Ασφαλτικές μεμβράνες
Μέθοδος, που κατά κύριο λόγο εφαρμόζεται σε νέες κατασκευές.
• Τοποθέτηση σε καθαρή, στεγνή και κατά το δυνατόν επίπεδη επιφάνεια, διότι δεν μπορούν να ακολουθούν ανωμαλίες του υποστρώματος.
• Εκτέλεση εργασιών υπό καλές καιρικές συνθήκες.
• Η κατακόρυφη στρώση να συναντά στην απόληξή της, την οριζόντια στρώση του δαπέδου.
• Συνέχεια κατακόρυφης στρώσης μέχρι ύψος 20 - 30 cm επάνω από την επιφάνεια του εδάφους.
• Απαιτείται επιπρόσθετη μηχανική στήριξη για την αποφυγή αποκόλλησης.
• Αποφυγή σχηματισμού γωνιών <135° στα ασφαλτόπανα.
• Συνιστάται η τοποθέτηση προστατευτικής στρώσης για αποφυγή τραυματισμού της από χαλίκια, σίδερα κτλ. των επιχωματώσεων με πλάκες με πτυχώσεις ή αυλακώσεις ή με συνθετική μεμβράνη με κωνοειδείς προεξοχές ("αυγουλιέρα"), η οποία επιτρέπει και τον αερισμό του τοιχώματος.
• Συνιστάται ο συνδυασμός τους με άλλες μεθόδους στην περίπτωση αυξημένης υδροστατικής πίεσης.
• Προσθήκη στεγανοποιητικού μάζας στα σημεία διακοπής (τοιχία, υποστυλώματα).
Ασφαλτικές επαλείψεις
Προσφέρει ήπια προστασία και επιλέγεται σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν αναμένεται έντονη καταπόνηση από υγρασία.
• Πρέπει να αποφεύγονται στην περίπτωση προσβολής από υγρασία με αυξημένη υδροστατική πίεση.
• Προτιμάται η επίστρωση των στοιχείων να γίνεται εξωτερικά και όχι εσωτερικά.
• Η επιφάνεια τοποθέτησης πρέπει να είναι ξηρή και καθαρισμένη. Για το στέγνωμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν θερμαντικά πιστολέτα.
• Η οριζόντια στρώση πρέπει να συναντά την κατακόρυφη.
• Συνιστάται η τοποθέτηση προστατευτικής στρώσης, όπως και στις ασφαλτικές μεμβράνες.
Στεγανοποιητικά κονιάματα
• Η οριζόντια στρώση πρέπει να συναντά την κατακόρυφη.
• Χρειάζεται προφύλαξη επιφανειών από την ηλιακή ακτινοβολία και τον άνεμο έως το στέγνωμα του κονιάματος.
• Θερμοκρασία εφαρμογής >+5°C (αποφυγή παγετού).
Στεγανοποιητικά μάζας στο σκυρόδεμα
Η εισαγωγή πρόσμεικτων στο σκυρόδεμα προσφέρει στεγανοποιητική
προστασία, βελτιώνει την εργασιμότητα του μείγματος, μειώνει τον κίνδυνο απόμειξης των συστατικών του, ενισχύει την αντιδιαβρωτική προστασία και την πρόσφυση του οπλισμού στο σκυρόδεμα, ενώ συγχρόνως επιτρέπει τη διάχυση των υδρατμών, που προέρχονται από τους εσωτερικούς χώρους. Η ανάμειξή τους δεν πρέπει να γίνεται στο εργοτάξιο, προκειμένου να ελέγχεται η ποιότητα του σκυροδέματος, καθώς πρέπει να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη κατανομή του υλικού στο μείγμα και η σωστή αναλογία νερού προς τσιμέντο.
Τα στεγανοποιητικά μάζας βρίσκουν εφαρμογή σε υπόγειες κατασκευές από σκυρόδεμα, επάνω ή κάτω από τη στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα, και σε κατασκευές, στις οποίες ασκούνται έντονες υδροστατικές πιέσεις (δεξαμενές νερού, εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού, κτλ.)
