ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ, ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ, ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ.
Επειδή τα φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά τους διαφέρουν σημαντικά σε σύγκριση με των παραδοσιακών κεραμικών πλακιδίων, απαιτούνται διαφορετικές μέθοδοι χειρισμού, μεταφοράς, κοπής και τοποθέτησης αλλά και εξειδικευμένα εργαλεία και υλικά εφαρμογής.

 

Η κατοικία βρίσκεται σε μια εξαιρετική τοποθεσία στη Σιθωνία, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Το τοπίο, συντίθεται από μικρές παραλίες πάνω σε έναν μικρό, κλειστό κόλπο, πλαισιωμένο από χαμηλά πρανή, καλυμμένα από βράχια, θάμνους, πεύκα και ελαιόδενδρα. Αντλώντας έμπνευση από την αρμονία και την απαράμιλλη φυσική ομορφιά του τόπου, κεντρική ιδέα του σχεδιασμού αποτέλεσε η εναρμόνιση του τελικού κτιρίου στο φυσικό περιβάλλον και η ελαχιστοποίηση του ενεργειακού αποτυπώματος χρήσης.
Στη θέση της σημερινής κατοικίας υπήρχε για πολλά χρόνια μία μισοτελειωμένη κατασκευή, ένας σκελετός από σκυρόδεμα, ο οποίος αποτέλεσε το υπόβαθρο πάνω στο οποίο σχεδιάστηκε η νέα μορφή του κτιρίου. Η κατοικία, περιλαμβάνει πέντε ευρύχωρα δωμάτια με ξεχωριστό μπάνιο, καθώς και καθιστικό, κουζίνα και βοηθητικούς χώρους.
Πρόκειται για ένα χαμηλό διώροφο κτίριο με δώμα, το ισόγειο του οποίου είναι κατά μεγάλο μέρος, βυθισμένο στο πρανές. Έτσι, ενώ τα δύο ανατολικά δωμάτια του ορόφου έχουν το προνόμιο της άμεσης θέας στη θάλασσα από ψηλά, τα υπόλοιπα τρία έχουν το πλεονέκτημα της άμεσης σχέσης τους με τον περιβάλλοντα χώρο και το έδαφος, διαθέτοντας μικρές ιδιωτικές αυλές με υπαίθρια καθιστικά κάτω από καλαμωτές.
Στην ιδιοκτησία δεν τοποθετήθηκε περίφραξη, ώστε η θέα να είναι απρόσκοπτη, εκτός από ένα όριο το οποίο σηματοδοτεί την είσοδο της κατοικίας από την πλευρά του δρόμου. Ο σχεδιασμένος περιβάλλων χώρος αποτελεί συνέχεια των φυσικών διαμορφώσεων των γύρω πρανών, καταλήγοντας στην αμμουδιά. Στη διαμόρφωσή του χρησιμοποιήθηκαν πέτρες και βράχια της περιοχής και προστέθηκαν ροδιές, μικρές ελιές, θάμνοι και αρωματικά φυτά. Οι φυτεύσεις στον κήπο χωρίστηκαν σε επιμέρους ομάδες, προκαλώντας τον επισκέπτη να περπατήσει ακολουθώντας ημικυκλική πορεία, μέσα σε μία βιωματική διαδρομή αρωμάτων, γεύσεων και εικόνων. Επιπλέον, διαμορφώθηκε ένας μικρός λαχανόκηπος, ώστε να μεγιστοποιείται η εμπειρία διαμονής των φιλοξενούμενων με αυθεντικές γεύσεις ελληνικής γης.
Με στόχο την αρμονική μετάβαση από το γεωμετρικό- ανθρωπογενές στο φυσικό περιβάλλον, τα σκληρά δάπεδα και οι πέργκολες περιμετρικά της κατοικίας ακολούθησαν ένα διαφορετικό σύστημα αξόνων από αυτό του κτιρίου, ενώ στη διαμόρφωση του κήπου, κυριάρχησαν οι ιδιαίτερα έντονες καμπύλες στα πιο φυσικά δάπεδα, εκεί όπου ο περιβάλλοντας χώρος της κατοικίας συναντά το τοπίο.
