"The Foundry Athens", μετατροπή βιομηχανικού κτιρίου σε σουίτες
- Μιλτιάδης Πορτοκάλης
- Έφη Μαλανδράκη
Αφετηρία σχεδιασμού
Σε ένα αδιέξοδο της οδού Σαρρή, το παλιό διώροφο στοιχειοχυτήριο ιδιοκτησίας Καρπαθάκη – Αναγνωστόπουλου, κτισμένο το 1930, ανασκευάζεται εξ’ ολοκλήρου και διαμορφώνεται σε ένα boutique ξενοδοχείο δώδεκα αυτοτελών διαμερισμάτων, προτείνοντας έναν νέο χώρο φιλοξενίας στην καρδιά του ιστορικού κέντρου της ελληνικής πρωτεύουσας. Από την είσοδο του κτηρίου, μέχρι και το φυτεμένο δώμα, οι αρχιτέκτονες επέλεξαν να συνδιαλέξουν στοιχεία της αθηναϊκής ιστορίας, του βιοτεχνικού χαρακτήρα της συνοικίας Ψυρρή, του ελληνικού τοπίου - μέσω των υλικών της κατασκευής (μάρμαρο, μωσαϊκό, πέτρα) και ενός συγχρόνου αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Η συνολική επιφάνεια του κτηρίου ανέρχεται στα 860 m2 τα οποία και διαμοιράζονται σε 5 στάθμες. Στο υπόγειο συγκεντρώνονται όλοι οι βοηθητικοί χώροι, ενώ στο ισόγειο βρίσκεται ο χώρος υποδοχής. Τα 12 διαμερίσματα του ξενοδοχείου αναπτύσσονται στους τρεις ορόφους και το δώμα φυτεύεται εξ' ολοκλήρου με φυτά ελληνικού τοπίου, προσφέροντας ένα χώρο χαλάρωσης με θέα sτο ιστορικό κέντρο της πόλης.
Βασικές αρχές κατασκευής
Ο σεβασμός του βασικού δομικού κελύφους του ακινήτου, του ιδιαίτερου ογκοπλαστικού του χαρακτήρα, καθώς και η διάσωση - επανένταξη στοιχείων καθοριστικών για τη συνέχεια της αρχιτεκτονικής του ταυτότητας, αποτέλεσαν βασικό οδηγό των αρχιτεκτόνων κατά το στάδιο της μελέτης του έργου. Το κτίριο ενισχύθηκε στατικά, ώστε να ανταποκρίνεται στα φορτία του φυτεμένου δώματος και της νέας χρήσης του ως boutique hotel. Τα οργανωμένα σε κατακόρυφους άξονες βιομηχανικά παράθυρα, κάποια εκ των οποίων φτάνουν έως και τα πέντε μέτρα ύψος, αντικαταστάθηκαν από νέα σιδερένια κουφώματα ίδιας τυπολογίας στην όψη, ενισχυμένα όμως με διπλούς υαλοπίνακες, ώστε να καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες σε θερμομόνωση και ηχομόνωση. Συγχρόνως, οι αρχιτέκτονες έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στη συντήρηση και ανάδειξη όλων των πέτρινων τοιχοποιιών του ακινήτου. Οι δυο μεταγενέστερες προσθήκες του κτηρίου - αυθαίρετες κατασκευές που προστέθηκαν κατά τη δεκαετία του ’90 – ενσωματώθηκαν στο γενικότερο σχεδιασμό ως πράσινοι κύβοι - "παράσιτα" και αναδείχθηκαν με την εξ ολοκλήρου διαφοροποίηση των υλικών κατασκευής τους σε επίπεδο όψεων: οι ελεύθερες έδρες τους πλαισιώθηκαν με ελληνικά φυτά, ενώ τα νέα ορθογώνια ανοίγματα – αποτελούμενα από Cor-ten λεπτομέρειες και κουφώματα αλουμινίου – καδράρουν το βλέμμα του επισκέπτη προς τις εκάστοτε οπτικές φυγές. Η αντίθεση μεταξύ παλαιού και νέου κελύφους έχει ως στόχο το καθαρό διαχωρισμό της κάθε επέμβασης, την ειλικρίνεια της κατασκευής και τη δημιουργία ενός σύγχρονου ορόσημου για τον επισκέπτη και περιπατητή, εντός του αθηναϊκού αστικού ιστού.
