωτερικός χώρος "Generation Gardens", ο οποίος διαθέτει διάφορες κοινόχρηστες εγκαταστάσεις, όπως νηπιαγωγείο, λέσχη νέων και υπηρεσίες φροντίδας - υγείας, προωθώντας την αλληλεπίδραση μεταξύ των γενεών.
Η γειτονιά "Circular" αποτελεί μία νέα τυπολογία στέγασης με κυκλικό σύστημα και κοινόχρηστες εγκαταστάσεις, που παρέχουν βιώσιμες λύσεις. Τα κτίρια συλλέγουν νερό της βροχής από τις στέγες για χρήση στα διαμερίσματα. Τα χρησιμοποιημένα γκρίζα νερά μεταφέρονται στο κοινό θερμοκήπιο "GrowHouse", παρέχοντας πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά νερό σε πράσινα φυτά και λαχανικά. Το εν λόγω θερμοκήπιο διαθέτει ακόμη μία μεγάλη κουζίνα, στην οποία οι κάτοικοι μπορούν να μαγειρεύουν και να τρώνε μαζί σε διαφόρων ειδών κοινωνικές συγκεντρώσεις.
Η ξύλινη κατασκευή των κτιρίων επιλέχθηκε για τα οφέλη της στην υγεία και στη βιωσιμότητα. Τα προκατασκευασμένα από σταυρωτή επικολλητή ξυλεία CLT (cross laminated timber) κτίρια από επαναλαμβανόμενα στοιχεία είναι αποδοτικά και οικονομικά, ακολουθώντας αρχές πράσινης δόμησης και καμπυλόγραμμης αρχιτεκτονικής. Η έκφραση της πρόσοψης είναι εμπνευσμένη από τον Ολλανδό εικαστικό καλλιτέχνη M.C. Escher, ερευνώντας την έννοια της συμμετρίας μέσω της αρχιτεκτονικής.
Το έργο επιλέχθηκε ανάμεσα σε εκατό περίπου υποψηφιότητες παγκοσμίως ως νικητής της κατηγορίας "Αρχιτεκτονικό μοντέλο" του διαγωνισμού "Architizer A+Awards 2021".