Πρόσμεικτα, όπως ο χαλαζίας, το ανθρακικό ασβέστιο κ.ά. φράσσουν τους πόρους, η θηραϊκή γη, η άργιλος και άλλες πυριτικές ενώσεις εμποδίζουν τη διέλευση υγρασίας μέσω της διόγκωσής τους, οι ενώσεις ρητινών προσφέρουν στεγανοποιητική προστασία λόγω των υδροαπωθητικών τους ιδιοτήτων, ενώ κάποιοι υδρογονάνθρακες εξασφαλίζουν τη στεγανοποίηση μέσω της αποσύνθεσής
τους.
Άλλα υλικά σε μορφή σκόνης προσφέρουν στεγανοποιητική προστασία μέσω της κρυσταλλοποίησης, η οποία επέρχεται ως αποτέλεσμα της αντίδρασης των πρόσθετων πρόσμεικτων με στοιχεία, που περιέχονται στο σκυρόδεμα. Σ' αυτήν την περίπτωση, το προϊόν μπορεί να προστεθεί είτε κατά τη διαδικασία παραγωγής είτε στη βαρέλα μεταφοράς σκυροδέματος μετά τη διάλυσή του με νερό με τη βοήθεια μηχανικού αναδευτήρα. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η στεγανοποίηση θα πρέπει για τους αρμούς διακοπής σκυροδέτησης και τις περιοχές επισκευών να χρησιμοποιούνται επαλειφόμενα και επισκευαστικά προϊόντα αντίστοιχης τεχνολογίας. Ο συνδυασμός του πρόσμεικτου με υπερευστοποιητή βελτιώνει ακόμη περισσότερο την εργασιμότητα και την ποιότητα του παραγόμενου σκυροδέματος. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τηρούνται οι κανόνες της ορθής σκυροδέτησης, δόνησης και ελέγχου ωρίμανσης.
ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ
Η σκάλα αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία του εσωτερικού χώρου, καθώς η μορφή και η θέση της επηρεάζουν την κυκλοφορία μέσα σ’ αυτόν. Πρωτίστως λειτουργική, η σκάλα διευκολύνει την κατακόρυφη σύνδεση ορόφων ή επιπέδων με διαφορετικές στάθμες. Ωστόσο, πέρα από τη λειτουργικότητα, η σκάλα ως μορφολογικό στοιχείο συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση αισθητικής του χώρου. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο σχεδιασμός της κλίμακας αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία, κατά την οποία παράγοντες, όπως ο φυσικός φωτισμός και ο αερισμός του κλιμακοστασίου, η άνεση και η ασφάλεια που προσφέρει η κλίμακα, θα πρέπει να συνεκτιμώνται με κριτήρια σχεδιαστικής ευελιξίας και αισθητικής. Οι σύγχρονες τάσεις στο σχεδιασμό αναδεικνύουν πρωτότυπες λύσεις, επιχειρώντας τη σύζευξη
ποιότητας και κατασκευαστικής αρτιότητας.
Στη συγκεκριμένη μελέτη, που αφορά μία σύγχρονη ξενοδοχειακή μονάδα 5 αστέρων, οι μελετητές κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μία μεγάλη πρόκληση, λόγω του σχήματος και της γεωμορφολογίας του οικοπέδου. Στα όρια του οικισμού του Αγίου Στεφάνου Μυκόνου δύο επιφάνειες, που ενώνονται μέσω μίας στενής λωρίδας γης, αποτέλεσαν το υπό μελέτη οικόπεδο. Η ιδιαίτερη αυτή συνθήκη, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι βρίσκονται στα όρια με την εκτός σχεδίου δόμησης περιοχή, υπήρξαν οι δύο βασικοί περιορισμοί και ταυτόχρονα κατευθυντήριες γραμμές του σχεδιασμού.
Η σταδιακή μετάβαση από την εκτός οικισμού περιοχή στην πυκνοδομημένη ζώνη του Αγίου Στεφάνου καθόρισαν αρχιτεκτονικά κάποιες σχεδιαστικές αποφάσεις. Έτσι, στα δυτικά σε επαφή με τη δημοτική οδό χωροθετήθηκε η είσοδος στο συγκρότημα και υπαίθριος στεγασμένος χώρος στάθμευσης. Κεντρικά, στη στενή γραμμική ζώνη που οδηγεί στον πυρήνα του συγκροτήματος, στεγάζονται χώροι υποδοχής και εμπορικών χρήσεων στο ισόγειο. Στον όροφο της ίδιας κτιριακής ενότητας τοποθετούνται 3 δωμάτια με ιδιωτικούς υπαίθριους χώρους και jacuzzi, ενώ σε υπόγεια στάθμη βοηθητικές λειτουργίες της υποδοχής, όπως χώροι γραφείων και φύλαξης αποσκευών, κοινόχρηστες τουαλέτες και ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις.
