Κτίριο Τεχνών "Δημήτρης Δασκαλόπουλος" στο Campus Ψυχικού του Κολλεγίου Αθηνών
Η πρόταση των FIORE Architects επιλέχθηκε, ανάμεσα σε 64 προτάσεις, ως η συγκριτικά βέλτιστη αρχιτεκτονική λύση για την υλοποίηση και τη μελέτη ανέγερσης του έργου "Κτίριο Τεχνών Δ. Δασκαλόπουλος", ύστερα από ανοιχτό Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό Ιδεών που προκήρυξαν το Κολλέγιο Αθηνών και η μη κερδοσκοπική εταιρία ΣΥΝΕΝΝΟΝ του Δημήτρη Δασκαλόπουλου.
Όραμα
Όραμά μας ήταν το Κτίριο Τεχνών “Δημήτρης Δασκαλόπουλος” να ενσαρκώνει ένα πλαίσιο διαλόγου για τις Τέχνες και την Εκπαίδευση, με την Αρχιτεκτονική να συμμετέχει ενεργά στο διάλογο αυτό. Θέλαμε ουσιαστικά η Αρχιτεκτονική να αποτελεί παράγοντα βιωματικής μάθησης, αναδεικνύοντας το Κτίριο σε ένα σύγχρονο ζωντανό οργανισμό.
Προς το σκοπό αυτό, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην αλληλεπίδραση των χρήσεων με το φυσικό περιβάλλον, που αποτελεί πηγή έμπνευσης, αλλά και στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα του Κτιρίου, επιλέγοντας μεθόδους βιοκλιματικού σχεδιασμού και λαμβάνοντας υπόψη το περιβαλλοντικό κόστος, τα οποία θα αναλυθούν και παρακάτω.
Όραμά μας είναι, το κτίριο τεχνών να αποτελεί πόλο έλξης για την κοινότητα του Κολλεγίου Αθηνών αλλά και τον ευρύτερο καλλιτεχνικό κόσμο, απαντώντας στο αίτημα για μια ολιστική και εξωστρεφή προσέγγιση του φαινομένου της μάθησης.
Ένταξη κτιρίου στον περιβάλλοντα χώρο
Προκρίνοντας την επανερμηνεία του τοπίου, παρά την επέμβαση σε αυτό, επιλέχθηκε μια σχεδιαστική επίλυση που θα εξασφαλίζει την αρμονική ένταξη του Κτιρίου Τεχνών, στο φυσικό και εννοιακό του περιβάλλον. Εκκινώντας από τις προσλαμβάνουσες που παρέχει το υφιστάμενο τοπίο, η προτεινόμενη λύση αναπτύσσεται με δύο χειρονομίες, αυτή της φυτεμένης πλάκας, ως φυσικής συνέχειας του τοπίου, και αυτή της επιμήκους δομής, ως ζώνης μεσολάβησης μεταξύ του φυσικού τοπίου και του τεχνητού χώρου.
Μορφολογικά και σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη υλικότητα της κατασκευής, η τοποθέτηση αυτή επιτρέπει την ομαλή μετάβαση από το φυσικό στο δομημένο περιβάλλον. Ο κτιριακός όγκος μειώνεται και οι δομές που ανακύπτουν αποδίδονται ως κοινόχρηστοι χώροι στο σύνολο της κοινότητας του Κολλεγίου Αθηνών.
Κατά το σχεδιασμό δόθηκε έμφαση, στην εξυπηρέτηση του ευρύτερου δικτύου ροών των μαθητών, των εργαζομένων και των επισκεπτών. Όσον αφορά την κίνηση των πεζών, η προτεινόμενη διαμόρφωση υποδέχεται τους χρήστες του Κτιρίου Τεχνών, όπως αυτοί κινούνται από τη βασική αρτηρία κίνησης, οδό Στεφάνου Δέλτα, και τους διοχετεύει, είτε εντός των εγκαταστάσεων, είτε στους υπαίθριους χώρους. Ο χρήστης έχει επίσης την επιλογή να ακολουθήσει τη διαδρομή και για τον υπαίθριο χώρο που διαμορφώνεται στη φυτεμένη πλάκα. Συγχρόνως, δίνεται η δυνατότητα προσέγγισης του κτιρίου και από την περιοχή Β με τη συνέχιση των υφιστάμενων μονοπατιών και την προσθήκη νέων διακλαδώσεων οι οποίες επεκτείνονται στο φυτεμένο δώμα και καταλήγουν στα δύο επίπεδα του κτιρίου, καθώς και στον ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο.
