Στην ανακαίνιση της εξοχικής κατοικίας στις Σπέτσες, προκειμένου να μην εμποδίζεται η θέα και ο ηλιασμός, όταν είναι επιθυμητός, κατασκευάστηκε ένα μηχανοκίνητο στέγαστρο με δυνατότητα πλήρους ανάσυρσης και απόκρυψης στο δώμα του κτιρίου. Το συρόμενο στέγαστρο διαθέτει μεμβράνη "καμουφλάζ" για δημιουργία κυματισμών των σκιών πάνω στο δάπεδο.
Φωτογραφία: Μπάμπης Λουιζίδης & Κατερίνα Γληνού, Νίκος Βρατσάνος

Όλοι οι χώροι της κατοικίας στο Τολό απολαμβάνουν την εντυπωσιακή θέα της θάλασσας και του φυσικού τοπίου. Η κατοίκηση του υπαίθριου χώρου απετέλεσε μία εξίσου σημαντική παράμετρο του σχεδιασμού και επιτυγχάνεται μέσω της κατάργησης των ορίων μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, προσφέροντας μια ξεχωριστή εμπειρία κατοίκησης πλήρως προσαρμοσμένη στο μεσογειακό τρόπο ζωής. Μεγάλα συρόμενα ανοίγματα, που καταλαμβάνουν όλο το ύψος των χώρων διημέρευσης – καθιστικό, κουζίνα, τραπεζαρία - αποκαλύπτουν την εντυπωσιακή θέα στη θάλασσα. Ακολουθώντας τις αρχές της μεσογειακής αρχιτεκτονικής, το σπίτι εμπλέκεται σε ένα παιχνίδι φωτός-σκιάς, εσωτερικού-εξωτερικού.
Φωτογράφος: Κωνσταντίνος Θωμόπουλος

Η βασική σχεδιαστική αρχή της ταυτόχρονης αποστασιοποίησης – ενοποίησης σε αυτό το κέντρο ιδιωτικής εκπαίδευσης οργάνωσε τις αίθουσες διδασκαλίας ασύμμετρα ως προς το χώρο αναμονής. Γι’ αυτό το λόγο, η συνθετική δομή διαβάλλεται, με τρόπο που να δημιουργήσει ένα αίθριο, καθιστώντας το κτίριο μια κόγχη στο υφιστάμενο τοπίο. Το σημείο της αυλής αποτελεί το κέντρο της σύνθεσης, γύρω από το οποίο οργανώνονται οι επιμέρους λειτουργικές ενότητες. Στην ουσία, επιτρέπει τη χωρική αποστασιοποίηση της δεύτερης αίθουσας διδασκαλίας από το χώρο αναμονής, επιτρέποντας ωστόσο την οπτική επαφή με αυτόν.
Φωτογραφία: Creative Photo Room, Maria Efthymiou

Βασικός στόχος του σχεδιασμού του ξενοδοχείου ήταν να ενισχύσει την αντίληψη του χρήστη, αναφορικά με το μέγεθος του χώρου. Μέσα από την ογκοπλαστική διάσπαση των κτιριακών μονάδων με τα φυτεμένα δώματα, διαμορφώθηκε μια αρχιτεκτονική "χορογραφία" κλειστών και ημιυπαίθριων χώρων, διασφαλίζοντας άνεση και φυσικό δροσισμό, στοιχεία άμεσα συνυφασμένα με το ελληνικό καλοκαιρινό κλίμα. Μια σειρά από πέτρινες προσθήκες ενισχύει την αίσθηση του χώρου και ενοποιεί το κτιστό με τον περιβάλλοντα χώρο.
Φωτογράφος: Ståle Eriksen

Το κτιριακό συγκρότημα του κολλεγίου εξωτερικά επενδύθηκε τμηματικά με πωρόλιθο τύπου "moca wood" και συνδυάστηκε με στοιχεία HPL σε απόχρωση ξύλου. Τα πετάσματα HPL προσδίδουν την αίσθηση της ξύλινης υφής, δημιουργώντας ρυθμό και πλοκή στο σύνολο των όψεων του κτιρίου.
Φωτογράφος: Γιώργης Γερόλυμπος

ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΕ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ & ΔΟΜΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
Το γεωλογικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε κάθε τύπος λίθου, προδιαγράφει τα χαρακτηριστικά του και τις ιδιότητές του. Στις συνθήκες που ο λίθος αυτός γεννήθηκε και υπάρχει βρίσκεται σε ισορροπία με το περιβάλλον, ενώ ο ρυθμός διάβρωσής του είναι σταθερός. Δεν είναι τυχαίο και ούτε μόνο θέμα κόστους το γεγονός ότι οι περισσότερες κατασκευές σε διάφορες ιστορικές περιόδους έγιναν με τοπικά υλικά. Τα υλικά ήταν δοκιμασμένα στις συνθήκες του τόπου, στον οποίο υπήρχαν. Υπάρχει ο κίνδυνος ένας λίθος να διαβρωθεί με επιταχυνόμενους ρυθμούς, όταν βρεθεί σε ένα διαφορετικό περιβάλλον (π.χ. διαφορετική υγρασία και θερμοκρασία) αφού τόσο η ορυκτολογία του, όσο και φυσικές- μηχανικές ιδιότητές του, όπως το πορώδες και η αντοχή του μπορεί να επηρεαστούν.