Η εσωτερική αρχιτεκτονική διαμόρφωση υπακούει στα υφιστάμενα ανοίγματα των όψεων, τα οποία προσφέρουν φυσικό φωτισμό και αερισμό σε όλους τους κύριους χώρους. Οι δώδεκα χώροι φιλοξενίας διαφοροποιούνται πλήρως μεταξύ τους ως προς την σχεδιαστική προσέγγιση, τα εσωτερικά ύψη, την οργάνωση των χρήσεων ή τον όροφο στον οποίο βρίσκονται, απορρίπτοντας έτσι το λεξιλόγιο μιας τυπικής ξενοδοχειακής κάτοψης.
Ο χώρος υποδοχής
Στο ισόγειο, η διαμόρφωση του ευρύχωρου χώρου υποδοχής πλαισιώνεται από ειδικές κατασκευές επίπλων, φωτιστικά σχεδιασμένα από τους αρχιτέκτονες, design έπιπλα και μια βιβλιοθήκη - φόρο τιμής στην τυπογραφική ιστορία του κτηρίου, με βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες αθηναϊκών και ελληνικών εκδόσεων του 20ου αιώνα.
Στο μασίφ ξύλινο δάπεδο της υποδοχής, δεσπόζει η γυάλινη επιφάνεια θέασης προς την ειδικά διαμορφωμένη κάβα του ξενοδοχείου, η οποία προέκυψε από την αποκάλυψη, κατά την κατασκευή, της παλαιάς δεξαμενής του εργοστασίου. Η δεξαμενή συντηρήθηκε και αναδιαμορφώθηκε - λόγω του πρόσφορου μικροκλίματός της - σε χώρο αποθήκευσης κρασιών και προϊόντων από την ελληνική γη.
Τα διαμερίσματα
Τα 12 ανεξάρτητα διαμερίσματα αναπτύσσονται στο ισόγειο και στους δύο ορόφους, με επιφάνειες που κυμαίνονται από 25 έως και 60 (m2), και προσκαλούν τον επισκέπτη σε μία εμπειρία ενός σύγχρονου τρόπου συλλογικής κατοίκησης στην Αθήνα. Στο ισόγειο του κτηρίου βρίσκονται δύο από τα δώδεκα διαμερίσματα του ξενοδοχείου, τα οποία και σχεδιάστηκαν γύρω από δύο εσωτερικές ιδιωτικές αυλές – αίθρια, με στόχο την επαφή των επισκεπτών με το φυσικό στοιχείο αλλά και τη συμβολή τους στο φυσικό φωτισμό και αερισμό των χώρων.
Σεβόμενοι τις υφιστάμενες αναλογίες ανοιγμάτων του κτηρίου και εκμεταλλευόμενοι τα διπλά ύψη του παλιού βιομηχανικού κελύφους στους ορόφους, οι αρχιτέκτονες δημιούργησαν σε ορισμένα διαμερίσματα χώρους διημέρευσης διώροφου ύψους, εντάσσοντας μεταλλικά πατάρια (αυτόνομα στατικά) και δίνοντας έτσι τη δυνατότητα εξέλιξης πολλαπλών σεναρίων φιλοξενίας.