Συνθετικές αρχές
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, βασικοί παράγοντες που επηρέασαν τον άξονα του σχεδιασμού ήταν :
• η υψομετρική διαφορά των περιοχών Α και Β (μέγιστου ύψους 4,00μ),
• η μορφολογία του εδάφους της περιοχής Β και
• η θέση των υπαίθριων αθλητικών εγκαταστάσεων,
Με αφορμή την υψομετρική διαφορά μεταξύ των Περιοχών Α και Β, σχεδιάστηκε μια λύση η οποία, αξιοποιώντας την αρχιτεκτονική του φυσικού τοπίου, εξασφαλίζει τη λειτουργικότητα και τη βέλτιστη δυνατή εκτόνωση. Δημιουργείται η φυτεμένη πλάκα ως άρρηκτη συνέχεια της Περιοχής Β, κάτω από την οποία αναπτύσσεται ο βασικός χώρος του εκπαιδευτικού κέντρου. Η πλάκα αυτή, διασπάται τμηματικά επιτρέποντας στο φυσικό περιβάλλον να ¨διεισδύσει¨ στο κτίριο, με τη μορφή κάθετων ροών.
Η τμηματική αυτή διάσπαση τελικώς παρουσιάζεται μέσω της δημιουργίας εσωτερικών αίθριών, που λειτουργούν ως χώροι εκτόνωσης και επέκτασης των αιθουσών διδασκαλίας. Οι υψομετρικές διαφορές που δημιουργούνται από την ενοποίηση των δύο επιπέδων, καλύπτονται με τη δημιουργία υπαίθριων χώρων, όπου και επεκτείνονται οι εκπαιδευτικές και εκθεσιακές δραστηριότητες.
Επιπλέον βασικό στοιχείο της πρότασης είναι η εναρμόνιση του κτιρίου με τις όμορές αθλητικές εγκαταστάσεις. Απόφαση του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού ήταν η δημιουργία μιας ζώνης εξοικείωσης και διαλόγου.
Υπολογίζοντας τις διαφορετικές απαιτήσεις των όμορων κατά τ’ άλλα χρήσεων, προκύπτει η αναγκαιότητα δημιουργίας μιας επιμήκους ζώνης, προς αποφυγή φλύαρων συσχετίσεων. Έτσι, η κίνηση αυτή παραπέμπει εννοιολογικά στην χάραξη μιας ζώνης που ορίζει τις ισορροπίες μεταξύ των δύο χρήσεων.
Χωροθέτηση και οργάνωση χώρων
Η διάταξη των χρήσεων στο χώρο αντλεί επιρροή από τη μορφολογία του κτιρίου. Για την τελική χωροθέτηση των χρήσεων και το διάγραμμα κινήσεων, ελήφθησαν επιπλέον υπόψη, η ανεξαρτησία των χρήσεων, όπου αυτή απαιτούνταν, η λειτουργική άνεση και ασφάλεια, τα ωράρια λειτουργίας, και η δυνατότητα πρόσβασης ΑΜΕΑ και εμποδιζόμενων ατόμων.
Στο πρώτο επίπεδο (ισόγειο), τοποθετείται το εκπαιδευτικό κέντρο (αίθουσες διδασκαλίας). Πρόκειται για τη βάση της σύνθεσης, που εκτείνεται κάτω από τη φυτεμένη πλάκα, ευνοώντας τη λειτουργικότητα ενός αρχιτεκτονικού συστήματος αφιερωμένου στην εκπαίδευση. Από το πρώτο αυτό επίπεδο προκύπτει, τόσο εννοιολογικά όσο και συνθετικά, το δεύτερο επίπεδο της επιμήκους δομής, που φιλοξενεί τον Εκθεσιακό χώρο, το Αμφιθέατρο και τη Βιβλιοθήκη. Αυτό το επίπεδο συνδέεται λειτουργικά και αντιληπτικά, αφενός με τη φυτεμένη πλάκα και αφετέρου με τις όμορες αθλητικές εγκαταστάσεις.