 

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
Τα πετάσματα κενού (vacuum insulated panels / VIP) είναι η τεχνολογία αξιοποίησης του κενού σε εφαρμογές θερμομόνωσης. Έχουν τη μορφή ορθογώνιων δομικών πετασμάτων, αποτελούμενα από ένα αεροστεγές κέλυφος, που περιβάλλει ένα άκαμπτο πορώδες υλικό από το οποίο έχει αφαιρεθεί ο αέρας.
Το κέλυφος είναι μια μεμβράνη πάχους 100-200 μm που έχει ως βασικό προορισμό να εξασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνατή αεροστεγανότητα. Επιπλέον, θα πρέπει να έχει μικρή θερμική αγωγιμότητα, ώστε να μην περιορίζει σημαντικά τη θερμομονωτική απόδοση του πετάσματος εξαιτίας του φαινόμενου της θερμογέφυρας που προκαλεί στην περίμετρό του.

 

Το Αεροδρόμιο "Μακεδονία" στη Θεσσαλονίκη αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της Ελλάδας. Λόγω της προβλεπόμενης σημαντικής αύξησης του επιβατικού κοινού έως το έτος 2026, η υφιστάμενη πτέρυγα (με εμβαδό 26.608,57 m2) αναβαθμίζεται και εκσυγχρονίζεται, με παράλληλη ανέγερση νέας πτέρυγας (με εμβαδό επέκτασης 34.071,57m2), η οποία θα συνενωθεί με την υπάρχουσα μέσω δυο πεζογεφυρών στο επίπεδο των αναχωρήσεων, παρέχοντας ενοποιημένη λειτουργία μεταξύ τους.
H αρχιτεκτονική μελέτη έχει λάβει υπόψη τη σύμβαση παραχώρησης του ελληνικού δημοσίου με την Fraport, το εγκεκριμένο master plan του αεροδρομίου Θεσσαλονίκης και την ισχύουσα νομοθεσία.
Ένα υψηλό επίπεδο υπηρεσιών θα προσφέρεται στους επιβάτες, σύμφωνα με το νέο σχεδιασμό του αεροσταθμού, όπως:
· Κεντρικός χώρος ελέγχου της ασφάλειας, σύμφωνα με τις νέες διεθνείς πρακτικές.
· Υπηρεσίες ελέγχου εισιτηρίων και στις δύο πτέρυγες του αεροσταθμού.
· Μείωση αποστάσεων μεταξύ των βασικών λειτουργικών περιοχών και των αλλαγών επιπέδου μέσα στον αεροσταθμό.
· Ευκολία στις προσβάσεις, με μία ξεκάθαρη ροή κίνησης ("back flow") εντός του αεροσταθμού.
· Αυξηση εμπορικών χώρων.
· Εύκολη διασύνδεση του αεροσταθμού με τη δημόσια συγκοινωνία (λεωφορεία).
· Επαρκής χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων πλησίον του αεροσταθμού.

Αρχές σχεδιασμού

Ο σχεδιασμός της νέας πτέρυγας έχει ακολουθήσει τις υφιστάμενες λειτουργικές αρχές, με τις αφίξεις στο επίπεδο 0 και τις αναχωρήσεις στο επίπεδο 1, και έχει σχεδιαστεί ως μία γραμμική συνέχεια του υφιστάμενου κτιρίου με ευθυγραμμισμένους όγκους.
Η νέα πτέρυγα υλοποιείται ως ένα σύγχρονο κτίριο με λιτή, γραμμική φόρμα, διαχρονικό σχεδιασμό και έντονη ταυτότητα, που αποτυπώνεται σε δύο σχεδιαστικές επιλογές: το διαγώνιο κάνναβο του υαλοπετάσματος και την πρισματική μορφή κάλυψης των κλιμακοστασίων των πυλών, που εξέχουν από τη γυάλινη επιφάνεια. Συνδυαστικά, το διαγώνιο υαλοπέτασμα και οι πρισματικοί όγκοι των κλιμακοστασίων δημιουργούν μία ισσοροπημένη και γαλήνια όψη.
Για την ομαλή αισθητική μετάβαση από το υφιστάμενο κτίριο, η νέα πτέρυγα τοποθετείται σε απόσταση 27 m από τον πύργο ελέγχου. Τα δύο κτίρια συνδέονται με δύο συνδετήριους κλειστούς διαδρόμους, έναν από τη μεριά της πόλης ("landside") και έναν από τη μεριά του αεροδιάδρομου ("airside"), που αποτελούν και τις αισθητικές συνδέσεις των δύο κτιρίων. Η αισθητική που επιλέχθηκε για τους δύο συνδετήριους διαδρόμους μεταξύ των κτιρίων, από τις πλευρές "airside" και "landside", φέρει στοιχεία και από τα δύο κτίρια. Τα τριγωνικά σχήματα των ανοιγμάτων των διαδρόμων κάνουν αναφορά στα τρίγωνα, που προκύπτουν από τις βαριές μεταλλικές διατομές στήριξης των στεγάστρων του υφιστάμενου κτιρίου, ενώ η πρισματική τους μορφή κάνει αναφορά στις πρισματικές μορφές "βράχων" των κλιμακοστασίων, που σηματοδοτούν τις πύλες του νέου κτιρίου.
Τα μεγάλα μεταλλικά στέγαστρα επαναλαμβάνονται προς την πλευρά του αεροδιάδρομου, προσφέροντας προστασία από τις καιρικές συνθήκες στις εισόδους του αεροσταθμού, καθώς δηλώνουν τη θέση τους και επαναλαμβάνουν το μοτίβο των στεγάστρων του υφιστάμενου. Στο ίδιο πλαίσιο, επιδιώχθηκε και η συνάφεια της χρωματικής παλέτας των δύο προσόψεων.
Το νέο κτίριο έχει μορφή "Γ" σε αμβλεία γωνία. Παρόλο που το υαλοστάσιο κατασκευάζεται από ευθύγραμμα τμήματα υαλοστασίων, στην αλλαγή φοράς του κτιρίου, δίνεται η εντύπωση της καμπύλης μορφολογίας. Για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος, τα υαλοστάσια τοποθετούνται σε τεθλασμένη γραμμή, όπου η αλλαγή φοράς επιτυγχάνεται στο συνδετήριο κόμβο τoυς.
Το νέο κτίριο διαμορφώνεται μέσω μίας λειτουργικής πρόσοψης με μικρές απαιτήσεις συντήρησης, η οποία αναπτύσσεται γύρω από λειτουργικούς ορόφους. Η πρόσοψη αποτελείται από υαλοπέτασμα, το οποίο φθείρεται δύσκολα και καθαρίζει εύκολα, ενώ ο έλεγχος της ηλιακής ακτινοβολίας πραγματοποιείται με μόνιμα μέσα, τα οποία δεν απαιτούν συντήρηση. Ταυτόχρονα, η περιβαλλοντική προσέγγιση του νέου κτιρίου μειώνει το λειτουργικό κόστος, καθώς το υαλοπέτασμα έχει θερμοδιακοπή και οι υαλοπίνακες διαθέτουν κεραμική μεταξωτυπία εσωτερικά, στοιχείο που εμποδίζει την ηλιακή ακτινοβολία να εισέλθει στο εσωτερικό.