Μέσω μίας γραμμικής πορείας ο επισκέπτης φτάνει στον πυκνό ιστό του συγκροτήματος. Στον πυρήνα αυτού τοποθετείται κοινόχρηστη πισίνα με υπαίθριους και στεγασμένους χώρους δημόσιων λειτουργιών, εστιατόριο και pool bar, αποτελώντας το σημείο αναφοράς όλου του ξενοδοχείου. Εκατέρωθεν αυτής διαμορφώνονται δύο ζώνες κτιριακών όγκων που στεγάζουν συνολικά 10 δωμάτια και 3 σουίτες με ιδιωτικές πισίνες. Επιπλέον, σε υπόγεια στάθμη της πρώτης ζώνης βρίσκονται κοινόχρηστες λειτουργίες που εξυπηρετούν τις σύγχρονες ανάγκες ενός ξενοδοχείου κατηγορίας 5*, όπως κέντρο αισθητικής, σπα, σάουνα, αίθουσα μασάζ, γυμναστήριο και αποδυτήρια, ενώ στο υπόγειο της δεύτερης ζώνης βόρεια της κοινόχρηστης πισίνας τοποθετούνται αποθηκευτικοί χώροι, μηχανοστάσια και χώροι προσωπικού.
Το σχήμα και η κλίση του υπό μελέτη οικοπέδου, τα καδραρίσματα και οι οπτικές φυγές προς τον κόλπο του Αγίου Στεφάνου, οι παραδοσιακές μορφές της μυκονιάτικης αρχιτεκτονικής, η ανάγκη για ευρύχωρους ιδιωτικούς υπαίθριους χώρους αλλά και ιδιωτικότητα, υπήρξαν μερικά από τα στοιχεία που όρισαν τις συνθήκες, μέσα από τις οποίες γεννήθηκε ογκοπλαστικά το κτίριο. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν κατά την κατασκευή είναι τοπικοί λίθοι, που εμφανίζονται και στις όψεις ως ανεπίχριστη λιθοδομή, υπόλευκο επίχρισμα κυρίως στα δωμάτια του ορόφου αλλά και σε επί μέρους στοιχεία, το ξύλο σε φυσική απόχρωση, που κυριαρχεί στις κατασκευές πέργκολας των δωματίων και των κοινόχρηστων χώρων. Τμήματα φυσικών βράχων και πετρωμάτων, που μπόρεσαν να διατηρηθούν κατά τις εκσκαφές του υπεδάφους, τοποθετήθηκαν με τρόπο που να ενσωματώνονται στη διαμόρφωση κοινόχρηστων χώρων. Το ξύλο αποτελεί ένα από τα κυρίαρχα υλικά και στη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων και του κινητού εξοπλισμού, ενώ μαζί με λινά και βαμβακερά υφάσματα σε γήινες αποχρώσεις, ψάθα και μακούτι, δένουν αρμονικά σε ένα σύνολο μποέμ χειροποίητων στοιχείων, διακριτικών επίπλων και φυσικών υλικών.
Η φύτευση αποτελείται κυρίως από τοπικά ξηροφυτικά είδη δέντρων και θάμνων που ευδοκιμούν στο κλίμα του νησιού και χρειάζονται την ελάχιστη φροντίδα, όπως ελιά, ερεμόφυλλο, γκάουρα, θυμάρι, δεντρολίβανο, λεβάντα, παχύφυτα και στίπες. Επίσης, έχουν προστεθεί μπανανιές, δράκαινες και κάκτοι που δίνουν μια εξωτική νότα στο χώρο.
Η φιλοσοφία του "Hâbitat All Suite Hotel" βασίζεται στο ευ ζην, τα φυσικά υλικά και χρώματα και εν συνόλω σε μία μορφή προσωρινής κατοίκησης διακοπών, που χαρακτηρίζεται από αυθεντικότητα, έμπνευση, πνευματικότητα και πολυτέλεια σε αρμονία με τη φύση.