Το τοπίο έπαιξε τον κυρίαρχο ρόλο στην επιλογή των υλικών και των χρωμάτων, τόσο εξωτερικά, όσο και στο εσωτερικό του κτιρίου. Όπου το κτίριο ακουμπά στο έδαφος, επενδύθηκε με τοπική, με την τεχνική της ξερολιθιάς, ώστε το κτίριο να αποτελέσει συνέχεια του βραχώδους εδάφους και να ενταχθεί αρμονικά στο περιβάλλον. Αδρά επιχρίσματα και πατητές τσιμεντοκονίες στους γήινους τόνους της άμμου και των βράχων, σε συνδυασμό με απαλούς μπλε και πράσινους τόνους της θάλασσας, των πεύκων και της ελιάς στην επίπλωση και στα υφάσματα, μεταμορφώνονται από το φως του ήλιου που διέρχεται από τις καλαμωτές και τα ξύλινα σκίαστρα των όψεων, κατά τη διάρκεια της ημέρας. Στους λιγότερο εξωστρεφείς και φυσικά φωτιζόμενους χώρους της κατοικίας όπου το φυσικό φως είναι αδύναμο, προκειμένου να εξουδετερωθεί η ωχρότητά τους, ενισχύθηκε ο φυσικός τόνος των ξύλινων στοιχείων, το μπλε χρώμα έγινε πιο σκούρο και το πράσινο πιο φωτεινό, ώστε μέσα από την αντίθεσή τους με τους λευκούς τόνους δαπέδων και οροφών, να αποκτήσουν οι χώροι αυτοί μια ένταση τέτοια, που να ισορροπεί τη σχέση του μέσα με το έξω.
Στο εσωτερικό των τεσσάρων δωματίων του ορόφου μεγάλες επιφάνειες τοίχων διακοσμήθηκαν με αυθεντικά έργα, τα οποία διερευνούν τα στοιχεία που συνθέτουν το ελληνικό τοπίο και την ελληνικότητα. Στα έργα, απεικονίζονται με τρόπο που αναφέρεται άμεσα στη λαϊκή ζωγραφική, στοιχεία των αγρών και των ελληνικών κήπων. Για το κάθε δωμάτιο, επιλέχθηκε ένα διαφορετικό θέμα (η ροδιά, η ελιά, οι παπαρούνες, τα χελιδόνια και τα αγριολούλουδα), καθιστώντας τους χώρους μοναδικούς.
Τέλος, με στόχο την μείωση του οικολογικού αποτυπώματος και της ενεργειακής επιβάρυνσης του κτιρίου, δημιουργήθηκε ένα πρωτοποριακό σύστημα συλλογής, τόσο των λυμάτων της κατοικίας, όσο και των όμβριων υδάτων, ανακύκλωσής τους και καθαρισμού τους μέσω φυσικών βιο-αντιδραστήρων και επαναχρησιμοποίησής τους στην άρδευση της φυτικής γης.

Η μελέτη αφορά στον ανασχεδιασμό υφιστάμενου κτίσματος και στη μετατροπή του σε κατοικία, που ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις, με σκοπό την τουριστική της εκμετάλλευση. Κύρια στοιχεία της τοποθεσίας είναι αφενός η νήσος Σπιναλόγκα, ανατολικά της κατοικίας, και αφετέρου οι απότομοι, κατακόρυφοι βράχοι βόρεια αυτής, οι οποίοι και οριοθετούν την ευρύτερη περιοχή.
Η κατοικία αποτελείται από ισόγειο χώρο, που περιλαμβάνει τους χώρους διημέρευσης (καθιστικό, τραπεζαρία, κουζίνα) και μία υδάτινη δεξαμενή σε αίθριο χώρο, καθώς και από όροφο, στον οποίο φιλοξενούνται δύο υπνοδωμάτια με τα λουτρά τους. Μεταλλική κατασκευή περιλαμβάνει το WC και το κλιμακοστάσιο, μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η κατακόρυφη κίνηση.
Λόγω του περιορισμένου εμβαδού, βασικό στόχο κατά το σχεδιασμό αποτέλεσε η κατάρριψη των ορίων μεταξύ του καθιστικού και του αίθριου χώρου της πισίνας. Αυτό επιδιώκεται με τη μεταφορά του ορίου από τον υφιστάμενο φέροντα οργανισμό προς το εσωτερικό της κατοικίας, την κατάρριψη της παραλληλίας, καθώς και τη χρήση ενιαίου υλικού δαπέδου σε εσωτερικό και εξωτερικό χώρο.
Κατά την επέμβαση αφαιρέθηκαν όλες οι υφιστάμενες εσωτερικές και εξωτερικές τοιχοποιίες, καθώς και το ξύλινης κατασκευής τμήμα του δαπέδου στον όροφο, το οποίο αντικαταστάθηκε πλήρως από δάπεδο μεταλλικής κατασκευής. Από το προϋπάρχον κτίσμα διατηρήθηκε αποκλειστικά ο φέρων οργανισμός από οπλισμένο σκυρόδεμα, ο οποίος ενισχύθηκε στατικά. Κατόπιν, κατασκευάστηκαν οι ανασχεδιασμένες δύο όψεις της κατοικίας από διπλή οπτοπλινθοδομή με εσωτερική θερμομόνωση, ενώ η ανατολική όψη προς το δρόμο καλύφθηκε εξωτερικά, αλλά και εσωτερικά με πέτρα της περιοχής. Πέτρα χρησιμοποιήθηκε επίσης στον αίθριο χώρο του ισογείου και στην υδάτινη δεξαμενή. Στο ισόγειο, εσωτερικά, δημιουργήθηκε μία μεταλλική κατασκευή, που διαμορφώνει το κλιμακοστάσιο και το κοινόχρηστο WC, ενώ παράλληλα διαχωρίζει οπτικά το χώρο της κουζίνας από την τραπεζαρία. Το WC είναι υπερυψωμένο κατά ένα περίπου μέτρο από το επίπεδο του ισογείου, δημιουργώντας εκμεταλλεύσιμο αποθηκευτικό χώρο στην κουζίνα. Στον όροφο τα εσωτερικά χωρίσματα κατασκευάστηκαν από γυψοσανίδα, κάθε δωμάτιο έχει το δικό του ξεχωριστό λουτρό και WC, ενώ διαμορφώθηκε το δώμα του όγκου που περιλαμβάνει την κουζίνα, ως κοινός υπαίθριος χώρος στον όροφο.
