"Domus Renier" μετατροπή αρχοντικού σε ξενοδοχείο
Το κτίριο, αρχοντικό της οικογένειας Renier, που καταλαμβάνει το σύνολο του οικοπέδου του, έχει δύο χαρακτηριστικές προσόψεις: μία επάνω στο θαλάσσιο μέτωπο του ενετικού λιμένα και μια στην οδό Μόσχων.
Αν και κτίστηκε αρχικά την περίοδο της ενετοκρατίας, έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές την περίοδο της τουρκοκρατίας, με σημαντικότερη την προσθήκη του κλειστού εξώστη στον τρίτο όροφο στην πρόσοψη της ακτής Κουντουριώτη. Επίσης έχουν γίνει και άλλες σημαντικές παρεμβάσεις με οροφογραφίες, ξύλινες επενδύσεις κτλ. Επίσης σημαντικές και ενδιαφέρουσες είναι οι νεοκλασικές παρεμβάσεις με κύρια αυτή της διώροφης πρόσοψης στη δυτική αυλή του πρώτου ορόφου.
Οι κατασκευές μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο –κυρίως από οπλισμένο σκυρόδεμα και οπτοπλινθοδομές– υπήρξαν καταστροφικές για το κτίριο, όχι μόνο σε επίπεδο αλλοίωσης και υποβάθμισης της αισθητικής των προηγούμενων εποχών, αλλά κυρίως στο ότι η προχειρότητα και η έλλειψη κατανόησης της υφιστάμενης κατασκευαστικής ακολουθίας συνέτειναν στη ραγδαία φθορά των σημαντικών κατασκευαστικών στοιχείων του παρελθόντος.
Η προτεινόμενη χρήση –τουριστικό κατάλυμα ιδιαίτερης ταυτότητας– προσπαθεί να διατηρήσει και να επαναδιατυπώσει τη σημαντική ταυτότητα του κτιρίου ως "αρχοντικού" της μεσαιωνικής πόλης και μάλιστα στο πιο αναγνωρίσιμο και προβεβλημένο σημείο της.
Γι' αυτό το λόγο ήταν αναγκαία η διατήρηση και ανάδειξη των διακριτών φάσεων, αλλά και το στίγμα, με όσο το δυνατό περισσότερη συνείδηση και γνώση, μιας σύγχρονης πολυεπίπεδης παρέμβασης.
Η έννοια της ιδιαίτερης ταυτότητας στο συγκεκριμένο κτίριο συνίσταται στη χωρική παρουσία των σημαντικών αρχιτεκτονικών στοιχείων από τις δύο σημαντικές περιόδους του παρελθόντος, δηλαδή της ενετικής και οθωμανικής περιόδου, καθώς και μια νέα παρουσία σύγχρονης αρχιτεκτονικής γραφής, που θα ωθούσε λειτουργικά το κτίριο στη νέα του χρήση, δημιουργώντας μια νέα ταυτότητα.
Εκτός από την προσθήκη του κλειστού εξώστη σε μια σύγχρονη μεταγραφή, οι λειτουργικές παρεμβάσεις εκτός από τη διαμόρφωση των δωματίων φιλοξενίας είχαν δύο κύριους στόχους:
1. Τη δημιουργία ενός κεντρικού χώρου - πυρήνα ως εκφραστή της νέας ταυτότητας και της κλίμακας του κτιρίου.
2. Τη διαμόρφωση της σοφίτας σε ένα ιδιαίτερο διαμέρισμα - σουίτα δύο επιπέδων, χρησιμοποιώντας ως κύριο χωρικό καταλύτη τα σύνθετα ζευκτά της οροφής.
Ήταν αυτονόητο ότι τα ξύλινα ταβανώματα όπως και τα ξύλινα δάπεδα θα έπρεπε να ανακατασκευαστούν και να προσαρμοστούν στις νέες ανάγκες. Οι νέοι βοηθητικοί χώροι (λουτρά, ντουλάπες, ερμάρια) κατασκευάστηκαν από ξύλο, γυαλί και μέταλλο, αποστασιοποιημένοι από τους παλαιότερους συντηρημένους τοίχους και τις οροφές, ώστε να μπορούν να αφαιρεθούν σε μια μελλοντική επανάχρηση, χωρίς να διαταράσσεται το κατασκευαστικό ιστορικό των σημαντικών φάσεων του κτιρίου.
Στοιχεία έργου
Αρχιτεκτονική μελέτη: Αριστομένης Βαρουδάκης, Γιώργος Βαρουδάκης
Στατική μελέτη: Λευτέρης Δασκαλάκης
H/M μελέτη: Ηλίας Κανατάκης, Κυριάκος Κουκλάκης, Λευτέρης Κουκλάκης
Συνεργάτες αρχιτέκτονες: Ξένια Παπατριανταφύλλου, Στέφη Φιλιποπούλου
Συνεργάτης διακοσμητής: Γιώργος Χρυσοχόου
Συντονισμός και επιμέλεια κατασκευής: Γιάννης Δαμανάκης
Μελέτη: 2013
Κατασκευή: 2015 - 2016
Φωτογραφίες: Χρήστος Δράζος, αρχείο Α.Γ. Βαρουδάκη