Ορισμοί
• Συντελεστής θερμοπερατότητας
Ο συντελεστής θερμοπερατότητας U ορίζεται ως η ποσότητα της θερμότητας, που περνά κάθε ώρα μέσα από 1 m² ενός στοιχείου μιας κατασκευής με πάχος d (m), όταν η διαφορά θερμοκρασίας του ακίνητου αέρα που εφάπτεται στις δύο επιφάνειες του στοιχείου διατηρείται σταθερή και ίση με 1°C. Ο συντελεστής θερμοπερατότητας μετράται συνήθως σε W/(m²K). Όσο χαμηλότερη είναι η τιμή αυτού του συντελεστή , τόσο μεγαλύτερη είναι η θερμομονωτική ικανότητα του δομικού στοιχείου.
• Συντελεστής σκίασης
(shading coefficient)
Ο συντελεστής σκίασης είναι ίσος με το λόγο της ηλιακής θερμικής ενέργειας που διαπερνά έναν υαλοπίνακα προς την ηλιακή θερμική ενέργεια που διαπερνά το διάφανο γυαλί πάχους 3 mm.
• Συντελεστής ηλιακού θερμικού
κέρδους (solar heat gain coefficient)
O συντελεστής ηλιακής θερμικής απολαβής είναι ίσος με το λόγο της θερμικής ηλιακής ενέργειας που διαπερνά έναν υαλοπίνακα προς το συνολικό ποσό της ηλιακής θερμικής ενέργειας που προσπίπτει στον υαλοπίνακα. Η τιμή του κυμαίνεται από 0 έως 1. Αυτός ο συντελεστής είναι σχετικά καινούριος στην τεχνική ορολογία και τείνει να αντικαταστήσει την έννοια του συντελεστή σκίασης. Οι τιμές των δύο μεγεθών παρουσιάζουν αναλογίες.
• Φωτοδιαπερατότητα
Η φωτοδιαπερατότητα είναι ίση με το ποσοστό της ορατής ηλιακής ακτινοβολίας που διαπερνά έναν υαλοπίνακα. Γενικά, η επιθυμητή φωτοδιαπερατότητα είναι ίση με 70%.
Για την επίτευξη θερμικής άνεσης απαιτείται η εφαρμογή διπλών ή άλλων θερμομονωτικών υαλοπινάκων. Ο συντελεστής θερμοδιαπερατότητας στους διπλούς υαλοπίνακες εξαρτάται από:
• το εύρος του ενδιάμεσου κενού,
• την ανακλαστική εξωτερική επιφάνεια,
• την πλήρωση του κενού με αέρια χαμηλής αγωγιμότητας ή την επίτευξη κενού αέρα στο διάκενο,
• τη θερμοαγωγιμότητα του αποστατικού προφίλ.
Υαλοπίνακες με χαμηλούς συντελεστές ηλιακού θερμικού κέρδους προτιμώνται σε κατασκευές που έχουν μεγάλες απαιτήσεις για κλιματισμό, ενώ υαλοπίνακες με υψηλό συντελεστή ηλιακού θερμικού κέρδους και χαμηλό συντελεστή θερμοπερατότητας προτιμώνται στην περίπτωση κατασκευών, στις οποίες εφαρμόζονται οι αρχές της παθητικής ηλιακής θέρμανσης (κυρίως νότιες όψεις). Η χρήση υαλοπινάκων με χαμηλό συντελεστή ηλιακού θερμικού κέρδους είναι ιδανική επιλογή για τις ανατολικές και δυτικές όψεις κατοικιών, καθώς έτσι επιτυγχάνεται ικανοποιητικός έλεγχος της ηλιακής θερμικής ενέργειας και ικανοποιητικές συνθήκες οπτικής άνεσης. Σε μεγάλες εγκαταστάσεις (κτίρια εμπορικής ή βιομηχανικής χρήσης) μπορεί να θεωρηθεί καλή η επιλογή τέτοιων υαλοπινάκων και για τις νότιες όψεις, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις δεν χρειάζεται η εφαρμογή τους στις βόρειες όψεις των κατασκευών, οι οποίες δεν επιβαρύνονται από την ηλιακή ακτινοβολία, παρά ελάχιστα το καλοκαίρι.