Σύμμεικτη κατασκευή

Το κέλυφος της νέας πτέρυγας αποτελεί μια σύμμεικτη κατασκευή οπλισμένου σκυροδέματος και μεταλλικής επιστέγασης και συγκεντρώνει πολλές και σημαντικές σύγχρονες τεχνολογίες κατασκευής, καθώς και προηγμένα οικοδομικά υλικά, εναρμονισμένα με τις αυστηρές προδιαγραφές του έργου.
Η θεμελίωση του καινούργιου κτιρίου, λόγω της σχετικά κακής ποιότητας του εδάφους, έγινε μέσω εκτεταμένης πασσαλόπηξης, περί των 900 πασσάλων, με διάμετρο D=1.20 ή D=1.00 (m), σε βάθος τουλάχιστον 31-35 (m).
Η ανωδομή από οπλισμένο σκυρόδεμα χωρίστηκε για το σύνολο της γραμμικής επέκτασης των 290 m, σε 4 τμήματα, στατικά ανεξάρτητα άνωθεν της θεμελίωσης, με ονομασίες A, Β, C και D. Οι παράπλευρες κατασκευές στα κτίρια C και D, ονομάστηκαν Ε και F, αντίστοιχα. Με τον τρόπο αυτό, 6 ανεξάρτητα τμήματα συνθέτουν τη νέα πτέρυγα, με ενοποιημένη αρχιτεκτονική λειτουργία. Ο διαχωρισμός της πτέρυγας, σε επιμέρους αυτοτελή στατικά κτίρια, κρίθηκε απαραίτητος, λόγω του σχετικά μεγάλου μήκους της γραμμικής επέκτασης, προκειμένου να ανακουφιστούν οι εντάσεις των θερμοκρασιακών μεταβολών.
Η οροφή είναι μεταλλική. Τα διαδοχικά μεταλλικά πλαίσια τοποθετήθηκαν σε αποστάσεις των 9,60 m στην περιοχή των κτιρίων C και D και σε αποστάσεις των 12 m στην περιοχή του κτιρίου Α. Τα κύρια πλαίσια διαμόρφωσης της μεταλλικής οροφής είναι τοξωτά και εξασφαλίζονται πλευρικά μέσω των τεγίδων και των οριζόντιων συνδέσμων δυσκαμψίας.
H σύνδεση των τόξων με το σκελετό από οπλισμένο σκυρόδεμα έγινε με τους εξής τρόπους:
· Στο μέσον των φορέων, τα τόξα στηρίζονται σε σταθερού τύπου στηρίξεις επί υποστυλωμάτων από οπλισμένο σκυρόδεμα.
· Πλησιάζοντας προς τα άκρα των τόξων, τα τόξα στηρίζονται είτε στα μεταλλικά υποστυλώματα τύπου "V", που επαναλαμβάνονται ανά συγκεκριμένες αποστάσεις, είτε επί των χωροδικτυωμάτων, τα οποία μορφώνονται μεταξύ τους.
· Στις ακραίες θέσεις των τόξων, στην περίμετρο των κτιρίων, τα τόξα συνδέονται στα υποστυλώματα ή στις δοκούς του κτιρίου μέσω κατάλληλων διατάξεων, που επιτρέπουν την ολίσθηση του τόξου κατά τη διαμήκη διεύθυνσή του. Με τον τρόπο αυτό μηδενίζονται οι εντάσεις, που θα αναπτύσσονταν από τα τόξα στο φορέα του κτιρίου. Η διαμόρφωση της κύλισης επιτυγχάνεται με τη χρήση στρώσης teflon και κατάλληλων stoppers για τη συγκράτηση των τόξων.
Τα μεταλλικά υποστυλώματα τύπου "V" συνδέθηκαν αρθρωτά επί των υποστυλωμάτων των κτιρίων. Για την υλοποίηση των αρθρώσεων προβλέφθηκε η χρήση σταθερών εφεδράνων σημειακού φορτίου (τύπου "pot bearings"). Η βιομηχανοποίηση όλων των σύνθετων μεταλλικών κατασκευών του φέροντα οργανισμού και των βράχων (μεταλλικοί σκελετοί στήριξης στα κλιμακοστάσια εξόδων) έχει γίνει από το εργοστάσιο μεταλλικών κατασκευών της "ΙΝΤRΑΚΑΤ".

