Στο πλαίσιο ανακαίνισης μιας νεοκλασικής κατοικίας στα Εξάρχεια, τα επιχρίσματα αφαιρέθηκαν από τους πέτρινους περιμετρικούς τοίχους, ενώ οι μεταλλικές κατασκευές που προστέθηκαν σχεδιάστηκαν έτσι, ώστε να μην παρεμβαίνουν στην ιστορικότητα και στην αισθητική του κτιρίου. Φωτογραφίες: Μαριάννα Αθανασιάδου.
Στο πλαίσιο ανακατασκευής διώροφης κατοικίας στο Χαλάνδρι, η κλίμακα διαμορφώνεται ως το κεντρικό στοιχείο στο εσωτερικό της κατοικίας. Στο ισόγειο η κλίμακα λειτουργεί ως καθιστικό, ενώ προς τον όροφο τα πατήματα και τα ρίχτια της σκάλας γίνονται μέρος της βιβλιοθήκης, η οποία επεκτείνεται μέχρι την οροφή του πρώτου επιπέδου. Φωτογραφία: Νίκος Δανιηλίδης.
Στο πλαίσιο αναδιαμόρφωσης μιας κατοικίας στο Διόνυσο, η κουζίνα "ανοίγει" προς τους χώρους διημέρευσης, με σκοπό την οπτική αλλά και ουσιαστική επικοινωνία. Παράλληλα, ο χώρος της κουζίνας διαμορφώνεται με κριτήρια εργονομικού σχεδιασμού, προκειμένου να αξιοποιεί τον άπλετο φωτισμό και να λειτουργεί ως συνέχεια της τραπεζαρίας. Φωτογραφίες: Δημήτρης Κλεάνθης.
Η συναρμογή του ξύλινου κουφώματος στην πέτρινη όψη ακολουθεί τη συνήθη λογική, της προσπάθειας δηλαδή μείωσης των θερμογεφυρών. Το πάχος της πέτρας δίνει τη δυνατότητα της τοποθέτησης του κουφώματος στη στρώση της θερμομόνωσης, δημιουργώντας παρ’ όλα αυτά ένα βάθος, το οποίο μπορεί να έχει τόσο λειτουργική (περιθώριο για κουτί ρολού) όσο και αισθητική σημασία.
Τα ειδικά τεμάχια στήριξης του κουφώματος δίνουν τη δυνατότητα της ορθής συναρμογής του κουφώματος στη στρώση της θερμομόνωσης, ελαχιστοποιώντας τις θερμογέφυρες.
Το μικρό διαμέρισμα με το δυτικό προσανατολισμό, βρίσκεται στον τελευταίο όροφο πολυκατοικίας με θέα προς τον Φαληρικό όρμο και τα παράλια του Πειραιά. Στην προηγούμενη διαρρύθμιση του χώρου, απουσίαζε η όποια ιεράρχηση των χώρων μπροστά στη θέα. Η νέα διαρρύθμιση όφειλε να εξυπηρετήσει τις ανάγκες κατοίκησης δύο ατόμων με τους απαραίτητους χώρους υποστήριξης.
Μπροστά στη θέα παρατάχθηκε η καθημερινή λειτουργία της κατοικίας: η κουζίνα με τον αναρτημένο πάγκο της, το τραπέζι και η καθιστική γωνία. Εντός του χώρου επιλέχθηκε η εγκατάσταση ενός ξύλινου "κύβου" για να διαφοροποιήσει και να ενσωματώσει τις βοηθητικές και τις αθέατες πλευρές κατοίκησης. Πίσω από το ξύλινο πέτασμα στην πλευρά της κουζίνας, βρίσκονται αποθηκευτικοί χώροι, και το εντοιχισμένο ψυγείο. Κατά μήκος του διαδρόμου βρίσκεται η είσοδος στο λουτρό και πίσω από την απόληξη του ξύλινου πετάσματος χωροθετείται το υπνοδωμάτιο. Η ντουζιέρα με το μικρό της προθάλαμο είναι προσβάσιμη μόνο από το υπνοδωμάτιο, πίσω από τον τοίχο του κρεβατιού. Σε συνέχεια με το παράθυρο του υπνοδωματίου σχηματίζεται μικρό γραφείο.
Ο σχεδιασμός, προκειμένου να εντείνει την αίσθηση ευρυχωρίας ασχολήθηκε και με το σχεδιασμό της περιορισμένης επίπλωσής του.
Το σκηνικό της άναρχης πόλης, το οποίο αποκαλύπτεται μέσα από τα ανοίγματα της κατοικίας βρίσκεται σε μία ενδιαφέρουσα αντίθεση με τις ήρεμες γραμμές του εσωτερικού. Η παλέτα των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν παρέμεινε σκόπιμα μικρή. Το δάπεδο έχει μία εννιαία γκρι απόχρωση και διατρέχει όλους τους χώρους. Οι επιφάνειες και οι αποθηκευτικοί χώροι στην περίμετρο έχουν λευκή απόχρωση προκειμένου να περνούν απαρατήρητες. Οι ξύλινες κατακόρυφες επιφάνειες εισάγουν μία ενδιαφέρουσα σωματική εμπειρία στο χώρο και μία ήπια αντίθεση με τα υπόλοιπα υλικά.
