Πρόκειται για κτίριο το οποίο περιλαμβάνει δύο κατοικίες διαφορετικών μεγεθών και λειτουργικών αναγκών. Η μία κατοικία (αναφερόμενη ως «πρώτη» από εδώ και στο εξής) προορίζεται για τη στέγαση τετραμελούς οικογένειας ενώ η άλλη (αναφερόμενη ως «δεύτερη») προορίζεται για τη στέγαση ενός ζευγαριού. Οι δύο οικογένειες είναι συγγενικές. Η σχέση των δύο κατοικιών αποτέλεσε εξ’ αρχής το βασικό συνθετικό ερέθισμα και ιδέα -ζητούμενα από τους πελάτες- όπως και η μεγιστοποίηση των χώρων διημέρευσης. Ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο οι ζωές των δύο κατοικιών και κατοίκων τους πλέκονται, σχετίζονται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Αυτή η σχέση επιλύθηκε από μέσα προς τα έξω και αντίστροφα, ενώ επεκτάθηκε και με την επαφή προς τον δημόσιο χώρο. Σε τομή η διπλοκατοικία προσαρμόζεται σε επικλινές οικόπεδο. Η προσαρμογή αυτή υλοποιείται με το σπάσιμο των σταθμών κάθε ορόφου –τόσο με τα επίπεδα των υπαίθριων χώρων όσο και με τους εσωτερικούς χώρους του κτιρίου. Από σχεδιαστικής πλευράς υπήρχε ολικός σχεδιασμός που ξεκινούσε από τη γενική σύλληψη του κτιρίου και επεκτεινόταν σε κάθε πιθανή λεπτομέρεια συμπεριλαμβάνοντας όλα τα σταθερά έπιπλα, τους υγρούς χώρους και τις κουζίνες.
Η πρώτη κατοικία καταλαμβάνει όλο τον ισόγειο χώρο με άμεση πρόσβαση με τον περιβάλλοντα χώρο του κτιρίου. Σ’ αυτό το επίπεδο χωροθετούνται  καθημερινές λειτουργίες της κατοικίας ενώ οι χώροι ύπνου αναπτύσσονται σε μία τριώροφη κάθετη στήλη στο νοτιοανατολικό άκρο του κτιρίου στην οποία η κίνηση γίνεται μέσα από ένα σύστημα κλιμακοστασίων και διαδρόμων. Η δεύτερη κατοικία εκτείνεται στο μπροστά μέρος του κτιριακού όγκου και παράλληλα με το μέτωπο του δρόμου και καταλαμβάνει τις δύο επόμενες στάθμες. Στην πρώτη της στάθμη βρίσκονται αντίστοιχα οι καθημερινές λειτουργίες της ενώ στην τελευταία της στάθμη βρίσκεται ο χώρος ύπνου.
Η είσοδος της διπλοκατοικίας βρίσκεται στην αρχή του μετώπου επί της Αγίου Δημητρίου. Η πορεία εισόδου στις κατοικίες ξεκινά με μια ράμπα ανόδου ήπιας κλίσης (παράλληλη με την κάθοδο των αυτοκίνητων στο γκαράζ). Το πρώτο σκάλος της ράμπας καταλήγει σε πλατύσκαλο όπου βρίσκεται η είσοδος του ανελκυστήρα, η δευτερεύουσα είσοδος της κουζίνας της πρώτης κατοικίας καθώς και η κάθοδος στο υπόγειο. Το δεύτερο σκέλος της ράμπας καταλήγει στην κυρίως είσοδο της πρώτης κατοικίας. Από το ίδιο σημείο είναι δυνατή και η πρόσβαση μέσω της σκάλας προβόλου στη δεύτερη κατοικία. Ανοίγοντας την κύρια είσοδο της πρώτης κατοικίας με την υπερμεγέθη πορτοκαλιά πόρτα βρισκόμαστε στη ζώνη κάτω από την πισίνα της διπλοκατοικίας. Στο σημείο αυτό ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται όλο το κτίριο: μέσα από τη διαφανή οροφή φανερώνεται η τρίτη διάσταση –το ύψος- της διπλοκατοικίας. Και μέσω της κεκλιμένης οροφής φανερώνεται η αιρούμενη πισίνα τοποθετημένη παράλληλα με τον δρόμο. Στα δεξιά βρίσκονται οι βοηθητικοί χώροι εισόδου και αριστερά γίνεται αντιληπτή η κίνηση μέσω κλιμάκων η οποία οδηγεί στα υπνοδωμάτια και στο ντεκ της πισίνας. Προχωρώντας κάτω από την πισίνα το τρίτο σκέλος της ράμπας μας οδηγεί στο βασικό επίπεδο διημέρευσης όπου βρίσκονται ενοποιημένα τα καθιστικά, η τραπεζαρία και η κουζίνα. Μέσα από τα εκτενή συρόμενα υαλοπετάσματα φανερώνεται διαμπερώς όλη έκταση του οικοπέδου και ενοποιείται το μέσα με το έξω.
Ακολουθώντας την κατακόρυφη κίνηση προς την πισίνα συναντούμε ενδιάμεσα το κυρίως υπνοδωμάτιο και στη συνέχεια το επίπεδο της πισίνας και του δεύτερου υπνοδωματίου. Από τη στάθμη αυτή έχουμε πρόσβαση στο ντεκ το οποίο επεκτείνεται για να διαμορφώσει το κάθισμα και την πλάτη του πάγκου. Η μεταλλική κατασκευή του ντεκ αιωρείται εν μέρει πάνω από την πίσω αυλή του καθιστικού παραπέμποντας στην κατοικία στο Καβούρι (1957-61) του Τ. Χ. Ζενέτου. Από αυτό το επίπεδο της πισίνας υπάρχει η δυνατότητα να οδηγηθεί κανείς στα άλλα δύο υπνοδωμάτια εκ των οποίων το ένα βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο ενώ το άλλο προσεγγίζεται ανεβαίνοντας ένα ακόμα σκέλος της γραμμικής σκάλας. Επίσης  υπάρχει η δυνατότητα να περάσει κανείς από μια σύνδεση-γέφυρα στην δεύτερη κατοικία. Η πρόσβαση στη δεύτερη κατοικία γίνεται μέσω της σκάλας προβόλου ή του ανελκυστήρα και τοποθετείται στο όριο του κτιρίου. Ανοίγοντας την πόρτα βρισκόμαστε σε ένα ενοποιημένο χώρο τραπεζαρίας κουζίνας και καθιστικού, οροθετημένο με υαλοστάσια. Το επίπεδο της δεύτερης κατοικίας βρίσκεται σκόπιμα χαμηλότερα από τη στάθμη της πισίνας. Η πρόσβαση στο ψηλοτάβανο υπνοδωμάτιο της κατοικίας αυτής, γίνεται με μια κλίμακα, πάνω από τη σκάλα πρόβολο. Το ιδιόμορφο στοιχείο αυτού του υπνοδωματίου βρίσκεται στο ντους. Πρόκειται για ένα κατακόρυφο χώρο του οποίου η οροφή είναι γυάλινη ενώ παράλληλα εποπτεύει την άνοδο μέσω ενός διάφανου ορίου.
Ένα σύνθετο σύστημα κινήσεων το οποίο ξεκινά από την είσοδο, περιστρέφεται μέσα και έξω από τις δύο κατοικίες και εκτείνεται σε όλο το εύρος του χώρου που καταλαμβάνει το κτίριο προσφέρει μία απειρία επιλογών. Κατάληξη όλων αυτών των δυνητικών πορειών είναι η πισίνα η οποία βρίσκεται στον όροφο και παρεμβάλλεται μεταξύ των δύο κατοικιών. Η σχισμή του υγρού στοιχείου εκτείνεται σ’ όλο το μήκος του κτιριακού όγκου και αποτυπώνεται σαν κίνηση και όριο ταυτοχρόνως στη διάρθρωση των όγκων. Λειτουργεί ταυτοχρόνως σαν διαχωριστικό και ενοποιητικό στοιχείο. Η σπειροειδής ανοδική πορεία επιχειρεί να καταργήσει τα όρια μεταξύ του μέσα και έξω, ιδιωτικού και δημοσίου και αποκτά το νόημα μίας συνεχούς εναλλαγής με την πισίνα να γίνεται το κέντρο μίας σειράς ατέρμονων διαδρομών.