 

Eπενδύσεις

Μεταλλική επιστέγαση – σύστημα ορθής ραφής. Η επιστέγαση του μεταλλικού φορέα της οροφής έγινε με μεταλλικά φύλλα σε επικάλυψη ορθής ραφής, τύπου KAL-ZIP, πάχους 1 mm, σύμφωνα με την ακουστική και τη μελέτη ΚΕΝΑΚ του έργου. Για τη διαστρωμάτωση τοποθετήθηκε τραπεζοειδής διάτρητη λαμαρίνα ύψους 10 cm, τύπου SYMDECK, επάνω από το μεταλλικό φορέα. Εσωτερικά στις πτυχώσεις τοποθετήθηκε υαλοΰφασμα και μόνωση πετροβάμβακα, πυκνότητας 40 Kgr/m3, γεμίζοντας τον κώνο της τραπεζοειδούς. Επί της λαμαρίνας τοποθετήθηκε γαλβανισμένο χαλυβδοέλασμα πάχους 1 mm και επ΄αυτού φράγμα υδρατμών 400 gr/m2, πριν την τοποθέτηση μίας άνθυγρης και μίας κοινής γυψοσανίδας των 12,5 mm, έκαστη. Επάνω στις γυψοσανίδες τοποθετήθηκε γαλβανισμένη διατομή "Ω" πάχους 60 mm, η οποία βιδώθηκε στην τραπεζοειδή λαμαρίνα. Επί της διατομής βιδώθηκε η επικάλυψη του συστήματος ορθής ραφής. Στο χώρο μεταξύ των τεγίδων και της επικάλυψης τοποθετήθηκε μόνωση πετροβάμβακα σε δύο στρώσεις, μία πάχους 60 mm και πυκνότητας 40 Kgr/m3 και μία πάχους 10 cm, συμπυκνωμένου στα 8 cm, και πυκνότητας 40 Kgr/m3. Ενδιάμεσα σε αυτές τις μονώσεις, τοποθετήθηκαν δύο στρώσεις βισκοελαστικής μεμβράνης, έκαστη πάχους 2,5 mm των 5Kgr/m2, με αλληλοεπικαλυπτόμενους αρμούς.
Το σύνολο της οροφής διακόπτεται σημειακά, από επιμήκη ανοίγματα εξαερισμού, με διαστάσεις περίπου 130 m και πλάτος 2,50 m, ενώ υπάρχουν και πέντε μικρότερα επάνω από τα CIP Lounges του τελευταίου ορόφου, διαστάσεων 3,0×2,5 (m) το καθένα. Τα ανοίγματα είναι στεγασμένα με την ίδια επικάλυψη ορθής ραφής, όπως και το υπόλοιπο κτίριο. Τα περισσότερα χωρίζονται εσωτερικά σε δύο τμήματα, με τσιμεντοσανίδα, για την εισαγωγή και την απαγωγή του αέρα αντίστοιχα, ενώ άλλα είναι ενιαία . Η στέγαση των ανοιγμάτων επικαλύπτει το άνοιγμα από 50 έως 75 (cm) σε κάθε πλευρά. Περιμετρικά, τα ανοίγματα που έχουν ύψος 80 cm κλείνουν με περσίδες γαλβανισμένες, βαμμένες, πλάτους 8 cm και εσωτερικά τοποθετείται γαλβανισμένη σίτα υψηλής αντοχής.

Διαγώνιο εξωτερικό υαλοπέτασμα όψης. Η σύμμεικτη κατασκευή του νέου κτιρίου φέρει μεταλλικό σκελετό στήριξης στην εξωτερική παρειά, με κοιλοδοκούς 140×140×8 σε διαγώνιο κάναβο, στηρίζοντας το εκτεταμένο διαγώνιο υαλοπέτασμα των όψεων αλλά και τα διαγώνια διάτρητα φύλλα αλουμινίου, πάχους 2 mm, του επιπέδου 0, τα οποία τοποθετούνται σημειακά στον ημιυπαίθριο χώρο, όπου κινούνται τα trolleys των αποσκευών.
Το διαγώνιο υαλοπέτασμα κατασκευάστηκε με εμφανή σκελετό αλουμινίου, ο οποίος ακολουθεί τη γεωμετρία του σκελετού στήριξης, και κρύσταλλα θερμομονωτικά και ηχομονωτικά, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις του έργου για ηχομείωση. Ανάμεσα στα διπλά κρύσταλλα, τοποθετήθηκε ειδική μεταξοτυπία, που προσομοιάζει σε σχέδιο τη διάτρηση των πετασμάτων αλουμινίου στο επίπεδο 0.
Η σημαντικότερη δυσκολία στην εφαρμογή του υαλοπετάσματος εντοπίστηκε στο καμπύλο τμήμα της κάτοψης. Η επίλυση επιτεύχθηκε με τοποθέτηση των τμημάτων των υαλοστασίων στους συνδετήριους κόμβους τους σε τεθλασμένη θέση, ώστε να προκύψει η ακτίνα καμπυλότητας του σχεδιασμού. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκαν δοκιμές με δείγματα επί τόπου στο έργο, ώστε να βρεθεί η επιθυμητή χρωματική όψη των κρυστάλλων, σε συνδυασμό με το βαθμό διάτρησης της μεταξοτυπίας και των διάτρητων φύλλων αλουμινίου.