Υλικό που χρησιμοποιήθηκε ιδιαιτέρως στο εσωτερικό της κατοικίας είναι το μάρμαρο, σε δύο χρωματισμούς, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στο δάπεδο του ισογείου, καθώς και στους όγκους που διαμορφώνουν τους πρώτους αναβαθμούς του κλιμακοστασίου. Επιπλέον, ξύλινο δάπεδο χρησιμοποιήθηκε στο σαλόνι, στον αίθριο χώρο της υδάτινης δεξαμενής ως συνέχειά του, καθώς και στα υπνοδωμάτια στον όροφο.
Η τοπική πέτρα, ως φυσικό υλικό, κυριαρχεί στη σύνθεση της όψης, με θέα τη νήσο Σπιναλόγκα. Τα μεγάλα, κατακόρυφα ανοίγματα έρχονται σε αντιπαράθεση με τα ανοίγματα μικρότερης κλίμακας, μεταφράζοντας στοιχεία της ιστορίας της περιοχής και μεταφέροντάς τα στο σήμερα.

Σε μια υπό προστασία περιοχή της Πάρου, ο επανασχεδιασμός και ανακατασκευή δύο υποβαθμισμένων κτιριακών συγκροτημάτων 8 στούντιο, τύπου ενοικιαζόμενων δωματίων, σε δύο κατοικίες υψηλών προδιαγραφών απαιτούσε συνετές αρχιτεκτονικές προσεγγίσεις και επαναδιαπραγματεύσεις σε διάφορες κλίμακες.
Η μελέτη, όσον αφορά στην ογκοπλασία και διάρθρωση, συνδυάζει αναλογίες και σύνθεση κυβικών όγκων, επανάληψη και τυποποίηση ανοιγμάτων, άνετους υπαίθριους χώρους και περιβαλλοντικά φιλικά υλικά, επιτυγχάνοντας μια πλαστικότητα μορφής, αλλά και μια ενότητα αρχιτεκτονική, που σέβεται την κυκλαδική αρχιτεκτονική, προσαρμόζεται στο τοπίο και ανταποκρίνεται στα ζητούμενα της σύγχρονης παραθεριστικής κατοίκησης.
Κάθε κτίριο επαναδιατυπώνεται ως σύνθεση κυβικών όγκων πάνω σε μια εκφρασμένη "βάση" - πλατφόρμα - που διαπραγματεύεται την αρμονική προσαρμογή στο τοπίο. Τρία μέτρα πάνω από τη "βάση", μια ξύλινη πέργκολα με τις εν προβόλω δοκούς διαγράφει σκιασμένες, άνετες και προστατευμένες από τους άνεμους περιοχές καθιστικού, ηλιοθεραπείας, douche, τραπεζαρίας και προετοιμασίας φαγητού για ολοήμερη υπαίθρια κατοίκηση.
Οι ιδιωτικοί χώροι, οργανώνονται στο ισόγειο, με προσανατολισμό προς τον Νότο, εκμεταλλευόμενοι τη θέα προς τη θάλασσα και την επίπεδη πρόσβαση στη "βάση". Στο ενδιάμεσο των υπνοδωματίων, δημιουργείται ένας κεντρικός υαλόφρακτος χώρος καθημερινού ως επέκταση του "έξω" αλλά και ως "συνέχεια" της πέργκολας, επιτρέποντας στο τοπίο να συγκροτήσει μια δυναμική, εναλλασσόμενη παρουσία.
Οι χώροι διημέρευσης - καθημερινό, τραπεζαρία και κουζίνα- όπως επίσης ένας ανεξάρτητος ξενώνας, οργανώνονται στον όροφο εκμεταλλευόμενοι τις πανοραμικές απόψεις τόσο από το εσωτερικό, όσο και από τους άνετους εξώστες. Ανάμεσα στους χώρους διημέρευσης και τον ξενώνα, πάνω από τον υαλόφρακτο χώρο καθημερινού του ισογείου, δημιουργείται ένας προστατευμένος υπαίθριος χώρος καθιστικού με ψησταριά.