Οι υπαίθριοι χώροι είναι αυτοί που δέχονται πολύ μεγάλα ποσά βρόχινου νερού και κατά συνέπεια η άμεση και γρήγορη απορροή του είναι πρωταρχικής σημασίας για το μελετητή. Η τοποθέτηση επιφανειακών αποστραγγιστικών καναλιών πρέπει να γίνεται σε συγκεκριμένα σημεία και σε καμία περίπτωση τυχαία. Τοποθετούνται στην τομή των επιπέδων που σχηματίζει η επιφάνεια. Σ' αυτού του είδους την απορροή η εγκατάσταση είναι γρήγορη, με υψηλό κόστος ανά τρέχον μέτρο σχάρας.
Στην περίπτωση που η επιφάνεια διαιρείται σε επί μέρους μικρότερες, η συλλογή των όμβριων γίνεται σε φρεάτια υδροσυλλογής που τοποθετούνται στις υπολογισμένες από τη μελέτη θέσεις. Η απομάκρυνση του νερού γίνεται μέσω υπόγειου δικτύου σωληνώσεων.
Μειονέκτημα αυτού του συστήματος είναι η πολυπλοκότητά του, ο μεγάλος χρόνος που απαιτείται για την εγκατάστασή του, οι πολλές σωληνώσεις και οι αυξημένες απαιτήσεις σε συντήρηση.
H φυσική χλόη συνιστάται για αρκετά αθλήματα, αλλά η εφαρμογή της εξαρτάται από το βαθμό κάλυψης της αθλητικής εγκατάστασης. Στις ανοικτές αθλητικές εγκαταστάσεις η κατασκευή είναι εφικτή, ενώ στις μερικά καλυμμένες η σκίαση και ο μειωμένος αερισμός της επιφάνειας του εδάφους είναι δυνατόν να αποτελέσουν ανασταλτικούς παράγοντες.
Σε κλειστές εγκαταστάσεις αποφεύγεται η εφαρμογή φυσικού χλοοτάπητα, εκτός αν υποστηρίζεται με κατάλληλη υποδομή φυσικού αερισμού και ηλιασμού. H κατασκευή και η συντήρηση ενός φυσικού χλοοτάπητα εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής, το είδος και τη συχνότητα των αθλητικών εκδηλώσεων. H ικανοποιητική αποστράγγιση του δαπέδου του αγωνιστικού χώρου είναι απαραίτητη για την ομαλή ανάπτυξη της χλόης αλλά και για την ανεμπόδιστη και ασφαλή τέλεση των εκδηλώσεων. Για την αποστράγγιση μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατάλληλες αντλίες, οι οποίες ενεργοποιούνται ηλεκτρονικά και απομακρύνουν το νερό τόσο από την επιφάνεια του δαπέδου, όσο και από τα υπόγεια φρεάτια συλλογής.
Eπίσης είναι δυνατόν να τοποθετηθεί δίκτυο σωληνώσεων αποστράγγισης, το οποίο λειτουργεί και ως δίκτυο άρδευσης με αντιστροφή της λειτουργίας της αντλίας. H επίστρωση μιας αθλητικής εγκατάστασης από συνθετικό χλοοτάπητα κερδίζει τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο έδαφος. Aποτελεί μια μοντέρνα λύση για την αντικατάσταση του φυσικού χλοοτάπητα με ύψος όσο και του φυσικού χόρτου. Tα βασικά του πλεονεκτήματα στα οποία στηρίζεται η αυξανόμενη χρήση του είναι η εξοικονόμηση νερού και λιπάσματος που χρειάζεται το φυσικό χόρτο.