Αίθουσες διδασκαλίας
Πιο συγκεκριμένα με γνώμονα, τον σχεδιασμό χώρων ενεργούς μάθησης, τη λειτουργική άνεση του εκπαιδευτικού κέντρου και την ευελιξία των χώρων επιλέχθηκε η χωροθέτηση των αιθουσών διδασκαλίας σε ένα επίπεδο.
Έτσι, υπάρχει δυνατότητα αλληλεπίδρασης και εποπτείας των αιθουσών, η οποία είναι αναγκαία αφού πρόκειται για κτίριο με χρήση σχολείου. Πιο συγκεκριμένα, η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό κέντρο πραγματοποιείται από το ισόγειο. Κατά την είσοδο οι μαθητές εισέρχονται στο φουαγιέ και κατευθύνονται μέσω ενός βασικού άξονα κίνησης-διάδρομο στις αίθουσες.
Η διάταξη των αιθουσών και των αίθριών επιτρέπει να είναι καθεμία από αυτές σε άμεση επαφή με το τοπίο, κάτι που εξυπηρετεί και πρακτικά ζητήματα όπως η ανάγκη για φυσικό φωτισμό και εξαερισμό, ενώ ταυτόχρονα δίνεται η επιλογή στους χρήστες να επεκταθούν εκτός των αιθουσών και να εργαστούν στην ύπαιθρο.
Βιβλιοθήκη & Αμφιθέατρο
Η βιβλιοθήκη όπως και το αμφιθέατρο χωροθετούνται στον επιμήκη κτιριακό όγκο αφού χαρακτηρίζονται κοινόχρηστοι χώροι. Οι δύο αυτές χρήσεις βρίσκονται σε κοινό σημείο στην κάτοψη, γεγονός που καθορίζει την κοινή τους επικλινή διαμόρφωση. Πιο συγκεκριμένα, η βιβλιοθήκη του ορόφου, ακολουθώντας την κλίση του αμφιθεάτρου, λαμβάνει και η ίδια, αμφιθεατρική μορφή.
Λόγω της διαμπερότητας των όψεων στο σημείο αυτό, τα όρια μεταξύ φυσικού και τεχνητού περιβάλλοντος, χάνονται, ενώ είναι δυνατή η οπτική εκτόνωση τόσο προς το φυτεμένο δώμα όσο και προς τις αθλητικές εγκαταστάσεις.
Επίσης η αμφιθεατρική μορφή τους στρέφεται προς τη Δύση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιτευχθεί η αμεσότητα τόσο λειτουργικά όσο και οπτικά της βιβλιοθήκης με την Περιοχή Β. Έτσι το Κτήριο Τεχνών και ο καλλιτεχνικός κήπος προσεγγίζεται και δυτικά του Campus, καθώς τοποθετήθηκε μια γέφυρα διαπερνώντας σε όροφο το Δυτικό αίθριο, που καταλήγει και στην εξωτερική ανεξάρτητη είσοδο της βιβλιοθήκη.
Eκθεσιακός χώρος
Η τοποθέτηση και διαμόρφωση του εκθεσιακού χώρου έπαιξε σημαντικό ρόλο στη συνολική προσέγγιση του θέματος. Η δυναμικότητα της δομής έγκειται, τόσο στο επίμηκες σχήμα και την ιδιαίτερη υλικότητά της, όσο και στο νόημα που φέρει ως ζώνη μεσολάβησης μεταξύ διαφορετικών χρήσεων και πρακτικών.
Έτσι, ο εκθεσιακός χώρος έπρεπε να διαφοροποιείται από το σύνολο των χρήσεων, με ξεχωριστή δική του είσοδο στο ισόγειο, όπου γίνεται και η υποδοχή των επισκεπτών στο φουαγιέ και το κυλικείο. Παράλληλα είναι προσβάσιμος και από το επίπεδο της φυτεμένης πλάκας του πρώτου ορόφου.
Ο κύριος χώρος εκθέσεων βρίσκεται στον Α’ όροφο και έχει ύψος 6,00μ. Πρόκειται για ευμετάβλητο χώρο, που εξαιτίας της μορφής του μπορεί να φιλοξενήσει διάφορες δραστηριότητες και ποικίλες εκθέσεις. Η έκθεση επεκτείνεται και στον εξωτερικό χώρο (φυτεμένο δώμα) όπου διαμορφώνεται ο λεγόμενος «καλλιτεχνικός κήπος».