Επένδυση πλάγιων όψεων με etalbond. Στις δύο πλαϊνές όψεις, στους τερματικούς τοίχους του νέου κτιρίου, κατασκευασμένους ως επί το πλείστον από τσιμεντοσανίδα, τοποθετείται επένδυση με σύνθετα φύλλα αλουμινίου, τύπου etalbond σε σχήματα τραπεζίων, διαφορετικών αποχρώσεων. Σημειακά, η επένδυση θα φέρει σκοτίες πλάτους 25 mm.

Eπένδυση συνδετήριων γεφυρών. Το υφιστάμενο κτίριο θα συνδεθεί με το νέο, μέσω δύο μεταλλικών πεζογεφυρών, στο επίπεδο 1. Η τοιχοποιία των συνδετήριων γεφυρών κατασκευάζεται από διπλή τσιμεντοσανίδα εξωτερικά και διπλή γυψοσανίδα εσωτερικά, με μόνωση πλακών εξηλασμένης πολυστερίνης εσωτερικά, πάχους 2 cm.
Η επικάλυψη της στέγης των δυο γεφυρών είναι όμοια με τη μεταλλική επικάλυψη της στέγης του κτιρίου, ακολουθώντας το σύστημα ορθής ραφής, τύπου KAL-ZIP και πάχους 1 mm, ενώ πλευρικά οι δύο πεζογέφυρες επενδύονται με συνδυασμό πετασμάτων etalbond, όπως οι δυο τερματικοί τοίχοι, και "honeycomb", όπως τα κλιμακοστάσια των εξόδων.
Σημειακά, οι επένδυσεις στις γέφυρες διακόπτονται από σταθερά κουφώματα αλουμινίου σε τριγωνικά σχήματα, ώστε να παρέχεται ο απαραίτητος φυσικός φωτισμός και η οπτική προς το εξωτερικό περιβάλλον, κατά την κίνηση των επισκεπτών από και προς το νέο κτίριο.

Μεταλλικές επενδύσεις στα κλιμακοστάσια εξόδων ("βράχοι"). Τα κλιμακοστάσια των εξόδων αναχωρήσεων και των κλιμακοστασίων διαφυγής, καλύπτονται μερικώς από μία πρισματική μορφή, κατασκευασμένη από πετάσματα κυψελοειδούς πυρήνα με τσιμεντοειδή επικάλυψη, τύπου "honeycomb". Τα πετάσματα έχουν μέγιστη διάσταση 6 m και στηρίζονται σε σύστημα γαλβανισμένων κοιλοδοκών, που ακολουθεί τη γεωμετρία του βράχου. Σε καμία περίπτωση η επένδυση δεν παραβιάζει το απαιτούμενο ελεύθερο ύψος 2,20 m, σύμφωνα με τον κτιριοδομικό κανονισμό.

 