Στην περιοχή της ορεινής Χαλκιδικής και πιο συγκεκριμένα στον οικισμό της Μεγάλης Παναγίας του Δήμου Αριστοτέλη βρίσκεται το "MANTIS bar". Η επιχείρηση στεγάζεται σε ένα διώροφο κτίριο με υπόγειο, που κατασκευάστηκε το 1980 και καταλαμβάνει συνολική επιφάνεια 220 m2. Στο ισόγειο τμήμα του κτιρίου βρίσκεται ο κύριος χώρος του bar καθώς και χώροι προετοιμασίας και WC. Στο υπόγειο τοποθετούνται οι υπόλοιποι βοηθητικοί χώροι.
Η κύρια αίθουσα του bar αναπτύσσεται σε δυο επίπεδα, είναι τετραγωνισμένη, με δυο κατακόρυφα δομικά στοιχεία του φέροντα οργανισμού στο κέντρο του χώρου και ανοίγματα στη δυτική και τη βόρεια πλευρά.
Τα κατακόρυφα δομικά στοιχεία επενδύονται, αποκτούν επιπλέον όγκο και σχεδιαστική υπόσταση και τονίζονται με την προσθήκη νησίδων, οι οποίες λειτουργούν ως συμπληρωματικές θέσεις για τους θαμώνες. Στις κατασκευές των νησίδων αλλά και της κύριας μπάρας επικρατεί το μάρμαρο. Επιλέχθηκαν δυο τύποι μαρμάρου σε δυο τόνους, ένα σκουρόχρωμο με λευκά και γκρίζα νερά και ένα υπόλευκο με γκρι νερά, προσδίδοντας την αίσθηση της μοναδικότητας καθώς κάθε επιφάνεια της μαρμάρινης επένδυσης προσφέρει ένα διαφορετικό μοτίβο.
Το άνω μέρος των κατακόρυφων δομικών στοιχείων αλλά και τμήματα της τοιχοποιίας επενδύονται με μια σειρά από καμπυλωτά κατακόρυφα στοιχεία με διαφορετικό βάθος, δημιουργώντας τρισδιάστατες επιφάνειες. Ο χαρακτήρας της επένδυσης αυτής είναι διττός, καθώς πέρα από το αισθητικό κομμάτι, λειτουργεί ως διάχυτης ήχου συμβάλλοντας στην ηχοαπορρόφηση που επιτυγχάνεται στο χώρο. Πάνω από την κεντρική μπάρα και στο πίσω μέρος της τοποθετούνται κρεμαστές μεταλλικές κατασκευές μαύρου χρώματος, που προσφέρουν φωτιζόμενες θέσεις προβολής των διαθέσιμων ποτών.
Η σύνθεση ολοκληρώνεται με την παρουσία της "βλάστησης". Τα φυτά μοιάζουν να φυτρώνουν μέσα στις κατασκευές των νησίδων, τις εσοχές που δημιουργούνται από τον κρυφό φωτισμό της οροφής αλλά και τμήμα της τοιχοποιίας, δημιουργώντας έναν διάλογο μεταξύ της βλάστησης και της αρχιτεκτονικής.
Το "Pratic 2.0" αποτελεί επέκταση του χώρου παραγωγής του βιομηχανικού κτιρίου μιας εταιρείας κατασκευής συστημάτων ηλιοπροστασίας. Με το εμβαδό του διπλασίασε το συνολικό χώρο παραγωγής και με την αρχιτεκτονική του, είχε ως σκοπό να συμβάλει στην αισθητική του τοπίου, ώστε να ενισχύσει την ταυτότητα της εταιρείας.
Το συγκρότημα κτίστηκε σε δύο φάσεις: η πρώτη το 2011 και η δεύτερη -η επέκταση- το 2018. Το κτιριολογικό πρόγραμμα της πρώτης φάσης περιελάμβανε λειτουργίες όπως: χώρους γραφείων, εκθετήριο, εργαστήρια έρευνας και καινοτομίας, χώρους παραγωγής, βαφής και αποθήκευσης, χώρο ευεξίας για τους εργαζόμενους και χώρο στάθμευσης.