Στον ακάλυπτο χώρο του αγροτεμαχίου προβλέπονται ήπιες παρεμβάσεις και κυρίως ενδυνάμωση της υφιστάμενης βλάστησης με στόχο την ενίσχυση της αίσθησης και ποιότητας του φυσικού κυκλαδικού τοπίου.

Ο πολυχώρος Gallaria βρίσκεται σε ένα μαγευτικό, παραθαλάσσιο τοπίο με πλούσια βλάστηση, στην παλιά γαλαρία τρένων, κάτω από το βυζαντινό κάστρο του Πλαταμώνα, μία περιοχή με ιστορία χιλιάδων χρόνων. Η σιδηροδρομική γραμμή, ο πύργος και η γαλαρία αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα νεότερης βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, χαρακτηρίζονται ως μνημεία και προστατεύονται από την Εφορεία Νεότερων Μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας, καθώς και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πιερίας.
Η γαλαρία της σιδηροδρομικής γραμμής κατασκευάστηκε από γαλλική εταιρεία το 1916 με σκοπό να συνενώσει την απελευθερωμένη Μακεδονία με την υπόλοιπη Ελλάδα. Το τρένο είναι ο μόνος τρόπος σύνδεσης της Κεντρικής Ελλάδας με την υπόλοιπη Ευρώπη άρα και μετακίνησης πληθυσμών και εμπορευμάτων, καθώς το οδικό δίκτυο είναι ανύπαρκτο. Στη συνέχεια, το 1940, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατασκευάστηκε πυροβολείο - πύργος μπροστά από τη γαλαρία για να ελέγχει το εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας πέρασμα. Γαλαρία και πύργος αγκαλιάζουν τη θάλασσα σε μία απίστευτης ομορφιάς τοποθεσία και συντροφεύουν τους ταξιδιώτες του τρένου ως το 2004 όταν εγκαταλείπεται λόγω της νέας σιδηροδρομικής γραμμής και του τούνελ του Πλαταμώνα που κατασκευάζονται.
Έμπνευση αποτελεί η αύρα του χώρου, ο ήχος του τρένου, η αμαξοστοιχία, οι μαυρισμένοι τοίχοι, η κίνηση των βαγονιών. Και τι πιο ενδιαφέρον από την αφήγηση της ιστορίας του μνημείου μέσω μιας έκθεσης που φιλοξενείται ανάμεσα σε βαγόνια, που σύρονται στις υπάρχουσες γραμμές καθιστώντας έτσι την αρχιτεκτονική επέμβαση ανά πάσα στιγμή αναστρέψιμη!
Έτσι, στο εσωτερικό της γαλαρίας γεννιούνται τέσσερεις κατασκευές, που θυμίζουν εμπορικά βαγόνια τρένου του περασμένου αιώνα, με μεταλλικό σκελετό, επενδυμένα με ξύλο, εδραιωμένα στις υπάρχουσες σιδερένιες ράγες φιλοξενώντας τις χρήσεις των BAR, των βοηθητικών χώρων και των WC. Για την προστασία των παλιών σιδερένιων γραμμών δημιουργείται ένα υπερυψωμένο δάπεδο, στηριζόμενο σε μεταλλικό σκελετό, το οποίο σημειακά γίνεται γυάλινο για τη θέαση τους με διακριτικό φωτισμό. Στον πέτρινο τοίχο της σήραγγας ξεδιπλώνεται μόνιμα η φωτογραφική ιστορία του μνημείου, των τρένων, του ΟΣΕ, της γύρω περιοχής κι έτσι ο χώρος μεταμορφώνεται σε χώρο πολιτισμού και αναψυχής.
Ταυτόχρονα δίνεται έμφαση στο βιομηχανικό χαρακτήρα του μνημείου με την επιλογή σιδερένιων κουφωμάτων σε χρώμα γκρι γραφίτη σε όλα τα αψιδωτά ανοίγματα, τα οποία ανοίγουν με κατασκευές υαλοκουρτινών αφήνοντας το μνημείο ανοιχτό στο μεγαλύτερο κομμάτι του. Σημειώνεται επίσης ότι μεγάλο μέρος των κατασκευών, που αφορούν σε έπιπλα και φωτιστικά, έγιναν αποκλειστικά από τους μελετητές με σκοπό το σεβασμό της αυθεντικότητας του μνημείου. Το τέλος της γαλαρίας οδηγεί στην αρχή του σκοτεινού τμήματος του τούνελ, όπου και αφήνεται είσοδος για ελεύθερη πρόσβαση περιπατητών μέχρι και τον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό του Πλαταμώνα, μία διαδρομή που για χρόνια μαγεύει τους επισκέπτες.
Ο πύργος συντηρείται, εξωτερικά πλαισιώνεται από χώρους πρασίνου και αναδεικνύεται το ανάγλυφο της πέτρας του μέσω νυχτερινού φωτισμού. Εσωτερικά δημιουργούνται δύο εκθεσιακοί χώροι σε διάταξη Π πάνω σε μια αυτοφερόμενη μεταλλική κατασκευή, η οποία δεν επιβαρύνει το φέροντα οργανισμό του πύργου. Οι οπτικές φυγές μέσω των υπαρχόντων παραθύρων προς τη θάλασσα και μέσω skylight προς τον ουρανό καθιστούν την εμπειρία της έκθεσης μοναδική.