Ο κήπος του δώματος
Το δώμα του κτηρίου, επιχειρεί την επανερμηνεία της αυλής της παραδοσιακής ελληνικής κατοικίας, προσφέροντας έναν υπερυψωμένο χώρο συνάντησης, ξεκούρασης και ψυχαγωγίας, κατάφυτο και σκιασμένο. Ανάμεσα σε μία αποκλειστικά ελληνική φύτευση, αποτελούμενη από ελιές, ροδιές, λεβάντες, αρωματικά φυτά και αμπελόφυτες πέργκολες, διαμορφώνεται ένας περίπατος με πλατώματα από πλάκες μαρμάρου, τοποθετημένα σε διαφορετικές κλίσεις κάθε φορά ως προς τους άξονες του περιγράμματος του κτηρίου, που προσανατολίζουν το βλέμμα στις εκάστοτε οπτικές φυγές. Διάφορες επιμέρους κατασκευές, όπως οι μαρμάρινες κερκίδες, οι μεταλλικές πέργκολες με παραδοσιακή καλαμωτή στέγαση, τα νέα στηθαία, επηρεασμένα από το ελληνικό Bauhaus, καθώς και η προσθήκη ξυλόφουρνου για την παρασκευή ελληνικών γευμάτων, συμβάλλουν στη σύνδεση του χώρου με το ιστορικό τοπίο και συμπληρώνουν την εμπειρία του επισκέπτη.
Σύγχρονη επανερμηνεία της ιστορικότητας
Σε επίπεδο κατασκευής, ο επαναπροσδιορισμός στοιχείων της παραδοσιακής ελληνικής αρχιτεκτονικής, συνδιαλέγεται αρμονικά με τη χρήση της υψηλής τεχνολογίας, που απαιτείται για την ολοκλήρωση ενός σύγχρονου αρχιτεκτονικού έργου (εσωτερικά χωρίσματα από διπλή γυψοσανίδα με πλήρη ηχομονωτική πρόβλεψη, σύγχρονες Η/Μ εγκαταστάσεις, ηλιακοί θερμοσυλλέκτες κενού, vertical gardens κ.α.).
Φυσικά υλικά, όπως δρυς και ελληνικά μάρμαρα, καθώς και πλακίδια μεγάλων διαστάσεων, χρησιμοποιήθηκαν σε επενδύσεις τοίχων και δαπέδων. Παράλληλα, τα υφιστάμενα υλικά του ακινήτου, όπως εμφανείς λιθοδομές και τοιχοποιίες ή οροφές από βυζαντινά τούβλα, συντηρήθηκαν και αναδείχθηκαν, συμβάλλοντας έτσι στη συνέχεια της ιστορικότητας του κτιρίου και στη δημιουργία χώρων διαχρονικής και οικείας πολυτέλειας.
Οι σύγχρονες ανάγκες για διπλούς υαλοπίνακες (μόνωση / ηχοπροστασία) και η επιλογή της διατήρησης του βιομηχανικού μεταλλικού σκελετού στα ανοίγματα μεγάλου ύψους, αύξησαν σημαντικά το βάρος των κουφωμάτων, οδηγώντας τους αρχιτέκτονες στη δημιουργία ενός ξεχωριστού, ειδικά σχεδιασμένου, χειροκίνητου μηχανισμού ανοίγματος των κουφωμάτων με γρανάζια. Μέσα από το άνοιγμα των παραθύρων, ο επισκέπτης προσεγγίζει βιωματικά την ιστορικότητα του ακινήτου, επανεκτιμώντας το διάλογο της σύγχρονης πολυτέλειας με το βιομηχανικό παρελθόν του κτιρίου και καθορίζοντας το βαθμό συσχέτισης με το εξωτερικό περιβάλλον της πόλης, που του αποκαλύπτεται σταδιακά.
Στοιχεία έργου
Αρχιτεκτονική μελέτη:
Μιλτιάδης Πορτοκάλης, Έφη Μαλανδράκη
Τοποθεσία:
Σαρρή 40, Αθήνα
Έτος ολοκλήρωσης:
2018
Εμβαδό:
860 m2
Φωτογραφίες:
Ζαχαρίας Δημητριάδης, Κωνσταντίνος Τσερώνης