Το κατασκευαστικό σύστημα της διπλοκατοικίας είναι σύμμεικτο. Στο εμπρόσθιο τμήμα της υιοθετήθηκε ένα κατασκευαστικό σύστημα που παραπέμπει σε κατοικίες του Ν. Βαλσαμάκη της δεκαετίας του ’60, ενισχύοντας την εικόνα της αιώρησης των πλακών του κτιρίου. Σύμφωνα με αυτό χρησιμοποιήθηκαν μεταλλικά υποστυλώματα με πλάκες μπετόν αρμέ ενώ το υπόλοιπο τμήμα κατασκευάστηκε με συμβατικές μεθόδους. Η κατασκευαστική αυτή επιλογή έδωσε τα επιθυμητά χαρακτηριστικά τα οποία ενισχύθηκαν με την τοποθέτηση των υαλοπινάκων έξω από αυτά. Τα υλικά προσαρμόζονται στο γενικότερο ύφος κατοίκησης με μινιμαλιστική διάθεση: τσιμεντοκονίες διαφόρων αποχρώσεων, μάρμαρο petra serena, ξύλινα δάπεδα ενώ στις όψεις επιλέχτηκαν να γίνουν ανεπίχρηστα κάποια στοιχεία όπως οι μάνδρες και το τοιχείο της σκάλας προβόλου. Επιπλέον τα εσωτερικά χωρίσματα διαμορφώθηκαν με ελαφρά πανέλα. Σε αντιστοιχία με τη διάφανη κατοίκηση υιοθετήθηκαν σε διάφορα σημεία της διπλοκατοικίας –μάνδρες και συρόμενα σκιάστρα- διάτρητα πανέλα αλουμινίου των οποίων η διαφάνεια ποικίλει ανάλογα με τις φωτιστικές συνθήκες και τη γωνία θέασης. Χρωματικά έχουν επιλεγεί τονικότητες του γκρι προκειμένου να ενισχυθεί η πλαστικότητα του κτιρίου. Το πορτοκαλί χρώμα επιλέχθηκε για να επισημάνει την είσοδο της πρώτης κατοικίας. Γεωμετρικά στο σχεδόν τετράγωνο οικόπεδο, η ορθογώνια διάταξη όλων των όγκων διακόπτεται από τη λοξή γραμμή η οποία ορίζει την είσοδο της πρώτης κατοικίας και τη μία πλευρά της πισίνας. 

 

Περισσότερα...

Στοιχεία έργου:

Αρχιτεκτονική μελέτη: κοινοπραξία του γραφείου του Γιάννη Εξάρχου με το γραφείο της Μαρίτας Νικολούτσου και του Μέμου Φιλιππίδη
Στατική μελέτη: Χρύσανθος Καλλίγερος
Μηχανολογική μελέτη: Μιχάλης Αθανασίου και Ανδρέας Δρούγας
Φωτογραφίες: Εριέτα Αττάλη 
 

ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΟ KTIRIO.GR

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΚΤΙΡΙΑ

Μεταλλική επέκταση κατοικίας στα Βρέσθενα Λακωνίας

Μεταλλική επέκταση κατοικίας στα Βρέσθενα Λακωνίας

Ο οικισμός βρίσκεται στην οροσειρά του Πάρνωνα, σε υψόμετρο 800 m, όπου οι οικοδομικές παρεμβάσεις της εποχής 1960 - 1980 –συνήθως χωρίς αξιόλογα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά– αποτελούν τη λειτουργική και μορφολογική…

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.