Ο εξωτερικός χώρος διαμορφώνεται τόσο για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών, όσο και για τη διατήρηση του φυσικού κάλλους. Τα υλικά επίστρωσης επιλέγονται με βάση το ύφος του χώρου, το χρώμα, και την υφή. Τοίχοι με σαρζανέτ, βοτσαλωτά χυτά δάπεδα, ήπιες βαθμίδες, φυτά που φύονται στη γύρω περιοχή και διακριτικός φωτισμός συντελούν στην προσπάθεια μη βιασμού του γενικού τοπίου.
Ο πολυχώρος Gallaria συμβάλλει μοναδικά στην αναβάθμιση της πολιτιστικής και τουριστικής δράσης της Πιερίας ξαναζωντανεύοντας ταυτόχρονα την παλιά αίγλη του μνημείου.

Η "Παράλληλη Κατοικία" αποτελεί μια θερινή εστία, που βρίσκεται σε μία απομονωμένη πλευρά ενός νησιού των Κυκλάδων. Η έντονη τοπογραφία του περιβάλλοντος χώρου υπήρξε πηγή έμπνευσης και οδηγός της κεντρικής ιδέας της πρότασης.
Η κατοικία -τοποθετημένη παράλληλα στη θέα της θάλασσας- οργανώνεται από μια διαδοχή αίθριων, υπαίθριων και κλειστών χώρων. Αυτοί οι χώροι, μέσω μεγάλων ανοιγμάτων, καδράρουν κινηματογραφικά το γύρω τοπίο, το Αιγαίο πέλαγος και τα γειτονικά νησιά. Λόγω την έντονης κλίσης του εδάφους, το πίσω μέρος του σπιτιού είναι βυθισμένο στο χώμα, ενώ η μπροστά όψη είναι εντελώς εκτεθειμένη σε όλη τη θέα. Οι βοηθητικές λειτουργίες του σπιτιού είναι τοποθετημένες γραμμικά στον πίσω τοίχο, επιτρέποντας έτσι την ανεμπόδιστη κίνηση και θεάσεις μέσα στο σπίτι και γύρω από αυτό.
Η χρήση του ανεπίχριστου σκυροδέματος ως δομικού αλλά και οπτικού μέσου έχει ως σκοπό τη σύγχρονη ερμηνεία ενός παραδοσιακού πέτρινου σπιτιού. Αυτή η επανερμηνεία της τεχνικής του παραδοσιακού σπιτιού σχετίζεται και με την ενσωμάτωση των παλαιότερων ενεργών και παθητικών συστημάτων θέρμανσης, ψύξης και παραγωγής ενέργειας. Συνεπώς, αυτά τα συστήματα επιτρέπουν την υψηλή ενεργειακή απόδοση και ανεξαρτησία της κατοικίας.
Ο χωνευτός διάδρομος στο πίσω μέρος του σπιτιού προφυλάσσει από του δυνατούς ανέμους και επιτρέπει το διαμπερή εξαερισμό και τη διατήρηση της σωστής θερμοκρασίας μέσα στο σπίτι καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου. Η οροφή της κατοικίας χρησιμεύει και στη συλλογή του νερού της βροχής σε ειδικές υπόγειες δεξαμενές, το οποίο στη συνέχεια φιλτράρεται και επαναχρησιμοποιείται. Ακόμα, ηλιακά πάνελ βρίσκονται κρυμμένα στο τοπίο και παράγουν αρκετή ενέργεια με αποτέλεσμα το σπίτι να είναι σχεδόν ενεργειακά ανεξάρτητο.
Η "Παράλληλη Κατοικία" αποτελεί ένα δυνατό στοιχείο, αλλά ταυτόχρονα προκαλεί την ελάχιστη δυνατή αντίδραση με τον περιβάλλοντα χώρο. Αυτή η αντίθεση προκαλεί τελικά τη μέγιστη εμπειρία του ίδιου του τοπίου.

Το συγκρότημα αφορά τρεις εξοχικές - εποχιακές κατοικίες κατασκευασμένες σε μια κατάφυτη βουνοπλαγιά της Σκιάθου με θέα προς τις δυτικές ακτές του νησιού και το ανατολικό Πήλιο. Η τοποθέτηση των κτισμάτων στο χώρο έγινε με γνώμονα την ιδιωτικότητα της κάθε κατοικίας και τη θέα προς τη θάλασσα. Αποτέλεσμα η δημιουργία ενός οικιστικού συνόλου με σεβασμό προς το φυσικό του περιβάλλον.
