Κατοικία στην Εκάλη
Η αρχιτεκτονική "ιδέα" αναφέρεται σε ένα "σύστημα" που αντιδρά στα φαινόμενα του τόπου. Το κτίριο συνδιαλέγεται με τον προσανατολισμό, με τη διεύθυνση και την ένταση των ανέμων και με τις διαβαθμίσεις της θέας –σαν να "ανοίγει" ή να "κλείνει" ανάλογα με την επίδραση του περιβάλλοντος–, υιοθετώντας κάθε φορά διαφορετικά πρόσωπα. Η παραγώμενη δομή συγκροτείται από επί μέρους ορθοκανονικά, οριζόντια ή κατακόρυφα, γραμμικά στοιχεία, επιφάνειες και όγκους, που τέμνονται ατέλειωτα στις τρεις διαστάσεις του χώρου, δίνοντας την τελική μορφή. Η σύνθεσή τους παραπέμπει νοερά σε πίνακες του Mondrian ή σε φόρμες De Stijl. Το σύνολο που προκύπτει αναγνωρίζεται σε μια σύνταξη χώρων διαφορετικής χρήσης, κλίμακας και ποιότητας –κλειστών, ημιυπαίθριων και ανοικτών–, των οποίων άλλα μέρη είναι εσωτερικά, προστατευμένα, άλλα πάλι πιο διαπερατά, ενώ ορισμένα εντελώς εξωστρεφή. Βασική παράμετρο του σχεδιασμού αποτελεί επίσης η επιλογή και συνεργασία των υλικών στην επιδερμίδα του κτιρίου. Το επίχρισμα, το γυαλί και το ξύλο –πλεγμένα μεταξύ τους σε μια γεωμετρικά έντονη κατανομή που αναδεικνύει μια τάση κίνησης– "παίζουν" με την οριζόντια γραμμική ρητορική, αντιστρέφοντας τις συνηθισμένες σχέσεις και αναλογίες της.
Ανάλογη συντακτική λογική ακολουθήθηκε και στη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων και κατ’ επέκταση αντίστοιχος οπτικός λόγος. Τα διαδοχικά εξωτερικά ανοίγματα του ισογείου, "μεταφέρουν" το κέντρο του κήπου στο κέντρο της κατοικίας. Μ' αυτόν τον τρόπο τα κενά του κελύφους μετουσιώνονται σε διαύλους επικοινωνίας με το πράσινο του υπαίθριου χώρου και με τις εικόνες που αναφαίνονται σε δεύτερο πλάνο. Στο εσωτερικό της κατοικίας, οι επί μέρους όγκοι, επιφάνειες και κενά, μοιάζουν σαν να εναλλάσσουν συνεχώς θέσεις και επίπεδα, σε μια αδιάκοπη αποκάλυψη και απόκρυψη της θέασης και του φωτός. Αντί, λοιπόν, να συνιστούν απλώς λειτουργικά όρια, αντί να "επιτρέπουν" ή να "αποκλείουν", αντίθετα, αποκτούν έναν ισχυρό αφηγηματικό ρόλο. Σκοπός του αρχιτεκτονικού χειρισμού είναι να γίνουν αντιληπτές από τους εσωτερικούς χώρους –μέσω της περιμετρικής θέας που παρέχεται στο συγκεκριμένο σημείο του προαστίου– οι ποιοτικές διαφοροποιήσεις, κατά τη μετάβαση από τη ζωή της πόλης στην ερημιά της φύσης.
Οι λειτουργίες της κατοικίας οργανώνονται σε τρία επίπεδα, ένα ημιυπόγειο και δύο υπέργεια. Ο ημιυπόγειος όροφος αποτελείται από δύο διακριτές ζώνες, εκ των οποίων η πρώτη εξυπηρετεί κύριους χώρους, όπως το καθημερινό καθιστικό, αίθουσα τηλεόρασης, γραφείο, ξενώνα, γυμναστήριο και το χώρο υδροθεραπείας, ενώ η δεύτερη βοηθητικές χρήσεις, όπως το χώρο στάθμευσης, αποθήκες και ηλεκτρομηχανολογικούς χώρους. Στο ισόγειο έχουν οργανωθεί το σαλόνι, ο χώρος φαγητού, η κουζίνα, το WC και η γκαρνταρόμπα. Αντίστοιχα, στην ανώτερη στάθμη, βρίσκονται τα υπνοδωμάτια, εκ των οποίων το ένα είναι το κύριο υπνοδωμάτιο με εσωτερικό λουτρό και ιματιοθήκη και τα δυο παιδικά, επίσης με δικούς τους ανεξάρτητους χώρους υγιεινής. Το ασανσέρ και μια γραμμική σκάλα, ελεύθερη στο χώρο, συνδέουν κατακόρυφα τις λειτουργίες. Κοντά στην πορεία εισόδου, στο εξωστρεφές τμήμα του κήπου, έχει χωροθετηθεί η πισίνα με τα υπαίθρια καθιστικά, ενώ σε κατώτερο επίπεδο αναπτύσσεται ο εσωτερικός υπαίθριος χώρος, προστατευμένος από τα βλέμματα και σε άμεση σχέση με το χώρο υδροθεραπείας. Οι τρεις μεγάλες βεράντες του πρώτου ορόφου –η μια με νοτιοανατολικό προσανατολισμό, η δεύτερη με βορειοανατολικό και η τρίτη με δυτικό– αποδεσμεύουν πανοραμικές οπτικές φυγές προς τον ορίζοντα.
Στοιχεία έργου
Αρχιτεκτονική μελέτη:
Ποτηρόπουλος Δ+Λ Αρχιτέκτονες
Στατική μελέτη:
Αντώνης Κανελλόπουλος
Η/Μ μελέτη:
Γιώργος Στεφάνου
Φυτοτεχνική μελέτη:
Γιώργος Βάνης και Συνεργάτες
Συνολικό εμβαδό κτιρίου:
682 m²
Χρόνος μελέτης:
2009
Χρόνος κατασκευής:
2010 - 2011
Φωτογραφίες:
Χαράλαμπος Λουιζίδης