Το κτίριο αποτελεί μια σύνθεση από παλαιά και νέα τμήματα, τα οποία αποδίδουν πλέον ένα ενιαίο σύνολο με νέα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Σύγχρονες ιδιότητες αστικής οργάνωσης, βιοκλιματικού σχεδιασμού και αισθητικής των τελειωμάτων ορίζουν το σύνολο.
Η "απόσυρση" του τμήματος του κτιρίου αμέσως μετά την οικοδομική γραμμή της Αποστολοπούλου απέδωσε μια σημαντική "πλατεία" - είσοδο στο κτίριο και αναπνοή στην πόλη. Η ένταξη του κτιρίου στο διαμπερές οικόπεδο επιτυγχάνεται με την "πλατεία" - είσοδο από την οδό Αποστολοπούλου και με μια άλλη αντίστοιχη από την οδό Αδριανείου. Στον υφιστάμενο όγκο τεσσάρων ορόφων από οπλισμένο σκυρόδεμα προστίθεται κατ’ επέκταση στο βορειοδυτικό του άκρο νέος διώροφος όγκος από μεταλλικό φέροντα οργανισμό και στο νοτιανατολικό άκρο νέα ισόγεια πτέρυγα με μεταλλικό φέροντα οργανισμό, η οποία καλύπτεται από φυτεμένο δώμα και σαν τέτοια καθίσταται μέρος των διαμορφώσεων του περιβάλλοντος χώρου. Πέρα από τις ράμπες πρόσβασης στους χώρους στάθμευσης των υπογείων όλο το υπόλοιπο ισόγειο φυτεύεται. Ακόμη και οι πλάκες που οδηγούν στις εισόδους του κτιρίου από τις δυο οδούς αντιμετωπίζονται ως "ειρημένες" επί του πρασίνου. Μεγάλες επιφάνειες πρασίνου διαμορφώνονται καθ’ ύψος και ορίζουν διαφορετικές υψομετρικές σχέσεις στις όψεις του κτιρίου. Το παιχνίδι αυτό δομείται χιαστί και στην κάτοψη του περιβάλλοντος χώρου αποδίδοντας το σχήμα της πεταλούδας, που εντέλει ονοματίζει το κτίριο.
Οι νέες πτέρυγες ενοποιούνται λειτουργικά με το υφιστάμενο κτίριο. Η είσοδος τοποθετείται κεντρικά στο μέσον του κύριου όγκου και είναι διαμπερής, έτσι ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση και από την οδό Αποστολοπούλου και από την οδό Αδριανείου. Τα κλιμακοστάσια του υφιστάμενου όγκου διατηρούνται και προστίθεται και ένα τρίτο στην προσθήκη της δυτικής πτέρυγας.
Τα τέσσερα υπόγεια στάθμευσης διατηρούνται στη σημερινή τους μορφή και η πρόσβασή τους γίνεται από αντιδιαμετρικές ράμπες σε αμφότερα τα πρόσωπα του οικοπέδου.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ
Το κτίριο εδράζεται σε δυο ζώνες πρασίνου, που κλιμακώνονται από τα όρια του οικοπέδου έως το ύψος του ισογείου. Αυτές οι δύο ζώνες ορίζουν έναν υπαίθριο διάδρομο πρόσβασης, ο οποίος οδηγεί στην είσοδο των γραφείων, που βρίσκεται στο μέσον του κτιρίου. Αυτή η διαμόρφωση πετυχαίνει να καλύψει τμήμα του ισογείου, μειώνοντας την οπτική εντύπωση του ύψους του κτιρίου. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξισορροπείται η προσθήκη του ορόφου που αυξάνει το μέγιστο ύψος του κτιρίου, το οποίο πλέον δεν γίνεται αντιληπτό παρά μόνο όταν κανείς βρίσκεται αξονικά ή σχεδόν αξονικά στο οικόπεδο. Ταυτόχρονα, επιτυγχάνεται η διαμπερότητα του οικοπέδου, αντισταθμίζοντας την τοποθέτηση του κύριου όγκου του κτιρίου, που βρίσκεται κάθετα με την κίνηση πρόσβασης σε αυτό.
Οι είσοδοι του κτιρίου δείχνουν να απορροφούν τις επιφάνειες των σκληρών βατών δαπέδων, που με το σφηνοειδές τους σχήμα εισχωρούν σε αυτές. Οι σκληρές επιφάνειες των δαπέδων περιβάλλονται με φυτεύσεις, οι οποίες επεκτείνονται και πάνω στα δώματα των υπογείων, αλλά και των υπόλοιπων πτυχώσεων των επιπέδων, που σβήνουν ως την οδό Αποστολοπούλου. Από την άλλη πλευρά, στην οδό Αδριανείου, η πρόσβαση επιβάλλει τη δημιουργία αναβαθμών.
Και στα δυο τμήματα του ακαλύπτου, ως αρχή, υπάρχει η αντιπαράθεση δυο βασικών ποιοτήτων. Του πρασίνου και του αδρού οπλισμένου σκυροδέματος, είτε με τη μορφή των βατών δαπέδων, είτε με τη μορφή των ανεπίχριστων τοιχίων. Σ΄ αυτή τη λογική εντάσσεται και η ζώνη των τοίχων του ισογείου, οι οποίοι επενδύονται με πανέλα σκυροδέματος, προβάλλοντας ως συνέχεια των πτυχώσεων των διαμορφώσεων του περιβάλλοντος χώρου.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΕΛΥΦΟΥΣ
Το κέλυφος του κτιρίου αποτελείται από ένα σύστημα υαλοστασίου, το οποίο αναρτάται εξωτερικά και σε επαφή με το φέροντα οργανισμό του κτιρίου. Το υαλοστάσιο είναι πλήρως μονωμένο στα τμήματα όπου καλύπτει τις κολώνες και τα δοκάρια του κτιρίου.
Τα κρύσταλλα του υαλοστασίου είναι τριπλά και ενεργειακά, ώστε ο συντελεστής U να είναι ο χαμηλότερος δυνατός. Επιπλέον, σε απόσταση 80 cm από το υαλοστάσιο, βρίσκεται άλλο ένα πέτασμα σκίασης του υαλοστασίου, το οποίο διαχειρίζεται την πρόσπτωση των ηλιακών ακτίνων, χωρίς ταυτόχρονα να εμποδίζει τη θέαση του εξωτερικού περιβάλλοντος από το εσωτερικό.
Η κατασκευή του αποτελείται από μια μεταλλική υποδομή, που εξέχει με τη μορφή προβόλου από τον όγκο του κτιρίου. Η μεταλλική αυτή κατασκευή υποδέχεται έναν περιμετρικό διάδρομο επίσκεψης-συντήρησης από γραδελάδα και μια ζώνη μεταλλικών ζαρντινιέρων, που έρχονται σε επαφή με το γυάλινο κέλυφος. Το επίπεδο της γραδελάδας και των ζαρντινιέρων, είναι το ίδιο με την τελική στάθμη του δαπέδου των γραφείων, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η αίσθηση συνέχειας του εσωτερικού χώρου με τον εξωτερικό και εντάσσοντας με αυτόν τον τρόπο τη φύτευση στα στοιχεία εμπλουτισμού του εσωτερικού χώρου.