Λίγα χρόνια αργότερα, δημιουργήθηκε η ανάγκη για επέκταση. Οι ίδιοι αρχιτέκτονες ακολουθούν και πάλι την ίδια φιλοσοφία: απλότητα και αποτελεσματικότητα. Η νέα κατασκευή είναι ένας καθαρά ορθογώνιος όγκος, 9.000 m², που εφάπτεται στη μια μακριά πλευρά του στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις, αφήνοντας ελεύθερες τις άλλες τρεις πλευρές.
Ακολουθείται σχεδόν ίδιο κτιριολογικό πρόγραμμα με το πρώτο και όλες οι λειτουργίες συνδέονται με τον υπαίθριο χώρο αφιερωμένο στη χαλάρωση, τη συνάντηση και τη θέαση του τοπίου.
Δυο στοιχεία χρησιμοποιούνται για να συνθέσουν το νέο κτίριο, ο επαναλαμβανόμενος ρυθμός των ανοιγμάτων, δίνοντας μια συνέχεια στην υπάρχουσα πρόσοψη και το ανακλαστικό κέλυφος, το οποίο "διαλύει" τον όγκο του κτιρίου στον ουρανό. Έτσι, από τη μία είναι η μεταβλητότητα και ελαφρότητα, που προσδίδει η ανακλαστική και ιριδίζουσα επιφάνεια του νέου κτιρίου, αντανακλώντας τις συνεχώς ποικίλες εικόνες του τοπίου ανάλογα με την ώρα της ημέρας και τις καιρικές συνθήκες και από την άλλη το ανάγλυφο μαύρο σκυρόδεμα του υφιστάμενου κτιρίου, που δημιουργεί μια οπτική βαρύτητα και μονιμότητα.
Για την επένδυση της πρόσοψης χρησιμοποιήθηκαν πολυκαρβονικά πετάσματα, πάχους 4 εκατοστών και ύψους περίπου 10 μέτρων, τοποθετημένα σε προκατασκευασμένα πλαίσια σκυροδέματος. Κάθε πέτασμα αποτελείται από δύο διαφορετικούς τύπους πολυκαρβονικών που συνδυάζονται μεταξύ τους, μια αδιαφανή στρώση στην πίσω πλευρά, που εμποδίζει την είσοδο του φωτός, ενώ το εμπρόσθιο τμήμα έχει μια στρώση με την ιδιότητα του καθρέπτη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι, από απόσταση, το Pratic 2.0 αντικατοπτρίζει τον ουρανό και εμφανίζεται καλυμμένο από τεράστιες γυάλινες πλάκες, ενώ από κοντά φαίνεται πιο ανοιχτό, λιγότερο φωτεινό. Η συνεχώς χρωματική εναλλαγή των όψεων του κτιρίου ποικίλει και ανάλογα με την ώρα της ημέρας και την ένταση του φωτός μπορεί να φαίνεται μαύρο, χρυσό, μεταλλικό ή γυαλιστερό.
Το σύστημα επένδυσης των προσόψεων κρύβει εντελώς τον φέροντα οργανισμό, ενώ η καθετότητα που προκύπτει από τη χρήση των πετασμάτων, αποκτά έναν ενδιαφέροντα διάλογο με τα μαύρα πάνελ σκυροδέματος του αρχικού κτιρίου.
Εκτός από το σχεδιασμό των δύο κύριων κτιρίων της Pratic, το τοπίο, το φως και ο περιβάλλων χώρος αποτελούν επίσης βασικά στοιχεία για το σχεδιασμό του συγκροτήματος. Οι δημιουργοί του ήθελαν να εξασφαλίσουν τον εξωραϊσμό του χώρου, μια γενικά επίπεδη περιοχή που οριοθετείται από "τροποποιημένα πρανή" κατά μήκος της εθνικής οδού. Η διαμόρφωση με λεπτές διακυμάνσεις των κλίσεων του εδάφους, σε σχέση με την εθνική οδό και τους δρόμους πρόσβασης εντάσσει το έργο με σαφή τρόπο στο έδαφος και σημεία σχεδιασμένα για χαλάρωση, πεζοδρόμια και χώροι στάθμευσης προκύπτουν από τη διαμόρφωση αυτή.
Το κτίριο έχει γίνει ένα άνετο και λειτουργικό ορόσημο. Σχετίζεται με το τοπίο χωρίς να το μιμείται και ο σχεδιασμός των χώρων καθιερώνει ένα διαρκή διάλογο μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού χώρου.