Το φυσικό περιβάλλον οδήγησε τους μελετητές στη βασική αρχιτεκτονική επίλυση του συγκροτήματος, τη διάσπασή του δηλαδή σε επί μέρους όγκους, που ακολουθούν την έντονη κλίση του εδάφους και την τοποθέτησή τους σε γραμμική διάταξη, παράλληλα με τη θέα προς την θάλασσα.
Οι όψεις κατά μήκος των τριών κατοικιών διαφοροποιούνται επίσης σημαντικά αναλόγως με το προς τα πού είναι προσανατολισμένες, κρατώντας την ανατολική πλευρά που βλέπει προς το βουνό και το δρόμο πιο συμπαγή και κλειστή με κυρίαρχο στοιχείο την πέτρα, ενώ η όψη προς τη θάλασσα αντιμετωπίστηκε προσαρμόζοντας τους χώρους στη θέα δημιουργώντας όπου ήταν απαραίτητο μεγάλα ανοίγματα.
Ο σχεδιασμός φέρνει τις κατοικίες σε διάλογο με το περιβάλλον τους.
Το μέσα και το έξω γίνονται ένα, τόσο οπτικά όσο και λειτουργικά, αναδεικνύοντας τον καλοκαιρινό χαρακτήρα των σπιτιών. Κάθε κατοικία είναι σχεδιασμένη γύρω από μια εσωτερική αυλή, η οποία συνδέει τους δύο επιμέρους κτιριακούς όγκους που στεγάζουν τις λειτουργίες της διημέρευσης και της διανυκτέρευσης. Η εσωτερική αυλή αποτελεί την καρδιά του σπιτιού, μέσω αυτής γίνονται όλες οι κινήσεις από τα υπνοδωμάτια προς το καθημερινό και η είσοδος στην κατοικία. Κάθε υπνοδωμάτιο είναι ένα ανεξάρτητο κελί με ξεχωριστή υπαίθρια είσοδο. Το καθημερινό και η βεράντα του είναι το σημείο συνάντησης των ενοίκων.
Επικρατέστερα υλικά η πέτρα, προϊόν εκσκαφής του συγκροτήματος, το ξύλο, τα καλάμια και οι ελαφριές μεταλλικές κατασκευές. Η αντίθεση των μεταλλικών συνδετικών στοιχείων και των μεγάλων γυάλινων ανοιγμάτων με τους στιβαρούς πέτρινους τοίχους αναδεικνύει τη σύνθεση και προσδίδει ελαφρότητα.
Με τη χρήση πέτρινων τοίχων προς το Βορρά, από όπου γίνεται και η είσοδος των κατοικιών, το συγκρότημα παρουσιάζεται ενιαίο και κλειστό, ενώ προς το Νότο ανοίγεται προς τη θέα, με τους ενδιάμεσους χώρους των κατοικιών να δημιουργούν στεγασμένες βεράντες και αυλές σε διαφορετικά επίπεδα αναδεικνύοντας τη συνέχεια του μέσα με το έξω. Μια συνέχεια τόσο λειτουργική όσο και οπτική, που επεκτείνει την κατοικία πέρα από τα όριά της.

Το συγκεκριμένο έργο αποσκοπεί να δώσει μια "λύση" στις σύγχρονες ανάγκες κατοίκησης, χρησιμοποιώντας σαν εργαλεία τον αειφόρο σχεδιασμό, τη στρατηγική τοποθέτηση των λειτουργιών και την ευελιξία των χώρων.
Ο σχεδιασμός της κατοικίας ξεκίνησε με τη μελέτη του προσανατολισμού. Γι' αυτό το λόγο η κατοικία τοποθετείται στο πίσω μέρος του γεωτεμαχίου με νοτιοανατολικό προσανατολισμό, ώστε να εκμεταλλεύεται πλήρως το φυσικό φωτισμό και αερισμό. Ταυτόχρονα οι αρχιτεκτονικές προεξοχές και τα λούβρα στην κύρια όψη προστατεύουν τους χώρους, προσφέροντας σκίαση κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Λόγω του προσανατολισμού της κατοικίας προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας στοιχείων που να διασφαλίζουν την ιδιωτικότητα των χρηστών από το δημόσιο δρόμο. Ένα από αυτά τα στοιχεία είναι η διάτρητη τοιχοποιία από εμφανές σκυρόδεμα με ανθώνες, η οποία παράλληλα δημιουργεί μια εμπειρική διαδρομή στον επισκέπτη. Καθώς ο επισκέπτης διασχίζει το μονοπάτι για να εισέλθει στην κατοικία ανακαλύπτει σταδιακά τους εξωτερικούς χώρους, προκαλώντας του έτσι την περιέργεια για το πως θα συνεχιστεί αυτή η εξερεύνηση χώρων και στο εσωτερικό της κατοικίας.