Αγάπανθοι, δεντρολίβανα και στίπες αναδύονται από το μεταλλικό δάπεδο του προβόλου και μια σειρά κάθετων, ειδικά σχεδιασμένων περσίδων από αλουμίνιο σκιάζουν το κτίριο σε επιλεγμένες περιοχές και το προστατεύουν από την ηλιακή ακτινοβολία τις πρωινές και απογευματινές ώρες. Τα στοιχεία αυτά αναπτύσσονται ως μια κυματιστή ακολουθία, που πυκνώνει και αραιώνει ανάλογα με τις ανάγκες σκίασης που προκύπτουν από την πορεία του ήλιου. Έτσι παίρνουν τη μορφή ενός κελύφους στοιχείων, που ανασηκώνονται-"αναριγούν" ανταποκρινόμενα στις συνθήκες του περιβάλλοντος.
Τα κατακόρυφα αυτά στοιχεία και οι οριζόντιες ζώνες των ορόφων, αποτελούν τα ελάχιστα αρχιτεκτονικά υλικά μιας αυστηρής, λιτής σύνθεσης των όψεων του κτιρίου, που μεταβάλλονται συνεχώς με το φως της ημέρας.
Τα κουφώματα καταλαμβάνουν όλο το διαθέσιμο ύψος των ανοιγμάτων καθώς και ο κάναβος του υαλοπετάσματος ταυτίζεται επίσης σε κατακόρυφη και οριζόντια διάταξη, με τα στοιχεία του εξωτερικού κελύφους. Τέλος, οι πλήρεις επιφάνειες των όψεων επενδύονται με φύλλα αλουμινίου σε γκρι ανοιχτή απόχρωση.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΔΙΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΛΙΚΑ
Οι κύριοι χώροι των γραφείων είναι ενιαίοι ή διαχωρισμένοι ανάλογα με τις απαιτήσεις του χρήστη. Η συνθήκη αυτή απαιτεί τη μέγιστη ευελιξία στη χρήση των υλικών, αλλά και στις μεθόδους μηχανολογικής υποστήριξης των χώρων. Αρχική παραδοχή για την εξυπηρέτηση της προαναφερόμενης συνθήκης αποτελεί η αυτονομία του κλιματισμού, καθώς και η δυνατότητα παροχής ισχυρών και ασθενών ρευμάτων σε κάθε δυνατό σημείο. Η αυτονομία του κλιματισμού επιτυγχάνεται με σύστημα VRV, του οποίου οι εσωτερικές μονάδες βρίσκονται μεταξύ πανέλων ψευδοροφής και οροφής και λειτουργούν με γραμμικά στόμια προσαγωγής και απαγωγής ανά ένα κάναβο υποστυλωμάτων, με δυνατότητα διάταξης δύο χώρων γραφείων ανά κάναβο. Ανά όροφο και σε δύο διακριτά διαμερίσματα χωρίζεται και το σύστημα παροχής νωπού αέρα, το οποίο διαχειρίζονται μονάδες αερισμού - εναλλάκτες θερμότητας τύπου VAM.
Η διαμόρφωση των δαπέδων ως υπερυψωμένα αναλαμβάνουν να ικανοποιούν τις ανωτέρω συνθήκες για τα ηλεκτρικά δίκτυα. Η επιφάνεια του δαπέδου αποτελείται από πλακίδια μοκέτας ώστε να εξασφαλίζεται σημαντικό τμήμα της απαιτούμενης ηχοαπορρόφησης.
Οι οροφές είναι ανοικτού τύπου με σκούρο χρώμα με εμφανείς τις, επίσης σκουρόχρωμες, μηχανολογικές εγκαταστάσεις, οι οποίες με τον τρόπο αυτό είναι άμεσα επισκέψιμες. Σε σημαντικά σημεία της κάτοψης και σε ποσοστό περίπου στο 65%-75% οι ψευδοροφές που αναρτώνται από την οροφή αποτελούνται από ηχοαπορροφητικά πανέλα PET, ανακυκλωμένου πλαστικού, σε υφή τσόχας και σε διάφορους χρωματισμούς.
Τα διαχωριστικά είναι χωρίς εμφανή σκελετό (frameless), με διπλά κρύσταλλα και διαμορφώνουν τα απαιτούμενα κλειστά τμήματα (αίθουσες συσκέψεων, telephonebooth κτλ.).
Στο σύνολο του κτιρίου ο φωτισμός είναι τεχνολογίας LED.
ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Η βιοκλιματική διάσταση τόσο σε παθητικά συστήματα όσο και σε ενεργητικά κατέταξε το κτίριο στην κατηγορία Gold της ενεργειακής κατάταξης LEED.
Η εξοικονόμηση ενέργειας επιτυγχάνεται από τις παρακάτω προβλέψεις:
1. Επιτυγχάνεται μείωση στην κατανάλωση νερού άρδευσης περιβάλλοντος χώρου με την επανάχρηση ομβρίων υδάτων. Διαμορφώνεται δεξαμενή συλλογής των υδάτων, χωρητικότητας 100 m3.
2. Επιτυγχάνεται μείωση της κατανάλωσης νερού κατά 20% με τη χρήση υποδοχέων τύπου "WaterSense Label".
3. Οι αντλίες του πιεστικού ύδρευσης και του πιεστικού άδρευσης είναι τύπου inverter.
4. Τα κλιματιστικά μηχανήματα VRV είναι τύπου inverter.
5. Η προσαγωγή νωπού αέρα στους χώρους και η απόρριψη αέρα από τους χώρους διασταυρώνονται στις μονάδες αερισμού - εναλλάκτες θερμότητας τύπου VAM για την ανάκτηση της θερμότητας του απορριπτόμενου αέρα.
6. Γίνεται παρακολούθηση της ποιότητας του παρεχόμενου στο κτίριο εξωτερικού αέρα ώστε να εξασφαλίζεται η παροχή σχεδιασμού σύμφωνα με το πρότυπο ASHRAE 62.1 – 2010.
7. Εγκαθίστανται διατάξεις inverter στους ανεμιστήρες προσαγωγής και απόρριψης αέρα.
8. Εγκαθίστανται μετρητές κατανάλωσης ποσίμου νερού με σύνδεση στο δίκτυο κεντρικού συστήματος ελέγχου του κτιρίου (BMS) για καταγραφή των μετρήσεων κρύου και ζεστού νερού χρήσεως.
9. Εγκαθίστανται μετρητές για όλες τις πηγές ενέργειας στο κτίριο για την καταγραφή της κατανάλωσης.
10. Χρησιμοποιούνται αντλία θερμότητας και ηλιακοί συλλέκτες για τη μείωση του ενεργειακού κόστους παραγωγής ζεστού νερού χρήσεως.
11. Γίνεται παρακολούθηση επιπέδων CO2 στους χώρους για την αυξομείωση της ποσότητας του νωπού αέρα σύμφωνα με την παρουσία ατόμων στο χώρο.
12. Επιτυγχάνεται εξοικονόμηση στην ηλεκτρική ενέργεια με την χρήση πυκνωτών αντιστάθμισης.
Ενδεικτικά, οι καταναλώσεις έχουν ως εξής:
• Φωτισμός: 3.70 KW (8.5W/m2)
• Ρευματοδότες: 15.60 KW (35W/m2)
• Ρευματοδότες UPS: 15.00 KVA (35W/m2)
• Κλιματισμός: 8.60 KW (19.5W/m2)
Οι φυτεύσεις επεκτείνονται και πάνω στα δώματα των υπογείων –στο επίπεδο του ισογείου– αλλά και πάνω στο δώμα του κτιρίου. Το 70% του δώματος είναι φυτεμένο και το υπόλοιπο αντιστοιχεί στους χώρους των εξωτερικών Η/Μ εγκαταστάσεων.