"Η βιομηχανική αρχιτεκτονική, όχι μόνο μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των χώρων εργασίας, αλλά μπορεί να προσθέσει αξία στο τοπίο και το έργο αυτό το αποδεικνύει" σύμφωνα με τους δημιουργούς του. Η βιομηχανική αρχιτεκτονική στα καλύτερα της.
Το έργο χωροθετείται στο Cruquius Eiland, μια βιομηχανική ζώνη στο ανατολικό λιμάνι του Άμστερνταμ και χωρίζεται σε δύο βασικούς χώρους, στον ανοιχτής διάταξης χώρο των γραφείων, μέσα στον οποίο υπάρχει επίσης ένας εσωτερικός εξώστης και στο Skyroom, έναν επισκέψιμο χώρο με μεγάλες αίθουσες για συνεδριάσεις και συσκέψεις. Εξωτερικά, ο μεταλλικός σκελετός φέρει τα ευμεγέθη υαλοστάσια, τα οποία καταλαμβάνουν το σύνολο σχεδόν των όψεων. Παράλληλα, δύο εμφανείς κολόνες σε σχήμα κλαδιού διαπερνούν τους εσωτερικούς χώρους, στηρίζοντας την οροφή.
Η είσοδος στο κτίριο γίνεται μέσω του ανελκυστήρα, ο οποίος λειτουργεί ταυτοχρόνως ως χώρος αναμονής, διακοσμημένος με έπιπλα, φυτά και έργα τέχνης. Ο επισκέπτης μέσω του ανελκυστήρα μεταφέρεται στην υποδοχή από το υπόγειο χώρο στάθμευσης, ή από το ισόγειο, απολαμβάνοντας τη θέα του λιμανιού.
Η ελεύθερη κάτοψη στους εσωτερικούς χώρους ευνοεί την αλληλεπίδραση και την επικοινωνία μεταξύ των εργαζομένων. Τα γραφεία τοποθετούνται περιμετρικά δίπλα στα υαλοστάσια διπλού ύψους, ώστε το φυσικό φως να εισέρχεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, ενισχύοντας την παραγωγικότητα και τη δημιουργικότητα των εργαζομένων. Αντίθετα, το κλιμακοστάσιο και η σκάλα εκτάκτου ανάγκης έχουν κατασκευαστεί στο κέντρο της κάτοψης, δημιουργώντας ένα σύνθετο σύστημα κατακόρυφης κίνησης, εύκολα προσβάσιμο από όλα τα σημεία του κτιρίου. Για λόγους πυρασφάλειας, τα κλιμακοστάσια διαχωρίζονται μεταξύ τους με πυράντοχο τζάμι, το οποίο πλαισιώνεται από μεταλλικά στοιχεία. Επίσης, όλοι οι χώροι κοινωνικών δραστηριοτήτων έχουν τοποθετηθεί κεντρικά, με σκοπό τη δημιουργία μιας ζώνης συνάντησης, προσιτής και ορατής από όλα τα γραφεία.
Το κτίριο διακρίνεται για τους έξυπνους, προσαρμόσιμους εσωτερικούς χώρους. Όσον αφορά στα δάπεδα, έχει χρησιμοποιηθεί ξύλο από ανακυκλωμένη δρυ σε σχηματισμό ψαροκόκκαλου. Τα ξύλα αντί για κόλλα, φέρουν μια στρώση μαγνήτη, με σκοπό την εύκολη συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγησή τους για τυχόν επανάχρηση. Σε πολλά σημεία των δαπέδων έχουν τοποθετηθεί γκρι μοκέτες, η υφή των οποίων παραπέμπει στην τσιμεντένια δομή του εργοστασίου που προϋπήρχε στη θέση των γραφείων.
Τα πάνελ της ψευδοροφής κρύβουν το σύστημα κλιματισμού και έχουν ηχοαπορροφητικές ικανότητες, προσφέροντας την κατάλληλη ακουστική στους χώρους. Επίσης τα ερμάρια μετακινούνται και χρησιμοποιούνται ως ηχοαπορροφητικά διαχωριστικά. Τα ερμάρια έχουν κατασκευαστεί από χαλκό και έχουν πατιναριστεί με όξινα υγρά, προκειμένου οι όψεις τους να αποκτήσουν περίτεχνες λεπτομέρειες. Στο Skyroom, μέσω αυτοματοποιημένου συστήματος, τα πάνελ της ψευδοροφής, αποσπώνται από αυτή και αναρτώνται με τη βοήθεια συρματόσχοινων, δημιουργώντας επιπλέον καθίσματα και τραπέζια στις αίθουσες συνεδριάσεων.