Η απλή δομή της δυναμικά αναπτυσσόμενης εταιρείας Pollfish, που βασίζεται σε μια φιλική και νεανική ατμόσφαιρα χωρίς ιεραρχικά προσχήματα και διαρθρώσεις, ώθησε τους αρχιτέκτονες του έργου στην κεντρική ιδέα της οργάνωσης του χώρου γραφείων με ασύμμετρους, ξύλινους, γλυπτικούς όγκους, με τη μορφή containers. Στον ενιαίο χώρο των 300 m², ζητήθηκαν μεγάλα γραφεία για συνεργασία, μικρότερα για ηχητική απομόνωση και ένας ευέλικτος χώρος κινήσεων και διαλείμματος.
Μια τεθλασμένη γραμμή που αναπτύσσεται κατά μήκος των περιμετρικών υαλοστασίων, ορίζει τέσσερα μεγάλα γραφεία συνεργασίας. Οι χώροι που προκύπτουν έχουν διαφορετική γεωμετρία, διαφορετικές φυγές και ελεύθερη θέα προς την πόλη, ενώ οι εσοχές ανάμεσα τους αξιοποιούνται ως καθιστικά. Απέναντι από τους ξύλινους όγκους των γραφείων, στο μικρότερο ορθογώνιο όγκο, οργανώνονται τρία μικρότερα γραφεία τηλεδιασκέψεων και ηχητικής απομόνωσης (skype rooms).
Ο ενδιάμεσος χώρος που προκύπτει παραμένει ελεύθερος και ευέλικτος για διάφορες λειτουργίες: ως χώρος εισόδου και κινήσεων, ως χώρος εκτόνωσης και διαλείμματος, ακόμη και για μεγαλύτερες συγκεντρώσεις και πάρτι, ενώ ενοποιείται με τον υπόλοιπο κοινόχρηστο χώρο τραπεζαρίας και κουζίνας. Τα δύο κεντρικά υποστυλώματα στο χώρο μεταξύ των γραφείων, χρησιμοποιούνται ως στήριξη ενός ευθύγραμμου, ξύλινου πάγκου προσωρινής εργασίας. Τρεις μικροί ξύλινοι όγκοι ορίζουν το χώρο της κουζίνας- τραπεζαρίας και συγχρόνως καλύπτουν από πίσω τους ηλεκτρομηχανολογικούς πίνακες και την πόρτα που οδηγεί στους χώρους υγιεινής.
Με τις παραπάνω χειρονομίες δημιουργήθηκε ένας ευέλικτος γραφειακός χώρος, όπου οι εργαζόμενοι μοιράζονται τους χώρους γραφείων ελεύθερα, επιλέγοντας κατ' ουσία αν θα δουλέψουν ατομικά, σε μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες.
Βασικό ζητούμενο κατά το σχεδιασμό και την επιλογή υλικών, υπήρξε ο χαμηλός προϋπολογισμός. Για τις επενδύσεις επιλέχτηκε ένα οικονομικό και εύκολο στην τοποθέτηση του υλικό, η δομική ξυλόπλακα osb. Επενδύει όλα τα εγκάρσια χωρίσματα και οροφές, δίνοντας συνέχεια και ομοιογένεια στους χώρους των γραφείων. Τα λευκά εγκάρσια χωρίσματα που διακόπτουν τις ξυλεπενδύσεις, κατασκευασμένα από κατάλληλο υλικό, λειτουργούν ως επιφάνειες γραφής και προβολών.
Για τα δάπεδα επιλέχθηκε μοκέτα σε 2 αποχρώσεις, ανάλογα με τη λειτουργία του χώρου: σκούρο γκρι στους γραφειακούς χώρους και φωτεινό πράσινο στον ενιαίο, ενδιάμεσο χώρο. Λόγω περιορισμένου ύψους αλλά και πρόθεσης, η οροφή από μπετόν και όλα τα ηλεκτρομηχανολογικά περάσματα, παραμένουν εμφανή στο μεγαλύτερο μέρος του χώρου και βάφονται στο ίδιο σκούρο γκρι χρώμα. Για το φωτισμό επιλέχθηκαν σποτ οροφής για τον ενδιάμεσο χώρο και γραμμικά εξωτερικά φωτιστικά στα γραφεία. Σημειακά ο φωτισμός ενισχύεται με κρεμαστά φωτιστικά, όπως στην τραπεζαρία και στον πάγκο του κεντρικού χώρου.
Στις προσόψεις των γραφείων η χρήση γυάλινων διαχωριστικών επιτρέπει την οπτική επικοινωνία και φυσικό φωτισμό όλων των χώρων.
Η εξοχική κατοικία βρίσκεται στην περιοχή της Κυπαρισσίας στη Μεσσηνία, σε θέση κατάφυτη και με έντονο ανάγλυφο. Μέσω της αρχιτεκτονικής πρότασης διατυπώνεται ένας "διάλογος" μεταξύ του σύγχρονου σχεδιασμού και της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, με το κτίριο να εναρμονίζεται με το τοπίο μέσω της γεωμετρίας και της υλικότητάς του.