Το κυρίως καθιστικό και η τραπεζαρία βρίσκονται σε έναν ενιαίο χώρο με διπλό ύψος και αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα της κατοικίας, αφού από εκεί γίνεται η πρόσβαση σε όλους τους χώρους και εκεί βρίσκεται η κύρια είσοδος της κατοικίας. Οι κοινόχρηστοι χώροι κουζίνας και καθημερινού καθιστικού, που βρίσκονται στο βόρειο μέρος της κατοικίας με ανοίγματα προς τον κήπο, έχουν τη δυνατότητα να απομονώνονται, έχοντας έτσι περισσότερη ιδιωτικότητα. Οι κυρίως χρήσεις του σαλονιού και τραπεζαρίας είναι στην νότια πλευρά με μεγάλα ανοίγματα και ενοποίηση με το χώρο της αυλής και της πισίνας, ενώ οι βοηθητικοί χώροι, όπως οι χώροι υγιεινής και οι αποθήκες τοποθετούνται στο πλάι, σε έναν κλειστό όγκο, χωρίς να είναι εμφανείς.
Ο εσωτερικός χώρος επεκτείνεται στην εξωτερική καλυμμένη βεράντα και την πισίνα, μέσω μεγάλων ανοιγμάτων, δίνοντας την αίσθηση συνέχειας μεταξύ των χώρων. Στον όροφο το κυρίως υπνοδωμάτιο είναι διαχωρισμένο από τα υπόλοιπα υπνοδωμάτιο με ένα κενό, το οποίο δίνει διώροφο ύψος στο ισόγειο.
Οι ανάγκες των χρηστών αλλάζουν στο χρόνο και ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός πρέπει να ανταποκρίνεται σε αυτή τη μεταβολή, με τη δημιουργία εύχρηστων, ευέλικτων και διαχρονικών χώρων. Στη συγκεκριμένη κατοικία χρησιμοποιήθηκαν εσωτερικά ξύλινες συρόμενες θύρες για το διαχωρισμό των χώρων, οι οποίες χάνονται στο εσωτερικό της τοιχοποιίας, ώστε να επιτυγχάνεται ευελιξία και ενοποίηση διαφορετικών χώρων μεταξύ τους βάση των αναγκών της κάθε περίστασης.
Όταν για παράδειγμα όλες οι θύρες είναι κλειστές, η κουζίνα και το μικρό καθιστικό μαζί με την πίσω αυλή παίρνουν πιο ανεξάρτητο, ιδιωτικό χαρακτήρα, αφήνοντας το χώρο του κυρίως καθιστικού με την τραπεζαρία ως έναν άλλο ξεχωριστό χώρο. Όταν τα πάνελ είναι ανοιχτά ο χώρος διπλασιάζεται σε μέγεθός και όλες οι λειτουργίες και οι χώροι ενοποιούνται. Επίσης η κουζίνα και το καθημερινό καθιστικό μπορούν να διαχωριστούν μεταξύ τους με συρόμενες θύρες και να ξεχωρίσουν ως δύο διαφορετικά δωμάτια.
Έμφαση δίνεται και στη δυναμική του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Η μορφή του κτιρίου χαρακτηρίζεται από έντονους διαγώνιους όγκους ενώ ταυτόχρονα διατηρεί ελαφρύ χαρακτήρα με διάτρητα αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως τα ξύλινα λούβρα που βοηθούν πέραν της διατήρησης της ιδιωτικότητας και στη διαμόρφωση των όψεων του κτιρίου. Επιπλέον στην πίσω όψη τοποθετούνται ανθώνες με σκοπό τη δημιουργία ενός πράσινου προστατευτικού στρώματος στο νοτιοδυτικό όγκο του κτιρίου.
Η διαπερατότητα των εσωτερικών χώρων, η ενοποίησή τους με τους κήπους περιμετρικά της οικίας, η ένταξη χώρων πρασίνου στο εσωτερικό, όπως και η απλότητα των όγκων και των υλικών είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της πρότασης. Η γοητεία και η ποιότητα του εσωτερικού χώρου βρίσκεται στις λεπτομέρειες, στο φωτισμό, στην αρμονία και στη συνέχεια των υλικών από το εσωτερικό στο εξωτερικό της κατοικίας.
Τα υλικά είναι απλά και διαχρονικά. Το εμφανές σκυρόδεμα σε τοιχοποιίες και δάπεδα, οι γκρι τόνοι, οι λευκές επιφάνειες και το ξύλο είναι αυτά που κυριαρχούν. Τα μεγάλα ανοίγματα από σκούρα αλουμίνια και οι μεταλλικές λεπτομέρειες προσθέτουν μια δυναμική στο χώρο, ώστε να έχει ένα ισορροπημένο συνδυασμό υλικών και υφών. Το πράσινο είναι κύριο στοιχείο στο έργο, εσωτερικά με την τοποθέτηση ανθώνων και μεγάλων ανοιγμάτων προς τους κήπους και με το σχεδιασμό στοιχείων, επάνω στα οποία μπορούν να αναρριχηθούν φυτά και να δημιουργήσουν μια νέα ταυτότητα στο έργο με το χρόνο.