 

Το αρχιτεκτονικό γραφείο Τριποδάκη ιδρύθηκε το 1932 από τον Δημήτρη Ε. Τριποδάκη (1907-1988) που υπήρξε ένας από τους επιφανείς αρχιτέκτονες της περιόδου 1935 – 1975.
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στο Ε.Μ.Π. και στην D.P.L.G. ο Δ. Τριποδάκης (απόφοιτος Βαρβακείου Π.Σ.) δραστηριοποιήθηκε σε μελέτες κτιρίων του Δημοσίου πολλες εκ των οποίων ανατέθηκαν μετά από βραβεύσεις σε Π.Α.Δ. (συνολικά 45 διακρίσεις εκ των οποίων 22 Α’ βραβεία ) αλλά και στον ιδιωτικό τομέα με πολυάριθμες μελέτες κτιρίων γραφείων, πολυκατοικιών ,μονοκατοικιών κλπ. Διετέλεσε πρόεδρος της Ελλ. Αρχ. Εταιρείας (1972-88) και αντιπρόεδρος του συλλόγου Αρχιτεκτόνων.
Στα πλέον προβεβλημένα έργα του περιλαμβάνονται το Μέγαρο Τράπεζας της Ελλάδος (1934 για το οποίο έχει βραβευτεί από την Ακαδημία Αθηνών ), το κτίριο Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς (σε συνεργασία με Κ. Μπίρη και Μ.Κανάκη1939) ,το Μέγαρο Εθνών Δ.Ε.Θ. (1954), οι Κτιριακές Εγκαταστάσεις Σχολής Αναβρύτων (1955), το Κτίριο γραφείων και καταστημάτων πλατεία Συντάγματος και Μητροπόλεως 2 (1962), η Πολυκατοικία στη Βασιλίσσης Σοφίας 92 (1963), το Συγκρότημα επί των οδών Μπένση & Ραβινέ (1967) κλπ.
Από το 1969 ο Αλέξανδρος Δ. Τριποδάκης (γεν.1947- απόφοιτος Βαρβακείου Π.Σ.) ολοκληρώνοντας τις σπουδές του Αρχιτεκτονικής στο Ε.Μ.Π. και Αστικού σχεδιασμού στο Harvard συνεργάσθηκε με τον Δ. Ε. Τριποδάκη έως το 1985 ενώ παράλληλα και μετέπειτα συντόνισε ποικιλία μελετών του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα με παράλληλη έμφαση στον Αστικό Σχεδιασμό και με πολυάριθμες συμμετοχές σε Π. Α. Δ. (συνολικά 33 διακρίσεις εκ των οποίων 9 Α’ βραβεία). Στα υλοποιημένα έργα του περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων τα κτίρια γραφείων Μηλιώνη και Κηφισσίας, συγκρότημα διαμερισμάτων στην Βουλιαγμένη, μονοκατοικίες στο Ντραφι, Διόνυσο,Κηφισσιά κλπ. οι αθλητικές εγκαταστάσεις ΟΑΑ, η ανακαίνιση του Θεάτρου Αττικον κλπ.
Διετέλεσε αντιδήμαρχος Αθηναίων Αρχιτεκτονικού και Σχεδίου Πόλεως επί Δημαρχίας Α.Τρίτση και Λ.Κουρή (1990-1993), υπήρξε ο εμπνευστής της νέας Χάρτας των Αθηνών που υιοθέτησε και διετύπωσε το 1998 το Ευρωπαικό Συμβούλιο Πολεοδόμων, υπήρξε αντιπρόεδρος Ε.Α.Χ.Α. (1997-1999), Καθηγητής Αρχιτεκτονικού και Αστικού Σχεδιασμού στο Πολυτεχνείο Κρήτης 2005-15 και από το 2017 μέχρι σήμερα πρόεδρος της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής Εταιρείας.
Από το 2019 η Ιόλη Α. Τριποδάκη Αρχιτέκτων Πολυτεχνείου Κρήτης εντάσσεται οργανικά στην στελέχωση του γραφείου και αναλαμβάνει μελέτες κατοικιών, μονάδων τουρισμού, ανακαινίσεων διατηρητέων κτιρίων κλπ. σε συνεργασία με τον Α.Δ.Τριποδάκη ή ανεξάρτητα ανάλογα με την φύση του εκάστοτε έργου.
Κεντρική φιλοσοφία του γραφείου είναι η χρήση ενός σύγχρονου μορφολογικά και τεχνολογικά λεξιλογίου με την αρμονική ένταξη του κάθε έργου στο αστικό η φυσικό περιβάλλον του, τον σεβασμό στην ιστορική μνήμη, παράδοση και πνεύμα του τόπου και τον βιοκλιματικό σχεδιασμό.

 

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.