Τα 220 τετραγωνικά μέτρα της κατοικίας κατανέμονται σε τρεις διακριτούς όγκους, οργάνωση που διασπά τη μονολιθικότητα, εξυπηρετώντας παράλληλα τις επί μέρους λειτουργικές ενότητες.
Οι υπαίθριοι χώροι και το αίθριο αποτελούν ζωτικά στοιχεία του χώρου, οργανώνοντας την καθημερινή ζωή.
Η είσοδος πραγματοποιείται από ενδιάμεση στάθμη μέσω του αιθρίου - πυρήνα και με καθοδική πορεία οδηγεί στο ισόγειο και στους χώρους διημέρευσης. Στην άνω στάθμη βρίσκονται τα υπνοδωμάτια και οι χώροι φιλοξενίας, με τα παράθυρα κατά την άνοδο να δημιουργούν την αίσθηση της αιώρησης. Το σύνολο υποχωρεί μπροστά στο τοπίο, προσαρμοζόμενο στο έδαφος μέσω των κλίσεων, της στροφής και της ποικιλίας των υψών. Ο όγκος του καθιστικού στρέφεται ως προς το σύνολο και μέσω της κεκλιμένης οροφής και της αδρότητας της πέτρας αποτελεί νοητή συνέχεια του βραχώδους τοπίου.
Η βιοκλιματική επίλυση, τα διάτρητα κάγκελα που επιτρέπουν το φιλτράρισμα του φωτός στην κάτω στάθμη, η φύτευση στα δώματα και το στοιχείο του νερού της πισίνας εντείνουν την επαφή με το φυσικό περιβάλλον. Η ηρεμία της φύσης και η θέα προς το παραδοσιακό εκκλησάκι προσφέρουν τη χαλάρωση που επιζητεί κανείς σε μια εξοχική κατοικία.
Ο χώρος βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας και ανασχεδιάστηκε από τους Link architects, για να στεγάσει το νέο γραφείο του ξενοδοχείου "Paros Agnanti".
Στόχος ήταν η δημιουργία ενός ανοικτού, λειτουργικού και φωτεινού περιβάλλοντος για την κάλυψη των αναγκών της εταιρίας σε θέσεις εργασίας, χώρο αναμονής, χώρων αποθήκευσης και συνεδριάσεων.
Βασικό στοιχείο του σχεδιασμού αποτέλεσε ένας γραμμικός διάδρομος από την κεντρική είσοδο έως την τελευταία νέα διαμορφωμένη αίθουσα συνεδριάσεων, ο οποίος διαχωρίζει με σαφήνεια τον επιμήκη χώρο σε ζώνη εργασίας και ζώνη αποθήκευσης, δίνοντας έμφαση καθ’ όλο το μήκος του στην οπτική επαφή με σημαντικά μνημεία του κέντρου της Αθήνας, μέσω του ενιαίου υαλοστασίου του μεγάρου.
Στον άξονα του διαδρόμου δόθηκε έμφαση με τη χρήση τεχνητού κρυφού φωτισμού, σε δύο επίπεδα, αφενός υψηλά, κατά μήκος της ανισόπεδης οροφής, κι αφετέρου χαμηλά, κατά μήκος της γραμμικής ενιαίας ξύλινης κατασκευής.
Η πρώτη ζώνη φιλοξενεί τις θέσεις εργασίας και κοινόχρηστες λειτουργίες, όπως WC και ένα μπαρ, σε ανοιχτό διάλογο με το υπόλοιπο εσωτερικό.
Στη δεύτερη ζώνη τοποθετείται η ενιαία ξύλινη κατασκευή, η οποία αφενός λειτουργεί ως χώρος αποθήκευσης κι αφετέρου ως χώρος αναμονής, με την δημιουργία δύο εσοχών, μια απέναντι από τις θέσεις εργασίας και μια στο εσωτερικό της αίθουσας συνεδριάσεων.
Ένα γυάλινο διαχωριστικό απομονώνει το χώρο των εργαζομένων από την αίθουσα συνεδριάσεων προς εξυπηρέτηση της ιδιωτικότητας και της ηχομόνωσης, ενώ παράλληλα επιτρέπει στο φυσικό φως να διαχέεται σε όλο το εσωτερικό. Η χρήση του ξύλου και των ήπιων χρωματισμών, σε συνδυασμό με το γενικό σχεδιασμό, συνέβαλαν στην καθαρότητα της πρότασης, προσδίδοντας ηρεμία και άνεση.
Στο αρχαιολογικό μουσείο των Χανίων, οι γεωμετρικοί χειρισμοί του εξώστη τονίζουν τον τραπεζοειδή χαρακτήρα του μονολιθικού όγκου. Ο μεταλλικός πρόβολος προσδίδει έντονη ογκοπλαστική ταυτότητα στο κέλυφος, ενώ παράλληλα λαμβάνει λειτουργικό ρόλο, καθώς φιλοξενεί το χώρο εστίασης. Φωτογραφίες: Θωμάς Γερασόπουλος.