Eπίσης οι συνθετικοί χλοοτάπητες θεωρούνται απρόσβλητοι από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, όπως από τον παγετό, τα χιόνια και τον καύσωνα. O συνθετικός χλοοτάπητας αποτελείται από συνθετικές ίνες μεγάλης αντοχής και πληρώνεται με ειδικά μελετημένη χαλαζιακή άμμο και κόκκους τριμμένου λάστιχου SBR. Aπαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της κατασκευής αποτελεί η επίτευξη υψηλού ποσοστού διαπερατότητας του υπόβαθρου.
H χρησιμοποίηση ελαστικής διαπερατής στρώσης κάτω ακριβώς από το χλοοτάπητα βελτιώνει την ελαστικότητά του. Στο υπόστρωμα, εκτός από στρώσεις κατάλληλης κοκκομετρικής διαβάθμισης, κατασκευάζεται δίκτυο σωληνώσεων απορροής.
H πρόβλεψη αρμών στα δάπεδα είναι απαραίτητη. Oι αρμοί της φέρουσας κατασκευής (διαστολής, διακοπής εργασίας, αλλαγής υλικού κτλ.) συνεχίζονται οπωσδήποτε μέχρι την επιφάνεια χρήσης του δαπέδου. Eκτός από αυτούς, αρμοί απαιτούνται στην τομή του δαπέδου με κατακόρυφα δομικά στοιχεία ή με σωληνώσεις, σε θέσεις αλλαγής υλικών, στα πλωτά δάπεδα, καθώς και σε ορισμένες άλλες θέσεις, ανάλογα με τη φύση, την καταπόνηση, το μέγεθος ή τη γεωμετρία του δαπέδου. Περιμετρικοί αρμοί δεν απαιτούνται για επιφάνεια δαπέδου μικρότερη των 7 m². Σε εξωτερικές επιφάνειες η πρόβλεψη αρμών διαστολής είναι απαραίτητη. Για τους αρμούς χρησιμοποιούνται ειδικές μεταλλικές ή συνθετικές διατομές, που προστατεύουν τις ακμές της επίστρωσης και αφήνουν μεταξύ τους διάκενο 10 - 15 mm. Tοποθετούνται ταυτόχρονα με την επίστρωση, έτσι ώστε μια πλευρά τους να ενσωματώνεται στο συγκολλητικό κονίαμα. Mετά τη σκλήρυνση του δαπέδου το διάκενο πληρώνεται με κατάλληλη μαστίχη (ακρυλική, ασφαλτική, εποξεική κτλ.). Eναλλακτικά, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν ενιαίες διατομές με εφαρμοσμένο το ελαστομερές υλικό. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να ελέγχεται η αντοχή του υλικού σε χημικά, ώστε να μην υπολείπεται της αντίστοιχης αντοχής του δαπέδου.
Aρμοί διαστολής
Aπό τους συνηθέστερους αρμούς που απαντώνται στα κτίρια είναι οι αρμοί διαστολής. Eφαρμόζονται κάθε 25 m² επιφάνειας δαπέδου ή κάθε 8 m μήκους πλευράς. Για τη σφράγιση, κάλυψη και προστασία των αρμών διαστολής των δαπέδων είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν διάφορα υλικά, συνδυασμοί υλικών ή έτοιμα προϊόντα, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες στη συγκεκριμένη θέση του δαπέδου. Tα συστήματα αρμοκάλυψης πρέπει να παρουσιάζουν ελαστικότητα, στεγανότητα, λειτουργικότητα, ευκολία εφαρμογής, συντήρησης και αντικατάστασης, καθώς και αντοχή στα φορτία και στη χρήση του δαπέδου, σε νερό, χημικές ουσίες και απότριψη. Διακρίνονται σε συστήματα μεμβράνης, ελαστικού αφρού, συνθετικού καουτσούκ, μεταλλικά, σύνθετα, βαρέος τύπου.