Η εξοχική κατοικία βρίσκεται στην κορυφή μιας πλαγιάς κατάφυτης με ελαιόδεντρα, έχοντας πανοραμική θέα στον Αργολικό κόλπο, τις Σπέτσες και τα νησάκια Πλατειά και Ψιλή.
Το σπίτι εντάσσεται ήπια στη γαλήνια πελοποννησιακή γη, ενώ όλοι οι χώροι του απολαμβάνουν την εντυπωσιακή θέα της θάλασσας και του φυσικού τοπίου. Η κατοίκηση του υπαίθριου χώρου απετέλεσε μία εξίσου σημαντική παράμετρο του σχεδιασμού και επιτυγχάνεται μέσω της κατάργησης των ορίων μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, προσφέροντας μια ξεχωριστή εμπειρία κατοίκησης πλήρως προσαρμοσμένη στο Μεσογειακό τρόπο ζωής. Ακολουθώντας τις αρχές της μεσογειακής αρχιτεκτονικής το σπίτι εμπλέκεται σε ένα παιχνίδι φωτός-σκιάς, εσωτερικού-εξωτερικού.
Λόγω του ιδιαίτερου σχήματος του οικοπέδου, η κατοικία αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα. Το ισόγειο ανοίγεται νοτιοανατολικά στη θέα της θάλασσας ενώ στα βορειοδυτικά εισχωρεί στο βράχο, όπου διαμορφώνεται η είσοδος της κατοικίας.
Ένας λοξός πέτρινος τοίχος ορίζει δυναμικά την πορεία προς την είσοδο, ενώ παράλληλα προστατεύει τους ιδιωτικούς χώρους του σπιτιού. Μεγάλα συρόμενα ανοίγματα, που καταλαμβάνουν όλο το ύψος των χώρων διημέρευσης – καθιστικό, κουζίνα, τραπεζαρία - αποκαλύπτουν την εντυπωσιακή θέα στη θάλασσα.
Οι εσωτερικοί χώροι διημέρευσης επεκτείνονται εξωτερικά. Η πισίνα και μια ανοιχτή βεράντα με χτιστά καθιστικά που εκτείνονται παράλληλα σε όλο το μήκος του καθιστικού. Στην δυτική πλευρά, ένας προστατευμένος υπαίθριος χώρος, σκιασμένος με καλαμωτές, συμπληρώνει οπτικά και λειτουργικά τον χώρο εστίασης.
Ο όροφος εμφανίζεται ως ένας στενόμακρος όγκος, τοποθετημένος κάθετα ως προς το ισόγειο. Ο όγκος υποχωρεί προς τα πίσω δημιουργώντας μια μεγάλη βεράντα, η οποία προσφέρει πανοραμική θέα προς τη θάλασσα και τους γύρω λόφους. Δύο επιπλέον υπνοδωμάτια με τα μπάνια τους οργανώνονται σε αυτό το επίπεδο ενώ τα μικρότερα ανοίγματα των χώρων καδράρουν επιλεκτικά τη θέα.

Το Ring House βρίσκεται στη νότια ακτή της Κρήτης, μόλις 165 ναυτικά μίλια από την έρημο της Σαχάρας. Δύο δοκάρια από εμφανές σκυρόδεμα δημιουργούν έναν δακτύλιο, ακολουθώντας περιμετρικά τη μορφολογία του εδάφους στην κορυφή ενός λόφου. Ο δακτύλιος δημιουργεί ζώνες σκίασης, διαμπερώς αεριζόμενους εσωτερικούς χώρους, επιφάνειες για ηλιακούς συλλέκτες και προστατεύει έναν εσωτερικό κήπο με ποικιλία εσπεριδοειδών και βοτάνων. Ο σχεδιασμός της κατοικίας και του άμεσου περιβάλλοντός της διαμορφώνει ένα μικρόκλιμα, μια όαση μέσα σε ένα έντονα όμορφο μα σωματικά απαιτητικό τοπίο.
Σε ευρύτερη κλίμακα, ο σχεδιασμός του Ring House είναι μια προσπάθεια αποκατάστασης του φυσικού τοπίου, το οποίο στο παρελθόν είχε κακοποιηθεί από την τυχαία και ανεπίσημη χάραξη δρόμων. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής το υλικό της εκσκαφής χρησιμοποιήθηκε για την ανάκτηση της αρχικής μορφολογίας του εδάφους. Επιπλέον, έγινε συστηματική καταγραφή και χαρτογράφηση της φυσικής χλωρίδας προκειμένου να αποτυπωθούν οι κυρίαρχοι βιότοποι στις διάφορες πλαγιές του οικοπέδου. Την άνοιξη, πριν από την έναρξη της κατασκευής συλλέχθηκαν επί τόπου σπόροι που καλλιεργήθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν σε θερμοκήπιο. Το πλεόνασμα των σπόρων χρησιμοποιήθηκε για την αναγέννηση της χλωρίδας πάνω από τα σημάδια του δρόμου.

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.