Η ιδιωτική κατοικία βρίσκεται στο Παλαιό Ψυχικό σε ένα οικόπεδο 785 m². Καταλαμβάνει συνολικά 540 m² και αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα. Στο υπερυψωμένο επίπεδο του ισογείου βρίσκονται οι χώροι του καθιστικού και της κουζίνας, ενώ στο πρώτο επίπεδο βρίσκονται τα υπνοδωμάτια και το γραφείο. Στο κατώτερο επίπεδο φιλοξενούνται χρήσεις playroom και ξενώνα.
Το έργο αποτελεί επέκταση και ανακατασκευή παλαιότερης ισόγειας κατοικίας, η οποία βρισκόταν στο οικόπεδο. Απαίτηση των ιδιοκτητών ήταν να διατηρήσουν τη θέση και το περίγραμμα του παλαιότερου κτίσματος, αλλά ταυτοχρόνως να δημιουργήσουν μια σύγχρονη κατοικία, που θα ανταποκρίνεται σε σύγχρονες λειτουργικές απαιτήσεις και αισθητική. Έτσι, διατηρήθηκε το ίχνος της προ-υπάρχουσας κατοικίας και τμήμα της εξωτερικής πέτρινης τοιχοποιίας της, το οποίο ενισχύθηκε με εκτοξευόμενο σκυρόδεμα. Το μεγάλο πάχος των εξωτερικών τοίχων είναι το μόνο στοιχείο που "προδίδει" την ύπαρξη του παλαιότερου κτίσματος.
Βασικός παράγοντας της αρχιτεκτονικής μελέτης ήταν η διαχείριση της κύριας όψης του κτιρίου προς το δρόμο, η οποία είχε ανόμοια και μη στοιχισμένα ανοίγματα. Για τη διαχείρισή τους, σχεδιάστηκε ένας κάνναβος, ο οποίος στόχευε στην πλαισίωση και ενσωμάτωσή τους. Τα πλαίσια σχεδιάστηκαν με κεκλιμένες πλευρές προς το εσωτερικό του κτιρίου, με σκοπό τη σκιαγράφηση των ανοιγμάτων, ενώ κατασκευάστηκαν από ινοσανίδες με εξωτερική θερμομόνωση και μεταλλική υποδομή, επάνω σε συμβατικό τοίχο. Καθώς τα παράθυρα και η κύρια είσοδος διαφέρουν σε διαστάσεις και θέσεις, τα πρίσματα που δημιουργούνται προσδίδουν στην όψη μια γλυπτική μορφή. Είναι όλα σε λευκή απόχρωση, έτσι ώστε να εντείνεται η διαφοροποίηση των σκιών από το φυσικό φωτισμό.
Άλλο βασικό στοιχείο του σχεδιασμού ήταν η σχέση του εσωτερικού με τον εσωτερικό κήπο στην πίσω πλευρά του οικοπέδου. Εκεί, μία υπερυψωμένη βεράντα έρχεται σε συνέχεια του εσωτερικού χώρου του καθιστικού. Στην πίσω όψη δεσπόζει το μεγάλο άνοιγμα του ισογείου, το οποίο επιτρέπει στους δύο χώρους, εσωτερικό και εξωτερικό, να λειτουργούν ενιαία. Αυτή η αίσθηση μεγιστοποιείται με το διπλό ύψος στο κέντρο της κατοικίας, το οποίο καταλήγει σε ένα άνοιγμα στην οροφή.
Το μεγάλο καθιστικό στο ισόγειο έχει τετράγωνο περίγραμμα. Εκεί, συνυπάρχουν τέσσερα σημεία ενδιαφέροντος: το τζάκι, το καθιστικό της τηλεόρασης, η τραπεζαρία και το καθιστικό με θέα στον κήπο. Αυτά ενοποιήθηκαν με το σχεδιασμό των επίπλων και κυρίως με το σχεδιασμό του καθιστικού, όπου ένας καναπές με διπλή όψη οριοθετεί το χώρο. Το τζάκι και το έπιπλο της τηλεόρασης επενδύθηκαν με ξύλο, το οποίο προεκτείνεται στην επιφάνεια της οροφής και στο διπλό ύψος. Αυτά τα στοιχεία προσδίδουν στο χώρο δυνατές μορφολογίες, που εντείνουν την αίσθηση του ύψους.