Με τον όρο αυτό περιγράφεται η δημιουργία ενός χώρου αφιερωμένου στις τέχνες, που δύναται να φιλοξενεί αμιγώς εξωτερικές εκθέσεις ή επεκτάσεις εκθέσεων, καθώς και μόνιμα έργα τέχνης ή άλλες δράσεις. Βασικό συνθετικό μας αίτημα ήταν ο χώρος αυτός να είναι οπτικά αντιληπτός και πρακτικά προσβάσιμος από τις αίθουσες που βρίσκονται στο ισόγειο επίπεδο, με τη δραστηριοποίηση στον «καλλιτεχνικό κήπο» να είναι δυνατή από τους μαθητές οποιαδήποτε στιγμή.
Παράλληλα, πολύ σημαντικό για εμάς, ήταν το γεγονός πως, η ίδια δομή που αφιερώνεται εσωτερικά στον εκθεσιακό χώρο, καθίσταται χώρος έκθεσης και εξωτερικά, μέσω της υλικότητάς της. Το μεταλλικό της κέλυφος παρέχει απεριόριστες δυνατότητες προβολής εικαστικών έργων, ανάρτησης έργων μεγάλης κλίμακας ή και αξιοποίησης της μορφής του για γλυπτικές εγκαταστάσεις.
Υλικότητες
Συνολικά, θεωρούμε ότι οι υλικότητες που επιλέχθηκαν για το Κτίριο Τεχνών συμβάλλουν στη βέλτιστη απόδοση της συνθετικής λύσης.
Έτσι,
• αρχικά ο χώρος του εκπαιδευτικού κέντρου είναι καλυμμένος με φυτεμένο δώμα, δίνοντας, όπως έχει προαναφερθεί, την εντύπωση της φυσικής συνέχειας του τοπίου
• ενώ, όσον αφορά τον επιμήκη όγκο, αυτός είναι επενδεδυμένος περιμετρικά με απανθρακωμένο ξύλο πεύκου (τεχνική Shou Sugi Ban) και στις δυο διαμήκεις όψεις τοποθετείται διάτρητο μεταλλικό κέλυφος.
Η επιλογή αυτή στοχεύει:
• αφενός με την επένδυση από ξύλο πεύκου, στη συσχέτιση του εξωτερικού φλοιού του κτιρίου με το φυσικό περιβάλλον - με μνεία στην υφιστάμενη βλάστηση
• και αφετέρου με την τοποθέτηση πλέγματος ανεπτυγμένων ελασμάτων (Métal Déployé) στο να «σπάσει» τη κλίμακα της μάζας μέσω της διαμπερότητας του υλικού.
Στο πλέγμα αυτό, η διάτρηση θα έχει σχήμα ρόμβου και κυματοειδή μορφή, ώστε να δημιουργεί την ψευδαίσθηση της κίνησης.
Βιοκλιματικά
Όσον αφορά τις βιοκλιματικές και ενεργειακές παραμέτρους η μορφή και ο σχεδιασμός του κτιρίου καθώς και τα υλικά και οι μέθοδοι κατασκευής που επιλέχθηκαν, στοχεύουν στη δημιουργία ενός πρότυπου αειφόρου κτιρίου. Στόχος μας είναι η υλοποίηση ενός κτιρίου «σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης».
Για το σκοπό αυτό αρχικά, δόθηκε έμφαση στον προσανατολισμό του Κτιρίου, με την εκτόνωση να τοποθετείται στο Νότο και την επιμήκη δομή να “προστατεύει” από το Βορρά. Ταυτόχρονα, προτείνεται η χρήση, ανακυκλώσιμων υλικών, με μεγάλο χρόνο ζωής και μειωμένη τοξικότητα, σύμφωνα με τα σχετικά ευρωπαϊκά πρότυπα. Η ελαχιστοποίηση σπατάλης και η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης των υλικών είναι ζωτικής σημασίας, τόσο για περιβαλλοντικούς λόγους όσο και για εκπαιδευτικούς, αφού οι μαθητές θα γνωρίσουν μέσω της αλληλεπίδρασής τους με το κτίριο, τα οφέλη της βιωσιμότητας.