Τα δωμάτια στον όροφο σχεδιάστηκαν με μία μινιμαλιστική προσέγγιση. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχουν εντοιχισμένα έπιπλα με φυσικό ξύλο σε συνδυασμό με λευκές επιφάνειες, τα οποία προσδιορίζουν το χαρακτήρα των χώρων.
Όλο το έργο χαρακτηρίζεται από τη μετατροπή ενός υπάρχοντος κελύφους σε μια σύγχρονη κατοικία για μια νέα οικογένεια.
Σκοπός της παρούσας σύνθεσης ήταν η επανάχρηση και προσθήκη σε υφιστάμενο κέλυφος μιας κατοικίας, αλλά και η διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου, με ζητούμενο τη δημιουργία ενός αμπελώνα. Το υπάρχον κτίσμα βρίσκεται στο κέντρο ενός οικοπέδου με ελαιόδεντρα, στο νησί της Πάρου.
Βασικό στόχο του σχεδιασμού αποτέλεσε η διατήρηση του χαρακτήρα του υπάρχοντος κτίσματος και η ενοποίησή του με τον περιβάλλοντα χώρο. Ο εσωτερικός χώρος σχεδιάστηκε εκ νέου, επαναπροσδιορίζοντας τη λειτουργικότητα του οικοδομήματος, εντός του χώρου που όριζε ο υφιστάμενος φορέας. Οι χώροι διημέρευσης στράφηκαν προς τη θέα, τις οπτικές φυγές και το τοπίο που περιβάλλει το κτίσμα. Έτσι, η συνεχής οπτική επαφή με το τοπίο ενισχύει την αλληλεπίδραση μεταξύ του κτίσματος και του περιβάλλοντός του.
Η επίλυση του περιβάλλοντα χώρου αποτέλεσε κεντρικό σχεδιαστικό προβληματισμό. Το κτίσμα της κατοικίας αποτελεί τον πυρήνα της εσωτερικής ζωής έτσι, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την ανάπτυξη ενός πυρήνα τοπίου, ο οποίος θα είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον πυρήνα της κατοικίας, μέσω ενός κεντρικού άξονα κίνησης. Προκειμένου να διαφοροποιηθεί το λεξιλόγιο των δύο αυτών πυρήνων ο κάνναβος της κατοικίας στρέφεται κατά 45 μοίρες ώστε οι συναρμογές των διαφορετικών αξόνων να δημιουργήσουν καταστάσεις ενδιαφέροντος και να ενισχύσουν την αλληλοσυσχέτιση των συστημάτων.
Ταυτόχρονα, σημαντική πτυχή του σχεδιασμού αποτέλεσε η φυσική διαδρομή του τοπίου η οποία μπορεί να διατρέξει ολόκληρο τον περιβάλλοντα χώρο ενώ πάνω της τοποθετούνται διαφορετικές καταστάσεις έτσι ώστε ο κάθε χρήστης να έχει τη δυνατότητα να βιώσει το τοπίο με τον τρόπο που επιθυμεί κάθε φορά. Η διαμόρφωση επιπέδων σε διαφορετικές στάθμες στόχο έχει στην επίλυση των υψομετρικών διαφορών αλλά και την επίτευξη της ομαλής περιήγησης σε ολόκληρο το οικόπεδο.
Τα υλικά που προτείνονται προωθούν την ομαλή σχέση μεταξύ του κτίσματος και του νησιού, της κατοικίας και του τοπίου. Επιλέγεται ως υλικό ο λευκός σοβάς και τα ξύλινα κουφώματα για το κτίσμα, ενώ στο τοπίο επιλέγονται κόκκινος κυβόλιθος, χαλίκι και πατημένο χώμα.
Στόχος του σχεδιασμού της κατοικίας είναι η ενίσχυση του βιώματος της φύσης και η συνομιλία μεταξύ τεχνιτών και τοπιακών στοιχείων ώστε η ζωή στο χώρο να ακολουθεί τη φυσική ροή της καθημερινότητας και των επιθυμιών.